Κύριος χαρακτηρισμός
Τα λυκειόπαιδα κακής φήμης από τους γονείς συμμαθητών τους.

Διάφοροι χαρακτηρισμοί
α) Η πολύ άσχημη γυναίκα
β) Το πολύ άχρηστο πράγμα

Κύριος παράδειγμα
- Να και ο Μήτσος παρέα με τα μπουκλούκια... Ο ένας έχει τα μαλλιά πρόκες, και ο άλλος ράστα...

Διάφορα παραδείγματα
α) (παλιό ανέκδοτο) - Πώς λέγεται η άσχημη αδερφή του Λούκι Λουκ; - Μπουκλούκι λουκ!

β) Προτιμώ να αγοράσω αυτό το mixer, που είναι και πιο φθηνό, παρά να πάρω αυτό το μπουκλούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειο εκ του γαλλικού επιθέτου petit (μικρός, μικροκαμωμένος), που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. Τις μικροκαμωμένες και λεπτές (πάντα στα πλαίσια της κομψότητας και όχι της ανορεξίας) κοπέλες ή γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός πετίτ για άντρες είναι μάλλον σαρκαστικός, εκτός κι αν υποδηλώνει άλλα προτερήματα (πετίτ στο μάτι...).

  2. Τα μικρά (αλλά όχι απαραίτητα μικροσκοπικά) σε μέγεθος αντικείμενα ή πράγματα πάσης φύσεως, ή ακόμη και τους χαμηλών διαστάσεων χώρους.

Η χρήση του πετίτ πιο γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει -ενίοτε με ειρωνική διάθεση εκ μέρους του ομιλητή, ενώ άλλες φορές με έκδηλη χαριτωμενιά- τον μινιμαλισμό και την ομορφιά και χάρη που υποτίθεται πως υπάρχει στα μικρά πράγματα, με άλλα λόγια το άκρως αντίθετο του think big, δηλαδή τις διδαχές της τάσης που δηλώνει πως η ευτυχία βρίσκεται στην υπερβολή.

  1. Η Ελένη που λέτε είναι μια γυναίκα η οποία φαίνεται 10 χρόνια νεώτερη της ηλικίας της, αφού είναι petit κορίτσι! Φοράει να φανταστείτε νούμερο παπουτσιών 35. Τόσο petit είναι!!!! (Εδώ)

2.αλλα η απορια μου ειναι γιατι τα θελεις ολα με μπρασελε και μαλιστα τοσο λεπτο; κατι σε λουρακι δε σου αρεσει; εισαι λεπτοκαμωμενη, αλλα αυτο δε σημαινει οτι και τα πραγματα πανω σου θα πρεπει να ειναι petit. (Εκεί)

  1. Τι άλλο να κάνετε στο Ηράκλειο; Να πάτε στο Ιστορικό Μουσείο που είναι πετίτ και συμπαθέστατο και κεντρικό και είχα ξεχάσει ότι είχα πάει μέχρι που το είδα και κάπως μου 'ρθαν ένα ένα χρόνια δοξασμένα. (Παραπέρα)

  2. Μιας και τα ηχειακια ειναι petit κατασταση...σχετικα με ενισχυτη εχετε καμια προταση σε κατι πιο slim, compact και designατο;(το ξερω δεν ζητω τιποτα) (Παρακεί)

(από perkins, 02/09/10)μπισκοτακιααααααααααα!!! (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος /-α που έχει γεμίσει με πολλές τρύπες.

Μερικές υποπεριπτώσεις:

  1. Κάποιος που έχει φάει πάρα πολλές σφαίρες. Λέγεται σαν γκανγκστερική απειλή: «Θα σε κάνω σουρωτήρι». Σε μη πραγματικές συνθήκες χρησιμοποιείται και από gamers. Βλ. και θα σε γεμίσω κουμπότρυπες, ράβω.

  2. Κάποιος που έχει κάνει πολλά piercing. Υπάρχει και η έκφραση γκόμενα- σουρωτήρι.

  3. Στα ομαδικά αθλήματα (ιδίως ποδόσφαιρο και μπάσκετ) μια διάτρητη άμυνα ή το τέρμα του τερματοφύλακα, ή συνεκδοχικώς, ο τερματοφύλακας.

  4. Παρ' όλο που δεν στέκει ακριβώς (πολλές τρύπες), σουρωτήρι χαρακτηρίζεται ενίοτε και ο πολυγαμημένος κώλος, ιδίως σε υβριστικές απειλές τ. «θα σου κάνω τον κώλο σουρωτήρι».

  5. Θεσμοί, διαδικασίες που είναι διάτρητοι ως μη έδει. Λ.χ. νομοθεσία, σύνορα, σφράγιση θεμάτων σε εξετάσεις κ.τ.ό.

  1. Ίσως το καταλάβουν μόνο αν τους απειλείσεις ότι θα τους κάνεις σουρωτήρι έτσι και ξαναπεράσουν τα σύνορα παράνομα (εδώ)

  2. δυστηχως δεν με συγκινει καθολου η ιδεα πλεον να κρυβομαι πισω απο αντικειμενα προκειμενου να φαω καποιον αθορυβα, προτιμω να ερχομαι face 2 face και να τον κανω σουρωτηρι αδιαφορωντας αν θα χτυπησει συναγερμος (εδώ)

  3. Γυναίκα- σουρωτήρι: Η Elaine Davidson μπήκε στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες γιατί έχει επάνω της 6.005 σκουλαρίκια από τα οποία τα 1500 είναι βαλμένα σε εσωτερικές κοιλότητες!
    (εδώ).

  4. Το αποτέλεσμα είναι οτι από το 70' και μετά παρουσιάσαμε μια μεσαία γραμμή Ελβετικό τυρί και μια άμυνα σουρωτήρι που έμπαζαν από παντού (εδώ).

  5. ΟΣΟ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΑΝ ΚΑΥΛΩΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΠΕΡΝΑ ΚΙ ΕΓΩ ΣΤΗΝ ΚΡΑΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΕΓΑ ΟΤΙ ΘΑ ΤΗΣ ΚΑΝΩ ΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΟΥΡΩΤΗΡΙ (εδώ)

  6. Ελλήνων αφύπνιση. Σουρωτήρι η νομοθεσία από τον κάθε επιτήδειο (εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματικός ορισμός στα ήδη υπάρχοντα μαϊμού, τσούλα, εγρήγορση, φιτιλιά, ψαροκόκκαλο (σπεκ στους προλαλήσαντες).

Τσίτα (επίρ.): Τεταμένα, τανυσμένα, εντελώς τεντωμένα, όπως το δέρμα του τύμπανου, σπας ψύλλο πάνω του, τέζα, που αν χτυπήσει κάτι πάνω αναπηδάει ντόινγκ ντόινγκ τραμπολίνο σε φάση. Τσίτα η μούρη, φρεσκαδούρα, άμα τη φτύσεις μην τη ματιάσεις σου ξαναγυρνάει η ροχάλα αναπηδώντας. (παραδείγματα 1-3)

Παίζει και σε πολύ στενό το οποίο λόγω του ότι έρχεται ίσα ίσα, έχει τεντώσει σε όρια αντοχής, τσίτα το φουστάνι, τσίτα το παντελόνι, τσίτα το μπλουζάκι, τσίτα το σεντόνι κλπ. (παραδείγματα 4-5)

Τσίτα τα νεύρα, νεύρα τεντωμένα, ένταση, ντοινγκ ντόινγκ σαν χορδές κιθάρας. Μια τσίτα στην ατμόσφαιρα, μια ένταση ένα πράμα, ένα ζόρι. (παράδειγμα 6).

  1. Μποντιμπίλντινγκ προβλήματα κυριών: -[...]Αυτό με το φως στα δοκιμαστήρια το είχες εσυ;
    -[...]με τα δοκιμαστηρια ναι το ειχα κι εγω αλλα με ειχαν ενημερωση κατι φιλες μου απο πριν ...ειναι γιατι τα φωτα ειναι απο πανω και ειναι πολυ στενος ο χωρος .....[...]
    -Στο ΖΑΡΑ οι καθρέφτες είναι ΤΕΛΕΙΟΙ!!!Δείχνουν πολύ τσίτα δέρμα! Στο Stradivarius όμως, έπαθα ανακοπή![...]
    -Μόνο εμένα μου φαίνεται τρομερά αστείο αυτό με τα δοκιμαστήρια; [...] (σ.ς. είναι)
    -ευτυχως γιατι και εγω υπο το φως των δοκιμαστηριων ειμαι... zara... κυριολεκτικα!!!!!!

  2. Παιχνίδια: Ξέρω φίλη που “παίζει” με 50-60 “φίλους” στο facebook και τσεκάρει κάθε κίνηση των μισών εξ’ αυτών και του “επίσημου” φίλου της! Παίζει προσπαθώντας να επιβεβαιωθεί σαν γυναίκα. Αρνείται να αποδεχτεί ότι στα 46 της δεν γίνεται να έχει τσίτα το δέρμα και τα μεμέ να στέκουν περήφανα στα ύψη. 2-3 διαφορετικά προφίλ και χάνει την ζωή της μέσα σε εικονικές πραγματικότητες.

  1. Βότανα και υγεία
    υπάρχουν παρα πολλές συνταγές για 100% αγνές κρέμες για το πρόσωπο, τα μαλιά , το σώμα, αφεψήματα, αλοιφές.. [...]
    μάσκα προσώπου για τσίτα δέρμα-2 ασπράδια αυγού χτυπημένα
    [...]για τσίτα πρόσωπο μακροπρόθεσμα- την σημερινή πηχτή-το βράζεις, το αφήνεις να κρυώσει και μετά το κρατάς στο ψυγείο σου, και κάθε μέρα βάζεις απο αυτο. όπως λέγαν όλες-η μια Κωνσταντινουπολίτισσα και η άλλη Σμυρνιά, ότι δεν μπορείς να φάς , μην το βάζεις πάνω σου.
  1. Εδώ δικό μας: Τι μαζόχα κι αυτός ο Μιχάλης! Δεν μπορεί να ξαπλώσει, λέει, στο κρεβάτι του, αν δεν είναι τσίτα όλα τα σεντόνια και κάθε βράδυ, ό,τι ώρα και να πέσει για ύπνο, το ξεστρώνει και το ξαναστρώνει από την αρχή!

  2. Γιουβαρλάκια: Καλά, δεν τη λες και ugly - με την καμία! Λίγη έξτρα περιφέρεια έχει το κοριτσάκι, απλά το τσίτα φόρεμα δεν κολακεύει σε τέτοιες περιπτώσεις (εκ πείρας σου μιλάω!!)

  3. Ένταση: Τσίτα τα νεύρα! [...] Ο πρόεδρος του Ολυμπιακού Βόλου ξέσπασε κατά των παρισταμένων, φωνάζοντας: «Μ... γ..., πατσαβούρια δεν σέβεστε τίποτα, δεν σέβεστε οικογένειες. Τι κοιτάτε ρε… », ενώ το «αφεντικό» της Ηλιούπολης ήταν πιο… ήπιος, απευθυνόμενος σε έναν κάμεραμαν: «Τι τραβάς ρε κοπρόσκυλο, γ... το σπίτι σου».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για άντρα γύρω στα σαράντα περίπου που αρχίζει να κάνει τις πρώτες άσπρες τούφες, ιδίως αν είναι μπροστά. Προφ παρομοιάζεται με τις επιτηδευμένες ανταύγειες που κάνουν οι γυναίκες στα μαλλιά τους. Κακά μαντάτα!

- Τι γίνεσαι ρε Μιχάλη; Καιρό έχουμε να ειδωθούμε! Απ' ό,τι βλέπω κάνεις τα μαλλιά σου ανταύγειες!
- Άσ' τα να πάνε! Πώς να μην ασπρίσω με τόση αγωνία για τα χρέη...

Got a better definition? Add it!

Published

Πάσης φύσεως λολ και καραλόλ υποκείμενο ή αντικείμενο που προκαλεί λόλες καθώς λολάρει πάνω από την Λολάνδη με το ροφλοκόπτερό του σπέρνοντας λολοκαύτωμα φορ τεχ λουλζ.

- Το αλλο λολαδι με το playstation, ηταν που ειχα δει φιλο μου να χρησιμοποιει ειδικο υγρο συντηρησης των CD γιατι χαλαγε η κονσολα.
(εδώ)

- ααααχαχαχαχαχαχα-κόψτε ρε έναν ''γιατρό'' που βρίζει χειρότερα από λιμενεργάτης...εσένα πρέπει να σε δει γιατρός λολάδι...για το φρενοκομείο είσαι σούμπιτος, πήρα τηλ. θα'ρθουν σε λίγο τα παληκάρια να σου περάσουν το σακάκι με τα μανίκια που δένουν από πίσω...
(εκεί)

- Εσυ θα σου αρεσε καθε χρονο που παιζεις ενα συγκεκριμενο ειδος παιχνιδιου να σε λεγαμε ολοι εδω μεσα λολαδι και οτι παιζεις μουφες;προσεχε λοιπον πως μιλας,και αν δεν σου αρεσει κατι δεν χρειαζεται να κατακρινεις ας μην σχολιαζεις καν!
(παραπέρα)

Lollandreou (από Vrastaman, 18/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:

Πάσα από Δ.Π. - Kilerakias.

Κατηγορία α'

- Είναι και ναζιάρα κορδελιάρα, ε δεν θέλει και πολύ Mr. Green

- Και εσυ εισαι ψευτοκαλλιτεχης, μηχανοραφτης σπουδαρχιδης φαυλος κορδελιαρης.

Κατηγορία β'

- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΠΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦ Την τύχη μου την κορδελιάρα.........

Κατηγορία γ'

- Το είχα ακούσει στο ΟΑΚΑ από αεκτζή ως προσβολή σε βάρος του διαιτητή. Λίγα χτυπήματα στον γκούγκλη
(πάσα από Δ.Π. - Kilerakias)

- Γαμα το παιχνιδι σημερα, αλλα τον Νινη τον εχεις κανει σαν τα μουτρα σου Καραγκουνη ακους;;; Να πηγαινει για το φαουλ και για την τριπλιτσα και την κορδελιαρα μπαλια στο κεντρο σε καποιον πουναι αντε 10μ διπλα του. Καραγκουνη ΕΣΥ φταις

Κατηγορία δ'

- κορδελιασμένη ή χωρίς ;
- κορδελιάρα κορδελιάρα :msn-wink:

Got a better definition? Add it!

Published

Καυλιάρικο ή καυλιδερό υποκείμενο ή αντικείμενο, προκαλεί άμα τη εμφανίσει στύσεις. Ευρύτατα διαδεδομένη σλανγκιά, προσφιλής και στον σλανγιωτάτο ποιητή Ανδρέα τον Εμπειρίκο.

Ψευδογαλλιστί: καυλωτίκ.

Και η ψωλή του ανδρός, επάνω εις το μουνέττον, τι κολοσσός, πόσον σκληρά και πόσον φουσκωμένη! Και η χειρ του, επάνω στα βυζέττα της, πόσον αδρά και ισχυρά! Και τα μάτια των εραστών, πόσον στιλπνά και λιγωμένα! Και η κορασίς, πόσον καυλωτική και καυλωμένη!
(Μέγας Ανατολικός, Κεφ. 13 σ. 41)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κοινές σηκωμάρες, καθώς το εν στύσει πέος δημιουργεί εξωτερική εμφάνιση στο εσώρουχο παρόμοια με εκείνη ενός αντίσκηνου.

Λέγεται επίσης τέντα και κατάρτι. Αγγλιστί, pitch a tent.

- Μου έγινε αντίσκηνο όταν την είδα μ' εκείνο το μίνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified