Selected tags

Further tags

Σύνθετη λέξη εκ των πισωκολλητό και σοκολάτα.

Αναφέρεται στα υπολείμματα κοπράνων που επικάθονται στο ανδρικό μόριο με το πρωκτικό σεξ, και ομοιάζουν (οπτικά) με σοκολάτα.

- Φίλε άσ' τα. Της τον έδωσα από κώλο, αλλά γέμισα πισωκολάτα και ξενέρωσα!

Πισωκολάτα, μμμ! (από panos1962, 07/11/09)

Βλ. και μεζές

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρε, δε πας στο διάολο;

Προσοχή: Αποκλειστικά στην Αχαϊκή διάλεκτο!

- Ρε μινάρα, δεν πας να φέρεις κανά σουβλάκι;
- Δε φτύνεις τ' αρχίδια σου βραδιάτικο, λέω εγώ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πίπα, ο μπουλκουμές, η πεολειχία, η βουκολική φλογέρα. Διότι γίνεται με το στόμα.

Κι αν προφορικό είναι το τσιμπούκι (εξόχως αναλυθέν υπό Βραστανδρός), γραπτό είναι φυσικά το γαμήσι, ο πήδουλας, the nasty thing που λένε και οι niggaz..

H προφορικότης συνεπάγεται και την επιπολαιότης της πράξεως. Είναι απείρως πιο βολικό για μια γκόμενα να τσιμπουκώσει παρά να γαμηθεί. Από πάσης απόψεως. Και πρακτικής (γιατί δε χρειάζεται να γδύνεται και μετά να κάνει μπάνιο για να ξεκολλήσουν τα φλόκια απ' την κοιλιά της κλπ) αλλά και ηθικής, λέμε τώρα. Διότι καμιά παρθενιά δε χάθηκε ποτέ από μια αθώα πιπούλα. Κι αν τη ρωτήσει και καμιά φίλη της «καλά μωρή πουτάνα, κι αυτόν τον πήρες;», μπορεί άνετα να απαντήσει αρνητικά. Ένα προφορικό δεν καταγράφεται στο παθητικό της, δεν προσμετράται στη black list με τους άντρες που έχει πάρει.

Το ίδιο ισχύει, από την αντίστροφη, για τους άντρες. Το να δώσεις μια πίπα είναι οπωσδήποτε μια επιτυχία, δεν συγκρίνεται όμως με το να τον βρέξεις στα ζεστά. Αυτό είναι που μένει, αυτό είναι που τελικά θα μετρήσει. Όταν σε ρωτήσει φίλος για το πόσες έχεις γαμήσει, αποκλείονται από την απάντηση - αν θες να είσαι ειλικρινής - αυτές που μόνο τους τον έδωσες στο στόμα. Έτσι είναι, scripta manent, verba volent, πώς να το κάνουμε; Μόνο το σκότωμα δίνει το δικαίωμα στον κυνηγό να κάνει άλλη μια χαρακιά στο όπλο του. Γι' αυτό και πολλοί τηρούν, πέραν της κλασικής λίστας με όσες φόρτωσαν στην καριέρα τους, και μια δεύτερη λίστα, με όσες - για χ λόγους - τους τον πήραν μονάχα στο στόμα. Έτσι για να ξέρουμε τι μας γίνεται.

  1. Οι νέας κοπής εγχώριες μουνίτσες τείνουν ολοταχώς προς την αναγωγή του προφορικού σε ολυμπιακό άθλημα. Οι διαγωνισμοί τσιμπουκιού που έκαναν μεταξύ τους οι αγγλίδες τουρίστ, σε Φαληράκι, Λαγανά Ζακύνθου, Κάβο Κερκύρας, Μάλια κλπ, πράγματα για τα οποία μαθαίναμε μόνο απ' τις ειδήσεις και μας φαινόσανταν από άλλο πλανήτη, αποτελούν πλέον και στα καθ' ημάς μια πραγματικότητα. «Τον έκανα να χύσει στο 5λεπτο σου λέω γλυκιά μου!» - «Και κάτι μας είπες τώρα μωρή! Εμένα μου τα έσκασε στο 1'45'', μετρημένο σου λέω με το ρολόι!». Διάλογοι κορασίδων, απολαυστικοί και υπαρκτότατοι.

  2. Τα προαναφερθέντα καριολάκια, πιστεύουν ακόμη πως το προφορικό είναι πιο υγιεινό και ακίνδυνο από πλευράς ΣουΜουΝου. Όταν καταπίνεις τα φλόκια, ακόμη και Έιτζ να έχει ο άλλος, δεν τρέχει μία, διότι πάνε κατευθείαν στο στομάχι, δεν εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και αποβάλλονται κανονικά από το έντερο. Μαγεία;

(από allivegp, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «ο βήχας και τα λεφτά δεν κρύβονται». Υπάρχει και το «ο βήχας και ο έρωτας δεν κρύβονται». Το λέμε σε περιπτώσεις έκδηλης πουτανιάς, όχι τόσο κυριολεκτικά, αλλά κυρίως όσον αφορά στην εξωτερική εμφάνιση. Λέγεται ακόμη και για τις πολύ κοκέτες, πάντως σε καμία περίπτωση δεν απαντά σε αρσενικό γένος.

  1. - Σσστ, Μήτσο! Δες ένα ξέκωλο που μπήκε!
    - Ασ' τα, ο βήχας κι η πουτανιά δεν κρύβονται...

  2. - Δες, τι φοράει το Δεσποινάκι! Φαίνεται το μουνί της!
    - Ο βήχας κι η πουτανιά δεν κρύβονται.

Ξέκωλο (από panos1962, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πουτάνα με άλλα λόγια...

ΟΥ ΜΩΡΗ ΓΚΟΝΤΩΣΤΡΑ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμάω. Τόσο απλά.

Κι αν θέλουμε να το κάνουμε και φραγκοδίφραγκο, να πούμε πως ο γαμιάς «φορτώνει» τη ψωλή του στο «θύμα», της τον ακουμπάει. Για να «φορτώνει» όμως την ψωλή, πρέπει κι η ψωλή να είναι «φορτίο», να έχει δλδ κάποιο υπολογίσιμο βάρος. Η χρήση λοιπόν του ρήματος υποδηλώνει slightly το μεγάλο μέγεθος της πούτσας αυτού που γαμεί.

Κι επειδή επανάληψη μήτηρ μαθήσεως κλπ, ας κάνουμε μια λιστούλα - ενδεικτική, not εξαντλητική - συνωνύμων, έτσι για την καύλα μας.

Σπρώχνω - σπρώξιμο.

Σφίγγω - σφίξιμο.

Πνίγω

Κομματιάζω

Σφυρίζω (ένα πούτσο to sbd)

Τον ακουμπάω (τον πούτσο to sbd)

Aλλάζω τα υδραυλικά

Πετάω τα μάτια όξω (to sbd)

Kάνω παρέλαση

Παίζω καράτε

Χρακάρω (από τον ήχο «χρακ» / «κρακ» που κάνουν οι εισαγωγές-εξαγωγές)

Φιστικώνω

Πατάω (συνηθ. στη φράση «της πάταγες ένα πούτσο;»)

Μανικώνω / ρίχνω ένα μανίκι

Ταΐζω κρέας (sbd)

Σερβίρω ένα πούτσο (π.χ. της τον σέρβιρα άνετα)

Κερνάω (π.χ. το κέρναγες το μωρό που περνάει;)

Σφάζω (π.χ. το έσφαζες; - στο γόνατο...)

Σπάω στον πούτσο sbd - Σπάσιμο (π.χ. κορμάκι λεπτεπίλεπτο για σπάσιμο)

Ξηγάω τ' όνειρο

Πετσώνω - πέτσωμα.

Τεντώνω - τέντωμα.

Τον βρέχω (κάπου ζεστά και υγρά)

  1. - Βγήκατε τελικά με το μωρό απ' το FB;
    - Ναι, την Παρασκευή. Κάτι φιλάκια πέσανε στην καφετέρια και λίγο μπαλαμούτι μέσα στ' αμάξι όταν τη γύριζα.
    - Άρα το φόρτωμα αναβλήθηκε να υποθέσω..
    - Όχι για πολύ φίλος, όχι για πολύ...

  2. - Μαλάκα δε στα είπα, ξαναβρεθήκαμε με το μωρό απ' το Face...
    - Ένα μόνο θα σου πω. Φόρτωσες;
    - Όχι ρε γμτ, μου είπε πως είχε τα ρούχα της.
    - Κι εσύ το 'χαψες το μυθιστόρημα που σου σέρβιρε. Α ρε θύμα! Μια ζωή αγκαλίτσας θα μείνεις και καληνυχτάκιας περιωπής...

Θέλω να με φορτώσω, αλλά το ρουμλετάδικο είναι κατηλειμμένο. Που σου να μην κάνω κράτηση! (από GATZMAN, 01/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για πράγματα που επαναλαμβάνονται συνεχώς, που συζητιούνται ευρέως κάποια δεδομένη χρονική στιγμή.

- Φτάνει πια! Το άκουσα.
- Έχεις δίκιο. Η αλήθεια ότι τις τελευταίες μέρες όλοι αυτό συζητάνε. Πάει από στόμα σε στόμα, σαν πούτσα.

γλειφιτζούρι (από panos1962, 01/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το ρούχο το εξεζητημένο, το πολύ έξαλλο, ή και το πολύ αποκαλυπτικό. Το ρούχο που, τεσπα, δεν συνηθίζεται στην παρέα ή στον κύκλο αυτού που το φοράει, π.χ. αν σε μια παρέα φοιτητριών της αρχιτεκτονικής που ανήκουν κυρίως στον αντιεξουσιαστικό χώρο, εμφανιστεί μέλος της παρέας με φούστα Dolce & Gabbana, δικαίως την υποδέχονται: «καβλώς την Αλέκα με το παπαρεό».

  1. Μαλάκα, πήγα χθες στη Μαίρη που με είχε τραπέζι και φόραγε ένα παπαρεό, αν είστε πέντε φύγετε κι ελάτε μ' άλλους δέκα. Μου βγήκαν τα μάτια σου λέω!

  2. Τι παπαρεό φοράει, ρε συ, ο Σόμπολος; Θα μας τρελάνει ο τύπος!

  3. Πάρε την ξεφωνημένη, παπαρεό που φοράει!

Η Μαίρη (από panos1962, 01/11/09)Πάνος Σόμπολος (από panos1962, 01/11/09)Ξεφωνημένη με παπαρεό (από panos1962, 01/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στην ερωτική ορμή, στύση και καρποφορία εφήβων και νεαρών ανδρών οι οποίες είναι τόσο ισχυρές ώστε να μπορεί ο νεαρός επιβήτορας να κρατήσει τα μπόσικα με μια προπορευόμενη γαϊδούρα στον ανήφορο.

Αγαπημένη έκφραση παππούδων όταν αναπολούν την (πραγματική ή φανταστική) σεξουαλικότητα των νιάτων τους και όταν αναρωτιούνται για τους γιους η εγγονούς τους στην Ηλεία.

- Θα σε πάω στη Μαρία τη χορεύτρια να μου πει μετά αν γκαστρώνεις γαϊδούρα στον ανήφορο ή τζάμπα σου δίνω χαρτζιλίκι για σουβλάκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρόμοιο με το «μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι» ή το «μαλλί χιόνι, ψωλή κανόνι» κλπ. Σημαίνει τον μη μαρασμό του πέους (πούτσα) παρόλο που τα γένια ασπρίσαν. Πάντως είναι καλό να αποφεύγονται παρόμοιες εκφράσεις, καθώς μπορεί να μας εκθέσουν στην πράξη.

  1. - Ρε συ Μήτσο, πόσα χρόνια; Άσπρισε το μούσι σου, ρεεε!
    - Άσπρα γένια, πούτσα σιδερένια, ξάδερφε! Εσύ, πώς είσαι;

  2. - Αυτός είναι χούφταλο. Τι να σου κάνει;
    - Μην το λες. Άσπρα γένια, πούτσα σιδερένια!

Ράντοβαν Κάρατζιτς  (από panos1962, 31/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified