Further tags

Πολύ άσχημη γυναίκα. Σε πιο χυδαία μορφή, να μασάς σκατά και να φτύνεις.

Παναγία μου, η Παρθενόπη δεν βλέπεται! Είναι να μασάς κουκιά και να φτύνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ άσχημη γυναίκα.

Παλαιά συνθηματική έκφραση, παραπέμπει στον Κώδικα του Χαμουραμπί.

- Είναι να μασάς κουκιά και να φτύνεις!
- Άσ' τα, ανήκει στον Κώδικα!

Ο Βασιλεύς Χαμουραμπί (από Vrastaman, 26/08/08)Ανήκει στον κώδικα. (από Vrastaman, 26/08/08)Ανήκει στον κώδικα. (από Vrastaman, 26/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρέα από ομοφυλόφιλους, κατά το κουστωδία.

- Πλάκωσε ο Ψινάκης με όλη την πουστωδία!

Πουστωδία πολιτικών "επιλύει" το Κυπριακό (από Vrastaman, 08/07/08)Σκύψε, ευλογημένε! (από Vrastaman, 23/10/08)

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Εβραίος, ο αβάπτιστος, εις την ρατσιστικήν.

- Οι αλάδωτοι κυβερνούν συνωμοτικά τον κόσμο!
- Ξεκόλλα ρε, το πολύ το raus-raus το βαριέται και ο Klaus!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του μαλάκας.

Εκ της γνωστής ατάκας του Χ. Κλυνν «δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!»

Τί είπε πάλι ο νταλάρας!

(από Khan, 19/03/15)

Δες και νταλαροειδές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιεκτικός χαρακτηρισμός για γυναίκα ανόητη και σπαστικιά. Έχει γνώμη για όλα και γνώση για ελάχιστα και συνδυάζει την πολυλογία με την ενοχλητική φωνή. Συνήθως άνω των 40.

Είναι σύνθετη λέξη από το κόρακας (με μετατροπή του -ο σε ) + αηδόνι. Η καρακαηδόνα νομίζει ότι είναι αηδόνι και επιβάλλεται να κελαηδήσει, όλοι οι άλλοι την βλέπουν ως κοράκι και παρακαλούν από μέσα τους να βγάλει τον σκασμό.

  1. - Το ίντερνετ διαφθείρει τη νεολαία ... Αν διαβάσετε αυτά τα βλογκς, θα φρίξετε...
    - Ε, εντάξει... δεν είναι και τόσο δραματικά τα πράγματα κυρία Χατζηκωλάρα μου... Μην ανησυχείτε και τόσο πολύ... (ουστ, μωρή καρακαηδόνα πού 'μαθες και τα μπλογκς κι έχεις κι άποψη ...)

  2. Η καλύτερη δυνατή επιλογή γι' αυτό το show. Eίναι χαριτωμένη, είναι γλυκιά, είναι κεφάτη κι όχι καμιά σιτεμένη καρακαηδόνα κι ας την αφήσουμε κι εμείς να κάνει το κέφι της όσο καλύτερα μπορεί. (Από σχόλιο σε forum μετά την επιλογή της Καλομοίρας για τη Γιουροβίζιον)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο γλοιώδης τύπος που διεκδικεί την κοινωνική του ανέλιξη με κάθε μέσο. Βασικότερο χαρακτηριστικό του είναι η συνεχής αυτοπροβολή της μίζερης κενότητάς του.

Ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι εντελώς κενός, ένας σαραϊδάρης, τίποτε περισσότερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που το παίζει κιμπάρης αλλά κατά βάθος είναι γύφτος.

- Ρε τον Βαλάντη χαλάει δυόμισι χιλιάρικα στα μπουζούκια και κάνει μανούρες στον σουβλατζή γιατί λέει είναι ακριβός 2 ευρώ ο γύρος!
- Μεγάλος κιμπαρόγυφτος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του βρωμύλος και του γνωστού Τσέχου σκηνοθέτη Μίλος Φόρμαν («Στη φωλιά του κούκου») έχουμε έναν καλυμμένο και σχετικά ήπιο χαρακτηρισμό του κοινού βρωμιάρη, αυτού που εναλλακτικά αποκαλούμε λέσι, λεχρίτη, γλίτση ή λερέτη.

Ο Βρωμύλος Φόρμαν, για ευνόητους λόγους σχετίζεται με το γνωστό χρώμα βρωμυλί, το οποίο μοστράρει σε ρούχα, παπούτσια και λοιπά αξεσουάρ.

Προς άρσιν παρεξηγήσεως, δεν υπάρχουν ενδείξεις, πολλώ δε μάλλον αποδείξεις, ότι ο συμπαθής Τσέχος σκηνοθέτης είναι όντως άπλυτος και λίγδας. Απλά άτυχος για τις ανάγκες του σάιτ...

- Έτοιμος...
- Τι έτοιμος ρε χαρμπαγιάγκαλε; Έτσι θα βγεις ρε μαλάκα, άπλυτος και αξύριστος και θα ψάξεις για γκόμενες; Ε ρε κατακαημένε... Βρωμύλος Φόρμαν!
- Ωραίος σκηνοθέτης, αλλά τι σχέση έχει ο Φόρμαν με το πώς θα βγω εγώ;
- Α καλά...

(από acg, 25/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O αστυνόμος, ο τροχαίος, ο τηρητής της τάξης και του νόμου, ο κατά κόσμον μπασκίνας.

Τα παράγωγα της λέξης είναι το μπατσικό (περιπολικό) και η μπατσαρία (η αστυνομία σ' ένα γενικότερο) ενώ γνωστό είναι και το κλασικό πλέον σύνθημα μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι. Για τις σπάνιες περιπτώσεις που κάποιος θέλει να αναφερθεί χαϊδευτικά σ' έναν εκπρόσωπο του είδους, υπάρχει και η εκδοχή μπατσούλης (δέον να χρησιμοποιείται με μέτρο).

Η GLX βερσιόν του μπάτσου είναι ο μπάτσμαν.

- Πέρνα ρε μαλάκα, πορτοκαλί είναι, δηλαδή τι πορτοκαλί, σαν ώριμη ντομάτα...
- Όχι ρε πούστη μου! Μπάτσος! Τι θέλω και σ' ακούω ρε άχρηστε;

(από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified