Ο ομοφυλόφιλος, πρβλ. και πισωβρόντης.
Ο ομοφυλόφιλος, πρβλ. και πισωβρόντης.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται για δύο στενές φίλες που η πολύ μετακύ τους οικιότητα και ενίοτε τα «αθώα» αγγίγματα δημιουργούν την υποψία ότι μπορεί να έχουν λεσβιακή σχέση.
Αυτές είναι πλοκαμάτες. Συνήθως το φαινόμενο απαντάται σε εργασιακούς χώρους με πολλές γυναίκες...
Got a better definition? Add it!
Λολοπαίγνιο αμφίβολου γούστου και ελαφρώς σεξιστικό, εκ του μιλκομπούκαλο, δηλαδή του μπουκαλιού γάλακτος Milko, και του μιλφ, αρκτικολέξου του Mother I'd Like to Fuck, που λέγεται για πολύ όμορφη, σέξι και τρε κρεβατάμπλ γυναίκα, η οποία είτε έχει παιδί, είτε είναι σε ηλικία όπου την βλέπουμε και ως μητέρα (30-35 χρονών και μέχρι να γίνει τζιλφ).
Πρόκειται για λεξιπλασία νέας κοπής από αμφιβόλου χούμορ ανέκδοτα, που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες: Στον καυλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους, πρόκειται για μιλφού μπουκαλομούνα, με τρε κομιλφό σωματότυπο παρόμοιο με μπουκάλι κοακόλας, δηλαδή μεγάλα βυζιά, στένεμα στη μέση και πάλι πλούσια περιφέρεια, μια αμβλυμένη κλεψυδρομούνα με άλλα λόγια.
Σε λιγότερο καυλούς κόσμους μπορεί να πρόκειται για μιλφίδιο μίλκο, δηλαδή για κοντό μιλφέιγ με ύψος ένα κι ένα milko. Δεν μας χάλασε (καθόλου). Οι δυο ερμηνείες άλλωστε δεν αλληλοαποκλείονται.
Γενικά η παρομοίωση με γαλακτοκομικά προϊόντα είναι αναμενόμενη για μια μιλφομάνα που δύναται να κεράσει και μιλφ σέηκ. Εξάλλου αυτά τα ό,τι να 'ναι β΄ συστατικά λέξεων πολλές φορές δεν προσφέρουν τίποτα το συγκεκριμένο πέρα από το να επιμηκύνουν την λέξη καθιστώντας την πιο ο,τινανιστικώς εμφατική (βλ. παρατήρηση Βίκαρ για καραγκιοζοπαίκτη).
2. Και ιδού γιατί ειμαι Μιλφομπούκαλο. Έτσι ειναι η ζωη μου!
Got a better definition? Add it!
Μαζέψου, χαλιναγωγήσου, pull yourself together που λένε και οι ιμπεριαλιστές φίλοι μας. Αναφέρεται κυρίως σε περιπτώσεις όπου ο άλλος προκαλεί με γκροτέσκες συμπεριφορές που προξενούν χλευασμό, αγανάκτηση ή και αποτροπιασμό.
16χρονος γκει περιδιαβαίνει ωσάν σπαστός καφές τις καφετέριες στο Θησείο, πουλώντας ημερολόγια και κωλοτρίβεται σε κάθε αντρική παρέα! Ο ιδιοκτήτης της καφετέριας, υπέρβαρος 50χρονος, βρυχάται προς τον νεαρό:
-Σφίξε τα λουριά σου ρε βρωμόπουστα, και τρομάζεις το γκόσμο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Βασικά βρισιά, που μπορεί να έχει αποδέκτη και τα δύο φύλα, τις μάνες τους, και ό,τι επιθυμεί κάποιος να βρίσει, αλλά επίσης περιγράφει υβριστικώς και παρτόλα γυναίκα που είναι εντελώς τελείως ξέκωλο, ή ξεφτιλοπούτανο ή την βρίσκεις σε ξεφτιλάδικα, γενικά κοπέλα τελειωμένη, φτηνή πουτάνα και άλλα τέτοια που απέχουν παρασλάνγκας από την τρε κομιλφό κυριλογκόμενα και αρχοντομούνα.
1. Έχει και πολλές ξένες. Βασικά και οι γκόμενες εκεί για να φασωθούν πάνε. Από το τελευταίο ξεφτιλόμουνο μέχρι την πιο κυριλογκόμενα (που ψάχνεται όμως) έχει.
Πολυ μέτριο ξεφτιλόμουνο το οποίο γαμούσα με ευχαρίστηση...... (Τα ξέκωλα του Φέισμπουκ).
- Δεν παω τοσο για το γαμησι εκει αλλα για να αλλαξω περιβαλον και για το κλιμα που ειναι κατι το τελειο,χωρις να εχει τον καυτο ηλιο και την κωλοζεστη της Ελλαδας εχει ωραιες θερμοκρασιες και νιωθεις ευχάριστα.
- ναι ρε για το κλίμα !!!!! δεν χρειαζότανε καν να το πεις αυτό...α και που σαι..μόλις σου κλείσει το πρώτο ξεφτιλόμουνο το ματάκι πας να την σκίσεις αλλά προς θεού...πάνω από όλα το ΚΛΊΜΑ !!! (Εύλογη αντίδραση σε τουκανιστή πορνομετανάστη στο μπουρντέλα ντοτ κομ)
Εντυπωσιακη κοπελα...δεν μπορω να πω... αλλα ετσι οπως παρουσιαζεται.. δειχνει ενα ακομα ξευτιλομουνο που κουναει την κωλαρα της στα κλαμπ και απο κατω οι νεαροι αυνανες κοιταζουν με το στομα ανοιχτο... (Από μπουρδελοσάιτ)
Το μουνόπανο γαμώ το ξεφτιλόμουνο που τονε γλίστρησε μου άναψε τα λαμπάκια βραδιάτικα.. (Από ιντερνετικό βρις-οφ).
Got a better definition? Add it!
Ένα πιο σπάνιο συνώνυμο για αυτό που συνήθως λέμε γκόμενα- γαρίδα, δηλαδή την γκόμενα με άσχημο πρόσωπο και καταπληκτικό σώμα, στη (σεξιστική) λογική «πετάς το κεφάλι και τρως το σώμα». Για ερμηνεία του φαινομένου βλ. 3ο παράδειγμα. Τηρουμένων των αναλογιών θα μπορούσαμε να πούμε ότι η γκόμενα καραβίδα είναι το αντίστοιχο ενός παίκτη τύπου Βασίλη Σπανούλη που επειδή είναι κοντός αναγκάστηκε να αναπτύξει υπέρμετρα όλα τα υπόλοιπα μπασκετικά ταλέντα του. Έτσι και η γαρίδα- καραβίδα αναπτύσσει τακαπληκτικό σώμα για να υπεραναπληρώσει το άσχημο πρόσωπό της.
Σχετικοάσχετο: Ήμαρτον Κύριε! Ου γαρίδασι τι γαμούσι
1. ....αν είσαι «γκόμενα - καραβίδα» και οκτώ μάστερ να αποκτήσεις , το πολύ πολύ να μεταλλαχθείς σε «παραμορφωμένη-καραβίδα» μαζί με όλες τις άλλες ... κι άντε μετά να πετάξεις από πάνω σου την ρετσινιά.
2. να σε χαιρεται ο μπαμπακας σου κοριτσι.... γκομενα καραβιδα...
3. Υπάρχουν πολλές γυναίκες εκεί έξω που έχουν υπέροχο σώμα αλλά άσχημο πρόσωπο. Και ναι, είμαστε μαλάκες, ρηχοί, μισογύνηδες και γελοίοι που τα γράφουμε αυτά αλλά είναι μία πικρή αλήθεια που πρέπει να ειπωθεί. Φυσικά και υπάρχουν αντίστοιχοι άντρες - καραβίδες. Αλλά δεν μας αφορούν.
Η άσχημη γκόμενα στα καλύτερά της
Είναι φυσιολογικό να υπάρχουν γκόμενες γαρίδες. Φυσιολογικότατο. Γιατί είναι το ανώτατο level για μία άσχημη κοπέλα το να καταφέρει τουλάχιστον να έχει ένα φανταστικό σώμα ώστε να τραβάει τα ανδρικά βλέμματα. Είναι δύο οι τρόποι να είσαι υπέροχη γκόμενα αν δεν έχεις ωραίο πρόσωπο. Α) Να είσαι γαμάτη, πανέξυπνη, mindblowing και ερωτεύσιμη και Β) να έχεις ένα πολύ ωραίο και γυμνασμένο σώμα. Κι επειδή το πρώτο είναι πάρα πολύ δύσκολο και δεν εξασφαλίζεται με μερικές ώρες στο γυμναστήριο καθημερινά, το πιο συχνό φαινόμενο είναι το δεύτερο.
Κάθε ασχημούτσικη γκόμενα προσπαθεί να βρει εκείνα τα στοιχεία που θα την αναδείξουν. Οι πιο πολλές επιλέγουν να κάνουν τα πάντα ώστε ο δικός τους κώλος ή το δικό τους σώμα εν γένει να είναι το πιο ωραίο. Για πολλούς άνδρες στην τελική αυτό είναι υπεραρκετό. Δεν είμαστε ούτε τόσο ρηχοί, ούτε τόσο μαλάκες. Απλά μας αρέσει μία γυναίκα να προσέχει το σώμα της.
Got a better definition? Add it!
Άκρως σεξιστική αναφορά στο γυναικείο φύλο.
Απευθύνεται αποκλειστικά σε καθαρόαιμα ιππεύσιμα βυζοκίνητα μεναγκό της συνομοταξίας μπίμπω, κυρίως όταν αυτά δραστηριοποιούνται (συνήθως με το σπαθί τους) σε ανδροκρατούμενα επαγγέλματα.
Για τα μπάζα, ο σωστός ο σεξιστής χρησιμοποιεί άλλες εκφράσεις από τον κόσμο των ενδυμάτων και των σκευών όπως: ζακέτα, κλατσάρα, κομοδίνο, κόφα, κουβά, κουτί, μπότα, έπιπλο, πακέτο, παντόφλα, πετούγια, πόμολο, ρόμπα, σακί με πατάτες, σιδερώστρα, τσόκαρο, τσουβάλι, χαλί και ταλιμπάν.
1.
Η Λώρη Κέζα σημειώνει: «Στα όργανα του ελληνικού Κοινοβουλίου ο σεξισμός αντιμετωπίζεται με φυσικότητα. Οι βουλευτίνες χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: εκείνες που μπορούν να γίνουν θέμα φαντασίωσης και τις ανδρούτσες, δηλαδή εκείνες που είτε δεν έχουν σύζυγο ή αρνούνται να παίξουν τη γατούλα». Θυμάται διάφορα περιστατικά, μεταξύ των οποίων και το «Πάψε μωρή καλτσοδέτα» που είχε πει ο Σωκράτης Ξυνίδης στην Εύα Καϊλή
1.
Η βουλευτής της ΝΔ Γεωργία Μπατσαρά δήλωσε προσβεβλημένη ως γυναίκα όταν πριν λίγο καιρό άνδρας βουλευτής είχε αποκαλέσει «καλτσοδέτα» μια γυναίκα βουλευτή. «Ήταν ότι πιο υποτιμητικό μπορούσε να λεχθεί σε ένα μέλος του Κοινοβουλίου» σημείωσε.
2.
Δούρου: «Στο κόμμα του Πάγκαλου αποκαλούν τις γυναίκες καλτσοδέτες»
4.
Ο σεξισμός, που είναι γένους αρσενικού, έχει αποικίσει και τη νοοτροπία ημών των θηλυκών (...) Θα ερμηνεύσουμε, όπως και οι άντρες, τη συμπεριφορά μιας γυναίκας με βάση την σεξουαλικότητα της (με τον τρόπο που οι άντρες εννοούν την γυναικεία σεξουαλικότητα). Τι περιμένεις από αυτήν την γεροντοκόρη, τη μητρομανή, την κλιμακτηριακή, το πορνίδιο, την ανέραστη, την πάρτα όλα (...) Θα την χαρακτηρίσουμε ταυτίζοντάς της με ενδύματα και αξεσουάρ, ρόμπα, καλτσοδέτα, τσόκαρο. Θα αποκωδικοποιήσουμε τη στάση της, με γνώμονα την εξωτερική εμφάνιση. Τι να μας πει η μπατάλω, η κοκάλω, η άβυζη, η ασχημομούρα, το σκιάχτρο, η αντρογυναίκα.
Got a better definition? Add it!
Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.
Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).
Από το φίλαθλο κοινό
1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα
2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!
3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!
Εκτός γηπέδου
4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα
5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».
Got a better definition? Add it!
Η λέσβω, η λεσβόγκα, το λεσβιόνι, η σβόγκα.
Η τυχαία συνάντα μιας τίμιας λεσβίας και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ίδι πάνω σε μια σλανγκοραπτική κλίνη.
Got a better definition? Add it!
Ο τύπος άνδρα που ψάχνει θέση για παρκάρισμα (συνήθως πρωινές ώρες) και του παίρνουν τις θέσεις μόνο γυναίκες με smart και c1. Οπότε αρχίζει τα χριστοκάντηλα.
Γενικότερα μισεί τις γυναίκες οδηγούς καθώς θεωρεί ότι τους λείπει το DNA της οδήγησης.
Ψάχνοντας μιά θεσούλα και ενώ έχει αργήσει στο γραφείο, βγαίνει από στενό c1 με γκομενάκι με τσίτα Rihanna, και στο χέρι κινητό και στο άλλο freddo.
- Καλά μωρή μπαζοκλανιά, γιατί δεν κάθεσαι στο σπίτι σου να τηγανίσεις κανέναν κεφτέ όπως έκανε η γιαγιά σου, αντί να έρχεσαι και να πιάνεις την θέση ΜΟΥ;
- Μα....
- Τι μα και ξεμά μωρή άσχετη που θες και τιμόνι ενώ δεν έχεις έξτρα χέρια να το πιάνεις;
- Μα, πάω στη δουλειά μου.
- Η δουλειά σου είναι στην κουζίνα και στο μπάνιο του σπιτιού. Άσε το τιμόνι για τους άνδρες.
- Θεέ μου, σε τι μισοδηγύνη έπεσα.
Got a better definition? Add it!