Selected tags

Further tags

Φίλοι ναζιάρηδες που τους ενώνουν παλιά δεσμά (χειροπέδες, μαστίγια, νουντσάκου, διάφορα μαύρα δερμάτινα παραφερνάλια) και χόμπι (πάκι μπάτσινγκ, σ(ωματ)οδομισμός, εκδορά μικρών θηλαστικών).

Δεν έχουν ιδιαίτερη έφεση στην σλανγκ, νομίζω;

Βλ. επίσης: ναζός, αυγά, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλα, πουστωδία, 88.

Πάσα: ΜΧΣ.

- Ο Άδωνις και ο Κασιδιάρης γνωρίζονται από παλιά, φίλοι αδολφικοί που λένε.
(τσίου, εδώ)

- Ακροδεξιό Αδέξιο Αδολφάτο Σε λίγο θα μυνήσουν τους εαυτούς τους για «ακατάσχετη ακράτεια ήθους», και τον Θεούλι, για «μη ελεγχόμενη βιοποικιλότητα κατά την δημιουργία», (σχέδια, χρώματα, διαστάσεις κτλ)
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκετά επιθετική γείωση που χρησιμοποιείται σε «διάλογο», για να δηλώσουμε ότι ο συνομιλητής είπε κάτι άκυρο, ή για να προσπαθήσουμε να τελειώσουμε ένα βρις-οφ. Ορισμένες φορές λέγεται και στο πρώτο πρόσωπο «δε φτύνουμε τα μπούτια μας να κάνουμε τσουλήθρα;» σε στυλ απελπισίας- απορίας για το παράλογο της κατάντιας μας τ. «δε γαμιόμαστε λέω γω»- «δε μου τραβάς τα βυζιά να κατεβάσω γάλα» κ.τ.ό.

Το σεξουαλικό υπονοούμενο της έκφρασης είναι, νομίζω, προφανές, ακόμη κι αν διασκεδάζεται με την χαριτωμενίστικη αναφορά στο παιδικό παιχνίδι της τσουλήθρας που προσφέρει ένα τιραμισουρεαλιστικό ζενεσεκουά υπογραμμίζοντας και το παράλογο της κατάστασης, ενώ καίριο για την βρισιά είναι ότι ζητάμε από τον υβριζόμενο να συναινέσει στον εξευτελισμό του με το να φτύσει ο ίδιος τα μπούτια του. Ε αφού θα γαμηθεί που θα γαμηθεί, τουλάχιστον να γίνει με έναν τελετουργικό και αστείο τρόπο που να αναδεικνύει την ατοπία του όλου σκηνικού.

  1. - Αλλά η μεγαλύτερη πλάκα είναι ότι τα ψευτικουλτουριάρικα κοκκινοφασιστάκια που δεν έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους πάντα μπαίνουν με ύφος χιλλίων καρδιναλίων να μας διαφωτίσουν« για τα »αγαθά« του κουμουνισμού και τους »ανιδιοτελείς« πρωτεργάτες του... - τι λες μωρη μαλακισμενη;ξερεις ποιος ειμαι και ξερεις αν εχω δουλεψε μια μερα ή οχι;αι φτυστα τα μπουτια σου μωρη να κανουμε τσουληθρα που θα μιλησεις. (Εδώ).

  2. - Γιατι δεν πουλαμε νησια ή ακρογυαλιές;
    - Εγώ λέω να αρχίσουμε να »εξάγουμε« βαγόνια με κόσμο,να αραιώνουμε κι όλας. Κάθε βαγόνι θα συνοδεύεται και απο μια λίστα.
    Αφού φτάσαμε να συζητάμε για πώληση Ελληνικών εδαφών, δέν θα νομίζω οτι θα πειράξει κανέναν και η εξαγωγή ντόπιου »κρέατος«.
    Ρε δε φτύνουμε τα μπούτια μας να κάνουμε τσουλήθρα; (Εδώ).

  3. - Ο gay Ολλανδός ΥΠΟΙΚ που αγαπάει όλες τις φυλές εκτός από τους Έλληνες & ο (αερο)συνοδός του.
    - Βρε παλιόπ@@στα, φτύσε τα μπούτια σου να κάνουμε τσουλήθρα... (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας που ανέχεται η επιτρέπει συνειδητά και σιωπηρά η γυναίκα του να εκδίδεται για ανταλλάγματα σε στενό κοινωνικό κύκλο, επωφελούμενος και ο ίδιος απ' αυτά.

- Φυσικά και γνωρίζει τι κάνει η γυναίκα του.
- Κατάλαβα, καλός ρουφιάνος είναι.

Βλ. και ρουφιανόσπιτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψευδοπίπα που γίνεται λιγότερο με το στόμα και περισσότερο με το χέρι, η οποία και χαρακτηρίζεται ως πιπομαλακία, καθώς πρόκειται όντως για μεγάλη μαλακία. Από κοινού με την αερόπιπα, η χειρόπιπα αποτελεί ό,τι χειρό-τερο για όποιον θέλει να ευχαριστηθεί την εν λόγω πρακτική, αλλά μένει με τον καημό. Συνήθως πρόκειται για μια «αγχωμένη μαλακία» που λέει και ο Πηρουνίτσας για να τελειώσει το παλληκάρι το γρηγορότερο με την μικρότερη δυνατή εμπλοκή.

Να μην συγχέεται ούτε με την manual πίπα, που έχει καυλή σημασία, ούτε με χηρόπιπα, εκτός κι αν η χήρα έχει και πέντε ορφανά.

  1. Πιπα με πολυ χερι (χειροπιπα ή αλλιως αεροπιπα), που αν της ελεγες «no hands» σε κοιταζε στραβα και προσπαθουσε να το βελτιωσει, αλλα ανθρακας ο θησαυρος.

  2. Τελικα με 3 (τρεις) προσπαθειες και με μια χειροπιπα εχυσα. (Αμφότερα από σάιτ για ενήλικες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν στα ογδόνταζ οι μπαμπαδιστές σαλιάριζαν για μανουλομάνουλα, οι πιο προχώ μιλούσαν για σεξουάλες.

Οι δεκαετίες πέρασαν, αλλά η σεξουάλα παραμένει το διαχρονικό πρότυπο του καυλιδερού, λιμπιντιάρικου και ενίοτε ανωμαλιάρικου μούναρου. Η σεξουάλα νέας κοπής διαφέρει από το ορίτζιναλ αμαρτωλό πρωτίστως ως προς το ξυρισμένο μπικίνι-πρόσφορο· δευτερευόντως, δεν φέρει χαίτη τ. λασπωτήρα ούτε φοράει κτηνώδεις βάτες. Α, και την σήμερον ημέραν το λήμμαν εκφέρεται σχεδόν αποκλειστικά από μπαμπαδιστές.

Πέον τέλος να σημειωθεί ότι η σεξουάλα εμπεριέχει το σεκλετιάρικο και οιονεί γαμοσλανγκοτέτοιο -ουάλα (βλ. Μαντουβάλα, Ζιγκουάλα, κ.ο.κ.).

Ασίστ: Khan.

- H... σεξουάλα Katy Perry (εδώ)

- Καθηγήτρια... σεξουάλα «βίασε» μαθητές της (εκεί)

- Now stop dreaming. Let’s face it. Η γκομενίτσα σου απλώς δεν είναι σεξουάλα. Σύμφωνα με το womenonly.gr “Η σεξουάλα γυναίκα έχει σαν πρώτη της προτεραιότητα το σεξ: Τα κορίτσια που ξέρουν να γλεντάνε τον έρωτα, ποτέ δεν βρίσκουν ηλίθιες δικαιολογίες για να αποφύγουν το σεξ. ”Έχω περίοδο, έχω πονοκέφαλο, έχω παχύνει”, είναι μόνο μερικές από τις δικαιολογίες που χρησιμοποιούνται από θηλυκά σε όλο τον κόσμο.” … άρα και να την ρίξεις φίλε μου καλέ, το μόνο σίγουρο είναι ότι το σεξ μαζί της θα μοιάζει περισσότερο με το λιμάνι του Πειραιά τον 15Αύγουστο … μέχρι να τα μπειιιιιιςςςς, θα πρέπει να περιμένεις πολυυυυυύ.
(παραπέρα)

Υπερπαραγωγή των ογδόνταζ. (από Vrastaman, 15/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουτζαντίβαρα είναι στα καλιαρντά τα βυζιά, επειδή αναδεικνύονται στο γυναικείο σώμα ως αντίβαρο για το μουτζό που είναι το αιδοίο (εδώ η ετυμολογία). Βλ. και το λήμμα κατσικανό για μια πιο καυλοπιπιλάτη ανάλυση.

«Είσαι η πιο λατσή αδερφή, άμα ντυθείς, θα κονομήσεις μπουτ μπερντέ», μου λέει. «Τι να ντυθώ;» ρώτησα, «σάμπως γυμνή είμαι;». Νόμιζα εγώ θα με στείλει να αβέλω ντανιές, να γίνω μασκαράς, καρναβάλι. Δεν πήγε ο νους μου. Μου λέει έτσι κι έτσι. Θα ψωνίσεις τα κραγιονάκια σου, τις μπογίτσες σου, θα φορτωθείς τα μπουτ αρλεκίνια, και θα βγεις αύριο βράδυ μαζί μου στην πιάτσα, αρτίστ. –Μήπως πρέπει να κοτσάρω και μουτζαντίβαρα; τη ρωτάω. Γιατί δε γουστάρω. Εκείνη είχε φουσκώσει τα βυζιά της με το γνωστό σύστημα και μάζευε πελατάκια. Ζήτω η σιλικόνη! (αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοίλωμα στρογγυλού ή ελλειψοειδούς σχήματος που δημιουργείται από καταβύθιση του ασβεστολιθικού πετρώματος μιας περιοχής. Οι συνηθισμένες διαστάσεις μιας δολίνης είναι διάμετρος 20-50 μ. και βάθος 5-10 μ.

Αυτά στην γεωλογία.

Στην σλανγκ δολίνη καλείται η πρωκτική οπή, η οποία δια της μακρόχρονης αμφίδρομης χρήσης έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά της ομώνυμης γεωλογικής ταύτης.

Κατ' επέκταση ο όρος χαρακτηρίζει και τον φέροντα την δολίνη. Απαντάται δε κυρίως σε θηλυκά (για σερνικά δεν κοίταξα, αλλά φαντάζομαι ισχύουν ανάλογα).

από skype chat:
- έλα καραγκίοζη τι φκιάνς;
- άσε με, βλέπω ένα ντοκιμαντέρ με δολίνες και το Κύπελλο Πίστον.
- έχεις λιώσει στην τσόντα ρε μαλάκα! Μπες στο Facebook να μιλήσεις με καναν άνθρωπο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξόχως ευειδής γυναίκα, το καυλόμουνο.

Δεν περιγράφω άλλο.

Πάσα: krepsinis.

- Ρε τι καυλομουνι ειναι αυτο ;; :O εγω με το που θα το επερνα χαμπαρι θα ορμαγα επανω της και θα την πηδαγα μεσα στο αμαξι της...
(εδώ)

- αντζελα εισαι καυλομουνι στις φωτο!!! (εκεί)

- Πάει μια φορά ένας τυπάς σένα μαγαζάκι, να φάει κάτι στα γρήγορα πρίν πάει στη δουλειά του.Κάθεται λοιπόν στο τραπεζάκι και περιμένει.... Μετά από κανένα πεντάλεπτο χωρίς να πιστεύει στα μάτια του εμφανίζεται ένα ξανθό **καυλομούνι** με μίνι φουστίτσα και με τα βυζιά έξω και τον ρωτά: -Τί θα θέλατε παρακαλώ; Αυτός μισαζαλισμένος της απαντά: -Τί έχει το μαγαζί; Κοιτάει αυτή το μενού και λέει: -Έχουμε καφέ x, y, w, e........, σάντουιτς και μασάζ στ αρχίδια.
Ακούει αυτός για μασάζ και γυρίζει το μάτι του:
-Δε μου λές, το μασάζ το κάνεις εσύ;
Χαμογελά το μουνί και του λέει:
-Ναί, εγώ το κάνω.
Μόλις το ακούει λοιπόν ο τύπος γυρίζει σαστισμένος και της απαντά:
-Εεε τότε πήγαινε πλύνε τα χέρια σου και φέρε μου ένα σάντουιτς. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός που χρησιμοποιούν Καθολικοί για να αιτιολογήσουν περιστασιακούς «ανεξήγητους» θανάτους στα σκληροπυρηνικά μοναστήρια τους.

Τα θύματα της μοναστηριακής αλλεργίας είναι άτομα τα οποία είτε πάσχουν από κάποιο θανατηφόρο αφροδίσιο νόσημα, είτε είναι χρήστες ναρκωτικών και καταφεύγουν στο μοναστήρι για να αποφύγουν την κατακραυγή της θρησκόληπτης Καθολικής κοινωνίας. Όταν τελικά αποβιώσουν, τα αίτια θανάτου προσδιορίζονται ως μοναστηριακή αλλεργία, καθώς είναι αδύνατον τέτοιες αμαρτωλές και κολάσιμες συμπεριφορές να συνδέονται με το όνομα του Κυρίου.

- Fabio, θυμάσαι την Laura;
- Φυσικά Giuseppe. Είχαμε επιδοθεί με πάθος και πολλές φορές στην αμαρτωλή πράξη, πριν φύγει για να μονάσει στην Santa Croce.
- Λυπάμαι που στο λέω φίλε, άλλα έμαθα ότι πέθανε από μοναστηριακή αλλεργία, οπότε, για καλό και για κακό, πήγαινε να κάνεις εξετάσεις για αφροδίσια.
- Oh, merda!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για επιστημονική έκφραση (εξ ου και η γέννηση της προέρχεται από τον πανεπιστημιακό χώρο) της λούγκρας, του φλώρου, της επιμελημένα συγκαλυμμένης αδερφάρας. Για το λόγο αυτό συνιστάται η προσεκτική προσέγγιση και ακουστική της εν λόγω λέξης επειδή η πολυσυλλαβικότητα της εμποδίζει την κατανόηση της και την εις βάθος ερμηνεία της.

- Ωχ έρχεται η αδερφάρα. Θα μας ζαλίσει πάλι.
- Καλημέρα στα παιδιά. Τι κάνετε;
- Που ' σαι μωρή καραλουλουκοκεφτεδομπιφτεκόσκονη; Ποιο μπαστούνι γυάλιζες πάλι χθες και άργησες σήμερα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified