Further tags

Υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες εξτραδακίων:

Α. Βιοποριστικά εξτραδάκια

Τεράστιο φάσμα που δειγματοληπτικά περιλαμβάνει την κοσμική λούγκρα που διακόπτει τον εαυτό της στα πρωινάδικα, τον καθηγητή του Κολεγίου Αθηνών που παραδίδει ιδιαίτερα σαν προϋπόθεση καλής βαθμολόγησης στην τάξη, τον ξεφτίλα ζωγράφο με την μυτόγκα που μοσχοπουλάει τους στιλιζαρισμένους γουτουπού πίνακες του με ειδική αφιέρωση σε νεόπλουτες κυρα-περμαθούλες, τις ευκαιριακές αρπαχτές των Scorpions στην Ελληνική επαρχία, το λαμόγιο που εισπράττει γρηγορόσημο από την φουκαριάρα την μάνα μας, την πτωχή πλην έντιμη μιαμόρ που προσφέρει φραπέ με το αζημίωτο, αλλά και τον φοιτητή που βγάζει την μπύρα την επιούσια κάνοντας τον ντι-τζέι.

Β. Καγκούρεια εξτραδάκια

Τα παραφερνάλια με τα οποία η καγκουριά πιμπάρει τα εργαλεία της: απλώστρες, σιδερώστρες, σφυρίχτρες, νίκελα, νυχάκια, ξύστρες, πάσης φύσεως πειράγματα, κωλοφτιάγματα, μοντιφιές και ταλιμπάν. Εξτραδάκια όμως θεωρούνται και τα αποθηκευμένα μαμίσια προικιά που παραδίδονται με την μεταπώληση ενός κάγκουαρ.

Γ. Εξτραδάκια-καλούδια

Μαρκετίστικα τερτίπια για να προωθούνται μέτρια προϊόντα και υπηρεσίες εν μέσω οικονομικής κρίσεως: Σιντιά με στρουμφάκια, χατζιδάκια, και άλλα θεοδωράκια εφημερίδων, δωδ με διακαίως κομμένες σκηνές και παραληρήματα σκηνοθετών, νετμπουκάκια δώρο με κάθε πανάκριβη συνδρομή θριτζί ίντερνετ και ταλιμπάν.

- Αποτελεί κοινό μυστικό ότι τηλεαστέρες, μοντέλα και σελέμπριτις καλούνται από επιχειρηματίες σε εγκαίνια, εκδηλώσεις και events με σκοπό να προκληθεί ντόρος γύρω από την επιχείρηση και να διαφημιστεί το μαγαζί. Ανέκαθεν οι «επώνυμοι» είχαν τα εξτραδάκια τους διαφημίζοντας μαγαζιά, προϊόντα, αλλά και επιχειρήσεις.
(εδώ)

- Το μόνο που μπορώ να αναφέρω για το πατάρι επειδή στο site μπαίνει κάθε καρυδιάς καρύδι είναι ότι ΜΕ ΕΝΑ ΕΞΤΡΑΔΑΚΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ.
(ρηβιού φραπενείου εκεί)

Αλλιβέ (αναφερόμενος στο μερσεντικό του Ζανουάρ): - Την κωλοέφτιαξες κιόλας;
Ζανουάρ: - Ιεροσυλία my friend. Ως καλός νεο-κάγκουρας, όλα τα εξτραδάκια (ζαντολάστιχα, παρκτρόνικ κλπ) μαμίσια με παραγγελιά...
(παρακάτω)

- Στο DVD είχε εξτραδάκι τον σκηνοθέτη να συνομιλεί με το (Ελληνικό) κοινό...
(παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική αργκό που σημαίνει αραχτός. Συνώνυμα: αρντάν, ληγμένος κτλ.

- Σκάει μέσα η έφοδος και τους βρίσκει όλους τούμπα κατσαρίδα... Ακόμα χτυπάνε καμπάνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικά διαδεδομένος όρος μεταξύ των φαντάρων που σημάνει χαλαρά, εύκολα, ασυνήθιστα ξεκούραστα για τα στρατιωτικά δεδομένα.

Επίσης ο ορός χρησιμοποιείται και για τον ύπνο.

  1. - Την περάσαμε τούφα !!!

  2. - Όταν είναι ΑΥΔΜ ο Γερακάρης, όλο το στρατόπεδο είναι τούφα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φτερό του αυτοκινήτου ή της μηχανής, ο λασπωτήρας.

Από τις αρχαίες λέξεις αλέξω (=απωθώ) και βόρβορος (=λάσπη).

Λέξη που απαντά αποκλειστικά στο στρατό.

Κανονικά αυτή η λέξη δεν έχει καμία θέση εδώ μέσα. Είναι μια επίσημη λέξη, καταγεγραμμένη στα στρατιωτικά εγχειρίδια.

Πλην όμως:

  • Είναι εντελώς αδόκιμη.
  • Είναι τόσο καραξύλινη που δεν παίζει ούτε στην καθαρεύουσα, ούτε σε νόμους του κράτους, ούτε πουθενά. Στον καθαρευουσιάνικο Κ.Ο.Κ. π.χ. τα φτερά αναφέρονται ως λασπωτήρες.

    Ο γούγλης (τη στιγμή συγγραφής του παρόντος) έδωσε εννιά (9) αποτελέσματα. Τριαντάφυλλος και Κριαράς δεν το 'χουν καν. Μπάμπη δεν κοιτώ από θέση.

Ποιος ξέρει δηλαδή ποιος καμένος αρχαιόκαυλος καραβανάς το εμπνεύστηκε όταν τον έβαλαν να κάνει copy paste τα εγχειρίδια του αμερικάνικου στρατού.

Στο Τεχνικό όμως που υπηρέτησε ο γράφων αυτή η λέξη ήταν ολοζώντανη. Χρησιμοποιούταν κατά κόρον από τεχνικάριους, οδηγούς και λέουρες ανθστές. Και πάντα με πονηρό, συνωμοτικό ύφος, όπως κάθε γνήσια σλανγκ. Έπρεπε να την ξέρεις γιατί αλλιώς ανήκες στους άλλους, την πλέμπα, τους αμύητους. Κι αν την ήξερες μπορεί και να έκλεβες τη σειρά προς το συνεργείο.

  1. Το αλεξιβόρβορο είναι από την ορολογία των Ενόπλων Δυνάμεων και προδιαγραφών / προκηρύξεων. (απ' εδώ)

  2. (Λόχος Τεχνικού. Ουρά από παπάκια απ' έξω. Μαύροι με φραπέδες περιμένουν σε μια σκιά. 50άρης Ανθστής πλησιάζει φαντάρο που περιφέρεται ακάλυπτος και με τη φανέλα)
    - Σειρούλα, μπορείς να δεις λίγο την καναδέζα;
    - Πλάκα μας κάνεις ρε ψηλέ; Δεν βλέπεις πόσοι περιμένουν;
    - Όχι μωρέ, το αλεξιβόρβορο θέλω να δεις.
    - Καλά, φέρτη μέσα.

(από Vrastaman, 20/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθημερινή ενασχόληση του Έλληνος στρατιώτου.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του ένας φαντάρος μπορεί να ασχοληθεί με ελάχιστα ενδιαφέροντα πράγματα:

  • διάβασμα βιβλίων
  • προσεκτική παρατήρηση του ταβανιού
  • χάραξη ποιημάτων, συνθημάτων και άλλων γλαφυρών σε σκοπιές με το μοναδικό χρήσιμο αντικείμενο της εξάρτυσής του, τη ξιφολόγχη (ενίοτε και με το μοναδικό χρήσιμο αντικείμενο της εξάρτησής του, το σέο).
  • άσκοπη όπλιση του τυφεκίου, ιδιαίτερα στη σκοπιά κατά τις μεταμεσονύκτιες ώρες
  • διαγωνισμοί ισορρόπησης του τυφεκίου σε όρθια θέση, στηριζόμενο μόνο στο κοντάκι
  • διαγωνισμοί ισορρόπησης του τυφεκίου σε όρθια θέση, στηριζόμενο μόνο στην κάννη (συμμετέχουν μόνο λέουρες)
  • εκσκαφή μυρμηγκοφωλιάς (πάλι με ξιφολόγχη)
  • εξελιγμένες τεχνικές απόκρυψης ακουστικών walkman - mp3 player σε μανίκια, κασκόλ, κράνη κ.λ.π.
  • τουρνουά κρυμμένου θησαυρού
  • μανιώδης καταμέτρηση των ημερών μέχρι την απόλυση

    Η τελευταία ενασχόληση παίρνει συνήθως διαστάσεις επιδημίας, ιδιαίτερα όταν η σειρά είναι στα λελέ της.

    Κατά την έξαρση του φαινομένου και ενμέσω γενικής παραφροσύνης του λόχου, οι μέρες αυτές βαφτίζονται Κ.Σ. που μετεξελίσσεται σε κουσού και καταλήγει, σε καταστάσεις παροξυσμού, να αναφέρεται ως κουσούρια.

Λέουρας Λαυρέντης:
- Άντε 17 κουσούρια ακόμα και θα είμαι πάλι με το Λιλιανάκι μου.
Νέωψ Μιχαλάκης: - Πόσο καιρό είσαι στη βραχονησίδα ρε Παλαιόπουλε; Η δικιά σου την έκανε με εξτρατερέστιαλ, χαμπάρι δεν πήρες;
Λέουρας Λαυρέντης: - Χρακ, χρακ... ΣΜΠΑΑΑΑΑΑΜ

Περίπτωση Νο3 (από φυλάκιο στο Διδυμότειχο) (από tomans, 18/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεωρούνται και ονομάζονται έτσι οι φαντάροι που χρήζουν ευνοϊκότερης αντιμετώπισης κατά την διάρκεια της θητείας τους σε ένα στρατόπεδο από τους ανωτέρους τους, λόγω των επιστημονικών - εκπαιδευτικών τους γνώσεων.

Καλά άσ' τους αυτούς. Πάλι εμείς θα φάμε το Χοσέ... Αφού τους ξέρεις... Είναι οι κολλητοί του Τσίλα!!

Τσίλα Μπλακ - It\'s for you (από allivegp, 17/09/10)tsila   της Πάνιδος (από perkins, 18/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπαξιωματικός του στρατού (από τις «σαρδέλες» που αποτελούν διακριτικά του βαθμού του).

Χαρακτηρισμός με σημασία παρόμοια με τον καραβανά. Συνήθως χρησιμοποιείται για τους υπαξιωματικούς που δεν προέρχονται από σχολή και θα μείνουν σχεδόν σε όλη τους την καριέρα υπαξιωματικοί.

Επίσης, ο όρος χρησιμοποιείται ειρωνικά και για τους φαντάρους που φέρουν βαθμό υπαξιωματικού (τσατσόσημο).

- Τι έγινε; Σου τα έπρηξε πάλι ο ΑΛΧΙΑΣ;
- Άσ' τον μωρέ, τον σαρδελά... μια ζωή και σήμερα... θα πήξει στη γκατζολία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος γραφέας, ο τσάτσος των ανωτέρων που, λόγω των αρμοδιοτήτων του (π.χ. να βγάλει υπηρεσίες), αποφεύγει κάθε δύσκολη δουλειά και υπηρεσία στο στρατόπεδο.

- Όλο το στρατόπεδο είναι τέντα για την επιθεώρηση και οι καλαμαράδες μέσα στο γραφείο αρντάν...
- Δεν τα ξέρεις, ρε σειρά; Αφού είναι οι μεγαλύτεροι τσιμπουκαράδες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της λέξης «τσιμπούκωμα».

Αναφέρεται σε ανθρώπους που προσπαθούν να έχουν προσωπικό όφελος εις βάρος μιας ομάδας ή ενός συνόλου.

Καλά, μιλάμε αυτός ο Σπύρος πατιέται συνέχεια για να παίρνει εξόδους... Μιλάμε το πάτημά του έχει ξεπεράσει τα όρια... 2 μεσα 1 εξω ο Σπύρος, 5 μέσα 1 έξω οι υπόλοιποι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που συνοδεύει φαντάρο, ο οποίος δεν κάνει την προβλεπόμενη υπηρεσία του και δεν τον ενδιαφέρει για τις συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν.

Καλά... Αυτοί οι γραφιάδες είναι φουλ λήχτες... Χθες το βράδυ στο περίπολο έριξαν μία πενταπλή και την πέσανε κατευθείαν για ύπνο!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified