Διττής σημασίας επιφώνημα, προερχόμενο εκ της τουρκικής.

Γραμματικώς πρόκειται για την προστακτική (yaşa= ζήσε, να ζήσεις, ζήθι. Ο Πάτσμαν τσιμουδιά :-P) του ρήματος yaşamak = ζω, με την προσθήκη ενός τελικού -ν- για λόγους τρέχα γύρευε.

Η λέξη ξεκίνησε ως καθαρά εγκωμιαστικό επιφώνημα στα τούρκικα και, περνώντας στα ελληνικά, είτε διατήρησε την αρχική της σημασία, είτε εξελίχθηκε βαθμηδόν σε ειρωνεία τ. « γεια σου φίλε (τάδε) ποτέ να μην πεθάνεις / στον πούτσο μου να κρέμεσαι μονόζυγο να κάνεις». Εντονότερη περιπαικτική απόχρωση αποκτά η λέξη με την προσθήκη του επίσης τουρκικής προέλευσης «άλα».

Ας επιτραπεί στον λημματογράφο να καταθέσει ως προσωπική μαρτυρία ότι πρωτοάκουσε την έκφραση το 1990 ως επαινετικό σχόλιο, ενώ ψυχανεμίζεται (άνευ δυνατότητας παράθεσης πειστικών επιχειρημάτων) ότι η λέξη δεν πρέπει να ήταν σε χρήση στη χώρα πριν το 1922...

Στο παράδειγμα υπ' αριθμόν 3 παρατίθεται ειρωνική χρήση της λέξης από την δεκαετία του 60 και στην αυθεντική της μορφή (γιασά). Ο τύπος αυτός ανευρίσκεται εντός του σάητος εδώ κι εκεί και παραπέρα σε σχόλια του αυτοκτό.

Ασίστ : HODJAS.

  1. Γιασάν, να σε χαρώ εγώ
    και όχι κάνας άλλος
    είν' ο νταλκάς μου κούκλα μου
    για σένανε μεγάλος

Για μιά γυναίκα σαν κι εσέ θυσίασα το παν
Γιασάν, κοπέλα μου, γιασάν.

Από ζεϊμπέκικο (1954) του Δ. Ευσταθίου, εδώ.

  1. Η απάντηση στο ερώτημα που θέτουν οι πολίτες - υποστήριξε ο κ. Πάγκαλος - που τα φάγατε τα λεφτά είναι αυτή : Σας διορίζαμε για χρόνια, τα φάγαμε όλοι μαζί. Ακολουθώντας μια πρακτική αθλιότητας, εξαγοράς και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος. Γιασάν του μάγκα Πάγκαλου.

ΓΙΑΣΑΝ ΡΕ ΑΝΤΩΝ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΑΝ ΤΣΟΓΛΑΝ ΤΣΟΤΣΟΥΚ ΔΕΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙΣ Ε ποσο ακομη θα δουλευεις τον λαο ρε προδοτη ρε Μεσσηνιωτικη συκια για τον ΠΟΥΣΤΟ εισαι!

Μην απορειτε μετα γιατι μας φορτωσαν ενα καρο μνημονια. κι ο βαγγελας το ιδιο κανει και αλα του γιασαν!!!! ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟΣ Ο ΠΡΟΕΔΡΑΣ.

ΓΙΑΣΑΝ!!! ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡ!!!!!!!!!! ΟΠΑ!!!
και γαμω τους παπαδες!!! με χιουμορ!!

(όλα από το δίχτυ)

  1. Από το βιβλίο του Αντώνη Σουρούνη «Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου» (εκδ. Καστανιώτη 1989). Φουκαράς δημόσιος υπάλληλος βρίσκει, εν έτει 1964, χαρτοφύλακα με 100 χιλιάδες δραχμές, και μετά από ηθικές αμφιταλαντεύσεις αποφασίζει να τον επιστρέψει μέσω αστυνομίας στον ιδιοκτήτη του που, φευ, αποδεικνύεται φραγκάτος Ελληνάρας της εποχής, ο οποίος «Γελούσε. Όχι από χαρά που βρέθηκαν τα λεφτά του, γελούσε γιατί δεν είχαν αυτοκτονήσει ακόμα όλα τα κορόιδα και, επομένως, υπήρχε λόγος να ζει».

Οι, αντί ευρέτρων, ευχαριστήριες επιστολές που ζήτησε ο αφελής ευρών να σταλούν από τον αφηρημένο ευεργετηθέντα στην υπηρεσία του και στον Τύπο, μάλλον δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, αν κρίνουμε από το ποιόν του χλιδάτου:
- Γιασά ρε μάγκα!... Είσαι πολύ φίνο παιδί. Να περάσεις καμιά μέρα απ' το μαγαζί να πάμε στα μπουζούκια, να τα βάλουμε φωτιά και τα 'κατό.

  1. [...] εμφανίζεται στη μικρή πόλη μας ένα έφιππο απόσπασμα από Τσέτες. Είναι εκατό περίπου καβαλαρέοι [...] Διασχίζουν την πόλη μας από την μιά άκρη στην άλλη τραγουδώντας. «Γιασά Μουσταφά Κεμάλ πασά γιασά», είναι το ρεφραίν του εμβατηρίου τους. Ζήτω ο Κεμάλ λοιπόν, δηλαδή ζήτω ο πόλεμος! Πάλι και πάλι...

Βασίλη Νεφελούδη «Μαρτυρίες 1906-1938» (εκδ. Ωκεανίδα 1984).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: «Πάρε δρόμο!!», «Βρε ούστ!!», «Σπάσε!!», «Γκιτ ρε!!» (απ' το τούρκικο φύγε).

Λέγεται πάνω σε καυγά, με άγριο, αποφασιστικό ύφος και πολύ ελαφρά δασύ και τραβηγμένο το σίγμα.

Ο Λιάκος ο Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το παλιό προτρεπτικό επιφώνημα yisa! των χαμάληδων της Πόλης που το πήραν οι καπανταήδες -κι απ' αυτούς οι μάγκες (σημαίνει και: αλλάζω πορεία προς τον άνεμο). Πίσω του διακρίνει το ιταλικό (βενετσιάνικο κατά Τριανταφυλλίδη) ναυτικό επιφώνημα issa! (βίρα!), που λέγονταν όταν το ιστιοφόρο σήκωνε πανιά για να την κάνει.

Ίσα μωρή λούγκρα μη σηκωθώ και φτύσεις της μάνας σου το γάλα!

ΙΣΑ - Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (από allivegp, 12/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τσιπτετελικόν επιφώνημα τουρκικής προέλευσης (şinanay). Ακούγεται στο άσμα:

    Σήκω χόρεψε κουκλί μου,
    να σε δω να σε χαρώ
    τσιφτετέλι τούρκικο
    σινανάι γιαβρούμ σινανάι να.

    Άλλοι το εκφέρουν ως «νινανάι», αλλά το ορίτζιναλ είναι το πρώτο.

    Παρόμοια επιφωνήματα: μεγεμελέ, λάι λάι λάι, νάι νάι νάι, νε τσαρέ, ε γκιουλέ ολσούν, για χαμπίμπι, για λελέλι.

  2. Το κουνιστό οριεντάλ τραγούδι ή ο αντίστοιχος χορός.

  3. Το κέφι που προκαλείται από τέτοια τραγούδια ή χορούς.

Άμα αρχίσει το σινανάι, άντε να τους μαζέψεις ύστερα.

Τώρα και στην Κίνα. (από Galadriel, 16/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα επιτυχίας δηλ. «Ζήτω!», «έμπαινε Γιούτσο!» κλπ ή (ειρωνικά) αποτυχίας δηλ. «τώρα κονομήσαμε!», «την κάναμε από κούπες» κλπ.

Προέρχεται από το ιταλικό παιχνίδι λοταρίας tombola (<ιταλ. tombolare = κάνω κωλοτούμπουλες), το οποίο έπαιζαν πλανόδιοι τομπολατζήδες στους μαχαλάδες των πόλεων μέχρι και πριν από καμιά 70αριά χρόνια, κρατώντας ένα τύμπανο που, χτυπώντας το σαν σήτα, ανάδευε τους λαχνούς που χοροπηδούσαν.

Αυτός που του ’πεφτε ο τυχερός λαχνός, φώναζε χαρούμενα «τόμπολα!» και στη συνέχεια γύρευε από τον τομπολατζή το αντίτιμο (π.χ. χρηματικό έπαθλο, ένα μικρό δωράκι, κάτι φαγώσιμο κλπ).

Η έκφραση με την διπλή σημασία της λέγεται και στην Ιταλία, ενώ αντίστοιχα οι Αγγλοσάξονες λένε «Bingo!» (από το ομώνυμο παιχνίδι που παίζουν οι θείτσες) ή «Disco!», δηλ. «Μπράβο!», «Το πέτυχες!», «Διάνα!» κλπ.

Οι τομπολατζήδες, όπως και όλοι οι γυρολόγοι επαγγελματίες του δρόμου (λούστροι, καστανάδες, σημιτζήδες, καλντεριμιτζούδες, «παιχνιδιάτορες» μουσικοί, λαχανάδες, ακονιστές, σαμοβαροφόροι πωλητές τσαγιού ζωσμένοι φλιτζανάκια, ακροβάτες, κομπογιαννίτες, επαίτες με ζητιανόξυλο δίκην μουσικού οργάνου, παπατζήδες, οπωροπώλες με καροτσάκι κλπ) αποτελούσαν ιδιαίτερο σινάφι -και μάλιστα οι Σταμπουλούδες τομπολατζήδες διέθεταν δικές τους χορευτικές φιγούρες στον ζεϊμπέκικο, τον λεγόμενο «τομπολατζήδικο».

Μέχρι και σήμερα, σε διάφορα συνοικιακά ιχθυοπωλεία, ένα μεγάλο κι ακριβό (αλλά απούλητο) ψάρι «βγαίνει στη λοταρία» με πρωτοβουλία του ιχθυοπώλη προς τους παρεπιδημούντες μαγαζάτορες, προκειμένου να μην χαλάσει και ζημιώσει ο Αλφαβητίξ...

  1. (Θετικό περιεχόμενο):

- Ρε σύ, που’ σαι ψηλός, για κοίτα μήπως βγήκε η βαθμολογία στο Συνταγματικό!
- Ναι, κάτι βλέπω, τί μητρώο είσαι;
- 397.566.978 Β΄ κλιμάκιο... - Τόμπολα! Πέρασες φίλο!!!
-Σ ώπα ρε κι ετοιμαζόμουνα για Σεπτέμβρη, πώς έγιν’ αυτό το θάμα; Και δε μου λες, πόσο πήρα;
- Πουφουσού, μην τα θες κι όλα δικά σου!
- Δηλαδή;
- Ταληράκι, Παγκόσμιος Φοιτητική Σταθερά...

  1. (Αρνητικό περιεχόμενο):

- Από πού θέλετε να πάμε Κέντρο, από Κηφισίας για Σύνταγμα ή από Κατεχάκη, να κόψουμε από Κεδρηνού;
- Ξέρω γω; Καλύτερα το δεύτερο, γιατί άκουσα κάτι για πορείες σήμερα λέει...
- Καλώς!
- Αμάν! Τί γίνεται ’δω πέρα ρε παιδιά;
- Τόμπολα! Κλειστή η Πανόρμου, πέσαμε σε έργα...
- Ωωωχ... Εδώ θ’ αφήσουμε τα κοκαλάκια μας!

Η ΔΗ.ΑΝΑ... (από allivegp, 29/03/10)...και ο διάνος. (από allivegp, 29/03/10)Αφιερωμένο στον ΜΧΣ: Ο ευτραφής Σταμπουλούς οργανοπαίκτης είναι ο Αγάπιος Τομπούλης... (από HODJAS, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από το γνωστό επιφώνημα χαράς και πανηγυρισμού, είναι και το χαζοχαρούμενο άτομο, που χοροπηδάει με το κάθε τι, λες και η ζωή είναι κάτι το μόνο ευχάριστο.

Λέγεται και για καταστάσεις που και καλά είναι πολύ ανεβαστικές.

  1. - Γνώρισα χθες ένα παστάκι άλλο πράμα, αλλά πολύ γιούπι ρε φίλε, ό,τι και να της λέω γελάει, ξεκαρδίζεται, πηδάει στην αγκαλιά μου, ακόμα κι όταν είμαι σοβαρός θέλει λέει να με κάνει να διασκεδάζω.
    - Εεμ, πού έμπλεξε το κορίτσι με έναν ξινίχλα σαν και σένα...

  2. - Έεεεεεεεελα, πάμε στο πάρτυυυυυυυυυ!
    - Δεν πάω εγώ σε τέτοιες γιούπι φάσεις, ξέχασέ το.

Λ.χ. από Κηλαηδόνη (δεν βρήκα κάτι άλλο) (από Khan, 06/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα έκπληξης και αιφνιδιασμού, εμπνευσμένο από τα κόμιξ και τα καρτούν. Συνοδεύεται από θαυμαστικό ή αποσιωπητικά.

Υπερθετικός: Γκντόινγκ!

Ηχομημιτικό. Σα να σου έρχεται κάτι κατακέφαλα. Για την ακρίβεια κάτι μεταλλικό, που θα βγάλει και αυτόν τον ήχο. Ένα τηγάνι, ας πούμε.

Συνώνυμο: το μάτι μου!

Σχετικό (όταν ακούμε μια κοτσάνα): τούβλο

- Κώστα... Σε αγαπώ...
- Γκντόινννννγκ!

Ηχητική υποστήριξη του χαλικούτειου σχολίου (από allivegp, 20/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified