Further tags

Παρατσούκλι που καθιέρωσε ο πρώην προπονητής του ΠΑΟΚ Άγγελος Αναστασιάδης για τον Γκανέζο αμυντικό Koffi Amponsah. Η προέλευση του είναι από τον γνωστό «Friday» του Ροβινσώνα Κρούσου. Η έκφραση συνεχίζεται (αν και σπάνια) να ακούγεται στην Τούμπα για μαύρους παίκτες, είτε του ΠΑΟΚ, είτε της αντίπαλης ομάδας.

Ο συμπαθεστατος Κόφι για κάποιο περίεργο λόγο δέχονταν και απαντούσε στο συγκεκριμένο παρατσούκλι.

Άγγελος κατά την διάρκεια του αγώνα: «Παρασκευααααά, ανέβα ρε παλίκαρε να τον βγάλεις οφσάιντ!» (λέξη προς λέξη)

- Γαμώ την τρέλα μου, αυτός ο Παρασκευάς της Ξάνθης τον εχει κάνει κουδούνι τον Αραμπατζή σήμερα!

(από Groucho, 27/11/08)(από Groucho, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός των Ελλήνων φοιτητών της Αγγλίας για όλους τους σχιστομάτηδες Ασιάτες, κυρίως τους Κινέζους. Προέρχεται απο την συγκινητική, αν και αφελή, πεποίθηση ότι τα μέλη της συγκεκριμένης ράτσας τρέφονται αποκλειστικά με ρύζι.

Ο πλυθηντικός ειναι τα ρύζια, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως άκλιτο (το ρύζι) εφόσον αναφέρεται σε μία μεγάλη ομάδα ατόμων της συγκεκριμένης ράτσας. Κάτι που το συνηθίζουν άλλωστε.

Επαναλαμβανόμενες απόπειρες να διαδοθεί ο συγκεκριμένος όρος σε άλλες κουλτούρες εκτός της ελληνικής έχουν αποτύχει παταγωδώς, καθώς οι politically correct Άγγλοι τον βρίσκουν ρατσιστικό, οι δε Ασιάτες θίγονται. Αυτό δεν μπορεί με τίποτα να γίνει κατανοητό σε ορισμένους Έλληνες φοιτητές οι οποίοι συνεχίζουν να επιμένουν να εξηγούν τον όρο στον κάθε άτυχο Ασιάτη που θα βρεθεί στον δρόμο τους και να στραβώνουν μαζί του όταν δεν το βρίσκει αστείο.

Τα ρύζια ευδοκιμούν κυρίως στις οικονομικές σχολές, όπου ευδοκιμούν κατά κανόνα και οι πιο κάφροι Ελληναράδες φοιτητές. Αυτό είναι μία ιδιαίτερα ατυχής σύμπτωση.

Αξίζει να σημειωθεί οτι έχουν αναφερθεί περιπτώσεις συμβάντων όπου μέλη της θιγόμενης ράτσας που δεν γνωρίζουν Ελληνικά και άκουσαν τον όρο στο άσχετο έχουν καταλάβει την σημασία του και εχουν προσβληθεί, οπότε καλό ειναι να αποφεύγετε να το λέτε μπροστά τους ή και γενικά, γιατί δεν είναι και πολύ αστείο εδώ που τα λέμε.

«Πήγα σήμερα το πρωί στο uni γιατί έπρεπε να συναντηθώ με ενα ρύζι συμφοιτητή μου για να μου δώσει κάτι σημειώσεις.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Λευκός Οίκος της Ουάσινγκτον DC είναι η κατοικία και ο χώρος εργασίας του Προέδρου και του Αντιπρόεδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Βρίσκεται στην 1600 Pennsylvania Avenue και έλαβε το όνομά του το 1901 λόγω του άσπρου εξωτερικού χρώματός του.

Ο όρος Μαύρος Οίκος είναι πλακατζίδικος όρος που βασίζεται στην «ανάγκη» για εναρμόνιση του ονόματος του κτιρίου διαμονής του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ με το χρώμα του σώματος του. Έτσι ο Λευκός Οίκος, λόγω του επόμενου μαύρου προέδρου των ΗΠΑ, Ομπάμα, μπορεί να λέγεται χιουμοριστικά και ως Μαύρος Οίκος, για να είναι ασορτί με το χρώμα του Ομπάμα. Αυτό έχει ήδη αρχίσει να γίνεται σε ορισμένες χιουμοριστικές εκπομπές της TV (πχ στην εκπομπή Ράδιο Αρβύλα του Αντ1), αλλά και αλλού.

- Ποιο λες να είναι το πρώτο μέτρο που θα κάνει ο Ομπάμα όταν αναλάβει την προεδρία των ΗΠΑ;
- Άκουσα πως θα μετατρέψει το Λευκό Οίκο, σε Μαύρο Οίκο, αλλάζοντας το χρώμα του κτιρίου.

Λευκός Οίκος (από GATZMAN, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζουν οι μετανάστες (κυρίως Πακιστανοί, Αφγανοί και Άραβες) την θεσμοθετημένη κυριακάτικη συνεύρεση με τις μαύρες Αφρικανές πόρνες του κέντρου.

- Που 'σαι ρε Αμίρ, καμπαρντινούλα βλέπω, σε είδε ο Αλλάχ δικέ μου....
- Σήμερα Κυργκιακή, έκει μουνί τσοκολάτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται συνήθως σε έγχρωμους οικονομικούς πρόσφυγες (νόμιμους ή μη) οι οποίοι πουλάνε πειρατικά CD και DVD στην Έρμου (π.χ.)

Στο γήπεδο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ξεχωρίσει και να διευκρινίσει τον έγχρωμο παίκτη.

- Πάρε φάση το σιντάκια που τον κυνηγάνε οι μπάτσοι.

- Ρε αυτός ο σιντάκιας με το 7 στην πλάτη ποιος είναι;
- Ο Μπαμπαγκίτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που εμπίπτει στην κατηγορία μπαστουνόβλαχος, αλλά αν απομακρυνθεί περισσότερο από 30 χλμ. από τη στάνη του, και ειδικά αν βρεθεί σε αστικό κέντρο, η συμπεριφορά του θυμίζει ούφο με σκούφο -και με φλογέρα. Κατά πολύ πιο βλάχος από τον απλό μπαστουνόβλαχο ή ακόμα και τον καράβλαχο.

(Διάλογος μέσα σε αυτοκίνητο σε μποτιλιαρισμένο δρόμο στο κέντρο της πόλης)
- Πού πάει ρε μαλάκα το άτομο με την κατσίκα στην καρότσα από το Navara;
- Απίστευτος διαστημόβλαχος! Φέρε το κινητό, αυτός είναι για φωτό.

διαστημόγυφτος; (από xalikoutis, 24/11/08)(από Khan, 18/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη έκφραση που απαντά κυρίως ως «μη μου λες εμένα ιστορίες για γρίους» ή « τι' ν ' αυτά που λες + [αυτά που λέει] + και ιστορίες για αγρίους...». Η φράση είναι ένας σχετικά ευπρεπής τρόπος να πεις «μη μου λες μαλακίες», «άσ' τα σάπια σάλια», δλδ. μη με δουλεύεις. Εκφέρεται μάλλον με θυμό και σε περιβάλλοντα (πχ. εργασιακά) όπου πιο ηχηρές εκφράσεις αποδοκιμάζονται.

Η φράση προφανώς προέρχεται από την εποχή όπου ναυτικοί, εξερευνητές, πειρατές και αργότερα ανθρωπολόγοι, εθνολόγοι κλπ πουλούσαν στον κόσμο φανταστικές «ιστορίες για αγρίους», φαντασιοπληξίες δηλαδή για άγριες φυλές και τα φοβερά και τρομερά που τις είδαν να κάνουν*.

Αυτό το «για αγρίους» βέβαια, μπορεί κανείς να το εννοήσει -εσφαλμένα πάντως- όχι μόνο ως «σχετικά με αγρίους», αλλά και ως «προορισμένες για αγρίους», παιδαριώδεις δικαιολογίες που μόνο αγρίους θα μπορούσαν να πείσουν, που η αξία τους μετριέται σε χάντρες και καθρεφτάκια, προσβλητικές για τη νοημοσύνη του χρήστη της φράσης.

Και τα δυο νοήματα φυσικά αλληλεπιδρούν πολλαπλασιαστικά αυξάνοντας δύναμη της φράσης...

Αξίζει να σημειωθεί παρεκβατικά ότι την ελληνική ανεκδοτική slang έχουν εμπλουτίσει διάφορες φυλές ιθαγενών: οι Μάο Μάο, οι Ζουλού, οι Παπούα, ενώ εντός και εκτός ανεκδότων συναντά κανείς τη μοναδική φυλή κυνηγών-τροφοσυλλεκτών της ελληνικής επικράτειας, τους Ούγκα Μπούγκα, από την ευχρηστότατη ρίζα ουγκ. Οι δε κουλτουριάρηδες έχουν τη δική τους αγαπημένη άγρια φυλή, τους Λιλιπούα.

*ώσπου η σύγχρονη κορέκτ ανθρωπολογία μάς είπε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν / είναι τελικά και πολύ διαφορετικοί από μας τους δυτικούς, με τη διαφορά ότι είναι εντελώς διαφορετικοί...

υπάρχει ένα ωραίο τραγούδι του Μαραγκόπουλου με αυτόν τον τίτλο, και ρεφρέν:

μου λες ιστορίες για αγρίους
και κακούς μακρινούς συγγενείς
μ' απ' του έρωτα τα βέλη
δεν τη γλύτωσε κανείς...

ή κάπως έτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παπάρας παριανός.

- Βάλε Πάριο ρε.
- Χέσε μωρέ μαλάκα με τον παπαριανό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που για διάφορους λόγους γίνεται για πρώτη φορά μητέρα σε μεγάλη ηλικία. Παρόλο που αυτό τείνει πια να γίνει κανόνας, υπάρχουν πολλοί, κυρίως γυναίκες, που χρησιμοποιούν αυτόν τον χαρακτηρισμό κατά κόρον.

  1. - Ρε συ κάνε κανα παιδάκι ρε Αλίκη, κοντεύτεις να μπεις στην κλιμακτήριο... Τι θες, να γεράσεις μόνη σου;
    - Και τι, ρε συ Κική, θα γίνω γεροντομάνα μόνο και μόνο για να με ξεσκατώνει το έρμο όταν θα γεράσω; Θα πηγαίνει σχολείο και θα έχει την εξηντάρα να το περιμένει απ' έξω; Για σύνελθε!

  2. - Ρε πούστη μου, τα πήρα στο κρανίο! Πήγα χθες στο μαιευτήριο να δω την Αλίκη που γέννησε και βλέπω στα πόδια του κρεβατιού της μια πινακίδα που έλεγε «Ηλικιωμένη μητέρα»! Αν είναι δυνατόν, τους πούστηδες του γιατρούς, να το λένε έτσι!
    - Ε τι ζόρι τραβάς και συ; Αφού η Αλίκη περίμενε να πάει σαράντα εφτά για να κάνει παιδί. Είναι η απόλυτη γεροντομάνα!

Mrs Robinson η μαμα όλων των Μιλφείγ (από Vrastaman, 02/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτά τα πολύ συνηθισμένα συμφύματα επιθέτων των ελληνικών, καθώς και άλλα, χρησιμοποιούνται για να σχηματίσουν όνομα από λέξη που κατά τον ομιλητή χαρακτηρίζει πρόσωπο στο οποίο θέλει να αναφερθεί.

Ο ομιλητής μπορεί να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι κάθε σύμφυμα φέρει παραδοσιακά συγκεκριμένες πληροφορίες (κυρίως καταγωγής), αλλά δεν είναι απαραίτητο. Εξάλλου η εκάστοτε τέτοια λεξιπλασία στοχεύει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι, τόσο χαρακτηρίζεται το εν λόγω πρόσωπο από την συγκεκριμένη ιδιότητα, ώστε θα άξιζε να φέρει και το αντίστοιχο επώνυμο.

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε λήμματα του σλανγκ τζι αρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified