Further tags

Είναι τα αθλητικά παπούτσια (της κακιάς ώρας) που δίνει ο στρατός στους νεοσύλλεκτους, αλλά και τα αθλητικά παπούτσια γενικώς όταν τα φοράει ένας φαντάρος μαζί με την παραλλαγή αντί για τις προβλεπόμενες και μάχιμες αρβύλες.

Επειδή απαιτείται ειδική άδεια για να φορέσει κανείς τα αθλητικά αντί για τις αρβύλες, επειδή αυτή η άδεια δίνεται για ιατρικούς λόγους (π.χ. πληγές, πλατυποδία) μόνο και επειδή, τέλος, διακεκριμένοι στους ιατρικούς λόγους για απαλλαγές από διάφορες υποχρεώσεις στον στρατό είναι οι γιωτάδες, τα αθλητικά στην στρατιωτική αργκό μετονομάστηκαν σε γιωτοπάπουτσα.

  1. - Ώπα και περίπολο με τα γιωτοπάπουτσα!
    - Πήγα στον γιατρό και πήρα άδεια για 10 μέρες...
    - Γιωτά!!

  2. (Θαλαμοντόγκ) Φόρα τα γιωτοπάπουτσα, είπαν να πάμε για γυμναστική πριν την αναφορά!
    (Παλιός) Δεν προβλέπεται για την ΕΣΣΟ μου!

Τα παρατημένα γιωτοπάπουτσα ενός γιωτά 306 στη Λήμνο! (από Cunning Linguist, 14/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό και απλώς ως σειρά, είναι το ακρωνύμιο για την Εκπαιδευτική Σειρά Στρατευσίμων Οπλιτών. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, κάθε χρόνο παρουσιάζονται ανά τρίμηνο τέσσερις σειρές: του Φεβρουαρίου (Α' ΕΣΣΟ), του Μαΐου (Β'), του Αυγούστου (Γ') και του Νοεμβρίου (Δ').

Η ΕΣΣΟ είναι από τα στοιχεία που αναφέρει ενίοτε ένας στρατιώτης όταν αναφέρεται (κυρίως στα κέντρα εκπαίδευσης που χωρίς ειδικότητα δεν έχει και πολλά να πει!) (βλ. παράδειγμα 1). Ανεπίσημα οι σειρές έχουν και αύξοντα αριθμό (π.χ. η Β' ΕΣΣΟ του 2009 ήταν η 307, βλ. παράδειγμα 3). Τώρα βρισκόμαστε στην 312 και συνεχίζουμε ακάθεκτοι!

Σημείωση: για να μπει κάποιος που έχει πάρει αναβολή σε μία ΕΣΣΟ, πρέπει να έχει λήξει η αναβολή του ή να τη διακόψει ο ίδιος ένα τρίμηνο πριν (π.χ. στην περίπτωση των αναβολών από ΑΕΙ που λήγουν 31 Δεκεμβρίου, παρουσιάζεσαι τον Μάη, αφού δεν προλαβαίνεις την ΕΣΣΟ του Φεβρουαρίου. Αυτή είναι μια πολύ δημοφιλής απορία και όπως όλα στον στρατό, τη μαθαίνεις κατόπιν εορτής!

  1. (Κέντρο Εκπαίδευσης Πυροβολικού στη Θήβα)
    - Εσύ, αναφέρσου!
    - Στρατιώτης Πυροβολικού Κάνιγκας Ιωάννης, 2009 Β' ΕΣΣΟ, δεύτερη μοίρα, δεύτερη πυροβολαρχία!

  2. (από εδώ)
    «Στο Στρατό καλείται να καταταγεί με την ΕΣΣΟ του Νοεμβρίου ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, αφού μετά την ολοκλήρωση της ΕΔΕ, προέκυψε ότι το απολυτήριό του ήταν πλαστό. Ο ηθοποιός κηρύχθηκε ανυπότακτος εσωτερικού και η σχετική μηνυτήρια αναφορά κατατέθηκε στον εισαγγελέα του Στρατοδικείου.»

  3. (από ένα ωραίο θέμα για το πότε άρχισαν να αριθμούνται οι σειρές, με την τυπικά ευφάνταστη απάντηση του ΓΕΣ!)

«Ρώτησα στο ΓΕΣ, αλλά δυστυχώς δεν έλαβα την απάντηση που θα ήθελα:

Σε απάντηση του από 29 Ιαν 2010 ηλεκτρονικού σας μηνύματος σας γνωρίζουμε ότι οι Εκπαιδευτικές Σειρές Στρατευσίμων Οπλιτών προσδιορίζονται χρονικά με μόνη μεταβλητή το έτος και το μήνα (π. Χ 2009 Α' ΕΣΣΟ είναι η ΕΣΣΟ που καλείται το Φεβ το έτος 2009). Οι ΕΣΣΟ αριθμούνται σε 4 στο έτος και η κλήση τους υλοποιείται τους μήνες Φεβ η Α', Μαϊ η Β' Αυγ η Γ' Νοε η Δ'. Οποιαδήποτε άλλη αρίθμηση των ΕΣΣΟ δεν είναι επίσημη.»

Λούφα και παραλλαγή: Στρατιώτης Παπαδόπουλος Ιωάννης, τυφεκιοφόρος πεζικού 80ή ΕΣΣΟ! (από Cunning Linguist, 17/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην περίοδο του ελληνικού Εμφυλίου πολέμου σήμαινε το αναγνωριστικό αεροσκάφος, επειδή ερχόταν πάντα πρώτο το πρωί, (όπως οι γαλατάδες), πριν από τα βομβαρδιστικά. Δεν έχω τσεκάρει αν χρησιμοποιήθηκε ο όρος και σε άλλες πολεμικές συνάφειες.

«Ένα πρωί βγήκαμε σε μια πλαγιά, αρκετές οκογένειες, με έξι-εφτά αντάρτες συνοδούς. Ξάφνου κάνει την εμφάνισή του ένας γαλατάς. Έπειτα ακολούθησε το βομβαρδιστικό. Σκεπασμένοι με τις κουβέρτες περιμέναμε να περάσει και άκουγα τις βόμβες να σκάνε ολόγυρα».
Ηλίας Παπαθεοδώρου, επιζών, στην Καθημερινή της 14/8/2010.

Ο γαλατάς. Μυδασίστ: Δεινόσαυρος. (από Khan, 05/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Στο Ναυτικό, γίνεται κόμπλα όταν κάποιος βαθμοφόρος αποφασίσει αίφνης να τηρήσει κάποιον κανονισμό με αποτέλεσμα να μοιραστούν ποινές και γενικά να μας κάνει τη ζωή κόλαση.

= Έγινε κόμπλα χθές. Βρήκε ο εφοδεύων τον Ιωσηφίδη στη σκοπιά τύφλα στα ούζα, βάρεσε κλήση και λείπανε 3...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικά, σημαίνει:

  1. Ανθρωπότυπος θηριωδώς μυώδης τ. σφίχτερμαν, σβάρτσος, μπονταίος κ.τ.ό., που να είναι όμως και ντουλάπας σε όγκο, ίσως και τριχωτός (όχι απαραίτητα), επίσης όμως και ανεγκέφαλος (λ.χ. ένα μπιλντέρι που θα διάβαζε Baudrillard δεν θα μπορούσε να ονομαστεί γορίλας).

  2. Ο σωματοφύλακας / μπράβος, κυρίως, αλλά και, λιγότερο, ο εκτελών χρέη πόρτας. Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποιείται σε προτάσεις αντιθετικά, για να πούμε ότι ένας φλώρος, αδύναμος, λουλούκος, ή υπερβολικά εγκεφαλικός τυπάς κυκλοφορεί με ζωώδεις γορίλες (μπράβους) μαζί του.

  3. Η αποκρουστική ζωώδης γκόμενα, βαθμολογίας 30 τεκιλών στην αντίστροφη πιτσιλισαμπίλιτυ. Σημειωτέον, ότι κατά Μπάμπη, η ονομασία του ζώου προήλθε από θρυλούμενη φυλή δήθεν τριχωτών γυναικών της Αφρικής, που ονομάστηκαν γορίλλαι.

Πολύ περισσότερα στοιχεία μας δίνει ο επιφανής συσλανγκιστής Σαραντάκος εδώ. Μην χάσετε την απίθανη ιστορία του Άννωνος τον 5ο αιώνα π.Χ., που δίνει και ένα χιντ γιατί η έννοια γορίλας έχει συσχετιστεί ειδικά με γυναίκες. Στο ίδιο κείμενο προκρίνεται η γραφή με ένα λάμδα, την οποία ακολούθησα, λόγω του ότι είναι σε τελική ανάλυση ξενικό δάνειο (είναι πολύ ενδιαφέρον ότι πιθανόν προέρχεται από αφρικανική ρίζα που σημαίνει άνθρωπος!).

Τέλος, πρβλ. και τα λήμματά μας πίσω γορίλα! και γωριλάς.

  1. Τριάντα «Γορίλλες» με τέσσερα αυτόματα περίστροφα στην τσέπη ο καθένας σχημάτισαν προστατευτικό ‘ανθρώπινο τείχος’ γύρω από τον στρατηγό Ντε Γκωλ.
    (δες Σαραντάκο)

  2. Κι αν είστε δικαστής με τήβεννο… προσοχή στον γορίλα!
    (Συμβουλή Σαραντάκου).

  3. Ακόμη οι φονιάδες-μπράβοι-γορίλλες-γίγαντες της ΟΝΝΕΔ κατεβαίνουν στην επέτειο του Πολυτεχνείου (τι δουλειά έχουν κάθε χρόνο αυτοί εκεί; ένας θεός ξέρει) και αφήνουν στεφάνι με στρατιωτικό βηματισμό και προκλητική συνθηματολογία (Από το indymedia)

  4. Δυστυχώς, όχι μόνο στη Μύκονο, αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα, το επίπεδο των πορτιέρηδων είναι από μηδενικό έως ανύπαρκτο. Δεν είναι τελικά και τόσο άστοχος ο χαρακτηρισμός που τους έχει αποδοθεί: γορίλες... Κρίμα σε εκείνο το παιδί που έφυγε, κρίμα για την οικογένειά του και κρίμα για τα τόσα άλλα παιδιά που χτυπήθηκαν από τα κτήνη που μόνο να μουγκριζουν ξέρουν, ούτε καν να καλησπερίζουν.
    (Από το φατσοβιβλίο).

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 20/08/10)(από Khan, 20/08/10)(από Khan, 20/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται το ψάρι που τρέφεται και ζει στον πάτο (πυθμένα) της θάλασσας (πάτος + ψάρι --> πατόψαρο), σε αντίθεση με το αφρόψαρο που ζει κοντά στην επιφάνεια (αφρό) της θάλασσας (βλ. παράδειγμα 1).

Ακολουθώντας κατά γράμμα την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, τα πατόψαρα σταδιακά ανέβηκαν από τον βυθό και μάλιστα, περπατώντας στη στεριά, ευδοκίμησαν στα κλειστά οικοσυστήματα των στρατοπέδων. Σε ακόμα χειρότερη μοίρα από τους κοινούς ψάρακες, αφού η φυσική θέση των πατόψαρων είναι να σέρνονται στον πάτο, συναντώνται σε χρώμα χακί ή παραλλαγής (patopsarus piximus), λευκό (patopsarus vysmaticus) ή μπλε (patopsarus modistrus).

Διακρίνονται από τον λίγο καιρό που έχουν στον στρατό, από την πλήρη άγνοιά τους για το πώς λειτουργούν τα πράγματα εκεί (ή αν λειτουργούν εν γένει), από τις συχνές ερωτήσεις στους παλιούς και την ευπιστία στις απαντήσεις των τελευταίων, από το συχνό τους ψάρωμα, από την προθυμία/ευσυνειδησία τους (που στον στρατό δεν βγαίνει σε καλό) και από την ελλιπή ανάπτυξη των τομέων του εγκεφάλου που αφορούν στη λούφα και τη σπαρίλα.

Είδος κοινότατο, είναι γνωστό στην Ελλάδα και ως ψάρι, ψαρούκλα, ψάρακας, ψαράς, κωλόψαρο, ποντίκι, ποντικαράς, αρούρι, στραβάδι, γκαβάδι/γκάβακας, γιόκας, νέος, νέοπας, νιάτο, πουστόνεο, γκάου-μπίου.

  1. (από εδώ)
    «Ως τώρα, όπως λένε και οι ίδιοι οι ψαράδες, συναντούσαν νεκρά αφρόψαρα. Όμως τώρα μιλάμε πια για “πατόψαρα”. Ψάρια που τρέφονται και ζουν στον πυθμένα, τσιπούρες, λυθρίνια, λαυράκια κλπ. Άρα σημαίνει ότι η αιτία βρίσκεται στο βυθό και στον πυθμένα. Επισημαίνουμε για μια ακόμα φορά την μόνιμη απειλή του Μαλιακού[...].»

  2. (από εδώ. Όλο το κείμενο τα σπάει!)
    «Με την άφιξη στη μονάδα του Β. Έβρου αρχίζει ουσιαστικά η στρατιωτική θητεία, γιατί μέχρι τώρα ήσουν σε υβριδική μορφή: ψάρι με ουρά ποντικού ή ποντικός με λέπια, είναι θέμα γούστου. Το τελευταίο το συνειδητοποιείς τις πρώτες μέρες στο λόχο με την ευγενική αρωγή των παλιών (θα πήξεις πατόψαρο!). Πως είναι η ζωή στη μονάδα; Εγερτήριο στις 6, με τις φωνές του οργάνου, του θαλαμοφύλακα και ενίοτε και του (ταχυδρόμου) ΑΥΔΜ: «Έλα η φρουρά!», «Σε 3 λεπτά η φρουρά φεύγει!», «Έλα για καθαριότητες!», «Όποιος δε σηκωθεί είναι αναφερόμενος. Όχι τώρα, ΤΩΡΑ!» και άλλα συναφή.»

  3. (από εδώ)
    «[...]Επίσης προσπάθησε να αποφύγεις όσο μπορείς τη φρασεολογία των φαντάρων. Δεν την παλεύω, πουστόνεο, πατόψαρο, βεντούζα, ρούφα το τρομπόνι και ό,τι με τόση χαρά επικαλούνται ο LLNEO και ο KeyserSoze κάθε τρεις και λίγο. Απλώς διαιωνίζουν την μαλακία του στρατού και σε κουράζουν-τραυματίζουν ψυχολογικά.»

  4. (από εδώ)
    «Α και φρικ, μην είσαι ψαράς όπως κάτι πατόψαρα 301 που πέτυχα στο ΚΤΕΛ που πήγαιναν για ΣΕΤΤΗΛ μετά το ΠΣΚ. Που λέγαν για στρατονομίες, στολές εξόδου στις μεταθέσεις κι έτσι. Σαν άνθρωπος να πας όταν έρθει η ώρα και αν ξέρεις πως είναι προβλεπέ ο δίκας, φόρα την στολή λίγο πριν μπεις στο στρατόπεδο.»

Να μερικές τσιπούρες στο στάδιο της μετάλλαξης για πατόψαρα στρατού ξηράς, όπως φαίνεται από το πράσινο χρώμα που παίρνουν. (από Cunning Linguist, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ό,τι μεταφέρεται μαζικά σε κουβάδες, και είναι ωσεκτουτού πολύ κακής ποιότητας, ιδίως σε υπηρεσίες όπως ο στρατός κ.τ.ό. Κατ' επέκταση, ό,τι είναι κακής ποιότητας, σαν να έχει φτιαχτεί μαζικά και απρόσεκτα (σ.ς.: εξαιρείται το σπέρμα). Η έκφραση μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι το εν λόγω αντικείμενο είναι άξιο μόνο για να πεταχτεί στον κουβά των απορριμάτων.

  2. Αντιστρόφως, πανάκριβο υλικό που παραγγέλνεται από τα ελληνικά νοσοκομεία μόνο για να εισπραχθεί η προμήθεια, και προορίζεται για τον κουβά των αχρήστων.

  1. Είδα επίσης να φτιάχνουν, σε μαζικές περιστάσεις, και καφέ στην κυριολεξία κουβαδίσιο, δηλ. μέσα σ’ ένα πλαστικό κουβά, όπου η τύπα έβαζε καφέ κατευθείαν απ’ τη σακούλα, υπολογίζοντας με το μάτι. Η ακριβής διαδικασία μού ξέφυγε, πάντως ήταν κι αυτός καλός κι όχι κουβαδίσιος με τη μεταφορική έννοια.
    (Εντυπώσεις από Βιετνάμ στο sarantakos.com).

  2. Εκει πάνω λοιπόν το φαι έσκαγε από την ταξιαρχία μέσα σε κουβάδες από αυτούς που βάζουνε το αλάτι ή το γιαούρτι. Κοτόπουλο κουβαδίσιο, πατάτες κουβαδίσιες και όλα αυτά μετά από 45 λεπτά από το Σταιγκερ.
    (Φοράδα της Θητείας).

  3. δε μιλάω για ηθική. τα εκκλησιαστικά αλλού. Διότι ως γνωστόν, άλλο παπάδες κι άλλο θρησκεία. Υπάρχει κάτι εκεί. ένα ψέμα. ενα τεραστιο κουβαδίσιο ΨΕΜΑ!! ΨΕΜΑ ΓΙΑ ΓΕΛΙΑ!!! ας μη μιλούν για θρησκεία οι παπάδες καλύτερα, ας περιοριστούν στο κουτάκι με τα ψιλά που βάζουν οι πιστοί. (Από (φοράδα)

  4. (Εχει ενδιαφέρον να πληροφορηθεί ο πολίτης, τι αποκαλούν οι εργαζόμενοι στα χειρουργεία «τα κουβαδίσια»: πανάκριβα αχρησιμοποίητα υλικά προορισμένα για τον κουβά των αχρήστων, παραγγελμένα μόνο για να εισπραχθεί προμήθεια). Αυτή η χυδαία καταλήστευση είναι αδύνατο να τιμωρηθεί ή να εκλείψει, διότι είναι... νόμιμη! Η σημερινή υπουργός Υγείας, ως Γενική Γραμματεύς Εμπορίου στην κυβέρνηση Σημίτη, εξειδίκευσε νόμο που όριζε ότι κάποια συγκεκριμένα ιατρικής χρήσης προϊόντα, συγκεκριμένων εταιρειών είναι «μη συγκρίσιμα», δηλαδή «εκτός πλαισίου διαγωνιστικών διαδικασιών»: τα δημόσια νοσοκομεία μπορούν να τα προμηθεύονται χωρίς μειοδοτικό διαγωνισμό!
    (Επιφυλλίδα Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή).

Κουβαδίσιοι κάβουρες, for old times\' sake! (από Vrastaman, 27/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρίσκομαι σε άδεια πάσας φύσης, είτε επαγγελματική, είτε στρατιωτική, είτε για λόγους υγείας, σπουδών, διακοπών κλπ, ασχέτως με το αν η άδεια αυτή λαμβάνεται νομίμως, ή απλά παίρνεται απ' τη σημαία.

Το ρήμα ξεκίνησε να χρησιμοποιείται στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, αλλά η χρήση του επεκτάθηκε στον ευρύτερο πολιτικό βίο.

  1. Τους τελευταίους 2 μήνες έχω ξεκωλιαστεί στα ρεπό.
    Και δηλώνω επίσης ότι αδειεύομαι (ζήτησα από τη σημαία) από 18 Δεκ μέχρι 8 Ιαν. (Εδώ)

  2. Eγώ αδειεύομαι μέχρι τις 9 του μήνα, αλλά καλύτερα να δούλευα.
    Κοντεύω να σηκώσω όλη την Ερμού με τα ψώνια που έκανα σήμερα.
    Κι ακόμα έχουμε τόσες μέρες με τα μαγαζιά ανοικτά. Βαστάτε με. (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα χρόνια της βιολογικής και όχι μόνον παρακμής του Ανδρέα Παπανδρέου, η σύζυγός του Δήμητρα άκα Μιμή Λιάνη ουσιαστικά κυβερνούσε το Ελλαδιστάν.

Μιμίκοι αποκαλούνταν τα άτομα του στενού της περιβάλλοντος που διορίζονταν σε παχυλά αμειβόμενες αργομισθίες σε τράπεζες, ΔΕΚΟ και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Ο όρος έχει πλέον ιστορική και μόνον αξία.

Βλ. και ντοράκηδες.

- Τον είδες τον νέο διευθυντή; Έρχεται κάθε μέρα στις 12, πίνει το φραπέ του, ξύνει τα αρχίδια του για κάνα δίωρο, και μας πουλάει και μούρη από πάνω!

- Μιμίκος είναι, τι περιμένεις! Να δούμε τι άλλα φρούτα θα φάμε στην μάπα…

(Πραγματικός διάλογος σε διάδρομο της Εμπορικής Τράπεζας, circa 1995).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αστυνομία.

Τον Αύγουστο του 1959, με διαταγή του τότε Διευθυντή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών , της τέως Αστυνομίας Πόλεων, συστήθηκε το «Τμήμα Ασυρματοφόρων Οχημάτων Άμεσης Δράσης», στην Αστυνομική Υποδιεύθυνση Μηχανοκινήτου.

Το Ραδιοφωνικό Κέντρο του Τμήματος το πασίγνωστο έκτοτε «100» εγκαταστάθηκε σε γραφείο της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών. (ρεφ.)

Έκτοτε οι μάγκες το φέρανε στην καθομιλουμένη σαν λέξη-αναφορά προς την αστυνομία (βλ. και μπασκίνας). Στον πληθυντικό πολλαπλασιάζεται το εφέ της μαγκιάς, id est slang.

  1. Απο εδώ:

Όποιος ενδιαφέρεται να συμμετάσχει σε ομάδα ξυλοδαρμού...και δαγκώματος πεζοδρομίου να στείλει pm. Δεν παρέχουμε κουκούλες και ρόπαλα.

θα φωνάξω το εκατό... τραμπούκε...

  1. - Θα φωνάξω το εκατό...
    - Δε πα να φωνάξεις και το 200; θα μου κλάσει τα αρχίδια!

  2. -... Συγκρίνεις μια ηρωική πράξη αντίστασης με μια μπαλωθιά; Τόσο πολύ έχετε αποθρασυνθεί εκεί κάτω; - ...Δεν είμαι Κρητικός αλλά τουλάχιστον τους παραδέχομαι γιατί μεταξύ τους τα πάνε καλά και συνήθως ο ένας δε βγάζει το μάτι του άλλου όπως γίνεται εδώ στην Αθήνα που σου στέλνουν τα εκατά απο ζήλια και φθόνο. (εδω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified