Further tags

Συγχορδία ονομάζεται στη θεωρία της μουσικής το σύνολο τριών τουλάχιστον φθόγγων που ηχούν ταυτόχρονα.

H συνπορδία αποτελεί παράφραση του όρου και ονομάζεται το σύνολο δύο και παραπάνω κλανιών που απελευθερώνονται με μικρή ή με καθόλου χρονική διαφορά μεταξύ τους, επηρεάζοντας το ηχόχρωμα του χώρου.

Όταν επικρατεί πορδοχαρά, κάποιες εκ των κλανιών που δραπετεύουν, συμπίπτουν χρονικά με κάποιες άλλες, οπότε και προκύπτει το φαινόμενο της συνπορδίας. Οι κλανιές μπορεί να είναι κράμα από κομπολογάτες, κούφιες, ξυπόλητες, κλπ. Όλες έχουν ρόλο στην παράσταση. Η φάση θυμίζει πεδίο βολής απελευθέρωσης αερίων.

Η φάση γίνεται καλύτερη μεταξύ παρέας που βρίσκεται εντός κλειστού χώρου και που έχει πρωτύτερα χλαπακιάσει τροφές (φασολάδα, φακές, κουνουπίδια, κρεμμύδια, μπρόκολα, κουνουπίδια κλπ) που επιβοηθούν το κλασίδι και την έκταση του χημικού πολέμου. Σε αυτή την περίπτωση πέφτει το γέλιο της αρκούδας, ενώ ο ένας περιμένει την ανταπόκριση ή το negotiation του άλλου (κατά την κομπιουτερική ορολογία) για τη δημιουργία συνπορδιών και τη συνέχεια των κλανιοβομβαρδισμών. Η φάση αυτή λειτουργεί ως θεατρική παράσταση, με live σενάριο, χωρίς δοκιμές, σκηνοθέτες κλπ, κλπ. Όλοι οι συνδαιτυμόνες πρωταγωνιστούν και αποτελούν παράλληλα το κοινό της παράστασης. Η ευρηματικότητα τους και ο συγχρονισμός των κλανιών κατά τη συνπορδία συγκαταλέγονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής, απρογραμμάτιστης παράστασης (μια φορά παίζει το έργο).

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαμε να εντρυφήσουμε στην προσφορά του ρόλου της συνπορδίας σε μια ομήγυρη. Η συνπορδία αποτελεί ένα πρόσθετο κανάλι επικοινωνίας, υποστηρικτικό προς την υπάρχουσα επικοινωνία, αρκεί βέβαια να υπάρχει εξοικείωση μεταξύ των ατόμων και να υπάρχει συμβατότητα και διάθεση για τέτοιου είδους πλάκα.

- Αστα μας είχαν καλέσει για ΣΚστο εξοχικό του Βασίλη. Μαζί με τα άλλα φαγητά είχαν φτιάξει φασόλια γίγαντες. Σε λίγο όταν πήγαμε να ξαπλώσουμε. .άρχισε το κλάσιμο της αρκούδας
- Κατάλαβα...γιγαντομαχία
- Μιλάμε για επαναλαμβανόμενες συνπορδίες. Μπάχαλο. Αφού να φανταστείς, πάρα την ψύχρα ανοίξαμε τα παράθυρα για να εξαεριστεί ο χώρος.
- Μάαααλιστα…μάλιστα
- Δεν τελείωσα. Σε λίγο παγώσαμε και κλάναμε και γελάγαμε δυνατότερα, ώσπου ενοχλήσαμε τους γείτονες και έγινε βραδιάτικα το έλα να δεις και το κάτσε να ακούσεις
- Α….έτσι εξηγείται το ότι είσαι κρυωμένος και το ότι έχεις μαυρισμένο μάτι.
- Κι όλα αυτά από ένα κλάσιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έντονος γέλωτας ο οποίος συνοδεύεται από ακατάσχετο, ανελέητο, βροντερό και εν πάση περιπτώσει φρικτή ευωδία. Συνηθέστερο δε είναι ύστερα από κατανάλωση αμυλούχου γεύματος ήτοι φασόλια και άλλα ψυχανθή.

Φαίδων: - Έξοχο αστείο! Χα χα (πρρρρρρρ...) χε χε (πρρρ..)
Τίμων:
- Εάν εγνώριζα ότι θα πρόβαινες εις κλάνογελον τέτοιας ισχύος, θα σιωπούσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γενικώς βρώμικο και αηδιαστικά φτιαγμένο έτοιμο φαγητό. Θα το βρείτε κυρίως σε πλατείες όπου οι βαθύτατα φιλόζωοι μαγαζάτορες επιτρέπουν στα πεινασμένα και κακομεταχειρισμένα περιστέρια να βρουν καταφύγιο εντός του εστιατορίου...

- Πάμε πλατεία να φάμε κάνα σάντουιτς;
- Πάλι περιστερόπιτα...

"Αηδονόπιτα" (από Vrastaman, 28/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έκφραση για το κάνω εμετό, κυρίως από ναυτία προερχόμενη από κούνημα του καραβιού. Ξερνάω στη θάλασσα ό,τι έχω φάει και το προσφέρω με αυτόν τον απαίσιο πλην όμως αυθόρμητο τρόπο στα άδολα ψαράκια.

- Πώς περάσατε το Σαββατοκύριακο;
- Είχε ο μαλάκας ο Νότης την ιδέα να πάμε με ιστιοπλοϊκό στην Ύδρα και μας τό' παιζε και σκίπερ ο άσχετος ... ιστιοφλωρία σκέτη, σου λέω. Άσε που μαζί μας είχαμε κι ένα μπουζουκομούνι που όλη την ώρα καθόταν στην πρύμνη και τάιζε τα ψάρια...
- Όχι ρε πούστη! Και τι έκανες;
- Την έβγαλα μέσα, στη λάντζα, να μην την βλέπω και να μην την ακούω -και μόλις πιάσαμε Ύδρα πήρα το πρώτο καταμαράν για πατρίδα.

Got a better definition? Add it!

Published

Απλή και περιεκτική έκφραση ώστε τα αρσενικά να βρουν την δικαιολογία, ή μάλλον να βρουν την αιτία, του γιατί το μπροστινό μέρος του εσωρούχου αλλάζει χρώμα όσο το φοράνε. Ό,τι και να έχει σκαρφιστεί ο νους του άνδρα, ό, τι τάμα και να έχει κάνει, όσο και να συλλογίζεται τις φωνές της μάνας/συζύγου, όταν πάει για το ψιλό του η τελευταία σταγόνα αναπόδραστα, ανερυθρίαστα, ατελέσφορα, ανήθικα θα πέσει πάνω στο εσώρουχο. Όσες φορές και να την έχεις τινάξει, σε συνέχεια των παραπάνω προσπαθειών, απλά δεν μετράει. Σκέφτεσαι και πως πάνω από 3 τινάγματα θεωρείται μαλακία και τα παρατάς. Βρε αδερφέ πάρ' το απόφαση πως μια ζωή μία σταγόνα θα περιμένει υπομονετικά μέσα, θα κάνει του κεφαλιού σου (το πιάσατε το υπονοούμενο ε;) για να νιώσει τη θαλπωρή του εσωρούχου σου.

Επειδή πολλά πονηρά γύναια θα αντιπαραβάλλουν τον νόμο αυτό με τους νόμους του κράτους πρέπει να ειπωθεί ότι η λέξη νόμος στην έκφραση έχει το νόημα του Νόμου της Βαρύτητας, του Νόμου του Μέρφυ, του Νόμου Αχαΐας (είχα κάνει κάποτε λάθος στον τονισμό στο δημοτικό και ο δάσκαλος μου έβαλε τιμωρία αλλά τώρα παίρνω την εκδίκηση μου!) οπότε απλά δεν παρακάμπτεται. Άρα από εδώ και στο εξής σταματήστε άνδρες απανταχού της γης να ντρέπεστε! Είναι κάτι που τονώνει τον ανδρισμό σας! Είναι στο DNA πώς να το κάνουμε!

(Η καψερή μάνα ξεχωρίζει τα σώβρακα του ανεπρόκοπου γιου της και κάτι της κάνει εντύπωση...)
- Γιωργάκηηηηηηηηηηη, αχ! 20 χρονών είσαι βρε παλιόπαιδο ακόμη με τις ταινίες που έχεις κρυμμένες πίσω από την εγκυκλοπαίδεια ασχολείσαι; Θα τυφλωθείς πουλάκι μου!
- Όχι ρε μάνα, είναι ο νόμος της τελευταίας σταγόνας. Ό,τι και να κάνω πάντα μια σταγόνα θα πέφτει... Δεν φταίω εγώ, η φύση. Άστα να μουλιάσουν πρώτα μπας και καθαρίσουν.

To καλό το παλλικάρι...φοράει κίτρινα σώβρακα (από Vrastaman, 07/11/08)Οι μελλοθάνατοι την τινάζουν > 3 φορές! (από Vrastaman, 07/11/08)Αυτός χέκλασε (q.v.) (από Vrastaman, 07/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφήνω τα σωθικά μου στην λεκάνη.

(Πάρτε την στάση και θα καταλάβετε)

Συνώνυμα: παίρνω τη χέστρα αγκαλιά, προσκυνώ (τη λεκάνη), εμετοχυσία

- Πού πα εε με-άλε;
- Αεε με, πάω να ο-η-ήσω το προσελά-νινο -εωφωεί-ο!

(από xalikoutis, 12/11/08)Τα καύσιμα ακριβαίνουν - η μπύρα σταθερή - χέσε το λεωφορείο - πάνε να πιείς πολύ (από Galadriel, 16/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σκατά, το σωματικό περίσσευμα της καθημερινής μας διατροφής, είναι κάτι το ανεπιθύμητο, απόβλητο, βρωμερό και δυσάρεστο στην όψη, δύσκολο στην αποβολή του από το σώμα για τους περισσότερους ανθρώπους του κόσμου για πολλούς λόγους: γιατί είναι δυσκοίλιοι, γιατί δεν έχουν τουαλέτα τη στιγμή που την χρειάζονται, γιατί δεν διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο και την δέουσα ησυχία και ηρεμία να το παλέψουν το θέμα, ή επειδή απλώς είναι σκατοφοβικοί. Ποιος το περίμενε λοιπόν ότι σε όλες τις γλώσσες του κόσμου τα σκατά θα αποκτήσουν την πρώτη θέση στο λεξιλόγιο των πάντων... Ακόμα και όσοι δεν θέλουν να είναι αθυρόστομοι, στο στόμα τους τα έχουν με την πρώτη ευκαιρία. Εκεί χτυπά η καρδιά της οικουμένης περισσότερο. Εκεί ταυτίζεται η ανθρωπότητα. Στο σύμβολο κάθε απολύτως ανεπιθύμητης κατάστασης. Στα σκατά. Μerde, αναφωνεί ο γάλλος, shit λέει ο άγγλος, scheiße ο γερμανός, гавно ο ρώσος, τα ίδια σκατά λοιπόν για όλους.

Αντί παραδείγματος διαβάστε το κείμενο της φωτό, το οποίο (παρεμπιπτόντως και επί τη ευκαιρία) αναφέρει κι ένα σωρό άλλες εκφράσεις προς επεξεργασία. Εγώ διάλεξα τα σκατά, που είναι ιδιαιτέρως προσφιλές θέμα στο σάιτ αυτό.

(από GATZMAN, 21/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εύγε νονέ acg, το λεξικό σ' ευχαριστεί για την πρότασή σου κι εγώ άλλο τόσο.

Μουνίλα λοιπόν, όπως είπε κι ο νονός, είναι η λέξη-βασίλισσα στο βασίλειο των -ίλα. Ευωδιαστή και βρωμερή βασίλισσα συνάμα και όχι σαν την κωλίλα που, βεβαίως, είναι μόνο δυσάρεστη (υποθέτω ακόμα και για τους κοπρολάγνους). Κατά κοινή παραδοχή όμως, δεν πρόκειται για καμιά υπέροχη οσμή, αλλιώς δεν θα τελείωνε σε -ίλα. Τό 'χουν αυτό όλες οι μυρωδιές που βγαίνουν από το σώμα ή όσες, όπως η φαγητίλα, κατευθύνονται προς αυτό. Η μουνίλα είναι μάλλον η μόνη σωματική μυρωδιά που ακόμα διατηρεί και θετικές πλευρές. Δεν τις έχει χάσει, όπως η ιδρωτίλα, η ποδαρίλα, η κωλίλα, η στοματίλα, κλπ. Σαν την φαγητίλα ή την ψητίλα, μπορεί να αρέσει και να προκαλέσει, τουλάχιστον μέχρι να περατωθεί η πράξη για την οποία σε καλεί. Μετά, όταν μένει πάνω σου, μπορεί και να γίνει εφιάλτης.

Είναι λοιπόν η μυρωδιά που βγαίνει από τα γυναικεία κολπικά υγρά και, κατ' επέκταση, απ' όλη την σχετική περιοχή του γυναικείου σώματος. Μπορεί να έχει μικρό βεληνεκές (δηλ. να πρέπει να φτάσουμε κοντά στην πηγή της για να την οσμιστούμε) αλλά και ευρύτατο, όπως όταν πχ. μπαίνουμε σε γυναικεία αποδυτήρια σε μέρα ζέστης, υγρασίας και συνωστισμού. Είναι κάτι αντίστοιχο της βαρβατίλας, με τη διαφορά ότι έχει μόνο κυριολεκτική σημασία ενώ η λέξη βαρβατίλα μπορεί να χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Προσωπικά μου έχει τύχει να ακούσω μόνο από έναν άνθρωπο τη μεταφορική χρήση της λέξης («μου κάνει για μουνίλες αυτό το μέρος» είπε, και εννοούσε κάτι αντίστοιχο του αρχιδόκαμπου). Η λέξη χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για εμφατικούς λόγους ή υποτιμητικά (βλ. παρ. 2)

Θετική όψη του φαινομένου:
η φρεσκοσαπουνισμένη ή αρωματισμένη μουνίλα (η γκόμενα μόλις έχει βγει από το ντους), όπου το σαπούνι υπερτερεί της σωματικής μυρωδιάς
η φρέσκια ή νεανική (η γκόμενα δεν είναι πάνω από 22), όχι τόσο βεβαρημένη από ουσίες συσσωρευμένες στον οργανισμό από τον χρόνο η μουνίλα της καβλοπυρέσσουσας γυνής (πρώτο πράμα, σε ποσότητα, άρα πάει έτσι και με την οσμή. Χτυπάει κάθε νεύρο της αντρικής ύπαρξης)
η μουνίλα υγιεινής διατροφής (της γυναίκας που τρέφεται μόνο με καρατσεκαρισμένες τροφές που κάνουν το μουνόχυμα να ευωδιάζει και μόνον. Σπάνιο είδος που συνεπάγεται μάλλον υστερική γκόμενα αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα.)

Η αμφισβητούμενη όψη του φαινομένου:
η μουνίλα της αγάμητης (άσπιλη, ανόθευτη, ιδανική, ή μήπως μπαγιατεμένη και βρωμούσα;;;)
Η μουνίλα της παρθένας (το ότι μας φτιάχνει είναι ιδέα μας ή τό 'χει;;;)

Τέλος, για όσους αντέξουν, η αρνητική όψη του φαινομένου:
Η άπλυτη μουνίλα (ξινή, επιθετική, με έντονη την απομυρουδιά των ούρων)
η σπερματομουνίλα (συνδυασμός σπερματίλας και μουνίλας. Φτούκακα. Ιδιαίτερα την επόμενη μέρα.)
η των τελευταίων ημερών της περιόδου μουνίλα (καμένο ντουί)
η μετά από κατανάλωση ψαρικών και θαλασσινών μουνίλα, κυρίως μετά την πέψη (καμένο ντουί)
η μουνίλα του τσιγάρου - σε ηλικίες άνω των 40 (δημόσια ουρητήρια)
η αλκοολική μουνίλα (σε γυναίκες άνω των 50)
η ιδρωμένη μουνίλα (μετά από πολύωρο περπάτημα το καλοκαίρι)
και το χειρότερο: η άρρωστη μουνίλα (από μύκητες και λοιπούς επισκέπτες του αιδοίου)

Γενικά: όποια ουσία πίνει ή καταπίνει η γυναίκα, μυρίζει και στα υγρά της όπως και στα ούρα της -και το σαπούνι δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή. Πώς όταν, γυναίκες- άντρες, κατουράμε κόκκινο μετά από παντζάρι; Ή καλύτερα: πώς, όσο και να πλύνουμε τα δόντια μας, η σκορδίλα παραμένει; Οι άντρες οφείλουν να έχουν υπ' όψιν πως, καμιά φορά, όταν η γυναίκα λέει όχι είναι γιατί έχει τους λόγους της τους οποίους δεν γίνεται να εξηγήσει και πως η περιέργεια σκοτώνει τη γάτα.

Για πολλούς άντρες κάθε είδος μουνίλας είναι ευπρόσδεκτο αρκεί που είναι μουνίλα.
Για πολλούς άλλους είναι καταναγκαστικό έργο η επαφή μαζί της.
Γνωρίζω και κάποιον ο οποίος σιχαίνεται το σαπουνισμένο και θέλει το άπλυτο.

Όσο για τις γυναίκες, δεν έχουν και την πιο άριστη σχέση μαζί της. Κάνουν ό,τι μπορούν να την καλύψουν, με αποτέλεσμα μερικές φορές να δημιουργούν γυναικολογικά προβλήματα εκ του μη όντος. Υπάρχουν κοπέλλες, κυρίως οι νεότερες, οι οποίες λόγω απειρίας και έλλειψης ενημέρωσης, κινούμενες από την επιθυμία «να μη μυρίζουν», κάνουν τακτικά εξωτερική αλλά και εσωτερική πλύση του κόλπου με αντισηπτικά, με αποτέλεσμα να ξηραίνεται ο κόλπος και να είναι πιο ευάλωτος σε μικρόβια πάσης φύσεως. Έτσι φτάνουν ακριβώς στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Αλλά για να τελειώσουμε ευχάριστα, η μουνίλα κάνει ωραίο χαρμάνι στα χέρια με άρωμα και μυρωδιά τσιγάρου. Ακόμα κι αν τα χέρια έχουν πλυθεί, βαστάει αρκετή ώρα. Και είναι μια ωραία ανάμνηση της στιγμής που μόλις πέρασε. Ίσως να έπρεπε να λέγεται αλλιώς εν τοιάυτη περιπτώσει και να μη φέρει αυτό το -ίλα.

Βασανίζω το μυαλό μου μήπως παρόλη τη διατριβή κάτι έχω ξεχάσει, αλλά if so, πιστεύω πως θα συνεισφέρετε αν χρειαστεί...

  1. - Καλά είσαι σοβαρός, δεν έχεις κάνει ποτέ σου γλειφομούνι;
    - Όχι κι ούτε πρόκειται. Σιχαίνομαι τη μουνίλα.
    - Μεγάλε, θες βοήθεια εσύ...

  2. - Πλύνε ρε μαλάκα τα μούτρα και τα χέρια σου, θα μυρίζεις μουνίλες και θα σε καταλάβει η Φρόσω ότι ξενοπήδηξες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα απάντηση σε τάπερμαν που την έχει δει Ναπολέων και επειδή δεν του μιλάει κανείς (επειδή τον έχουν του πεταματού και γραμμένο στα αρχίδια τους) θεωρεί πως οι άλλοι είναι οι αδύναμοι κρίκοι και γι' αυτό φοράει ένα ύφος 500 καρδιναλίων. Και έτσι το τσουτσέκι αισθάνεται πως είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού και πως έχει πιάσει τον πάπα απ' τ' αρχίδια. Αισθάνεται, όπως έλεγε κι ο χαρισματικός Ζήκος στην ταινία «Της κακομοίρας», πως αν ξεδιπλωθεί θα γίνει ένα κι ενενήντα. Αποτέλεσμα: φουσκώνει σα γάλος όπου βρεθεί κι όπου σταθεί.

Κάποια ώρα βέβαια φορτώνει τον πυκνωτή των άλλων και λίγο πριν την εκφορτιση έρχεται η φράση:«άντε μη φτύσω και πνιγείς» ή μ' άλλα λόγια, σκάσε γιατί με μια ροχάλα μου μπορώ να προκαλέσω τσουνάμι και να σε πνίξω. Για αυτό σκάσε και ρούφα τ' αυγό σου. Η μ' άλλα λόγια, εντάξει μαλάκα, κάναμε μια φορά το μαλάκα, δυο, ε....τρεις και το λουρί της μάνας. Μετά λεβέντη,που σε πονει και που σε σφάζει. Η ατάκα συνήθως γαρνίρεται με τσαμπουκάδικο βλέμμα και με διάθεση άμεσου κοψίματος του βήχα.

Κώστας (τάπερμαν):
- Αυτό που σας λέω. Αυτό θα κάνουμε. Πάει και τελείωσε. Είπα και ελάλησα.
Μήτσος:
- Άντε μη φτύσω και πνιγείς παλιομαλάκα. Άντε... Άντε... γιατί σαν πολλά μας τα' πες.

(από GATZMAN, 23/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προ καιρού υπέβαλα στο δημόσιο πρόχειρο έκκληση για λήμμα που να ορίζει την εκνευριστική συνήθεια αρκετών γυναικών να φιλούν στο στόμα τον σύντροφό τους μετά της ολοκλήρωση μίας πίπας (μπλιάχ!).

Ο Γεώργιος Πρεζάκκης ανταποκρίθηκε με το ευρηματικότατο λήμμα Φιλοπίππου το οποίο αφ' ενός μεν συνδυάζει «αρχαιότητα, θέα, πίπα και ίππο» αφεδύο δε παραπέμπει στου Φιλοπάππου, «το πάλαι ποτέ στέκι για τσιμπούκι στο αυτοκίνητο (και πατάμε τα φρένα για σύνθημα να έρθουν οι ματάκηδες)».

Ωστόσο, το Σιδηρούν Προσωνύμιον έθεσε μια σκωπτική παρατήρηση, αφήνοντας μια πικρή επίγευση στα χείλη όλων μας: «υπάρχει και το φιλί μετά το γλειφομούνι, το η πίπα μετά τον κώλο και μετά φιλί (χα!) και όλ' αυτά που πρέπει να συμπεριληφθούν)». Κατέστησε λοιπόν επιτακτική την εύρεση ενός λιγότερο φαλλοκεντρικού λήμματος που να εμπεριέχει κάθε πιθανό συνδυασμό και παραλλαγή του φαινομένου «εκδικητικόπιπα».

Εξ ου προτείνεται η μπαγαποντολειχία (εκ των μπαγαπόντης και λείχω) ως επαμφοτερίζων και μητροσεξουαλικός συμβιβασμός.

Φτού Κύριε (φυλακήν) τω σπέρματί μου!

Η ανταπόκριση του σλανκεπώνυμου πλήθους στην αρχική μου ερώτηση στο Δημόσιο Πρόχειρο υπήρξε σπερματορροϊκή. Δυστυχώς όμως, τα λήμματα δεν αναρτήθηκαν, ίσως για τον φόβο των Ιουδαίων. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παρουσιάσω τις καλύτερες σχετικές προτάσεις:

  1. Τσιμπούμεραγκ, ιδέα του Χαλικού. Κττμγ πρόκειται για το απόλυτο σχετικό λήμμα, άξιο μυρίων σπεκ και καραπέκ, είθε να αναρτηθεί πάραυτα! [σ.ς.ήδη αναρτήτηκε] Ο ίδιος πρότεινε και το προσφυές μακάριοι οι πτωχοί τω σπέρματι.

  2. Χυσόφιλο και εκδίκηση της πιπατζούς από τον συμπάσχοντα acg. Δεν θα περίμενε κανείς κάτι λιγότερο από το αδιαμφισβήτητο ρεμάλι του σαϊτόστ!

  3. Πιποφιλία, από τον πνευματικό Αγιατολάχ και μπυροκροτητή μας Χεσούς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified