Είναι οι συντομίες των λέξεων μαστάρια και βυζαρέλια.
-Δες στάρια που έχει η γκόμενα!!! Σαν αγελάδα είναι για άρμεγμα!!!
Είναι οι συντομίες των λέξεων μαστάρια και βυζαρέλια.
-Δες στάρια που έχει η γκόμενα!!! Σαν αγελάδα είναι για άρμεγμα!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πεπόνια είναι κυρίως τα μεγάλα βυζιά, οι βυζούμπες, που είναι και στητά και στρογγυλά, επικαλούμενα και πεπονάτα. Βλ. το σχετικό ανέκδοτο.
Δευτερευόντως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αρχίδια που μας τα έχουν κάνει πεπόνια.
Ο πεπόνιας.
Το βαρύ πεπόνι.
Trivium: Η διαφορά ανάμεσα στο πεπόνι και το παγώνι, είναι ότι το πεπόνι παγώνει, ενώ το παγώνι δεν πεπόνει.
Σχετικά με την στερνομαντεία, από εδώ:
Δείξε μου το στήθος σου να σου πω ποια είσαι... Το πιο πάνω ταιριάζει στην είδηση για την «στερνομαντεία». Ο «στερνομάντης» μπορεί να «διαβάσει» το μέλλον των γυναικών στην περιοχή από το στήθος μέχρι την κοιλιά. Οι σεξολόγοι σήμερα λένε ότι το στήθος της γυναίκας, αποκαλύπτει περισσότερα για το χαρακτήρα της παρά τα Ζώδια... Η στερνομαντεία χρησιμοποιείτο τον 18ο αιώνα από τους Ισπανούς. [...]
Πεπόνια. Οι γυναίκες με πεπόνια θέλουν να θαυμάζονται. Εκτιμούν το ωραίο φαγητό και αναπτύσσουν σταθερά τις ικανότητες τους για μαγειρική.
Οι πλαστικές εγχειρήσεις του στήθους, πολύ συχνά οδηγούν σε σοβαρές ψυχολογικές μεταπτώσεις. Μια γυναίκα με σιλικόνη στο στήθος μπορεί να είναι καλή σύντροφος σε διακοπές, για μια εβδομάδα ή κάτι τέτοιο, αλλά δεν μπορεί να την εμπιστευθεί ο άνδρας για όλη του τη ζωή. Σχεδόν όλες οι καλλονές με σιλικόνη έχουν ψυχολογικά προβλήματα.
Οι θηλές επίσης μπορούν να φανερώσουν πολλά για μια γυναίκα. Καλοσχηματισμένες προεξέχουσες θηλές δείχνει γυναίκα με δύναμη και κυρίαρχο χαρακτήρα. Η γυναίκα αυτή προτιμά να είναι πάνω από τον άνδρα στο κρεβάτι.
Μικρή θηλή και ανάποδη δείχνει χαρακτήρα απομονωμένο. Οι γυναίκες αυτές δεν βλέπουν τίποτα σπουδαίο στο σεξ, αλλά είναι έτοιμες να ικανοποιήσουν κάθε φαντασίωση του συντρόφου τους.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται πάντα στο ουδέτερο γένος και ως επί το πλείστον εις διπλούν, για να χαρακτηρίσει μια πολύ ωραία, σέξι γυναίκα.
Συνώνυμο με: αρρώστια, μουνάρα, κόμματος.
- Την είδες εκείνη με τη στρινγκιέρα;
- Ωωωωω, άρρωστο άρρωστο!
Got a better definition? Add it!
Εξελληνισμός για το γυναικείο εσώρουχο ή μαγιό τύπου στρινγκ. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και περιπαικτικά για τα ανδρικά κολυμβητικά μαγιό τύπου speedo.
- Ω ρε μάνα μου μια κωλάρα!
- Ποια ρε συ;
- Να αυτή με τη μαύρη τη στρινγκιέρα που παίζει ρακέτες.
- Ρε κοίτα έναν γελοίο που φοράει και στρινγκιέρα!
Δες και στριγκαρος, πουστρινγκ, στρινγκαδούρα, ταγκανίκα, κόφτης, κουραδοκόφτης, κορδονούρης, πορδοκόφτης, σκατοκόφτης
Got a better definition? Add it!
Έτσι λέγεται η δημόσια ή ιδιωτική υπηρεσία, όπου βρίθουν οι όμορφες και καλοβαλμένες γυναίκες. Δηλαδή ο χώρος, όπου εκδηλώνεται η μουνοθύελλα.
Για παράδειγμα, μπαράκι είναι μια Δ.Ο.Υ. με φρέσκες ασεπατζούδες ή stagiaires, η Ευελπίδων την άνοιξη (οι δικηγορέσσες τα πετάνε όλα όξω), η Φιλοσοφική στου Ζωγράφου (όταν έχει μπαζοαπαγόρευση στο δακτύλιο της Ούλωφ Πάλμε), όλα τα ιδιαίτερα γραφεία πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών, των μεγαλοκαρχαριών (γιατρών-δικηγόρων-οικονομολόγων-μπισνεσμάνων κλπ) καθώς και όλα τα καταστήματα καλλυντικών.
Σε τέτοιες υπηρεσίες, μ’ ένα μικρό σκρίνιο με ποτά, ένα σιφόν στην εταζέρα, απαλή μουσική και ο Μούτσιος να χαμογελά πονηρά «ας πιούμε κάτι» με δυο ποτήρια στο χέρι, η απελευθέρωση του ω(ρ)αρίου δεν θα ήταν κακή ιδέα...
- Με στείλανε να παραδώσω τα απόρρητα σήματα προσωπικά στο ναυαρχούκο κι έπαθα πλάκα!
- Δηλαδή; Έφαγες καμιά καμπάνα;
- Όχι ρε! Καθόμουν και περίμενα στο διαγγελείο μέχρι να με φωνάξουνε και πρέπει να πέρασαν απο μπροστά μου και δέκα μοντέλες πιλαφίνες! Μιλάμε, το ΓΕΝ είναι σκέτο μπαράκι, φίλος!
- Άτιμη ιεραρχία! Εμας περνούν μπροστά μας και του ναυαρχούκου περνάνε απο κάτω του...
Got a better definition? Add it!
Σε συμπλήρωση των ορισμών για τη λέξη «τούφα», προσθέτω χωριστά την σημασία «μουνί», καθότι έχει αναφερθεί μόνο σε σχόλια άλλων ορισμών για τη λέξη.
Χρησιμοποιώ τον ορισμό του Αίαντα:
Τὸ «μουνὶ» σχετίζεται ἀπόλυτα καὶ διαχρονικὰ μὲ τὴν ἔννοια «τοῦφα», ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν προσφάτως ἀνακαλυφθεῖσα ἐτυμολογία του (μουνί (σγχρ.) < μνίον (μεσ.) < μνοῦς (ἀττ.) < χνοῦς (ἀττ.) < ....), ὑπὸ τὴν προϋπόθεσι νὰ εἶναι natutel, μὲ τὴ φοῦντα του. Σὲ τριχοφοβικὲς μουνοκαταστάσεις εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ βροῦμε ἄλλες λέξεις, πχ βερύκοκο (Ἐμπειρῖκος). Σὲ ἐνδιάμεσες καταστάσεις ὅμως, πχ Brasilian κλπ, θὰ δοκιμασθῇ πράγματι ἡ λεξιπλαστική μας ἱκανότης. Ἐμπρός, σλάγκαρχοι! Ἰδοῦ πεδίον δόξης λαμπρόν.
Επιπροσθέτως έχω να δηλώσω ότι, προφ, λέγεται «τούφα» καθότι είναι τούφα, είναι δηλαδή μια πυκνή συστάδα από τρίχες, η οποία ξεπροβάλλει στα καλά καθούμενα μες τη μέση ενός άτριχου μέρους του σώματος. Γι' αυτό και το λέμε για την γυναικεία και όχι για την αντρική αντίστοιχη περιοχή: ο άντρας έχει παντού εκεί τριγύρω τρίχα, άρα η έντονη τριχοφυΐα της περιοχής εμφανίζεται με fade in και όχι απότομα, δεν είναι τούφα δηλαδή.
Παραδόξως δεν το λέμε για τις τρίχες της μασχάλης.
Κάτι αντίστοιχο είναι το γαλλικό gazon. Το οποίο για όλα φταίει, παλιά ιστορία.
- Μη μου το ξαναπείς τούφα, χωρίσαμε!
Got a better definition? Add it!
Ο όρος αναφέρεται στο βραζιλιάνικο μπικίνι, το λεγόμενο και 2/3, ή 3/4 (Θα σας γελάσω, γιατί με τα κλάσματα δεν τα πάω καλά από το δημοτικό).
Το συγκεκριμένο καβλωτίκ κυλοτάκι αποτελεί έναν από τους τρεις λόγους λατρείας στο λατινοαμερικάνικο αυτό κράτος! Οι υπόλοιποι δύο, είναι η τέχνη της στρογγυλής Θεάς, και το περήφανο (από άποψη στάσης) όπισθεν περιεχόμενο του εν λόγω αξεσουάρ.
- Βάλε eurosport ρε μπουχεσίδη, που έχεις και βλέπουμε τις national geographic!
- Τι έχει;
- Τελικό ευρωπαικού μπιτς-βόλεϋ γυναικών. Βάλε να δούμε τα βραζιλιάνικα...
- Τι δουλειά έχουν οι Βραζιλιάνες σε ευρωπαϊκό τελικό. ρε κατεστραμμένε;
- Αϊντε άϊντε.... Όλες, βρε βλάκα, φοράνε βραζιλιάνικα κυλοτάκια στο μπιτς.
- Ε, τότε αξίζει.... Θα ενημερωθώ για τα του πλανήτη κάποια άλλη φορά!
Got a better definition? Add it!
Συγκεκριμένη συνομοταξία ευγαμήσιμων γκομενακίων 18-30 ετών, φοιτητριών ή αποφοίτων της πρώην γυμναστικής ακαδημίας, νυν ΤΕΦΑΑ, που όμως το ιδρώνουν το κορμάκι.
Διακρίνονται από τα εξής χαρακτηριστικά:
Πως επαληθεύουμε ότι μόλις εντοπίσαμε ένα πραγματικό τεφαρίκι;
- Πω πω τι μπήκε στο τρένο!!!
- Τι ρε;;
- Καλά ρε δεν τα βλέπεις τα δύο κολάν;;
- Πω φίλε έχεις δίκιο, αλλά μη χαίρεσαι, δεν προλαβαίνουμε να πάμε για πέσιμο, τεφατζούδες θα είναι, στην επόμενη στάση θα κατεβαίνουνε.
- Αυτές δεν είναι τεφατζούδες, είναι τεφαρίκια!!
Got a better definition? Add it!
Εύκωλοι αποκαλούνται με νόημα όσοι διαθέτουν κώλο αναφοράς.
Εκ των εὖ και κῶλος.
Πλάστηκε από τον Cunning Linguist σε διάλογό του με τον διακεκριμένο πλαθολόγο και ακτιβιστή Λύο Καλοβυρνά στο περιθώριο εαρινής συνάντας του σλανγκρρ (βλ. παράδειγμα).
Ασιστ: patsis, ironick. Δ.Π.: Khan.
Λύο: - Ψάχνω ρε παιδιά μια λέξη για τον άντρα που έχει ωραίο κώλο.
Ironick: - Χμμμ...
Cunning Linguist: - Εεε... [χαϊδεύει το μούσι - θυσία στον Ε.Σ. κι αυτό τεσπά...]
Patsis: - Κοίτα... Εεεε...
[και μετά του λέει ο]
Cunning Linguist: - ΕΥΚΩΛΟΣ!
[και μας έστειλε όλους!]
(Βλ. Πρακτικά Συνάντας Σλανγκρρ, Μάιος 2009)
Got a better definition? Add it!