Το νταλαβέρι, το ντιλεριλίκι, εμπόριο ναρκωτικών ουσιών. Ο πληθυντικός παραπέμπει προπαντός στο μικρεμπόριο που κάνει το βαποράκι, προς εξασφάλιση της δόσης και τέρψη των φίλων του. Μεταγενέστερη είναι η εισαγωγή του ντιλ στον ενικό, που υιοθετήθηκε εδώ και καμιά δεκαετία νομίζω, το οποίον αναφέρεται σε νταλαβέρι εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρώ και άνω, υπάγεται στο χώρο του μεγάλου οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος, με πολιτικούς, μίζες κλπ. και όχι της μικροπαραβατικότητας.

(Απελπισμένος χαρμάνης προς την τρίτη κατά σειρά άκρη που απευθύνεται:)
- Έλα ρε, τι γίνεται; Χαθήκαμε. - Ε, ναι, καλά όλα, ησυχία. Έχει πέσει πολλή δουλειά, δε βγαίνω πολύ. Τα ’χω κόψει και τα ντίλια.
- (Λυγμ!) Α, μάλιστα, καλά ρε συ, να βρεθούμε καμιά φορά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουδεμία σχέση με το πασίγνωστο λαϊκάντζικο, τουρκαλάδικης προελεύσεως ντέρτι - dert, που σημαίνει το βάσανο, τον καημό, το μαράζι, το μεράκι και άλλα γλοιώδη που παραπέμπουν σε ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες.

Ντέρτι (dirty = βρόμικο, βρωμιά) είναι αγγλικός όρος της διεθνούς των ναρκωτικών. Είναι η δηλητηρίαση του αίματος, η πλέον συνηθισμένη αρρώστια από την ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης, η πλέον κλασική νίλα που μπορεί να φάει κανείς από ένα βάρεμα / σουτάρισμα πρέζας.

Ο ενεσάκιας / δοσάκιας παθαίνει ντέρτι, όταν ξένα σώματα / προσμείξεις / βρομιές / μικρόβια / μύκητες παρεισφρήσουν στο ενέσιμο διάλυμα κατά το μαγείρεμα και ακολούθως περάσουν στο αίμα. Το ντέρτι είναι βέβαια όρος-ομπρέλα: ντέρτι από ντέρτι διαφέρει.

Δεν είναι εύκολο να εντοπίσεις από που προήλθε η βρομιά. Το πιο συνηθισμένο είναι να βρίσκεται ήδη στη σκόνη που ψώνισες. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, κυκλοφορεί η πλέον νοθευμένη ηρωίνη όλης της Ευρώπης (μόνο 20% κατά μ.ο. καθαρή ουσία). Ουσίες νοθείας («κοψίματος») μπορεί να είναι οτιδήποτε, από ζάχαρη και ντεπόν μέχρι κιμωλία, μαρμαρόσκονη και έτερα οικοδομικά υλικά... Βρόμικο μπορεί να είναι και το κουταλάκι επί του οποίου έλαβε χώρα το μαγείρεμα. Βρόμικο μπορεί να είναι το χρησιμοποιημένο σέο (σύριγγα-φυσούνα-γκαν) με το οποίο έγινε η ένεση. Ξένα σώματα μπορεί να είχε ακόμη και το αγνό όξινο λεμονάκι που χρησιμοποίησες ως διαλύτη.

Τα συμπτώματα του ντέρτι είναι παρόμοια με αυτά μιας γερής ίωσης: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στα κόκαλα, τάση για εμετό κλπ. Καλό είναι μόλις εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα, να πλακώσεις κανά δυό ασπιρινιές, μπας και το καταστείλεις. Αλλιώς, πάμε στα πιο χοντρά, π.χ. κάποιο φαρμάκι για τα σπασμωδικά σοκ... Το ντέρτι κρατά συνήθως αρκετές ωρίτσες, όπου πονάς ολόκληρος, ιδρώνεις και ξεϊδρώνεις, σπαρταράς σαν το ψάρι έξω απ' το νερό. Οι πρεζάκηδες παραμυθιάζονται πως σου περνάει αν ξαναπιείς στο καπάκι απ' τη βρώμικη πρέζα... Κλασικός αστικός μύθος που παίζει πολύ και για τα ξίδια.

Ως ελάχιστο μέτρο προφύλαξης από το ντέρτι, οι πρεζάκηδες ρίχνουν στο κουτάλι, αφού η σκόνη βραστεί και βρίσκεται σε υγρή μορφή, ένα κομμάτι μπαμπάκι ή ένα φίλτρο από τσιγάρο (συνήθως τα μικρούλια φιλτράκια για στριφτά). Εκεί καρφώνουν τη βελόνα και μέσω αυτού κάνουν την αναρρόφηση προς τη σύριγγα.

  1. Το απλό ντέρτι σίγουρα δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να πάθει κανείς από ενδοφλέβια χρήση πρέζας. Από χρησιμοποιημένες και μη αποστειρωμένες σύριγγες κονομάς πολύ χειρότερα πράγματα: έιτζ, ηπατίτιδες, ενδοκαρδίτιδες, τέτανους.

  2. κανονίζει να προμηθεύεται τακτικά σωστά κομμένη πρέζα ώστε να μην αρωσταίνει αλλά και να μην παθαίνει ντέρτι. (Από εδώ)

  3. Συχνά οι χρήστες παθαίνουν το λεγόμενο «ντέρτι» (dirty - βρώμικο), όταν ξένα σώματα ή προσμείξεις παρεισφρύσουν στο ενέσιμο διάλυμα, με σημαντικούς κινδύνους για τη ζωή τους. (Από εδώ)

πρέζα (από johnblack, 07/08/09)Dirty: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στις δαγκάνες, ταση για εμετό κλπ.  (από Vrastaman, 07/08/09)Κίμωλος: Η "κιμωλία γη" χρησιμοποιείται για το κόψιμο της ηρωΐνης.  (από allivegp, 07/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποκερικής προέλευσης λέξη, η σημασία της οποίας διευρύνθηκε συν τω χρόνω εντυπωσιακά. Ένας εξειδικευμένος τεχνικός όρος χαρτοπαιγνίου διάγει στας ημέρας μας έναν δεύτερο βίο, περιγράφοντας πάντοτε σύνθετα και συνδυαστικά φαινόμενα. Αναλυτικότερα:

  1. Κερδοφόρος συνδυασμός φύλλων στο πόκερ. Η απλή κέντα (straight) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά, π.χ. Α, 2, 3, 4, 5, όχι όμως του ιδίου χρώματος. Η κέντα-φλος ή αλλιώς κέντα-χρώμα (straight flush) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά και του ιδίου χρώματος, π.χ. 5, 6, 7, 8, 9 κούπα.

  2. Συνδυασμένη ενέργεια δύο ή παραπάνω ατόμων που στέφθηκε από επιτυχία αποφέροντας αξιόλογα οφέλη, συνήθως οικονομικής φύσεως. Η επιτυχία της ενέργειας-κέντας δεν είναι απαραίτητα τετελεσμένο γεγονός, αρκεί να εικάζεται με μεγάλες πιθανότητες. Με την ίδια περίπου σημασία χρησιμοποιείται κι ο όρος μόντα, που όμως είναι πιο γενικός.

- Kέντα κάνουν δυο φίλοι που βάζουν από κοινού λεφτά και αγοράζουν μια επιχείρηση, π.χ. παίρνουν το franchise για το everest, ή παίρνουν τον «αέρα» από κάποιο μπαράκι.
- Κέντα κάνουν (πάλι) δυο φίλοι που αποφασίζουν να συγκατοικήσουν ώστε να μοιράζονται τα έξοδα. - Κέντα κάνουν (ξανά μανά) δυο φίλοι φοιτητές που συνεννοούνται να αντιγράφει ο ένας απ' τον άλλο στις εξετάσεις.

  1. Άλλη μια λέξη για το γαμήσι, τη συνουσία. Και λέω συνουσία, διότι θέλω να δώσω έμφαση στο συν-αινετικό της υπόθεσης. Δυο άνθρωποι τα μιλάνε, τα συμφωνάνε κι αφού γίνουν αυτά πέφτει ο πήδουλας. Ένας βιασμός ποτέ δεν είναι κέντα, είναι ποινικώς κολάσιμη μονομερής ενέργεια. Εν προκειμένω, χρησιμοποιείται εναλλακτικά και το κέντημα, καθώς και το ρήμα κεντάω = γαμώ.

  2. Μεγάλη αστυνομική επιτυχία, συνήθως σύλληψη κάποιου «μεγάλου κεφαλιού» του οργανωμένου εγκλήματος, π.χ. Παλαιοκώστας. Ενέργεια που προετοιμαζόταν μεθοδικά και σχεδιαζόταν από καιρό, ενώ ήχθη εις πέρας με τη συνεργασία διαφορετικών υπηρεσιών (Ασφάλεια, Τροχαία, Άμεση Δράση).

  3. Στο χώρο των πρεζάκηδων, η κέντα είναι η σύλληψη ή κάποια άλλη ζημιά απ' τους μπάτσους, που όμως γίνεται κατά τύχη, επειδή απλά είχε καύλες ο μαλάκας ο Δίας. Δηλαδή οι μπάτσοι είχαν στηθεί για κάποιον άλλο, πιο μεγάλο (βλ. περίπτωση 4), έπεσαν ωστόσο στη φάκα τους μικρότερα ψάρια, που έκατσε να βρίσκονται φορτωμένοι με ντραγκς στο λάθος μέρος, τη λάθος ώρα. Μιλάμε για τρελή ατυχία, γι' αυτό και σε τέτοιες φάσεις πρέπει πάντα να είσαι στην τσίλια. Ποτέ δε ξέρεις που έχει στηθεί η κέντα και σε περιμένει. Αν την ψυλλιαστείς, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να πας πάσο, ήτοι να συμπεριφερθείς σα να μη τρέχει κάστανο...

  1. - Έμαθες ότι πουλιέται εκείνη η καφετέρια κοντά στον ηλεκτρικό στο Μαρούσι, που αράζαμε παλιά;
    - Α ναι ρε συ, κατάλαβα, μιλάς για την τρύπα που πηγαίναμε μετά το φροντιστήριο. Κάτσε να δεις πως τη λέγανε τώρα..
    - Τι σημασία έχει αγόρι μου πως τη λέγανε... Θα της βγάλουμε εμείς άλλο όνομα!
    - Για κάν' το μου πιο λιανά αυτό, τι εννοάς;
    - Ε να, έχεις εσύ κάτι φραγκάκια στην άκρη, θα χτυπήσω κι εγώ ένα δάνειο, στήνουμε χαλαρά την κέντα και το παίρνουμε το μαγαζί!
    - Το σκεφτόσουν πολλή ώρα αυτό;
    - Έλα ρε, σκέψου μόνο τα μουνιά που έχουμε να κεντήσουμε ως αφεντικά κι έτσι..

  2. Με τις πυτζάμες στο σπίτι τους, έπιασε τους δύο της Siemens, Σκαρπέλη και Γεωργίου σε Κηφισιά και Δάφνη, απόψε ο Γιάννης Ραχωβίτσας. Είχε ένταλμα από τον 4ο ανακριτή και το εκτέλεσε ακαριαία. Εαν δεν τους έπιανε θα τον έθαβαν ότι έκανε τα στραβά μάτια. Νωρίτερα δεν είχε ανοίξει μύτη με τα μέτρα στο Σύνταγμα στη πορεία των μουσουλμάνων. Κέντα για τον «Ραχώ». Να λέμε και κανα μπράβο. Το χρειάζονται. (Από εδώ)

  3. - Πώς κι έτσι στεγνός τώρα τελευταία; Εσύ μας κέρναγες πάντα τις καλύτερες κοακόλες όταν ερχόμασταν σπίτι σου, τι τρέχει τώρα;
    - Ξέρω γω, την άκρη μου ρώτα..
    - Ωχ, ο Σήφης ο κατσαρίδας; Τι έγινε, τον τσακώσανε; Λέγε ρε, αφού ξέρεις..
    - Οκ, αφού θες να τα μαθαίνεις όλα, έπεσε ο μαλάκας σε μια κέντα απάνω στο Σχιστό, στα γύφτικα. Για άλλον πήγαιναν και δέσανε το δικό μου, κωλοατυχία μου μέσα..

αυτή κι αν είναι κέντα. (από johnblack, 17/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified