Further tags

Αυτή η οποία κατουριέται πάνω της ή/και χαρακτηρισμός για την γυναίκα/κοριτσάκι που έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τα ούρα, κυρίως τα δικά της.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προσβολή για κάποια γυναίκα που δεν έχει ιδιαίτερα καλή σχέση με την καθαριότητα και η μυρωδιά της ή/και του σπιτιού της θυμίζει ούρα. (Παρ.1)

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χαριτωμένη προσφώνηση για κάποιο μικρό κορίτσι που δεν συγκρατεί τα ούρα του. (Παρ.2)

Μεταφορικά, η κατρουλού είναι η φοβητσιάρα. (Παρ.3)

  1. Συζήτηση στην πλατεία του χωριού: - Φίλε, πέρασα από την αυλή της Πόπης για να κόψω δρόμο και δεν φαντάζεται τι μπόχα έβγαινε... κόντεψα να ξεράσω.
    - Σοβαρά;;
    - Ναι, σαν δημόσια τουαλέτα ήταν. - Ε την βρωμιάρα, καλά κάνουν και την φωνάζουν κατρουλού.
    - Μια θειά μου έλεγε ότι κατουράει στο κρεβάτι της η σιχαμένη.

  2. Συζήτηση μεταξύ νέων γονέων: - Αγάπη μου μπορείς να πας μέσα να δεις γιατί κλαίει η μπέμπα;;
    - Αμέ, πάω τώρα.
    3-4 λεπτά μετά.
    - Ε την κατρουλού πάλι πάνω της τα έκανε..
    - Την άλλαξες τουλάχιστον;;
    - Ασφαλώς.

  3. Συζήτηση από το τηλέφωνο: - Τελικά θα έρθεις να με πάρεις από τον σταθμό;;
    - Τι έγινε, κατρουλού μου, πάλι φοβάσαι;;
    - Ξεκόλλα ρε... θα είναι μεσάνυχτα και δεν ψήνομαι να περπατάω μόνη μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ανθρώπου που είναι άμαθος σε μία εργασία (για χειρωνακτικές συνήθως) και κατ' επέκταση κουράζεται εύκολα, μέχρι να πάρει το κολάι.

Η λέξη καβελινάκια προέρχεται από το «καβελίνα / καβαλίνα», περιττώματα ζώων δηλαδή (ο όρος χρησιμοποιείται απ' όσο ξέρω μόνο για άλογα / γαϊδούρια / μουλάρια), τα οποία αφότου έρθουν σε επαφή με το φως του ήλιου δεν αργούν να σκληρύνουν (ξεραθούν).

Το δροσιό είναι οι πρωινές ώρες γύρω στις 06:00 - 08:00 και χρησιμεύει ώστε να τονιστεί η αδυναμία αυτού που δέχεται τον χαρακτηρισμό να φέρει εις πέρας την εργασία του ακόμα και υπό ευνοϊκές συνθήκες, μιας και τα περιττώματα δεν ξεραίνονται εύκολα χωρίς παρουσία ήλιου.

- Αχ, γιαγιάκα, είχαμε πάει εχτές να σκάψουμε κάτι αυλάκια για να φυτέψουμε τομάτες με τον πατέρα μου και κοίτα να δεις πως έγιναν τα χέρια μου!
- Εμ, αφού εκεί πάνω στας Αθήνας όλο ξερομαλακώνετε μπροστά από τα λαπιτόπια σας, έχετε γίνει ντιπ για ντιπ λαπάδες... Τα μικρά καβελινάκια με το δροσιό ξεραίνονται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το θράσος που επιτρέπει η σημερινή καταχώριση, ρισκάρω ένα νεογνό αυτοσχέδιο λήμμα. Προέκυψε από ένα σύμπτωμα το οποίο συζητείται εδώ και μέρες, στα σχόλια εδώ. Στην κρίση και στην χρήση σας, ωσεκτουτού.

Γαμησομασχάλης λοιπόν, είναι ο φετιχιστής γαμιάς ο οποίος τη βρίσκει με τις μασχάλες της/του παρτενέρ του –αυτά είναι!. Είτε για προκαταρκτικά ή για την τελική φάση, η αμασχάλη του ετέρου ημίσεος είναι το πεδίο δράσης του φετιχιστού.

Μα τον γούγλη! –που με έβγαλε ασπροπρόσωπη, θεματικά τουλάχιστον:

[I]α. Σεξ στη Μασχάλη: Πρόκειται για κείνους που αρέσκονται να κάνουν σεξ στη μασχάλη. Αλλιώς την ονομάζουν και «Τσεπάκι του Παραδείσου».

β. Εχετε σεξουαλικα φετιχ και αν ναι τι;
Εγω εχω με τις πατουσες !!
Ο κολλητος μου με τις μασχαλες!!![/I]


Το κόπυράιτ μεν δικό μου, αλλά η έμπνευσις από τον αναγραμματισμό του Γκάτσειου λήμματος που περιμένει την τύχη του στο ΔΠ.

Βρε τον Γιαννάκη τον γαμησομασχάλη... Από το πολύ τρίψιμο, του συγκάηκε ο πέοντας του μαλάκα... φαίνεται η γκόμενα είχε ξηγηθεί ξυράφι κι όχι χαλάουα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταλλαγμένα ονομάζουμε τις γυναίκες με εκπληρωμένες... τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις.

Ένα μεταλλαγμένο μπορεί να μην είναι πλήρως μεταλλαγμένο. Αρκετά κρατάνε το παλιό «υδραυλικό σύστημα» το οποίο χρησιμοποιείται κατά κόρον ως εργαλείο δουλειάς στο να μεγαλώνουν την πρωκτική διάμετρο δροσερών αγοριών, τα οποία αναζητούν μεταλλαγμένες συνευρέσεις έναντι αδράς αμοιβής. Παρ' όλο που δεν έχει τυπωθεί σχετικό ΦΕΚ, η τελευταία κατηγορία, αυτή των μερικώς μεταλλαγμένων εντάσσεται στην ευρύτερη των μεταλλαγμένων de facto, με κάποιες τετριμμένες γραφειοκρατικές διαφορές.

Τα μεταλλαγμένα συναντώνται στον πολυσύχναστο δρόμο της Συγγρού, στην παράλληλο Δοϊράνης, στην Λ. Αθηνών (για μερακλήδες), σε studio καθώς και στο Φυλής 99.

Από τα μεταλλαγμένα προέρχεται και η μεταλλαγμένη ηδονή.

Από γνωστό φόρουμ:
Αυτο δεν ηταν σπιτι με μεταλλαγμενα στον 1ο οροφο;
Εκει,αν θυμαμαι καλα, πρεπει να ειδα για 1η φορα τραβελι με προσοντα!!! πηγή

Ομοίως:
και όσοι πηγαίνουν με μεταλλαγμένες όπως και εγώ θέλουμε τα μερακλίκια μας χωρίς αυτό να συμβαίνει ότι είμαι πούστης. πηγή

H Ultron, το πρώτο transexual cyborg στην ιστορία της Μαρβελιάς. (από Khan, 27/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανθρωπότυπος που, σύμφωνα με τους ψυχανάλατους, έχει ένα θεματάκι με το πρωκτικό στάδιο ανάπτυξης. Περιφραστικά λέγεται πρωκτικά κατακρατητικός ή πρωκτικά εγκρατής. Με απλά λόγια είναι αυτός που δεν φχαριστιέται το χέσιμό του, ο δυσκοίλιος που αφήνει μόνο φασόλια και μικρές κουραδίτσες να ξεπροβάλλουν και χάνει την ηδονjή ενός γερού χεσίματος. Ο πρωκτικά στείρος. Εξάλλου, σύμφωνα με τον ορισμό της εξειδικευμένης στα σιχαμερά Ιρονίκ για το σφιχτοκούραδο, «αν είναι μικρούλι το σφιχτοκούραδο απλώς γαργαλάει λιγουκάκι. Μας αφήνει όμως με την έκφραση μη ικανοποίησης στη μούρη. Ότι δεν χέσαμε καλά σήμερα». Οπότε ο σφιχτοκουράδας είναι ο κατ' εξοχήν ξινίχλας.

Αγγλιστί λέγεται anally retentive, ενώ παρόμοιες σλανγκιές που τον περιγράφουν είναι τα πρωκτικάντζα(ς), σφιχτοκώλης και δυσκοίλιος. Υποπερίπτωσή του ο κακός πούστης. Ο σφιχτοκουράδας θέλει να ελέγχει τα πάντα και να μην επιτρέπει κανένα μοίρασμα ή ρίσκο, γι' αυτό και είναι φοβερά τσιγκούνης, φειδωλός, συγκρατημένος, ενίοτε δε επιδίδεται και σε παιχνίδια εξουσίας. Άλλο σύμπτωμα είναι η εντρύφησή του στην κορεκτίλα και το πολιτικά ορθόν (παν Νιντέντο άριστον).

Σύμφωνα με τους γιαλόμες, όμως, δεν φταίει αυτός. Φταίει η μαμά του που δεν τον ικανοποίησε (gratification) μικρό. Ο ψυχολογικός μηχανισμός που παράγει τους τοιούτους συμπολίτες μας λέγεται καθήλωση στο πρωκτικό στάδιο και είναι απλός! Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πρωκτικών καθηλώσεων, σύμφωνα με την ψυχανάλατη μεταφυσική/ μυθολογία. Αυτοί που έλαβαν υπερβολική ικανοποίηση/ επιβράβευση για να κάνουν τα κακάκια τους στα ένα με δύο χρόνια τους γίνονται anally expulsive, δηλαδή αποδιοργανωμένοι, απρόσεχτοι, χυμαδιό. Αντιθέτως, αυτοί που δεν επιβραβεύτηκαν/ χεζαγωγήθηκαν αρκούδως, γίνονται κατακρατητικοί, ψυχαναγκαστικά τακτικοί και ξεροκέφαλοι.

Αν τυχόν κάνουν ψυχανάλα, είναι εξαιρετικά φειδωλοί σε αυτό που αφήνουν να διαφανεί και να εκφραστεί προς τον ψυχανάλατο, τ. να ονειρεύεται ο θεραπευόμενος και στον θεραπευτή να μην δίνει. Εφαρμόζουν ένα είδος ξυραφιού του Όκαμ με το οποίο ξυρίζουν το φροϋδικό μουσάκι και εκνευρίζουν τον ψυχανάλα τους, που θέλει περισσότερο νταραβέρι και μένει ανικανοποίητος και ματαιωμένος.

παντα ηθελα να σου πω τη γνωμη μου για σενα. Εγω σε θεωρω σφιχτοκουραδα. Δηλαδη παντα σφιγμενη λες κι εχεις καταπιει μπαστουνι, παντα ηθικολογος και δηθεν σοβαρη. Το διαζυγιο το ξεχασες;; Και να δουμε πως θα ξεχασης και το δευτερο που θα παρης συν τω χρονω. Πηγες και παντρευτηκες τον πιο Μ..... (γνωστο αυτο σε ολο τον κυκλο πελατων),οποτε ειναι αναμενομενο ενα ακομα διαζυγιο. Καλα μην αυτοκτονισης οταν ερθει αυτη η ωρα! Θα βγεις παλι με το υφος της θεουσας και θα βρης καμμια δικαιολογια.Αλλωστε ειναι της μοδας η συλογη διαζυγιων κρεμασμενα σε καδρα στον τοιχο.Γενικα εισαι τοσο σφιγμενη και κρυα που θα σε βλεπουμε να δροσιζομαστε το καλοκαιρι με τους καυσωνες.Και οσο κι αν μας το παιζεις παρθενοπη, μην ξεχνας οτι εισαι διπλοπαντρεμενη,πραγμα οχι και τοσο πρεπον για μια ΘΕΟΥΣΑ!. (Εδώ).

Ο μεσαιωνικός φιλόσοφος William του Okham (1288-1348) έμεινε διάσημος για την αρχή "αν μπορείς να χέσεις ένα σφιχτοκούραδο, τότε ΜΗΝ χέσεις ένα γεννητούρι". (από Khan, 08/02/11)(από Vrastaman, 14/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι το αέριο. Επίσης μπορείς να το χρησιμοποιήσεις σε άλλες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, μπορείς να το πεις τη στιγμή που κάποιος πεταχτεί από το πουθενά και πει τη γνώμη του ή την ιδέα του.

-Τι λέτε να πάμε όλοι μαζί;
-Σταμάτα ρε να πετάγεσσαι σαν τη πορδή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που είναι «μικρός» για να κρίνει τους άλλους, που τρυπώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν.

Πάλι χώθηκε στην κουβέντα μας! Τι ποντικοκούραδο, Θεέ μου!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μη μου άπτου τύπος. Ο υπερβολικά ευαίσθητος. Που δημιουργεί θέμα εκεί που δεν υπάρχει. Αυτός που ενοχλείται με το παραμικρό.

Συνήθως αφορά γυναίκες, οπότε όταν απευθύνεται σε άντρες υποτιμάται εμμέσως ο αντρισμός τους.

- Μα, τι σ' έπιασε κι όλο φτύνεις;
- Ά!! Για να σου πω!! Πολύ μυγιάγγιχτος τώρα τελευταία. Δε νομίζεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός για την μπίχλα, τη βρωμιά κυριολεκτικά, και μεταφορικά-συνεκδοχικά για τον βρωμύλο και την βρωμερή.

  1. ...θα σαπισω στις μπουνιες αυτη τη τσουχτροκωλα μπεχρα μεχρι να της φυγει η μασελα,αντε με την μουνοσαλιαρα να πουμε...εδώθε

  2. και...Συμφωνώ τόσο που το κεφάλι μου έγινε κώλος κι ο κώλος σου κεφάλι απ' τη βαθιά υπόκλιση μπροστά σου!
    Τον χώρο της τηλεόρασης λόγω σπουδών τον έζησα λίγο και τον σιχάθηκα πολύ. Μιλάμε για τρελή μπέχρα. 6 μήνες πρακτική στην ΕΡΤ ήταν ικανοί να με κάνουν ν αλλάξω επάγγελμα. Χειρότερη κωλόφαρα απ τους δημοσιογράφους δεν υπάρχει, ούτε οι πολιτικοί δεν τους φτάνουν στην διαφθορά! ...εκείθε

Ο Μαχητικός φωτορεπορτερ Γ. Μπεχράκης, όλη μέρα στη δουλειά...ε... (από perkins, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφέρεται ως κοσμητικό επίθετο προς δύο τουλάστιχον μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων:

Θηλυκό: σαπιοκωλού.

- Κάποια σιχαμένη βρωμόπουστα, κάποιος ξεκωλιασμένος άνθρωπος, κάποιος πουτάνας γιος, κατάπτυστος, βδελυρός, επαίσχυντος, γαύρος, αρχίδι, μουνόπανο, μουλόσπερμα, σαπιοκωλάκιας μου κάνει βουντού. Άμα τονε πετύχω θα του γαμήσω τα πάντα...
(εδώ)

- ω, πόσο ανόητος, βλάκας, ηλίθιος, μαλάκας, ξεκωλιάρης, σαπιοκωλάκιας, σαβουρογάμης, παπαροκαύλης ήμουν...
(εκεί)

- Μην ξεχνάς πως αν είναι κάποιος που βλέπει από πρώτο χέρι τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος, αυτός είμαι εγώ...Και δε μιλάω για παππούδες ή έστω για πατεράδες, αλλά για 25 χρονών παιδιά με εμφράγματα! (το ρεκόρ μου είναι 23 ετών :-Ρ). Αυτά που γράφω αντικατοπτρίζουν μονάχα την προσωπική μου σκωπτικήμε αρκετές δόσεις σαπιοκωλακισμούοπτική την οποία έχεις βέβαια δικαίωμα να απορρίψεις και να με βρίσεις...
(παρακάτω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified