Selected tags

Further tags

Ανασυλλαβισμός του μαγαζί.

Προφ αποτελεί όρο της μπουρδελοσλάνγκ και αναφέρεται σε μαγαζί τύπου putzinstitut/ ευαγές ίδρυμα, όπου προσφέρεται σεξ μεταξύ των υπηρεσιών των κορασίδων.

Περαιτέρω, υπάρχουν μερικές λεπτές αποχρώσεις:

Το γαμαζί είναι ο γενικός όρος, το generic term. Μπορεί να αναφερθεί σε όλα, σε μπουρδέλα, στούντιο, κωλόμπαρα, στριπτιτζάδικα κ.ά. Ακόμη κι αν δεν προσφέρουν ακριβώς μπριζόλα, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως γαμαζί, ενώ κυρίως λέγεται αν υπάρχει κάποιος χαρακτήρας τρέντι γκλαμουριάς που το καθιστά μαγαζί κι όχι ντέλο. Δηλαδή πιο πολύ για strip clubs. Τέλος, το γαμαζί δεν είναι και τόσο υποτιμητικός όρος, είναι κάπως ουδέτερος.

Το μπριζολάδικο λέγεται για γαμαζί που πρσφέρει σεξ χωρίς αυτό να είναι απολύτως επίσημο, αλλά ύστερα από κάποιου είδους συνεννόηση, ύστερα από ευνόητα υπονοούμενα.

Το κρεοπωλείο είναι ένα κλικ πιο υποτιμητικό, δηλαδή πουλάει κρέας (μπριζόλα) ως μη ώφειλε. Αφορά σε παρακμή πρώην πτωχού πλην τίμιου φραπενείου, που πλέον δεν είναι τίμιο. Ενώ το κρεαταγορά εστιάζει περισσότερο στην επίδειξη παρά στην πήδηξη. Αμφότερα είναι πιο πολύ ασθενείς μεταφορές και όχι τεχνικοί όροι.

Τέλος, υπάρχουν οι νεόκοποι όροι:

  • κουρτινάδικο: το στριπτιτζάδικο, όπου ο πριβέ χώρος του κλείνει με κουρτίνα, οπότε μπορεί να παίξει και σεξάκι, με την συγκατάθεση της διεύθυνσης του γαμαζιού, πιθανόν λόγω κρίσης. Συναφείς όροι:
  • κουρτινιάζω= γαμώ κεκλεισμένων των κουρτινών, και
  • κουρτινάτο, κατά τα τραπεζάτο, καρεκλάτο κ.τ.ό.: Το κουρτινάτο είναι το λόγω κρίσης ενισ-χυμένο φλοκατσίνο, ένα είδος φραπέ με μουνί (κατά το μπουγάτσα με μουνί) και το σερβίρουν κυρίως οι παρακμιακές αράμπικα του γαμαζιού και όχι οι πρώην ντεφραπεϊνέ νυν δε απλώς ντεμπριζολέ μη μου άπτου ντίβες. Υπάρχει, δηλαδή, συχνά μια απονομή ρόλων στον θίασο του γαμαζιού.

Πάντως, γουγλικώς, δεν δικαιώνεται η ανάρτηση των σχετικών με την κουρτίνα όρων, καθώς δεν φαίνονται αρκούδως παγιωμένα.

Τέλος, δευτερευόντως, ο όρος γαμαζί μπορεί και να αποτελέσει απλώς βρισιά για οποιοδήποτε μαγαζί.

- απο γνοστους στο γαμαζι σκεπτοντε οι γινεκες να την κανουν.
- χριαζετε ποιοτικι ανανεοσι το γαμαζι
- τα αλλλα θελουν κλισιμο.
(Εδώ).

(από Khan, 22/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση σημαίνει, ως έκφραση επιθυμίας ή απειλής ή ως ερεθιστικό βρωμόλογο, «θα σε ξεσχίσω πολύ βίαια, θα σε ξεπατώσω». Προφανώς εδώ υπονοείται έρωτας σε στάση πισωκολλητού και από την μικρά οπή, όπου θα πέσει τέτοιο σφυροκόπημα που από το πολύ σπρωξίδι τα μάτια της γαμωμένης / του γαμωμένου θα εκτιναχθούν από τις κόχες τους και θα πεταχτούν προς τα έξω.

Ερεθιστική ατάκα, καθώς βγαίνεις από τη θάλασσα με την καλή σου, φορώντας κι οι δύο τις στολές κατάδυσης, μετά από ένα μαγευτικό υποβρύχιο σαφάρι στον κοραλλιογενή ύφαλο, κι εκείνη ετοιμάζεται να βγάλει τη μάσκα της:
- Μη βγάλεις τη μάσκα γιατί θα σου πετάξω τα μάτια έξω !!!!!«από εδώ

(από Galadriel, 13/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για βρώμικο αντικείμενο που βρίσκεται ή γεγονός που εξελίσσεται στο δρόμο.

Ο μη εξαντλητικός κατάλογος παραδειγμάτων χρήσης περιλαμβάνει λιπαρά σάντουιτς από καντίνες του δρόμου, χιπχοπικές σκληρότητες, αλητείες (παρ. 1) και καρτέρια (παρ. 2), σεχ ή / και phone σεχ κατά τη διάρκεια οδήγησης (δεν υπάρχει αυτό; τι λες, αλήθεια; και κανονικά και τηλεφωνικά λέμε...). Δηλαδή βρώμικα πράγματα επί του δρόμου. Δρόμικα. Καλό, ε;

Βασικές σπαζοκεφαλιές που προκαλεί ένα δρόμικο: πώς θα τη σκαπουλάρω χωρίς να με πάει αίμα / χωρίς να χύσω στην άσφαλτο αίμα / χωρίς να γαμήσω την εγγύηση του iphone όταν χύσω.

Πάσα: patsis (είχες δίκιο είναι υπαρκτό!)

Παρ. 1 - Hip hop: Μπαίνω και πάλι ξαφνικά, μπαίνω και πάλι λυρικά,
μπαίνω και πάλι φιλάρα για να φέρω σαματά,
ΜΕ σκόπιμο, μπόλικο, βρώμικο, δρόμικο, μόνιμο, νόμιμο, υλικό, λυρικό, κυνικό, ηθικό, αληθινό, αλήτικο, αλύπητο
για ν’ ανεβάσω το επίπεδο, να δείξω το αντίθετο...

Παρ. 2 - Hip hop: Ένα δρόμικο break… Κι απ’το στημένο το καρτέρι μας το δρόμικό
μου καλλωπίζεσαι για χρόνια σε καθρέφτη βρώμικο
με της σκιάς τα λόγια και των γονιών τις συμβουλές
ξυραφιάζεσαι κι αμέσως κρύβεις τις ουλές...

Παρ. 3 - Hop hop: Οδηγεί, ταυτόχρονα μιλάει στο κινητό:
- ... μπλα μπλα μπλα (την κλείνει φορτηγατζής - βρε άσταδγιάλα μαλάκα θα σκοτωθούμε)
- ...αν είναι να μιλάς πρόστυχα στο φορτηγατζή, δεν μιλάς καλύτερα πρόστυχα σε μένα...
- Πλάκα μου κάνεις τώρα! Θες να κάνουμε phone sex όσο παλεύω με το στροφιλίκι; - Μα έλα να κάνουμε ένα δρόμικο ντε! (ναι, είσαι χαζή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της γυναίκας η οποία ντύνεται με σκοπό να προκαλέσει. Τα 3 Ξ προέρχονται από τις λέξεις «'ξώβυζο», «'ξώπλατο», «ξέκωλο». Συναντάται οπουδήποτε υπάρχουν καφετέριες, bar, γυμναστήρια.

Συζήτηση μεταξύ εμού και κολλητού:

-Μαν, τσέκαρε ένα μωρό που περνάει από δεξιά.
(παρατηρώντας την μελαχρινή κορασίδα, η οποία τα 'χει πετάξει όλα έξω, ακολουθεί η απάντηση...)
-Άσε μαν, η ενσάρκωση των 3 Ξ. Αυτή λούτσο ψάχνει και εμείς θα πάθουμε αυχενικό από το μπανιστήρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε είδους γυναίκα που ψάχνεται διαρκώς για να πηδηχτεί. Είναι το συνώνυμο του πουτσόδουλη, αλλά στον υπερθετικό βαθμό.

  1. - Ρε Κώστα, είδες τι έγινε πριν με την αδερφή της δικιάς σου;
    - Τι παίχτηκε;
    - Δε προλαβαίνω να της πιάσω την κουβέντα και σε 5 λεπτά μέσα μου δίνει το κινητό της και μου λέει να βγούμε αύριο για ποτό.
    - Ε ναι ρε μαλάκα. Αφού είναι πουτσοπαρακαλιάρα η γκόμενα. Πού να δεις το καλοκαίρι πώς την έπεφτε στο Σπύρο.

  2. - Χθες με πήρε τηλέφωνο η Γιώτα και ήρθε σπίτι μου.
    - Η Γιώτα; Τι κάνει αυτή ρε; Χώρισε και σε θυμήθηκε;
    - Όχι! Τα έχει με τον ΕΠΟΠ 3 χρόνια, γαμιέται με έναν άλλο πιτσιρικά, ε και ήθελε να την γαμήσω κι εγώ... καθ' ότι ο πρώτος της... ξέρεις.
    - Τι να πω ρε μαλάκα. Πουτσοπαρακαλιάρα τελείως δηλαδή.

(από HardcoreGR, 19/09/11)(από HardcoreGR, 19/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε γκόμενα η οποία προσποιείται ότι σε γουστάρει, αλλά κατά βάθος αρκείται στο να σε ανάψει και να μην προχωρήσει καθόλου σεξουαλικά.

Προκύπτει από τον συνδυασμό των αγγλικών λέξεων cock (πέος) και tease (πείραγμα). Βλ. (εδώ).

- Βρε μαλάκα, η Εύα σε γουστάρει; Άκουγα πριν στην καφετέρια που σου μίλαγε πρόστυχα.
- Όχι ρε παπάρα, cock tease είναι.
- Δηλαδή;
- Ε τις ίδιες παπαριές μου λέει επί ένα μήνα. Ότι θέλει να την βάλω κάτω, να την γλείψω και κάτι άλλες αρκούδες. Η γκόμενα πολύ απλά παίζει. Όποτε την παίρνω τηλέφωνο ή στέλνω SMS ποτέ δεν απαντά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει το νερόβραστο, ξενέρωτο σέξ κυρίως λόγο έλλειψης αντοχής ενός εκ των δύο (ή και παραπάνω) παρτενέρ. Προέρχεται από το γνωστό και άκρως εκνευριστικό (για όλους τους πορνόβιους με αργή σύνδεση) μήνυμα που εμφανίζεται σε τσόντες μεγάλου μήκους όταν «φορτώνει» η ταινία.

- Έλα ρε συ τελικά το κάνατε με εκείνη την Ιταλίδα που μου έλεγες; Πώς ήταν;
- Μιλάμε για τρελό buffering η τύπισσα κόντεψα να κοιμηθώ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλ. ανήλιαγο.

Το άκουσα στο Αμύνταιο από γριά να σχολιάζει τα μίνι του 1971 (τότε που ράβανε φόρεμα με 1m 10 cm): Μ' αυτά που φοράνε... φαίνεται το σκοτεινό τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε με κόσμιο τρόπο -συνήθως μεταξύ άλλων- ότι δεχθήκαμε παροχή υπηρεσιών ιερόδουλου.

  1. - Τελικά πήγες για ποτό εχθές; - Όχι ρε, το απόγεμα μόνο πετάχτηκα και ψώνισα ένα ξανθό παλτό.

  2. - Ρε συ, γιατί πάει ο Μπίλης κάθε Σ.Κ. στη Βουλγαρία; - Α, δε το ξέρεις; Έχει καλά ξανθά παλτά μέσα ρε...

βλ. και κουβερτούλα ορ. ironick

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκή εκφορά της λέξης βαπόρι (< vapeur = ατμός ΚΑΙ ατμόπλοιο κατά συνεκδοχή στα γαλλικά), στην έκφραση «'μ' έκανες βαπόρι» με τη σημασία «με θύμωσες, μ' εξόργισες ώς το μη περαιτέρω», ή μου προκάλεσες ακατανίκητη σεξουαλική διέγερση.

  1. Μ' αυτό που μου είπες... μ' έκανες βαπόρι.

  2. Απ' αυτό που άκουσα... έγινα βαπόρι.

  3. Μη μου κάνεις τέτοια... γιατί γίνομαι βαπόρι.

  4. Μ' αυτά που βλέπεις στα περιοδικά... γίνεσαι βαπόρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified