Selected tags

Further tags

Πρόστυχη έκφραση για την περιγραφή της παρά φύσιν σεξουαλικής πράξης, κοινώς γνωστή ως «από κώλο». Με σημείο αναφοράς την κωλοτρυπίδα, η οποία αποκαλείται σφιγκτήρας λόγω στενότητας και μικρού μεγέθους, πρόκειται για εκχυδαϊσμένο τρόπο για να εκφράσει κανείς την καθ' αυτού πράξη.

Αν ξανακάνεις ατομική προσπάθεια αντί για οργανωμένη επίθεση, θα σου χαλαρώσω τον σφιγκτήρα, παλιομαλάκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που άκουσα από στρατιώτη οδηγό Καναδέζας, όταν αντίκρυσε πανέμορφη νεαρά κορασίδα, να περπατά στο δρόμο με μίνι. Ως γνωστόν, όταν μεταλαμβάνουμε πίνουμε το αίμα του Κυρίου (κρασί) και τρώμε το σώμα του (ψωμί-μεταλαβιά). Η βέβηλη αυτή φράση αναφέρεται στην γυναικεία περίοδο, η οποία αν προέρχεται από πανέμορφη γυναίκα, φαντάζει ωσάν το κρασί της μετάληψης.

Πω πω κωλόψαρα, τι μουνί είναι αυτό που έρχεται... Αγάπη μου, πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία μνημειώδης φράση που αποδίδεται στον Θεό της αθλητικής δημοσιογραφίας, Γιώργο Γεωργίου.

Γεωργίου: - Πόσων ετών είσαι φίλε;
Τηλεθεατής: - 60.
Γεωργίου: - 60;
Τηλεθεατής: - Ναι.
Γεωργίου: - Φίλε, θα σου πω κάτι αλλά μην παρεξηγηθείς.
Τηλεθεατής: - Εντάξει.
Γεωργίου: - Παππού παππού, τον παίρνεις πού και πού;
Τηλεθεατής: - Ε, sometimes.
(Χαμός στο στούντιο)

(από BuBis, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθολογικό Βακχικό πλάσμα.

Μπαίνω μέσα στο σαλόνι και τι βλέπω; Το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δύο πλάτες, ο συγκάτοικος και η Στέλλα, η από κάτω... τρόμαξα φίλε, αγριεμένο ήτανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τσαμπουκάς, μανούρα, χειροδικία και λογομαχία.

  2. Ψυχοφθόρα και κοπιαστική κατάσταση προκαλούμενη από κατά συρροή σπασαρχίδες.

  3. (μεταφορικά) Συνουσία με πολύ μπαλαμούτι εκατέρωθεν, το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δυο πλάτες.

  1. - Τι έγινε κι είσαι έτσι ρε Αντώνη;
    - Άσε, μου 'κανε πάλι ένα μανικουλέ ο γείτονας για το πάρκινγκ, στο τέλος θα σκοτωθούμε, θα με θυμηθείς.

  2. - Τι μανικουλές κι αυτή η απογραφή ρε φίλε να πούμε, κάθε τέλος του μήνα.

  3. - Πω πω φίλε με κοιτάει κι αυτή, θα γίνει μανικουλές σου λέω, το αιστάνομαι!

Βλ. και σχετικό με το (2) λήμμα μανίκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα με προκλητική εμφάνιση και έντονο ερωτισμό, σε βαθμό τέτοιο που να παραπέμπει σε ιερόδουλο. Για κοπέλες μικρότερης ηλικίας εναλλακτικά χρησιμοποιείται και ο όρος «βιζιτάκι».

Ωραία κοπέλα η Άννα, αλλά έτσι προκλητικά που ντύνεται και βάφεται, τονίζοντας πάντα το μεγάλο της στήθος, παραπέμπει σε βιζιτού.

Βλ. και σχετικό λήμμα βίζιτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κεκαλυμμένο και σπάνιο μάλλον είδος πέφτουλα ο οποίος πρεσάρει τα θηλυκά με γλύκες και χαζά βλέμματα όλο τρυφερότητα. Γλοιώδες, αλλά αν μπορεί κανείς να το υποστηρίξει μπορεί και να δουλέψει -αν και η άλλη μπει στο τριπάκι.

- Δεν τον μπορώ ρε μαλάκα τον αγκαλίτσα, όλο χαχαχούχου και και γλύκες με τα γκομενάκια....
- Ναι ρε φίλε, αλλά κοίτα τον πως την έχει στριμώξει στη μπάρα, η γκόμενα το διασκεδάζει...

The original Agkalitsas (από Vrastaman, 09/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποείται όταν κάποιος είναι ντροπαλός σε ερωτικά θέματα και παρθένος.

- Ρε παιδιά τη γουστάρω πολύ τη Σούλα αλλά ντρέπομαι να πάω να της μιλήσω.
- Ρε Γιώργο, ξέρεις τι λέω εγώ; Δε γαμείς που δε γαμείς, δε γαμιέσαι να γαμήσουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από τους εκλεκτούς αναγνώστες για την εικόνα που θα περιγράψω, αλλά τι να κάνουμε, πρέπει να χαρτογραφήσουμε τη νεοελληνική αργκό χωρίς ντροπές...

Μεζές λοιπόν είναι το σκατό που μετά το πρωκτικό σεξ ο άνδρας ανακαλύπτει ότι έχει μείνει πάνω στον παργαλάτσο του, όταν τον βγάζει έξω και τον περιεργάζεται υπερήφανος... Η λέξη συναντάται στην έκφραση τσιμπάω μεζέ, όπου το πέος παίζει τον ρόλο πιρουνιού / οδοντογλυφίδας / whatever.

- Χθες φίλε μου έδωσε κώλο το Χριστινάκι...
- Έλα ρε... Καύλα!
- Μόνο που σε κάποια φάση τσίμπησα μεζέ και ξενέρωσα...
- Έλεος!!

(από electron, 14/12/09)Μεζές για μερακλήδες (από σφυρίζων, 17/06/13)

Βλ. και πισωκολάτα, σεράνο, μερέντα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεγάλο σε μέγεθος ανδρικό μόριο. Και επειδή γενικά οι άνδρες δεν πάνε να το λένε δεξιά και αριστερά αν είναι μικροτσούτσουνοι, η λέξη πλέον χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πέος γενικά...

Τώρα το τι σημαίνει στην κυριολεξία η λέξη, αυτό αποτελεί μυστήριο... Νόμιζα ότι την είχα ακούσει παλιότερα, αλλά στα λεξικά και στο ίντερνετ δεν βρίσκω τίποτα! Όποιος προσφέρει αξιόπιστες πληροφορίες θα αμειφθεί (τον λογαριασμό στον dik;).

  1. - ...Και της πετάω τον παργαλάτσο έξω, τα είδε όλα η γκόμενα φίλε...
    - Πώωω, φτιάξε μας!!

  2. (Από εδώ)

Μπες στο κλίμα και φαντάσου την σκηνή. Βράδυ. Μία ζεστή νύχτα του Μαγιού.

Κατάκοπος από τις άριες που με τόσο κόπο είχα βγάλει πάω στο καμαρίνι και πετώ με βιάση τα ρούχα μου. Ο παργαλάτσος σε έπαρση από την ένταση, έκανε μόνος του παιχνίδι σαν περισκόπιο από υποβρύχιο. Και τότε συνέβη ότι συνέβη...; Σαν όλα να είχαν συνωμοτήσει εναντίον μου, ανοίγει ξάφνου με ορμή η πόρτα κάποια πρόλαβα ίσα-ίσα να δω μέσα στην σαστιμάρα μου, αυτή σκουντουφλάει και καρφώνεται με ένα πλονζόν στον φτωχό πλην τίμιο και αθώο παργαλάτσο. Ήταν στιγμιαίο ατύχημα, ούτε καν λάθος. Από τότε και λόγω της βιαιότητας του περιστατικού, έπαθα ελαφρά αμνησία, και δεν ήμουνα υπεύθυνος για τις πράξεις μου. Γι' αυτό και δεν μίλησα όταν εσύ ξεφτιλιζόσουνα στα κανάλια για να με υπερασπιστείς. ΜΟΝΟ γι αυτό! Με συγχωρείς λοιπόν μοναδική μου αγάπη;

βλ. και μπαργαλάτσος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified