Ο ένθερμος -κι επί του πρακτέου- υποστηρικτής του «ό,τι κινείται πηδιέται». Αυτός που διατηρεί πολύ χαμηλά, αν διατηρεί, στάνταρντς ως προς τις επιλογές του για το αντίθετο φύλο. Ο σαβουρογάμης.

(Sexpyr - Sexpyrience - Σάββας)

Όποια γυναίκα δει
της την πέφτει στη στιγμή
όπως να 'ναι του κάνει
του Σάββα Ουρογάμη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνητό πλαστικό εργαλείο το οποίο εξομοιώνει το ανδρικό πέος. Γίνεται χρήση του (σαν έκφραση) για άντρες που κουράζονται εύκολα στο σεξ ή δεν έχουν συχνές σεξουαλικές επαφές, οπότε χρειάζονται βοήθεια.

- Είδες τον Κώστα με την Ελένη; Τσαντισμένη την είδα.
- Άσε ρε φίλε, ο Κώστας δεν την πηδάει καλά, τον βλέπω να πηγαίνει για υπερπέος ρεζέρβα και αυτός.

Got a better definition? Add it!

Published

«Ο-πού-τσαρος και η μοίρα του»

Λόγω μεγέθους τον φοβούνται οι γυναίκες.

- Μαλάκα με την κρεατόβεργα που έχει ο Ανδρέας, όπου τσάρος και η μοίρα του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα αρχίδια, οι καρύδες. Γιατί και στο σχήμα μοιάζουν και στο πώς ακούγεται η λέξη.

Εξάλλου, το να τρως μέλι με καρύδια, σε βοηθά να κάνεις καλά αρχίδια, αν πιστέψουμε στο άσμα του μπάρμπα-Μπρίλιου:
«Και τον ετάιζε μέλι με καρύδια, μέλι με καρύδια,
για να κάνει αρχίδια, για να κάνει αρχίδια».

Βλ. και ξυσοκάρυδος, καρυοθραύστης, νατκράκερ

Αμάν αυτή η Μπάρμπαρα είναι βγαλμένη λες απ' το νατκράκερ του Τσαϊκόφσκι! Στην όπερα την ψωνίσανε;

(από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει χάλια κατάσταση προσώπου, πράγματος, ή κατάστασης.

Προέρχεται από την περίπλοκη και πολυσχιδή μορφολογία του μουνιού. Ο καλλιγραφικός προσδιορισμός εντείνει την όποια περιπλοκότητα ακριβώς όπως συμβαίνει και με την καλλιγραφική γραφή, δεδομένης δε και της υγρής υφής (χύσια, ούρα, σάλια και άλλες σωματικές εκκρίσεις) που σε πολλές περιπτώσεις απαντούν στο μουνί, η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο.

  1. - Ο Μήτσος σουτάρισε το καινούριο Alfa Romeo του μπαμπά του. Ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα.
    - Το αμάξι;
    - Μουνί καλλιγραφίας έγινε. Πάει για απόσυρση.

  2. Ρε, τι γίνεται 'δω μέσα; Τ' άφησα τζιτζί και τα βρίσκω μουνί καλλιγραφίας!

  3. Δε φτάνει που μου βάφτηκε σαν την πουτάνα, την πήραν και τα κλάματα, άστα. Μουνί καλλιγραφίας έγινε! Τη λυπήθηκα την κακομοίρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή είναι εξαιρετικά σπάνιο να τελειώσει το γκάζι στον αναπτήρα του αρειμάνιου καπνιστού, εάν δεν τον χάσει ή κάποιος συνδαιτυμόνας του τον καβαντζώσει κατά λάθος (λέμε τώρα), η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει συνήθειες από κάτι τύπους ξεζουμίστρες, που καταναλίσκουν όλα τα ενδεχόμενα, τα εναλλακτικά σενάρια, την υπομονή των συνεργατών τους κ.α., μέχρι τελικής πτώσεως.

Ως εκ τούτου, με κάπως ελεύθερη προσέγγιση θα μπορούσε να αντικαθιστά το «διυλίζω τον κώνωπα» ή το «κάνω την τρίχα τριχιά». Επιπλέον, θα μπορούσε να αναρτηθεί και στη μακρά λίστα των αιτιατικών του γκέουλα (τον ξυρίζει τον σκίουρο, τον φυσάει τον κουραμπιέ), ένεκα που δεν σημαίνουν τίποτις ιδιαίτερο, όπερ και χάριν διακριτικότητος εκφέρονται.

  1. - Πω ρε Μάικ, τι ψείρας είσαι; Ξεκόλλα επιτέλους! Τον άδειασες τον αναπτήρα!

  2. - Τον είδες τον μικρό φιρφιρίκουλα που έφερε τους φραπέδες στον δεύτερο; Μάλλον τον αδειάζει τον αναπτήρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά σχετίζεται με το χάρχαλο.

Ουσιαστικά είναι συνώνυμο με το χαρχάλα.

1. Όταν πρόκειται για γυναίκα χρησιμοποιείται (πολύ συχνότερα απ’ ότι το χαρχάλα) μειωτικά και σαν βρισιά (συχνότατα πακέτο με το «μωρή»)και σημαίνει:

  • την άσχημη γεροντοκόρη, αυτή με τα πλαδαρά μάγουλα, την πουτάνα,
  • (κυρίως) την κουτσομπόλα, αυτήν που ανακατώνεται και φέρνει αναστάτωση όπου χώνεται, την κότα (ως προς τη χαζομάρα, την πουτανιά, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά), την άχρηστη που το παίζει κάποια.

    2. Όταν πρόκειται για κάποια μηχανή (συνήθως αυτοκίνητο, μοτοσικλέτα και όχι μόνο) σημαίνει ό,τι ακριβώς τα χάρχαλο, χάρβαλο και (κατά μια έννοια) το χαρχάλα, αλλά χρησιμοποιείται σαφώς λιγότερο με έμφαση στο ό,τι κάνει θόρυβο λόγω παλαιότητας ή/και υπερβολικής χρήσης, ενώ εννοείται πως είναι προς αντικατάσταση (που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει αλλά αναβάλλεται για οικονομικούς λόγους) γιατί είναι ξεχαρβαλωμένη, σαραβαλιασμένη.

  1. «..Αχ ρε Β.. τι άδικος είναι ο κόσμος! Εκείνη η χαρχάλω του Α.., του έφερε γούρι και ξαναβγήκε Πρωθυπουργός, ενώ εσύ με την πανέμορφη Μαρία μόνο δυσκολίες έχεις!...»

  2. «…Κώλο έχει ωραίο αλλά βυζιά μικρά. Κρίμα. Με άριστα το 10, ένα 7.6 με τίποτα, είναι λίγο, και 8 είναι πάρα πολύ και ξεφεύγει. 7 με τάσεις ανόδου, αν σφίξει λίγο το σώμα γιατί είναι λίγο χαρχάλω. Γεμάτο 7-άρι λοιπόν….»

  3. «…Η Τζένι ΜακΚάρθι δεν είναι, πάντως, και του κατηχητικού. Έχει κι αυτή τα άπλυτά της στο ενεργητικό της. Το 2006 η γνωστή Αμερικανίδα πορνοστάρ Τζίνα Τζέιμσον (τι να μας πει μωρέ η χαρχάλω; Ξέρει τι κάνουνε με τις σαμπάνιες αυτή;) είπε σε μια συνέντευξή της ότι έχει διαβάσει δυο φορές το βίο της Σαπφούς της Λεσβίας με την Τζένι. Η 38χρονη Αμερικανίδα, πάντως, δεν αρνήθηκε τα πάντα. Είπε μεν ότι δεν κάνανε σεξ με την Τζίνα. Παραδέχτηκε, όμως, ότι είχαν ψιλοφτιάξει ιμάμ μπαϊλντί παρέα….»

  4. «…Το Πάσχα είχα στείλει την κόρη μου στον πατέρα της να περάσει εκεί μαζί με την τωρινή του σύζυγο και τα παιδιά της Λέμε καμιά φορά ότι αν κάνεις κάτι κακό σου γυρνάει πίσω. Εγώ βλέπω το αντίθετο. Αυτοί περνάνε μια χαρά. Αυτή βολεύτηκε βρήκε ένα κωθώνι να δουλεύει όλη μέρα γι’ αυτή, τα παιδιά και την μάνα της, ενώ αυτή κάθεται όλη μέρα και κοπροσκυλάει στο σπίτι και είναι όλα μέλι γάλα. Σαν πασάς η χαρχάλω.»

  5. «…-Αν το θέλετε σε ψιλά, δηλαδή λίρες νομίσματα, βεβαίως να σας το κάνουμε. Χαρτονομίσματα όμως δεν μπορούμε να σας δώσουμε!;!;!; -Τι λες μωρή χαρχάλω που δεν μπορείς να μου το κάνεις όταν εχεις ένα ταμείο γεμάτο χαρτονομίσματα; Σου είναι δύσκολο να κανεις τις πράξεις;..»

  6. «…Χαρχάλω, η πρώτη μου μοτοσικλέτα μια ΜΖ150 του 1972. Νοείται η βαβουριάρα, άχαρη, ατσούμπαλη και ζημιάρα μοτοσικλέτα. Συνηθισμένο όνομα για τις παλιές μονοκύλινδρες ή δικύλινδρες μοτοσικλέτες που εγκατέλειψαν στην Ελλάδα μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο οι σύμμαχοι και οι γερμανοί,(κυρίως Norton, BSA, και BMW, αλλά και Zundapp, NSU, και Horex. Σ΄ αυτές οι δαιμόνιοι έλληνες προσάρτησαν καρότσι στο πλάι ή τις έκοψαν στη μέση και κόλλησαν καρότσα με σασμάν και διαφορικό! Έγιναν εργαλεία δουλειάς, «εκτελούνται μεταφοραί», που έδωσαν ψωμάκι στη φτωχολογιά και ανέστησαν φτωχογειτονιές. Οι παλιοί είχαν μια περίεργη σχέση μ' αυτές, αποστροφής αλλά και αγάπης…»

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Του πουλιού το γάλα, αλλά με πιο χυδαίο τρόπο.

Την θέση του «σπέρμα» μπορεί να πάρει οποιαδήποτε ονομασία του σπέρματος (π.χ. χύσι, ψωλόχυμα, τσουτσουνόζουμο κ.τ.λ.).

- Δε μου λες πορνουλίτσα μου... σου αρέσει ο πουρές; Εννοώ, κάνεις τα πάντα στο καυλόχρηστο;
- Και του μουνιού το σπέρμα. Εξαρτάται και φυσικά πόσα θα δώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γοητρόνια ονομάζονται κάποια σωματίδια, αόρατα στο γυμνό μάτι -ορατά μόνο με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο- τα οποία προκαλούν γοητεία και οδηγούν στην έλξη. Τα γοητρόνια εκπέμπονται συνήθως από άντρες και σπανιότερα από γυναίκες -συνήθως εξαιρετικά δυναμικές, ανεξάρτητες και ελευθεριώδεις, παρ' ολίγον λεσβίες.

Αναλυτικότερα, ο εκπέμπων γοητρόνια δύναται να κατακτήσει οποιαδήποτε γυναίκα θελήσει, απλώς και μόνο γιατί η γοητεία που ασκεί είναι γενετική και χημική και άρα, ανίκητη. Δεν υπάρχει ασπίδα προστασίας από την εκπομπή γοητρονίων, παρά μόνο πια στο στάδιο της συνουσίας -μιλάμε πια για την τελευταία ασπίδα προστασίας, τα προφυλακτικά.

Τιμή και Δόξα στη Χάιντι, τον δημιουργό αυτής της έκφρασης!

- Ρε, πήδηξες την Ελένη; Εκείνη τη θεά με τα δυο μέτρα πόδι και τα τεράστια βυζόμπαλα;
- Εμ! τι να κάνουμε; Εκπέμπω γοητρόνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευσεβής πόθος φιφοφόρων ανδρών.

Κατά το: Με κάνεις εμένα πρωθυπουργό για μια μέρα;

- Κοίτα ένα μωρό! Αμάν τα μπαλκόνια σου ...
- Τι να την κάνεις εσύ βρε σκουράτζο; Αυτή θέλει πέντε τσολιάδες στην καθισιά της!
- Αααααχχχ... Να' χα μοίρα, να' χα τύχη, να' χα μια ψωλή σαν πήχη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified