Further tags

Η έκφραση του απρόβλεπτου. Όπως δηλαδή η ψωλή κάνει του κεφαλιού της (κυριολεκτικά ή μεταφορικά...) και δεν γίνεται να καυλώσει με το ζόρι, έτσι και αυτός που κάνει ό,τι του καυλώσει ενεργεί χωρίς σχέδιο, ανάλογα με την καύλα (δηλαδή τα γούστα) της στιγμής.

  1. - Έλα ρε, πάμε για κανένα ποτό...
    - Καλά ρε μαλάκα Νίκο, στις έντεκα το βράδυ σου καύλωσε εσένα να βγούμε;

  2. - Τι λες να κάνεις στις διακοπές;
    - Ό,τι μου καυλώσει φίλε, κοπρόσκυλο θα γίνω!

  3. - Μα γιατί η γκόμενα δεν ήρθε στο ραντεβού, αφού αυτή μου ζήτησε να βγούμε...
    - Γιατί έτσι της καύλωσε! Ψάχνεις τώρα να βρεις λογική στις γυναίκες;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Pretty Huge Dick.

Εκτός από το γνωστό διακριτικό των διδακτορικών αποφοίτων, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος είναι κάτοχος πολύ μεγάλου πέους.

- Ρε κοπελιά πάμε για κανένα καφεδάκι;
- Ρε συ τι λες τώρα;! Εδώ σου λέω έχω P.h.D. στα χέρια μου και θα τρέχω για πουρνάρια;

Βλ. και Ph.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τελείωσα (έχυσα) στο πρόσωπό της.

— ... Εκεί που την έπαιρνα από πίσω, μετά της τον έδωσα στο στόμα και τελικά την έβγαλα ασπροπρόσωπη.
Άξιος! Άξιος!

Δες και με το κεφάλι ψηλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γουστάρω τρελά!

  2. Βαρβάτη εκσπερμάτιση μετά από πολυήμερη αποχή από το αυνανίζεσθαι!

  3. Γυναικεία «εκσπερμάτιση» με τη μορφή πίδακα από το αιδοίο της ερωτικής μας συντρόφου και αυτοσκοπός του κάθε μουνολάτρη...!

  1. - Μαλάκα τι ερμηνεία ήταν αυτή! Μιλάμε, έχυσα κουβάδες!

  2. - Έχυσα κουβάδες, αλλά είχα να την παίξω και κάνα μήνα!

  3. - Έπαθα πλάκα σου λέω! Τη μια στιγμή μούγκα στη στρούγκα και την άλλη έκανε σαν κόρνα από νταλίκα... Τα υγρά πετάξαν τον πούτσο μου σαν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ! Σπαρταρούσε σαν το ψάρι και έχυνε κουβάδες σε σημείο που σκιάχτηκα και μού' πεσε από τη σαστιμάρα.

(από pavleas, 20/01/09)

Σχετικό του 3: μουνόγαλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκέι, ομοφυλόφιλος.

- Ρε συ Μαρία, τι σου λέει ο Αντώνης, έχει αρχίσει να μ' αρέσει...
- Α! Άσ' τον αυτόν, το γύρισε... Μπομπ Σφουγκαράκης σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνευρίσκομαι ερωτικά με κάποιον. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για ευνόητους λόγους.

- Τι έγινε τελικά ρε Γιώργο, το πιτσίλισες το μώρακι χτες;
- Άσε ρε μάγκα, έμπλεξα με παρθενοπιπίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published

Απάτησε. Κεράτωσε.

Για κάποιο λόγο, λέγεται με αυξημένη δόση χαιρεκακίας.

Συγγενή λήμματα: κερατάς, κέρατο

- Ωραίο ζευγάρι ο Ντίμης και η Ντενίζ ...
- Αααχ, ματάκια μου ... κι αν ήξερες ... τάρανδο τον έχει κάνει ... δεν χωράει να περάσει απ' την πόρτα ... αλλά έτσι είναι αυτές οι ξένες, δεν έχουν τσίπα ...

(από Khan, 22/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος δανεισμένος από το χώρο του hi fi και δη του high end, όπου συγκεκριμένα μηχανήματα χρησιμοποιούνται ως μέτρο σύγκρισης για τις υπόλοιπες υλοιποιήσεις της κατηγορίας, όπως στις παρακάτω φωτογραφίες.

Επειδή το hi fi και το high end λίγους ενδιαφέρουν, αλλά οι γκόμενες όλους, η έννοια της «αναφοράς» χρησιμεύει σε παρέες και ομάδες ανδρών για να συγκρίνουν γκόμενες βάσει κοινώς αποδεκτών στάνταρντς. Επιστημονική δουλειά δηλαδή. Και επειδή μας αρέσει να είμαστε ακριβείς στους χαρακτηρισμούς και τις συγκρίσεις, υπάρχουν επιμέρους στοιχεία αναφοράς για τις γκόμενες, εξ ου και ο όρος «κώλος αναφοράς» ή «βυζί αναφοράς». (βλ. φωτό)

- Ρε παίδες, το Τζινάκι τι κωλαράκι έχει στρώσει... Πολύ μπάνικο.
- Νταξ, δε λέω αλλά κάτι με χαλάει. Ρε Μήτσο, εσύ τι λές για το κωλαράκι της Τζίνας;
- Μάγκες όταν έχουμε δεί τον κώλο αναφοράς της Μερόπης, όλα τ' άλλα είναι απλώς οδοντόκρεμες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που προηγείται της έκφρασης και σκοπίμως το παραλείπει ο λαϊκός ποιητής είναι το «δεν τη γαμώ...», δηλαδή μιλάμε, είτε για μπάζο ολκής, είτε για πολύ εκλεκτικό γαμίκο, ο οποίος μπρος στον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί σαβουρογαμόσαυρος δε γαμεί ούτε με ξένο πούτσο. Έκφραση τίγκα σουρεάλ λέμε.

- Πω πω πω πω! Τι απίστευτος μούνος είναι αυτή η Φρόσω ρε δικέ μου.
- Ποια Φρόσω; Όχι η Φρόσω η γνωστή που είναι σα μαούνα...
- Αυτή είναι γυναίκα! Τρία στρέμματα. - Ούτε με ξένο πούτσο αδερφέ. Δε μου λες, ήσουν πάντα τέτοιος σαβουρογάμης ή έχεις καιρό να γαμήσεις και έχεις σαλτάρει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, τον παίρνει. Για ευνόητους λόγους η έκφραση είναι ιδιαιτέρως παραστατική.

Όπως είπε και ο Ισαάκ Νεύτων μεταξύ άλλων, στέκομαι πάνω στους ώμους γιγάντων και δράττομαι της ευκαιρίας να συμπληρώσω την εμβληματική δουλειά του χρήστη tarantula, επεκτείνοντας τη λίστα με τις παρεμφερείς εκφράσεις, μνημείο της ευρηματικότητας και επινοητικότητας του Έλληνος.

Τα παραδείγματα δεν εξαντλούν τη λίστα αλλά αποτελούν μία καλή αρχή προς επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού, ο οποίος είναι η χρήση μίας μοναδικής έκφρασης ανά αδελφή εντός του ελλαδικού χώρου.

τα βερνικώνει τα φασόλια
τα κουνάει τα ζάρια
τα λέει τα κάλαντα
τα τραβάει τα βυζιά της πεταλούδας
τη βάζει τη κάλτσα στο συρτάρι
τη γαργαλάει την μπάμια
τη γυαλίζει την κάννη
τη γυρνάει τη μπετονιέρα
τη ζευγαρώνει την κάλτσα
τη μαδάει τη μαργαρίτα
τη μαδάει την παπαρούνα
τη μαρκαλίζει την κατσίκα
τη ματσακονιάζει τη βάρκα
τη ρυθμίζει την ένταση
τη σουρώνει την κουρτίνα
τη σουρώνει την ψαρόσουπα
τη στύβει την αντσούγια
τη φυσάει την σούπα
τη χαλαρώνει τη βαλβίδα
την αδειάζει την μπομπονιέρα
την ανοίγει την πίσω πόρτα
την ζουπάει την κέτσαπ
την καβουρδίζει την καραμέλα
την καθαρίζει την οδοντόβουρτσα
την καίει τη βάτα
την καρφώνει την μπαγλαντόπηχα
την καρφώνει την τσιμούχα
την κομποζάρει την πολυθρόνα
την κουνάει την αχλαδιά
την κουνάει την καμπάνα
την κρατάει την τιάρα
την κυνηγάει την πέρδικα
την ματσακονιάζει τη βάρκα
την ξελεπιάζει την ζαργάνα
την ξεφλουδίζει τη μπανάνα
την ξυρίζει τη μασχάλη
την οπισθογραφεί την επιταγή
την παριστάνει τη μπασκέτα
την παριστάνει τη σκούπα
την πλένει την εξωλέμβιο
την τζαγκουρνάει την πεύκα
την τινάζει την βερικοκιά
την τυπώνει τη σελίδα
τις βλέπει τις ειδήσεις των 8
τις γυρίζει τις μπριζόλες
τις μαζεύει τις ελιές
τις παίζει τις χορδές
το αλατίζει το γιαούρτι
το αρμέγει το φίδι
το βάζει το βέλος στη φαρέτρα
το βάζει το καλαμάκι στο φραπέ
το βάζει το ταψί στο φούρνο
το βγάζει το καπέλο
το βιδώνει το τιρμπουσόν
το γρασάρει το ρουλεμάν
το γυαλίζει το πόμολο
το γυαλίζει το σκαρπίνι
το γυαλίζει το φυνιστρίνι
το δαγκώνει το αντίδωρο
το δαγκώνει το μαξιλάρι
το δένει το μπουρνούζι
το δίνει το μπουρμπουάρ
το διπλώνει το σεντόνι
το εξαερώνει το καλοριφέρ
το ευλογάει το γένι
το ζυμώνει το μπιφτέκι
το καβουρδίζει το φιστίκι
το κανελώνει το ριζόγαλο
το καταπίνει το κουκούτσι
το κουνάει το μίλκο
το κουρδίζει το ρολόι
το κρατάει το δόρυ
το κρεμώνει το γαλακτομπούρεκο
το κρύβει το σαλάμι
το λαδώνει το σασμάν
το λαδώνει το τηγάνι
το λερώνει το πουκάμισο
το μαζεύει το λάστιχο
το μακιγιάρει το μπαρμπουνάκι
το μασουλάει το τουλουμπάκι
το μαστιγώνει το δελφίνι
το ματώνει το γόνατο
το μελώνει το παστέλι
το ξεβγάζει το πινέλο
το ξεπλένει το μαρούλι
το ξύνει το μολύβι
το ξυρίζει το ακτινίδιο
το πάει σούζα το τρίκυκλο
το πάει το γράμμα
το παρκάρει το μηχανάκι
το πατάει το γκαζι
το πεταλώνει το μυρμήγκι
το πιπιλίζει το καλαμάκι
το πλάθει το σουτζουκάκι
το πνίγει το κουνέλι
το ρουφάει το μύδι
το σηκώνει το σακάκι
το σηκώνει το χειρόφρενο
το σκουπίζει το μπαλκόνι
το στρώνει το σεντόνι
το στύβει το λεμόνι
το σφίγγει το καπάκι
το σφίγγει το μπουλόνι
το σφουγγαρίζει το κατάστρωμα
το τεντώνει το σεντόνι
το τινάζει το χαλί
το τραβάει το καζανάκι
το τρίβει το πιπέρι
το τσουλάει το διφραγκάκι
το τυλίγει το καλώδιο
το φοράει το περουκίνι
το φτύνει το κουκούτσι
το φυσάει το αχνιστό
το φυσάει το καλάμι
το χαϊδεύει το τριζόνι
το χαστουκίζει το δελφίνι
το χορεύει το λάτιν
το ψέλνει το ευαγγέλιο
το ψήνει το μπιφτέκι (κι από τις δυο μεριές)
τον αδειάζει το σκουπιδοτενεκέ
τον απλώνει τον τραχανά
τον αχνίζει τον κουραμπιέ
τον βάζει τον φορτιστή στην πρίζα
τον βαφτίζει τον Αλβανό
τον βοσκάει τον κένταυρο
τον βουτάει τον κολιό στο ξύδι
τον γυαλίζει τον αστακό
τον ζωγραφίζει τον πίνακα
τον κάνει τον σημαιοφόρο
τον μπουγελώνει τον παπαγάλο
τον ντραλονάρει τον καναπέ
τον ξεπατώνει τον αργαλειό
τον ξηλώνει τον καβάλο
τον πάει καλά τον σκαραβαίο
τον πάει τον απορροφητήρα
τον παλουκώνει τον δράκουλα
τον πασπαλίζει τον κουραμπιέ
τον πνίγει τον ιππόκαμπο
τον στρίβει τον ντολμά
το τινάζει το μυτζηθροκούλουρο
τον τσουρουφλίζει τον αστακό
τον φεσώνει τον περιπτερά
τον φτύνει τον ταραμά

Αξιοσημείωτο είναι το φαινόμενο ότι η συνδήλωση της ομοφυλοφιλίας οφείλεται αποκλειστικά στα συμφραζόμενα και τα εξωγλωσσικά στοιχεία και την σύνταξη προληπτική αντωνυμία + ρήμα + έναρθρο ουσιαστικό και καθόλου στις λέξεις που αποτελούν τη φράση. Έχουμε, δηλαδή, το φαινόμενο της υπό συνθήκες παραγωγής νοήματος από την σύνταξη της πρότασης και μόνον, εξ ου και η εν τέλει ανεξάντλητη ποικιλία των φράσεων αυτού του τύπου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified