Further tags

Συνήθως χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη σεξουαλική πράξη από τη μεριά του άντρα. Μια άλλη χρήση του είναι συνώνυμη της έκφρασης αρμέγω τη σαύρα μου, δηλαδή κατουράω.

  1. - Πολύ μου ζαλίζει τ' αρχίδια η διευθύντρια τώρα τελευταία... - Αφού την έχει φάει η αγαμησιά ρε μαλάκα... Πότε θα της ρίξουνε κανέναν πούτσο να ησυχάσουμε;!

  2. - Άντε, να πληρώσουμε τον λογαριασμό και να την κάνουμε για πουθενά αλλού; - Πάρε να πληρώσεις και τα δικά μου, εγώ πάω στην τουαλέτα να ρίξω έναν πούτσο και φύγαμε...

Δες ακόμη: ρίχνω δυο μουνιά, ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται κυρίως σε αλλεπάλληλες αρνητικές καταστάσεις και συγκυρίες στον στρατό. Εκτός στρατού χρησιμοποιείται κατά τα 2/3, ήτοι πίπα κώλο και υποδηλώνει μια κατάσταση συνεχούς πίεσης όπου το υποκείμενο δεν προλαβαίνει να ξεκουρασθεί.

Σύγχρονες έρευνες για την προέλευση της έκφρασης και συγκεκριμένα το αν την έχει εφεύρει άνδρας ή γυναίκα δεν έχουν καρποφορήσει ακόμη, αλλά αν την έχει βγάλει άνδρας, τι να πω; Βάλαμε τα χεράκια μας και βγάλαμε τα ματάκια μας. Μετά παρακαλάμε...

  1. - Τι λέει ο καινούριος διευθυντής; - Α, εξαιρετικά, τι να σου πω; Μας πάει πίπα κώλο εδώ και δυο εβδομάδες ο κερατάς, ούτε για κατούρημα δεν προλαβαίνουμε να πάμε.

  2. - Πίπα κώλο με πάει ρε γαμώτο... Δεν πρόλαβα να γυρίσω από τις διακοπές στο Πουκέ, μού 'κλεψαν το σπίτι. Δυο μέρες μετά, τρώω έναν μπίστο και σπάω τη λεκάνη μου. Και μέσα σ' όλα αυτά κοιτάζει το κινητό μου η Μαίρη και βρίσκει ένα μήνυμα της Πόπης και γίνεται τούρμπο.

ενδοπαλαμικοί παλινδρομιστές - our secret combination (από jesus, 22/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του γαμάει και δέρνει.

Καλά ποιος είμαι; Ο γαμών και σπέρνων;

Δες και σπέρνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι έχει γίνει κουραστικό και φτάνει στο τέλος του.

- Τέλος. Δεν θέλω να σε ξαναδώ. Με γάμησες και ψόφησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ιδιαίτερη κατηγορία γυναικών με ιδιαιτέρως μικρό στήθος (το επονομαζόμενο και «πλάκα») και με οπίσθια που δεν γεμίζουν ακριβώς το παντελόνι.

- Το είδες το Τζενάκι; Κουκλί μονάχο!
- Καλή φάτσα, δε λέω, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία ρε παιδάκι μου.

Βλ. και κόντρα πλακέ, αβυζαλέο, το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω έρωτα σε κάποιον/κάποια. Το υποκείμενο είναι πάντα ανδρικού γένους και η αντωνυμία τον υπονοεί το ανδρικό μόριο. Μεταφορικά, χρησιμοποιείται με υποτιμητική σημασία.

  1. - Ήρθε από το σπίτι μου το Μαράκι χθες βράδυ...
    - Και τι έγινε; Της τον εσφύριξες;

  2. Σας τον σφυρίξαμε την Κυριακή... Πέντε γκολάκια φάγατε ρε καραγκιόζηδες!

(από jesus, 21/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση αυτή ήταν της μόδας λίγο μετά το 1970. Υπονοούσε την ερωτική σχέση ή πράξη.

Την έβγαλε βόλτα την Κικίτσα. Λίγο από δω την είχε, λίγο από κει, τι να σου λέω τώρα, να, σούξου μούξου μανταλάκια και τα ρέστα καραμέλες...

Βλ. και σχετικά λήμματα σούξου μούξου, κουκουρούκου μανταλάκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γουστάρεις ρε άρρωστη;
  2. Καλά να πάθεις.

(προφανώς πορνογραφικής προέλευσης.)

  1. - Κι άλλο μωρή. Τσούζει τώρα Σούζη, τσούζει;

  2. - Τσούζει Σούζη; Σ' τά 'λεγα εγώ. Δεν θες να μ' ακούσεις...

Η προέλευση της φράσης είναι μάλλον το παλιό (αντιγραφή, κλασικά) rock'n'roll τραγούδι του Καρβέλα Σούζη τσούζει, από τον δίσκο «Τσούζει»... Ιδού και το link για τους στίχους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε χρήση επιφωνηματική σημαίνει:
1. Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω, αλλά επιθυμώ να ταλαιπωρηθώ κι αλλο. 2. Πάρ' τα μωρή άρρωστη.
3. Απλή έκφραση απογοήτευσης.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε στατιωτικές κοινότητες.
Ετυμολογία (πιθανολογείται): από πορνογραφική ταινία του Γκουσγκούνη.
Ισοδυναμεί με το επιφώνημα «τρομπόνι» ή «τρομπόνι τώρα» ή «ρούφα το τρομπόνι (πουτανίτσα)».

  1. - Πάλι εμένα βάλανε σκοπιά.
    - Έτσι, και τις μπάλες.

  2. - Και μετά την έβαλα στα τέσσερα...
    - Πωπω μαλάκα, και τις μπάλες!

  3. - Πώς πάει; Όλα καλά;
    - Μπα, πίπα-κώλο. Και τις μπάλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιούμε την φράση ειρωνικά, όταν κάποιος μας το παίζει μαμιάς.

- Την έχω 25 εκατοστά...
- Καλά, μάζεψε την μην την πατήσουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified