Further tags

Μια μάλλον από κάθε γραμματική και συντακτική άποψη λανθασμένη έκφραση με άγνωστη σε μένα προέλευση (όποιος γνωρίζει ας συνεισφέρει) -ειδικά το «δεν μου βγαίνει» δεν έχει και λογική.

Πάντως λέγεται συνηθέστατα στην κουβέντα από ανθρώπους όλων των ηλικιών και τάξεων.

Σημαίνει πως κάποιος επιχειρεί κάτι, αλλά δεν το κατορθώνει, κυρίως όταν παίζει παράγοντα η τύχη.

Οπότε αντί κάποιος να πει «δεν το πέτυχα» (αυτό που επεδίωκα, τον στόχο μου) λέει «δεν μου πέτυχε'' ή ''δεν μου βγήκε».

Συχνά το «δεν μου πέτυχε» ή «δεν το πέτυχα» ή «δεν πέτυχε» χρησιμοποιείται στην μαγειρική και στην ζαχαροπλαστική.

Η γνωστή ρήση «δεν έδεσε το γλυκό» μπορεί να ειπωθεί και «δεν πέτυχε το γλυκό».

- Ο Σταλόνε δεν είχε σχεδιάσει να γίνει ηθοποιός δράσης. Ξεκίνησε την καριέρα του με δυο υποψηφιότητες Όσκαρ και όνειρα για μια ποιοτική καριέρα.
- Δεν του πέτυχε / δεν του βγήκε όμως.

(από Δημήτρης Αρναούτης-Οικονομάκης, 19/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες, κλπ.:

1.
το πως θα κανεις φαση με την κοπελα σου δεν μπορουμε να στο πουμε εμεις. ο Καθενας το κανει με τον δικο του τροπο και αυτο θα το καταλαβεις μονος σου :) Οσο για το σεξ δεν το προτεινεις,ερχεται σιγα σιγα... αλλα αφου λες δεν ξερεις καν να κανεις καλα καλα φαση μαθε πρωτα αυτο και εχεις χρονο μπροστα σου :)

2.
ΠΑΝΙΩΝΙΟΣ > Με το... στανιό να κάνει φάση

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Καλοπιάσματα, προσπάθεια συμφιλίωσης ή ξεγελάσματος.

  2. Αγαπούλες, σαλιαρίσματα, σαχλά.

  1. ... ε, και αφού χεστήκαμε, μετά μου ήταν όλο αγάπες και λουλούδια, κατάλαβες;...

  2. Με επίθεση γοητείας, αγάπες, λουλούδια και δηλώσεις προθέσεων κανείς σοβαρός δεν πείθεται...

  3. Ο σκηνοθέτης μιλάει έξω από τα δόντια, για την ανάγκη το θέατρο να είναι πολιτικό και όχι να μιλάει για αγάπες και λουλούδια και τα εσώψυχα των πρωταγωνιστών...

  4. Όλα αυτά τα τραγουδάκια του Νέου Κύματος και πίσω ήταν τελείως Χάι Χούι. Όλο αγάπες και λουλούδια και ανθοστήλες. Η πραγματικότητα όμως είναι αλλιώς.

(τα 2, 3, 4 από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δεν έχουμε λεφτά, ούτε καν ψιλά.

  1. Δεν βγαίνεις και πολύ τελευταία, τι έγινε, αψιλίες;;;

  2. Μια μικρούλα μ’ έχει μπλέξει στο χωριό
    θέλω για να παντρευτώ και δεν μπορώ.
    Άιντε πλάκωσε η αναδουλειά κι αψιλίες έχω βρε παιδιά, αχ αυτά τα έρημα λεφτά
    άιντε μου χαλάνε το σεβντά.

  3. Ήρθε στιγμή που αντιλήφθηκα ότι ο μάγειρας στο φυλάκιο Τυχερού, πάνω στο ποτάμι, ένα καλόκαρδο και πρόθυμο παιδί από την Ηλεία, ο Δημητράκης ο Δημητρόπουλος, δεξιοτέχνης συμπαίχτης στα μπουζούκια και εξαίρετος συμπότης, μπορούσε να με «διαβάσει» από χιλιόμετρα κάθε φορά που είχα αψιλίες. Με ιδιαίτερη λεπτότητα και διακριτικό τρόπο που υποβάθμιζε σκοπίμως την προσφορά ώστε να μην δημιουργεί «υποχρέωση», ερχόταν στην πόρτα του θαλάμου και μου΄ λεγε συνωμοτικά για να μην ακούνε οι άλλοι «ρε συ Χάτζι, έχω δυό παληοκατοστάρικα στην τσέπη. Δεν παίρνουμε τα ζητιανόξυλα (σ.σ: έτσι εννοούσε τα τρίχορδα μπουζούκια μας) να πάμε στο χωριό για καμιά ρετσίνα; Εδώ μέσα είναι αποπνικτικά αδελφέ μου…».

(τα 2 και 3 από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν η κατάσταση είναι απελπιστική και δεν επιδέχεται βελτίωση, χέσ' τα κι άσ' τα, άσ' τα - βράσ' τα.

Μεγεθυντικό: γάμα τα με κεφαλαία γράμματα

Πάσα (Δ.Π.): Vikar

  1. Γάμα τα φίλε γάμα τα, με κεφαλαία γράμματα, τελειώσανε τα θαύματα, από δικά μας σφάλματα. Τα λεφτά τα φάγανε, τα λεφτά τα πήρανε, κι όσοι μας χρωστάγανε ήρθαν και μας δείρανε. (Στίχοι εδώ).

2. Όλοι Γάμα τα στη χώρα της μπανανίας και των πλυντηρίων.

Got a better definition? Add it!

Published

Σεληνιάζομαι σημαίνει ψιλά-χοντρά τρελαίνομαι. Δεν είναι απόλυτο, και γενικότερα περιγράφει καταστάσεις και άτομα που είναι εκτός ελέγχου, τον παίρνουν κλαρίνο που λέμε.

Όταν λέμε οτι κάποιος σεληνιάστηκε εννοούμε ότι συμπεριφέρεται αλλόκοτα, απρόσμενα, τρελά τόσο που ξεπερνά τα όρια του λογικού και αγγίζει τα όρια του παραφυσικού, της εξέλιξης δηλαδή του ανθρώπου σε λυκάνθρωπο υπό το σεληνόφως. Με άλλα λόγια όταν κάποιος τον παίρνει και συμπεριφέρεται τρελά άνευ προηγουμένου που παραπέμπει σε εξωγήινη συμπεριφορά λέμε ότι σεληνιάστηκε.

Να σεληνιαστεί κανείς μπορεί στο σχολείο, στο παιχνίδι, στο γάμο (κυρίως στην κατάσταση του γάμου και σπανίως και στο μυστήριο) στο αυτοκίνητο, στο γήπεδο και γενικότερα. Βαθιά σλανγκιά που δηλώνει απερίγραπτη για τα γήινα δεδομένα τρέλα.

Μερικές φορές, αξίζει να σημειωθεί, ενδέχεται να εννοείται ότι το άτομο έπαθε είτε κρίση πανικού είτε επιληψίας.

  1. - Μαλάκα χθες με το γκολ στο γήπεδο χαμός έγινε. Σεληνιαστήκαμε.
    - Εεμ πάει τρένο η ομάδα.

  2. - Ρε το είδες το τυπάκι χθες στο πάρτυ το τρελό;
    - Λες να μη τον είδα, αφού είχε σεληνιαστεί, ήταν αλλού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι όλα τα πράγματα για κάποιον κυλάνε ομαλά, χωρίς ιδιαίτερης σημασίας γεγονότα στο πρόσφατο παρελθόν, συνήθως χρησιμοποιείται ως απάντηση όταν χαιρετάμε κάποιον και τον ρωτάμε πως τα περνάει.

- Τι κάνεις, πώς τα περνάς; - Εδώ, όπως τα ήξερες, ησυχία, τάξη και ασφάλεια.

(από Khan, 30/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει σπάω κάποιον στο ξύλο, κοψομεσιάζω = κόβω + μέση.

Μερικές φορές χρησιμοποιείται για να δείξει υπερβολική κούραση όταν κάποιος σηκώνει βάρος.

  1. Άμα σε πιάσω, θα σε κοψομεσιάσω!

  2. Άσε, σήκωσα το σακί με τις ελιές στην πλάτη και κοψομεσιάστηκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Της πουτάνας, της Πόπης, της Πιπίτσας, της κακομοίρας κλπ.

Έμαθε ότι παντρεύεται την αρχιτσουλάρα κι έγινε της Κυρίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση έχει επεξηγηθεί σε άλλα λήμματα όπου περιγράφηκε η χρήση της στις 9 μέρες που θέλει ο κώλος να αναρρώσει (επανέλθει, για τους πιο τολμηρούς), καθώς και στη χρήση της όταν κάποιος μας φλομώνει στις μαλακίες.

Επιπροσθέτως αναφέρεται σε χήρες που πηδιούνται πριν σαραντίσει ο άντρας τους (Παράδειγμα 1). Στην νεοελληνική αργκό (Παράδειγμα 2) βρίσκει εφαρμογή όχι μόνο σε προσφάτως χηρεύσασες μόνο, αλλά και σε προσφάτως χωρισμένες, διαζευγμένες κτλ.

  1. - Α την τσουλάρα! Την Πέμπτη ήταν η κηδεία του μακαρίτη, το Σάββατο φασκέλωνε το ταβάνι με τα πόδια η καραπουτανάρα, θεέ μου σχώρα με!
    - Του κώλου τα εννιάμερα του κάνε του μακαρίτη του Γαβρίλη, τσκ, τσκ...

  2. - Τι λες ρε μαλάκα πως είδες τη Κατιάνα να βγαίνει από το γαμιστρώνα με τον Μάνθο! Αφού τη κανονίζει ο ψηλός...
    - Την έστειλε τις προάλλες όταν της έκανε τσακωτή να ντιλάρει κάτι κοκορέτσια στο μπιντέ του πατρικού της μάνας του... Τά 'σπρωχνε στη Σβετλάνα, το Ρωσσάκι, που 'χουν νυχτερινή.
    - Και τώρα πηδάει τον ασφαλιστή του; Του κώλου τα εννιάμερα του κάναν του χοντρομαλάκας....

Χρήση της έκφρασης στο πλαίσιο μπεορραπίσματος (από Khan, 21/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified