Έκφραση αγανακτισμένης προσπάθειας αποπομπής ανεπιθύμητου τύπου, στην προστακτική.

Αρβανίτικης καταβολής.

Σημαίνει, «άντε φύγε από δώ», «α πάγαινε!» και «άει προχώρα». Άλλη συνώνυμη φράση το «άντε χάσου από μπροστά μου!».

Το ψαγμένο της υπόθεσης είναι ότι σχετίζεται με την «πορεία» και μοιάζει πολύ με αρχαιοελληνική προστακτική του νεότερου «άντε πορεύσου!».

Ακούγεται σε λατρεμένα χωριά της Βοιωτίας (Κυριάκι και πέρα), της Κορινθίας (Σοφικό και πάνω) κι αλλαχού.

Διάλογος:

-«Mάνα μου, η μπίθα σου! Θες να κίχου-κίχου;»

-«Άει πόρου, σαχλέ!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άι στο διάολο.

Λέγεται στην Αιτωλοακαρνανία (Αγρίνιο, Μεσολόγγι κλπ).

- Να σου πω, εσείς εκεί στο Αγρίνιο δεν έχετε το περίφημο «Αγρίνιο FM», με τον εκφωνητή με την βλάχικη προφορά;
- Άι στο διάτανο ρε που θα μας πεις για τ' Αγρίνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κρητική έκδοση της έκφρασης «άι στο διάολο!» και, πιο συγκεκριμένα, για την περιοχή των Σφακίων.

Ο Γκίγκιλος είναι μια από τις κορυφές των Λευκών Ορέων στην Κρήτη, όπου οι κάτοικοι της περιοχής θεωρούσαν ότι κατοικεί ο διάβολος και επομένως, όταν ήθελαν να ξαποστείλουν κάποιον, του έλεγαν να πάει στον Γκίγκιλο.

Ουφ, μας τα 'πρηξες... Άμε στον Γκίγκιλο μωρέ!

(από pvnrt, 26/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια παραδοσιακή ύβρις από Κρήτη (Χανιά μεριά) που διαδόθηκε έναν καιρό από την ύπαιθρο στην πόλη μέσα από τη γνωστή οδό η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί ως
«τ' ακούω στο χωριό μου, το λέω στο σχολειό μου»
η οποία είναι νομίζω πολύ συνήθης για τις σλανγκ των επαρχιακών πόλεων.

Κυριολεκτικά σημαίνει: «άντε στο διάολο για να ξέρω που σε έχω [τοποθετήσει, αφήσει, εντοπίσει]»...

- Ουσιαστικά είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να μειωθεί κάπως η ένταση της αποστολής κάποιου στο διάολο μέσα α. από το γεγονός ότι σε στέλνω στο διάολο όχι για άλλο λόγο, παρά μόνο χρηστικά για να ξέρω πού βρίσκεσαι τοπικά, πού συχνάζεις....
β. από το γεγονός ότι, για να χρησιμοποιώ τον διάολο ως αποθηκευτικό μου χώρο, παναπεί πως κι εγώ τα ξέρω τα κατατόπια, είμαι δλδ κι εγώ διαολοσταλμένος ουκ ολίγες...
- Καμιά φορά λέγεται και σε 2 χρόνους δηλαδή «άμε στο διάολο [παύση] να κατέω που σ' έω«, και τότε πραγματικά έχει στόχο να ελαφρύνει λίγο το πράμα, δλδ να τονίσει ότι σε στέλνω στο διάολο καθαρά για λόγους γεωεντοπισμού.
- Από την άλλη όμως, το ότι με τη βρισιά αντιμετωπίζεις τον άλλο ως αντικείμενο ή και ζώο που το πας, το φέρνεις και το αποθηκεύεις, κάνει τη φράση αρκετά ηχηρή βρισιά....

- Μανώλη, σου βάλε απουσία ο Ρακοκαζανάκης...
- Κι εσύ ρε τσίρακα γιατί την έγραψες...
- Δε μπορούσα να κάνω αλλιώς γιατί το υπογράφει αμέσως...
- Ο μπεκρής ρε μαλάκα; Τ' αρχίδια του ελέγχει... απουσιολόγε, άμε στο διάολο... άμε στο διάολο να κατέω που σ' έω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πατρινή βρισιά, αγνώστου (σε εμένα) προελεύσεως. Αν δεν ακούσει κανείς τον Ηλία το μάστορα (τον μοκετά) να την εκστομίζει, δεν μπορεί να κατανοήσει το νόημά της...

(Ηλίας): Ρε πού στο διάολο θα τρέχουμε Αγιοβασίλη βραδιάτικα να βάλουμε μοκέτες, γαμώ το μουνί της οικογένειάς του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κεφαλλονίτικη έκφραση. Εννοείται ο Άι Γεράσιμος. Προφέρεται «γαμώ τονάι μου».

  1. Κόπηκα γαμώ τονάι μου.

  2. Πού χάθηκες γαμώ τονάι σου;

κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες συνομοταξίες γουρνάρηδων, με διαφορετική ετυμολογική προέλευση:

1. Ο χοιροβοσκός. Η ορθή προφορά είναι γουρνάρς.

Εκ του γουρουνιού (< αρχ. γρώνα, η γουρούνα).

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθούμε που πήγε η δεύτερη συλλαβή ου, οέο. Εξερευνώντας την επαρχία μας θα διαπιστώσετε ότι πάμπολλες ταβέρνες δελεάζουν τους περιηγητές με μια μαγική επιγραφή: γουρουνόπουλο σούβλας. Φτάνοντας όμως στην Πελοπόννησο, και προχωρώντας νότια προς Αρκαδία και Μεσσηνία, οι πιο οξυδερκείς καλοφαγάδες θα παρατηρήσουν μια ειδοποιό διαφορά που θα διεγείρει τους σιελογόνους αδένες τους: στις πινακίδες των ταβερνείων το γουρουνόπουλο μεταλλάσσεται σε γουρνοπούλα.

Εγκαταλείπεται δηλαδή η πλεονάζουσα συλλαβή ου και πέφτουμε πάραυτα στο ψητό.

Με την ίδια λοιπόν αφαιρετική λογική ο γουρουνιάρης χοιροβοσκός γίνεται γουρνάρης. Ο έχων την ετυμολογία του χοίρου γουρνάρης έχει, εκ του προχείρου, δύο σλανγκικές εφαρμογές:

α) Ο μηχανόβιος aficionado της γνωστής γουρούνας.

β) Έτσι ακοκαλείται, με βουκολική διάθεση, οποιαδήποτε μορφής ανθρώπινο γουρούνι: - Όργανα της τάξης - Σοβινιστής φαλλοκράτης (ήτοι οιοσδήποτε άνδρας δεν το σφίγγει το μπουλόνι) - Ακατάστατος και εν γένει λιγδιάρης (γράφε, μη μητροφυλόφιλος).

2. Παραδοσιακό παιχνίδι του παρελθόντος

Εκ της γούρνας (< αρχ. γρώνη, η κοιλότητα) του οποίου οι κανόνες μπορείτε να διαβάσετε εδώ, αρκεί να σντικαταστήσετε ως συνήθως το ερωτηματικό.

Γουρνάρης, the pig farmer:

Ο μόνος που δεν ψήφισε ακόμη είναι ο Τζίμος ο γουρνάρης. Βλέποντας ότι η ψήφος του είναι καθοριστική τρέχουν να τον παρακαλέσουν να διαλέξει την μία ή την άλλη παράταξη. Ο Τζίμος ανένδοτος δεν αποδέχεται τις προτάσεις αλλά τους εκβιάζει λέγοντας να ψηφίσουν αυτόν για πρόεδρο. (Από τοπική εφημερίδα της Ημαθίας)

Γουρνάρης, the male chauvinist pig

Λίλιαν: Είσαι ένας αισχρός άθλιος γουρνάρης!
Πέρι: Γουρνάρης, χρου;;;

Γουρνάρης, the game:

Για μπάλα είχαν το σκλεπατάρι,
πηδούσαν σαν καλλικατζάροι,
στη γούρνα έπρεπε ν’ αράξει
ο γουρνάρης για ν’ αλλάξει.
(Από λαογραφική ιστιοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δαυλός στον κώλο σου: Σκληρή, Δυτικοκρητική απ' όσο ξέρω, βρισιά, η χρήση της οποίας κινείται μεταξύ του «άντε γαμήσου» και του «φωτιά στα μπατζάκια σου», κάτι δηλαδή σε φάση «κάνεις μαλακίες και «τώρα άντε γαμήσου, τράβα κουπί σκλάβε στη γαλέρα».

Τώρα μπορείτε να φανταστείτε πόσο αστείο φάνηκε στη λεβεντογέννα το περιοδικό «Δαυλός» κρεμασμένο στα περίπτερα.

- Έλα ρε Κώστα, θα 'ρθείς να πεις δυο λογάκια στην Τιτίκα γιατί τα 'χω κάνει μπουρδέλο εδώ πέρα...
- Τι λέει;
- Έλα ρε συ να βοηθήσεις την κατάσταση γιατί...
- Δαυλός στο γκώλο σου ρε μαλάκα, που θες και να 'ρθω, μαλάκα, που έβαζες τσίτες για μένα στη Λιλίκα τόσο καιρό και τώρα μου τηλεφωνείς ρε ρουφιάνε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στην Ιθάκη και προέρχεται από το «Δίαβολε, να μπεις μέσα του». Αντίστοιχο με το άντε γαμήσου, αλλά πιο ήπιο.

-Με τρόμαξες, ωρέ διαλέμπαμεσασου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα αγνώστου προελεύσεως (προφ ενδοπελοποννησιακή) που διαδόθηκε ευρέως με την ταινία «Τσίου».

Σημείωση 1: Ο γράφων την έχει ακούσει σε διάφορες φάσεις, όλες μετά την ταινία, όπως από φορτηγατζή στην Πατησίων, από γκόμενα προς άλλη γκόμενα κλπ και δεν αμφιβάλει για τη σλανγκύτητα της.

Σημείωση 2: Σε προσωπική κουβέντα με το σκηνοθέτη του «Τσίου» Μάκη Παπαδημητράτο, μου είπε ότι ούτε κι αυτός γνωρίζει την προέλευση της ατάκας καθώς δεν υπήρχε στο αρχικό σενάριο και την είπε η ατομάρα που ακούει στο όνομα Ερρίκος Λίτσης (που υποδύεται το Στέλιο), όταν έμαθε ότι το όνομα αυτού που θα έβριζε ήταν Μπακατσιάκος τουτέστιν εξ Μάνης.

Στέλιος το στυλιάρι: «Πούστη Μπακατσιάκο, θα σου βάλω τον Ταΰγετο στον κώλο πέτρα-πέτρα!»

(από protnet, 20/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified