Selected tags

Further tags

Η χείριστη μορφή χυδαίας και κοινής γυναίκας. Εκ του σκατού και της καριόλας. Βλ. για τη χρήση της ατάκα του Εθνικού Πορνοστάρ Γκουζκούνη.

Τί κώλος είναι αυτός;! Πάρτα όλα μωρή σκατοκαριόλα!

Καταληκτική λέξη του πανούσειου άζματος (από Khan, 03/06/14)Και στη ντεκαφεϊνέ εκδοχή του Φοίβου Δεληβοριά (από Khan, 03/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό σπέρμα. Παραφθορά ονόματος προϊόντων και υποπροϊόντων γάλακτος.

- Θα μου πάρεις ένα Μίλκο από το ΚΨΜ;
- Να σε κεράσω καλύτερα ένα Πεο-μιλκ; Τράβα πάρε μόνος σου ρε!

βλ. και πέο τζους

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην έκφραση: «του αρέσουν τα ξινά» κι όλες τις παρόμοιες, το νόημα είναι «Τη βρίσκει με γαμήσι απ' τον κώλο». Τώρα αν πρόκειται για κωλομπαρά ή πούστη, παίζει (πολύ συχνά από τον τόνο της φωνής ή ένα βλέμμα όλο νόημα βγαίνει και το συμπέρασμα).

Αν πρόκειται για γυναίκα δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά, αλλά επιπλέον μπορεί να μιλάμε για παραπάνω από έναν γαμιάδες-παρτουζίτσες κοινώς. Δεν το 'χω ακούσει για λεσβοφάσεις.

Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για ξεπέτες και κίνκοκαταστάσεις. Σήμερα διακρίνω μια κάποια διαφοροποίηση στο νόημα με τάση για δεσίματα, χτυπήματα, αλλά όχι σε βαθμό κακουργήματος.

- Τι να γύρευε στο Ζάππειο τέτοια ώρα ο Λάκης;
- Θα 'χε λιγούρα για ξινά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αιδοίον, κοινώς μουνί, αλλά και η γυναίκα.

Σύνθετη λέξη από τη «ψωλή» (πέος) και το «άραγμα», παράγωγο του ρήματος αράζω: ελλιμενίζομαι, πιάνω λιμάνι.

Πέραν της προφανούς μεταφορικής, θαλασσοβρεγμένης και παραστατικής χρήσης του, ο όρος χρησιμοποιείται και από τους κίναιδους (κοινώς πούστηδοι), για να χαρακτηρίσει περιπαικτικά, ειρωνικά, απαξιωτικά τον διαβόητο ανταγωνιστή, θανάσιμο εχθρό και αντίπαλο δέος του πρωκτού (κωλοτρυπίδας).

Συνώνυμα: ψωλοπάρκινγκ, μουτζό κλπ.

- Καλέ Πάολα, το είδαμε πάλι το τεκνό σου μ' εκείνο το ψωλάραγμα.

ΑΡΑΓΜΕΝΑ ΨΩΛΑΡΑΓΜΑΤΑ (από iwn, 10/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αιδοίον, κοινώς μουνί, αλλά και η εύκολη γυναίκα.

Άλλη μια τροχήλατη έκφραση για να χαρακτηρίσει την πολύπαθη γυναικεία τοποθεσία. Το συνθετικό parking: σταθμός αυτοκινήτων- γκαράζ, υπονοεί την κατάληψη θέσης (ενίοτε με καταβολή αντιτίμου), τις μανούβρες που απαιτούνται για τον ορθή τοποθέτηση, τον κίνδυνο πυρκαϊάς από πιθανό συνωστισμό, την διαρροή υγρών, αλλά και την ενασχόληση ή μη, παρκαδόρου.

Η ειδοποιός διαφορά συνίσταται στο ότι, ενώ η προστατευτική κουκούλα στο πάρκινγκ έπεται, στο ψωλοπάρκινγκ προηγείται.

Συνώνυμα: ψωλάραγμα, μουτζό, ψωλοκρεμάστρα κλπ.

- Αυτό το ψωλοπάρκινγκ το' χει πάρει η μισή Λαμία.
- Ε καλά τώρα, δεν είναι και καμιά μεγάλη πόλη η Λαμία.

(από iwn, 10/11/10)(από Vrastaman, 10/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το περίνεο, ο περιορισμένος χώρος μεταξύ αιδοίου και πρωκτού.

Κατ' ευφημισμόν πάρκινγκ, καθ όσον εκεί θαλασσοδέρνονται οι όρχεις κατά τη διάρκεια κατά τη διαδικασία εξαγωγής και εκροής του γαλακτικού οπού των.

Όρα και «δυο δάχτυλα και κάτι».

Στην εφηβική καφετέρια:
- Σιγά μη λεγετ' έτσι ρε μαλάκα. Αρχιδοπάρκινκ λέγεται.

(από iwn, 10/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα η οποία πλέον έχει ξεπεράσει προ πολλού τα σεξουαλικά ταμπού και συνουσιάζεται ιδιαίτερα συχνά για τα τοπικά δεδομένα. Το αποτέλεσμα των πράξεών της είναι η απώλεια σεβασμού από τους άνδρες.

- Είδα πριν μέρες την Μαρία παιδιά και έμαθα ότι μετά τον Παύλο έγινε χυσαποθήκη.
- Κρίμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα η οποία έχει τόσες πολλές σεξουαλικές εμπειρίες που τα γύρω αρσενικά δεν την σέβονται και την θεωρούν γενικά πολύ εύκολο στόχο. Με αποτέλεσμα να μην αποτελεί επιτυχία μια νύχτα μαζί της.

- Μαλάκα Νίκο, πήρα το Σοφάκι εχτές ρε φίλε!
- Σιγά την ψωλοκρεμάστρα ρε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καυλιάρα γυναίκα, το τουμπανάκι, αλλά λίγο ψηλότερη από το καυλοράπανο.

- Πώωωω πω!!!Τι καυλοτσέκουρο είσαι εσύ μωρό μου;;;; Να σε βάλω κάτω να σου ρουφήξω τη μελίγκρα, να σε σφάξω στο γόνυ σου λέω....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου κάποιος ερεθίζεται κυρίως από την εμφάνιση ή και τη συμπεριφορά κάποιας αιθέριας ύπαρξης.

- Με αυτά τα ξεκωλέ ρούχα που φόρας κάθε φορά μου κατεβάζεις το αίμα στο κεφάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified