Further tags

Έμμετρος και ποιητικός τρόπος για ν’ αποκαλέσεις τον άλλο πούστη. Ερανισμένο από την α-χτύ-πη-τη Ανθολογία νεοελληνικής αθυροστομίας της Μαρίας Κουκουλέ.

-Τι φιλήδονες χειλάρες που έχεις γλυκέ μου!
-Ίσα μωρή χαμούρα! Από τον κώλο φαίνεσαι πως αγαπάς τα σύκα.

πρβλ. συκιά, τσαπέλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παμπόνηρος, πανέξυπνος και καπάτσος άνθρωπας. Μπορεί να ειπωθεί είτε καταπρόσωπο, οπότε λογίζεται ως έπαινος, ή τουλάχιστον με έκδηλα εύθυμη διάθεση, είτε πίσω από την πλάτη του άλλου, οπότε αποκτά αρνητική έννοια: ο επικίνδυνος παμπόνηρος, πανέξυπνος και καπάτσος άνθρωπος, η σουπιά.

  1. - Κι έτσι φίλε μου και το Μαράκι είναι ευτυχισμένο και το Λίλιαν χορταίνει πούτσο. - Είσαι μια χαμούρα εσύ!

  2. Να τον προσέχεις τον πρόεδρο. Είναι μεγάλη χαμούρα. Πάει πάντα μ' όποιον δίνει τα περισσότερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοείται πρήζω στο ξύλο (από τα χτυπήματα), αλλά λέγεται έτσι, σκέτο. Ιδιαίτερα οπαδικό, ακουσμένο προς το παρόν πολύ στην Θεσσαλονίκη.

Πρβλ. και κάνω γκάιντα, τουμπανιάζω, κάνω τόπι στο ξύλο.

  1. Από εδώ:
    - παρε πουλο ρε άνιωθε , και που απαντας στο comment πολυ ειναι
    - αμα σε πρήξω θα σου πω εγώ μουνόπανο

  2. Από εδώ:

- THA PARO FORA APO TO SOUNIO GIA NA ERTHO NA STON KARFOSO STON KOLO KAI NA SOU VGEI APO TO STOMA
- NA ΠΑΡΕΙΣ ΦΟΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΥΚΑΒΗΤΟ ΚΑΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙΣ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΚΛΑΣΕΙΣ,ΛΟΥΓΚΡΑ.....
- kourada tha se kano ego ama se prikso sto ksylo palioaderfi

(από patsis, 09/09/11)(από patsis, 09/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published

... να πάρει γεύση από σκέψη.

Μ' άλλα λόγια σκέφτομαι πριν μιλήσω, μιλώ αφού έχω κάνει έστω μια ελάχιστη ανάλυση των δεδομένων, με λογικό ειρμό, ακόμα και αν τελικώς αποδειχθώ λάθος.

Η έκφραση κυρίως χρησιμοποιείται σαν ειρωνική και επιθετική προτροπή σε κάποιον που λέει ό,τι νά 'ναι. Ή σε αυτόν με τον οποίο διαφωνούμε για να υποβαθμίσουμε την διανοητική του επάρκεια.

Βλ. και εγκεφαλοκλάνι. Αντίθετο: βουτώ τη γλώσσα στον κώλο.

  1. Από εδώ:

Λοιπόν βούτα τη γλώσσα στο μυαλό σου πριν μιλήσεις γιατι είναι κρίμα να χαλάσουμε το τόπικ των παιδιών επειδη εσυ δεν σκέφτεσαι.

  1. Από εδώ:

Ποιος ειναι πολυ μικρος;ο Μιχαλης; αχαχαχαχαχαχαχαχααχαχαχαχα! Ρε βουτατε την γλωσσα στο μυαλο πριν πειτε την μαλακια σαςΡομπα γινεστε! Απειρα respect στον B.D FOXMOOR!Ειναι ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός που, όταν αναφέρεται σε κάποιο άτομο, σημαίνει τον άχρηστο, αυτόν που είναι για πέταμα, το σκουπίδι, το τσόλι (που υπονοείται έντονα μια και είναι παρά φι ομόηχα), τον αναξιοπρεπή, τον μικροπρεπή, που δεν έχει περιεχόμενο, ουσία άρα και ποιότητα, αυτόν που το ηθικό του ανάστημα θυμίζει φιλαράκι της Χιονάτης χωρίς τα φημολογούμενα προσόντα.

Πολύ κοντά στο άδειο μύδι, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευκολότερα στο γραπτό λόγο στη θέση βαρύτερων και σλανγκικότερων χαρακτηρισμών.

Όταν εκτοξεύεται σα βρισιά είναι -εκτός των παραπάνω- κοντά στα: «βλάκας», «ανόητος», «μισή μερίδα» και ανάλαφρες εκδοχές του «μαλάκας».

Μέχρι εδώ, ξέρει πάνω – κάτω κι ο Μπάμπης.

Παίζει σε εκφράσεις όπως:

---ακόμη δεν βγήκε απ’ το τσόφλι καθόλα ισάξιο του «ακόμη δεν βγήκε απ’ τ’ αυγό» που εκτοξεύεται προς μοιράκια, στραβάδια, νέοπες και γενικά νιάτα κάθε είδους.

---ούτε τσόφλι: τίποτε, καθόλου, κανένας, ούτε κατά διάνοια, ούτε μυρωδιά, ούτε δείγμα.

---άσ’ τα τσόφλια: άσ’ τα σάπια / τα πούστικα που ξέρεις / τις μαλακίες / τις βλακείες / τα μα και μου, όπως φαίνεται και στο π.χ. που δίνει ο GATZMAN εδώ.

Όταν αναφέρεται σε κάποιο αντικείμενο (συνήθως είδος εξοπλισμού, σκαρί, κατασκευή, ακόμη και μηχανοκίνητο) υπονοεί πως από τη μάνα του είναι εύθραυστο, προβληματικό, ευτελές, με περιορισμένες δυνατότητες σε σύγκριση με κάποιο άλλο.

Μ’ αυτή την έννοια, εκτός από απαξιωτικά, μπορεί να εκφέρεται και χαϊδευτικά αφού ακόμη κι αν όταν ονειρεύεσαι Maserati παθαίνεις απανωτές φλοκοδιαρροές, η σχέση λατρείας – μίσους που σε δένει με το όποιο σαραβαλάκι σου δεν σου επιτρέπει παρά μόνο πικραμένη γλύκα στη φωνή όταν το βρίζεις. (Απόρροια του δεσίματος με τα καθημερινά αντικείμενα σε συνδυασμό με το φετιχισμό που καλλιεργεί η καταναλωτική κοινωνία και, κάπου – κάπου, ένα υφέρπον ταξικό μίσος ζευγαρωμένο με φανερή ζήλια για τους έχοντες και κατέχοντες).

1.
Τα σοσιαλιστικά τσόφλια που ψήφισαν το μνημόνιο παρεούλα με την τελειωμένη και τον κωλοτούμπα, δεν έχουν κανένα δικαίωμα στην διαφωνία. Αν διαφωνούν, ας το δείξουν στο Κοινοβούλιο κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου, αλλιώς, μόκο και ταβλάκι στο καφενείο της Βουλής.

2.
Σοβαρά το νόημα της ζωής είναι το να έχεις ζωή, όποτε σταματήστε να διαβάζετε χαζά βιβλία και get a life! Που μου διαβάσατε τον τίτλο και νομίζατε ότι θα μιλήσουμε για αστρικό ταξίδι, τσόφλια!!!!

3.
Εγώ που δεν έζησα τίποτα ουσιαστικό, για την ηλικία μου. Κοιτώ τους εικοσάρηδες κι αισθάνομαι ότι έχω γεράσει. Στα 34 μου. Φαντάζομαι ότι φυλάνε κατουρημένες ποδιές για μια θέση στο δημόσιο. Ποιος είσαι εσύ, που θα βρεις μόνιμη δουλειά, ακόμη δεν βγήκες απ’ το τσόφλι;

4.
Ήμασταν καμιά 100αριά άτομα, από τις 8.30 το πρωί. Είχαμε σταθεί στην κύρια είσοδο με πανό και ντουντούκες, διακριτικά «κλεισμένοι» από μια διμοιρία μπλε για να μην κόβουμε την είσοδο. Γύρω (εκτός όσων συνοδεύανε κρατουμένους) μπόλικοι ασφαλίτες, πεζοί και με μηχανάκια, κόβανε κίνηση. Από φασίστες, ούτε τσόφλι.

5.
Μπορεί να είναι ανθεκτικά αλλά χαλάνε. Το ντουλαπάκι και σε εμένα και σε όλους χαλάει εντάξει μου το πέρασαν στην εγγύηση. Εγώ το μεγάλο πρόβλημα που έχω σε 5θυρο και οι πίσω πόρτες είναι οι χειρότερες πόρτες που έχω δει. Είναι τσόφλια τελείως, το έχω ένα χρόνο και κουνιούνται χωρίς να τους κάνω πολύ χρήση. Το χερούλι είναι τελείως πλαστικό σε αίσθηση και τα πλαστικά στις πόρτες σε ανωμαλίες στο οδόστρωμα (όχι λακκούβες) τρίζουν. Αν δείτε 5θυρο ανοίξτε και κλείστε τις πίσω πόρτες να δείτε. Δοκιμάστε μετά και τις μπροστά...

6.
Και μέχρι στιγμής κανένας δεν έχει «πειστήρια». Τι είδους; μια ανάλυση λαδιών μετά από ΧΨ χιλιάδες χιλιόμετρα. Εδώ σε CATERPILLAR, λάδια ημισυνθετικά γνωστής εταιρίας μετά από 200 ώρες non-stop χρήσης (αν γνωρίζει κανείς από Τσιμέντα Χαλκίδος ξέρει για τι τέρατα μιλάω) σε τρελές θερμοκρασίες και καταπονήσεις, ύστερα από ανάλυση και τα λάδια μπορούσαν να βγάλουν κι άλλο και τα κρατάγανε μέχρι 240-250 ώρες!! Και μιλάμε τώρα για το τι καταπόνηση δέχεται το λάδι στα τσόφλια μας;

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφεται σαφώς συνηθέστερα με τα τρία πρώτα γράμματα κεφαλαία αφού προέρχεται απ' τα γνωστά Μ.Μ.Ε. (μουμουέ: Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ή κατά άλλους –επαναλαμβάνοντας τον Khan και συμπληρώνοντας– Μέσα Μαζικού Εκβιασμού / Εκμαυλισμού / Εκφυλισμού / Ελέγχου / Εξευτελισμού / Εξονειδισμού / Επηρεασμού / Εφησυχασμού ή Μέσα Μαζικής Εθελοτυφλίας / Εξαγρίωσης / Εξαθλίωσης / Εξαπάτησης (η πλέον χρησιμοποιούμενη βαριάντα) / Εξαχρείωσης / Εξημέρωσης / Εξιλέωσης / Εξόντωσης / Εξουθένωσης / Επιτήρησης / Ευθυγράμμισης).

Διαβάζεται μουμουές ή (σπανιότερα) μιμιές με πληθυντικό μουμουέδες ή μιμιέδες αντίστοιχα.

Αναφέρεται απαξιωτικότατα στο γνωστό, πασίγνωστο διαπλεκόμενο και παρατρεχάμενο της Εξουσίας ον, που παπαγαλίζει με υφάκι την εκάστοτε γραμμή που παίρνει, μεγεθύνει το ασήμαντο, αγνοώντας, κάνοντας γαργάρα ή συκοφαντώντας το σημαντικό, λιβανίζει φελλούς, κωλογλείφει τενεκέδες ξεγάνωτους, κανιβαλίζει τον πόνο, τρέφεται με αίμα και σπέρμα, λαϊκίζει ξεφωνίζοντας, αγωνιζόμενο μόνο για τις εντυπώσεις.

Χρωματισμένος, εξασκείται στο πέταγμα λάσπης, είναι τρομολάγνος, εκφράζεται δημοσίως με κλισέ και για πετ φροντίζει κοριούς. Ξέρει περισσότερα απ' όσα λέει και μένει μαλάκας όταν μαθαίνει όσα έπρεπε να ξέρει.

Ακόμη όμως και το σχόλιο του δημοσιογράφου Παύλου Τσίμα για «το πάρτυ στην πλατεία... που διοργανώνεται κάθε βράδυ με επιτυχία» ήταν αρκετό για να ξεσηκωθούν οι «διαδικτυακοί» αγανακτισμένοι, κάνοντας λόγο για «τηλε-καννίβαλους» και «τελειωμένους ΜΜΕδες».

(Απ' το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οποιαδήποτε συσκευή σπάει τα νεύρα του χρήστη της, λόγω βλάβης, παλαιότητας, κινεζικής κατασκευής. Κομπιούτερ που κρεμάει, ραδιόφωνο ή τηλεόραση που κάνει παράσιτα, αυτόματο μηχάνημα που κολλάει –και σου τρώει και το κέρμα–, μάτι κουζίνας που δε ζεσταίνει και μύρια όσα άλλα.

Το λήμμα προσφέρεται προπαντός για οργισμένη προσφώνηση, συνοδευόμενη από σφαλιάρα ή κλωτσιά, προς το δύστροπο μηχάνημα, ως την πλέον αρχέγονη μέθοδο αποκατάστασης βλαβών –προϋπήρχε ακόμη και της επανεκκίνησης. Ακόμη κι αν η μέθοδος έχει περιορισμένες –αλλά όχι αμελητέες– πιθανότητες επιτυχίας, είναι πάντοτε ευεργετική για την ψυχική ισορροπία του χρήστη του μηχανήματος, η οποία έχει άρτι διαταραχθεί από τις επίμονες δυσλειτουργίες του καβουρδιστηριού.

(Ραδιόφωνο): Παντρεμέεεεενοι κι οι δυο ΓΚΖΖΖΖ ΓΚΖΖΖΖ ΜΠΡΡΡΡΡ
(Ακροατής): ΓΚΡΑΟΥΓΚ (=ήχος μπουνιάς). ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΓΑΜΗΣΟΥ ΜΑΛΑΚΙΣΤΗΡΙ! (Ραδιόφωνο): Γύρνα σεεεε παρακαλώωωωωω…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ουσ., προσβλητικό) Ο φοιτητής αυτός, που κυριότερο χαρακτηριστικό του είναι ότι ψηφίζει πλαίσια της ΔΑΠ στις συνελεύσεις της σχολής του.

Μπορεί να είναι είτε δηλωμένος Δαπίτης, είτε και καλά ανεξάρτητος και «έχω σιχαθεί τις παρατάξεις στο Πανεπιστήμιο». Έχει και καλά φιλελεύθερες απόψεις και υποστηρίζει πάνω από όλα την ομαλή λειτουργία του Πανεπιστημίου σε ανοικτές συζητήσεις. Ψηφίζει ΔΑΠ όχι γιατί πραγματικά τη στηρίζει, αλλά γιατί και καλά αυτό τον εξυπηρετεί σε (όλως τυχαίως) κάθε συγκυρία.

Γενικώς, είναι και καλά οτιδήποτε, και καλά κουλτουριάρης, και καλά φιλοσοφημένος, και καλά δραστήριος, και καλά μέσα σ' όλα τα προάγουν την πρόοδο της χώρας και της νεολαίας, αλλά όταν είναι μόνος του, ακούει κρυφά από τα ακουστικά του Νίκο Βέρτη και Χαρά Βέρα. Όταν η παρέα είναι ανάλογη, κυκλολοφορεί με γυαλί ηλίου Gucci, ροζ μπλουζάκι πόλο με σηκωμένο το γιακά και καρό βερμούδα και παραγγέλνει φρεντοτσίνο σε καφετέριες της παραλιακής. Είναι τότε που προβάλλεται το πραγματικό εγώ του, σαν λυκάνθρωπος κάτω από γεμάτο φεγγάρι.

Κρατάει στο χέρι του την τελευταία λέξη της τεχνολογίας στα κινητά, παίζει φανατικά τίτσου, συζητάει κατά 95 % με τους φίλους του για μπάλα ή για αμάξια, και το βράδυ του δεν είναι ποτέ ικανοποιητικό αν δεν έχει κλείσει μπουκάλι σε μπάρα σε γνωστό μαγαζί με νεολαία. Με λίγα λόγια, είναι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του Ελληνάρα.

Κοινή συζήτηση μεταξύ δύο δάπαρων:
- Φιλαράκι, πάμε σήμερα Κίσφις; Έχω κλείσει μπουκάλι βοτκίτσα, θα πω και σε δύο μωρά να έρθουνε, θα περάσουμε πολύ κυριλέ!
- Ναι ρε, γουστάρω! Πήρα κι ένα γαμάτο ροζ μπλουζάκι χθες 200 ευρώ, θα το φορέσω, ε;

Από την αντισυγκέντρωση της ΟΝΝΕΔ στην Κοραή για "Ανοικτά Πανεπιστήμια". (από Khan, 25/11/13)(από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που με το κουτσομπολιό διαβάλλει, βάζει φιτίλια, παροτρύνει ύπουλα κάποιον εναντίον κάποιου άλλου.

Η Κατίνα κοινώς, αλλά με επιπλέον προτερήματα... να συκοφαντεί, να διαλύει ζευγάρια και φιλίες. Το σούχλιμα σημαίνει στην ουσία όταν μια μαγείρισσα καίει (χαλάει) το φαγητό (εις την Κρητική διάλεκτο).

Σάκης , μπαίνει στο σπίτι και βλέπει την κυρα κατινα να κάθεται με τη γυναίκα του,η οποία κατινα εχει θάψει καμιά δεκαριά... συγγενείς και φίλους του σακη,ο σακης φορτώνει ,και λεει:Ρε γυναίκα τι κάθεσαι κι ακούς αυτή τη σουχλιστρα,δε σου πα να μην ξαναπατήσει στο σπίτι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακραία υποτιμητική έκφραση για ηλικιωμένο πρόσωπο. Αν ο σκέτος μαλάκας μπορεί να έχει μια πληθώρα σημασιών, και ιδίως ως προσφώνηση μπορεί να είναι γνήσια έκφραση φιλίας, ή και θαυμασμού, και αν η πράξη της μαλακίας στις ημέρες μας έχει επαρκώς απενοχοποιηθεί, θεωρούμενη ως απολύτως φυσιολογικό, αν όχι και απαραίτητο στοιχείο της σεξουαλικής ζωής, ιδίως κατά την περίοδο της εφηβείας, από ένα σημείο και πέρα παύει πάντως να συγχωρείται και αν ο άνθρωπος έχει φτάσει να γεράσει και όμως δεν το παρατά το άθλημα, τότε είναι φανερό ότι πρόκειται για αδιόρθωτο μαλάκα, με την κακή έννοια, μαλάκα με πατέντα.

Μπορεί πρώτα πρώτα ν’ αναφέρεται σε χούφταλο μπανιστιρτζή που του τρέχουνε τα σάλια. Στο γέρο που λόγω παρακμής αδυνατεί πλέον να γαμήσει, και τη βρίσκει δια χειρός Βαράγκη. Αλλά κατ’ εξοχήν σημαίνει τον κακό γέρο, το μοχθηρό, το είδος αυτό ανθρώπου που με το πέρασμα των χρόνων έχει εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να βελτιώσει λίγο ή έστω να συγκαλύψει τα αρνητικά στοιχεία του παλιοχαραχτήρα του και πλέον εκδηλώνεται σε όλο του το μεγαλείο: μίζερος, τσιγκούνης, γκρινιάρης, φορτικός, το είδος του ανθρώπου που συναντάς και χαλάει η μέρα σου (αν τον έχεις και μες στο σπίτι του εξετάζεις σοβαρά τη λύση της αυτοκτονίας). Επίσης στο θύμα της γεροντικής άνοιας, στο γερο-πρήχτη και εν γένει σε κάθε είδος αποκρουστικού γέρου. Προνομιακό πεδίο δράσης του τα λεωφορεία, όπου αρέσκεται να επιπλήττει τους νέους που δε σηκώνονται για να καθήσει αυτός.

Συμπαθέστερο είδος γερομαλάκα (πρήχτης αλλά όχι και παλιοχαραχτήρας) είναι το μοναχικό χούφταλο που κολλάει σε νεανικές παρέες και, αφού εντοπίσει τον αδύνατο κρίκο, τον οποίο και θα πλευρίσει, αρχίζει την ακατάσχετη φλυαρία ενώ η ομήγυρις μάταια αγωνιά ν’ αρπαχτεί από καμία παύση για να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Τα θύματα μπορεί να είναι αγόρια, οπότε ο γερομαλάκας συνήθως θ’ αναφέρεται στα πάλαι ποτέ ερωτικά του κατορθώματα και θα δίνει πρόστυχες συμβουλές, ή κοριτσάκια, οπότε ο γερομαλάκας θα σαλιαρίζει σε πατρικό στιλ ζαχαρώνοντας ταυτόχρονα τα γκομενάκια.

Το γερομαλάκα ανέδειξε ο πολύς Reiser, που ο ίδιος πέθανε το 1983 στα 42 του από καρκίνο των οστών. Το Βαβέλ ή το Παρά Πέντε, δε θυμάμαι τώρα, τίμησε το θάνατό του με μια φωτογραφία του με τη λεζάντα: «Δε θα γίνω ποτέ γερομαλάκας».

  1. Κοίτα εκεί τον ]γερομαλάκα πώς καρφώθηκε να χαλβαδιάζει το γκομενάκι με το ξώβυζο και του τρέχουνε τα σάλια.

  2. - Τι έγινε πάλι; Γιατί είναι παγωμένα τα καλοριφέρ; - Γαμώτο πάλι θα πήγε ο γερομαλάκας από τον πρώτο και θα το έκλεισε ο παλιοτσιγκούνης.
    - Προπόνηση για τον τάφο κάνει ρε πούστη μου;

  3. - Μαλάκα σύρμα, μην κοιτάς και προχώρα ίσια μπροστά. - Τι έγινε; - Στο παγκάκι είναι ο γερομαλάκας που προχτές μας την είχε πέσει και ξημερωθήκαμε μέχρι να ξεμπερδέψουμε. - Ώχουουου! Τη βάψαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified