Further tags

Από το αδελφάτο, δηλαδή την αδελφότητα (= σύλλογος ή μοναστηριακή κοινότητα), αλλά με τη λέξη να παράγεται από το αδελφή (= πισωγλέντης) και όχι το αδελφός.

Λέγεται για να χαρακτηρίσει μια ομάδα ομοφυλοφίλων. Η ομάδα αυτή μπορεί να αποτελεί και κύκλωμα/κλίκα (π.χ. στον καλλιτεχνικό χώρο), οπότε κινεί και τα νήματα υπογείως με μασονικές μεθοδεύσεις. Για τον λόγο αυτόν συχνά λέγεται και αδελφάτο των ιπποτών, κατά τα μασονικά ιπποτικά τάγματα.

  1. - Ρε συ τους έχεις δει τους Queen στο βιντεοκλίπ του «I want to break free»;
    - Άσε φίλε, τρελό αδελφάτο μιλάμε! Αλλά μπορεί να πει τίποτα, αφού παίζανε και γαμώ τις μουσικές οι τύποι!

  2. - Τι γίνεται ρε γαμώτο, τι πουστάκια τραγουδιστές είναι αυτά που βγαίνουνε συνέχεια τώρα τελευταία;!
    - Ε αφού τους προωθεί το αδελφάτο των ιπποτών, Ψινάκης και σία και δεν συμμαζεύεται...

Βλ. και της συνομοταξίας, του σωματείου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αποβλακωμένος, άνθρωπος σε φυτική κατάσταση, που η ύπαρξή του είναι καθαρά διακοσμητική ή χρηστική μόνο για τους άλλους. Συχνά χρησιμοποιείται για εξαρτημένους που έχουν καταλήξει φυτά από την σκληρή χρήση.

- Φίλε, έχεις ένα κατοστάρικο;
- Έχουμε αλλάξει νόμισμα ρε κομοδίνο, δεν τό 'χεις πάρει χαμπάρι; Άιντε... Κοκό-ζαπρέ και άγιος ο Θεός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση με ρίζες στο ελεύθερο κάμπινγκ σε έρημες ακρογιαλιές και άμεσα κατανοητή σε όποιον έχει κάνει αυτό το συγκεκριμένο είδος διακοπών - και ξέρει και τα συν και τα πλην.

Όταν αναφέρεται σε καταστάσεις, χύμα στο κύμα μπορεί να σημαίνει απόλυτη χαλάρωση, ξεκούραση και ξενοιασιά αλλά και ανοργανωσιά, προχειρότητα ως εκεί που δεν πάει άλλο και αυθαιρεσία. Και όταν λέμε ότι κάποιο άτομο είναι χύμα στο κύμα μπορεί να εννοούμε ότι είναι αυθόρμητος, ανεπιτήδευτος και γνήσιος αλλά παράλληλα και αδιάφορος, τσαπατσούλης και εν γένει και ό,τι νάναι.

Όπως το χαβαλέ, που είναι πάνω κάτω συνώνυμο, έκφραση απολύτως σχιζοφρενική και πολύ Ελληνική - κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Σχετικά λήμματα: Ίφκινθος, χαλαρά, χαβαλέ, χαρμπαγιάγκαλος, του μουνιού το πανηγύρι, άρτσι μπούρτσι και λουλάς, τρεις λαλούν και δυο χορεύουν

  1. Camping rules!!!!!! Και φυσικά αν είναι και σε παράνομο μέρος τόσο το καλύτερο. Και τα οργανομένα camping ειναι ωραία φάση, αλλά αν δεν είσαι χύμα στο κύμα... εκεί είναι όλη η γλύκα, να ψάχνεις να βρείς νερό ΑΝ θέλεις να κάνεις μπάνιο ... (Από forum)

  2. Γενικως οι υπηρεσιες ειναι παρα πολλες,τα ατομα σχετικα λιγα και το χωσιμο παει συννεφο απολες τις μεριες.Και το χειροτερο ειναι οτι αυτα συμβαινουν οχι γιατι η μοναδα εγινε 'προβλεπε' αλλα γιατι ειναι χυμα στο κυμα τοσο πολυ που κανεις δεν ελεγχεται για το τι κανει. (Από το OMHROI.gr)

  3. Red30, μην ξεχνάς ότι βρίσκεσαι στο Ελλαδιστάν ( που τείνει να γίνει Αφανιστάν και Αφραγκιστάν ), και εδώ περνάνε τις *ουστιές τους χύμα στο κύμα, ακόμα και με κατοχύρωση νόμου αν χρειαστεί. (Από forum)

  4. Α,ρε Γιάννη!!!μου αρέσει ρε αυτό το άτομο...μου αρέσει!πάει και τελείωσε!είναι χύμα στο κύμα...είναι άμεσος...ειλικρινής...έχει χιούμορ...σίγουρα έχει και τις μαύρες του..αλλά εμένα μου αρέσει και κατάμαυρος!!! :lol: (Από forum)

  5. Το καλύτερο τελικά είναι το μούσι κι εγώ κατά καιρούς βαριέμαι το ξύρισμα και το αφήνω κανα μήνα :p Θέλει πολλή περιποίηση το μούσι πάντως. Αμα το αφήσεις χύμα στο κύμα και δεν το περιποιείσαι φαίνεσαι σαν σκατάνθρωπος. (Από forum)

  6. Οσον αφορά την "ευτυχία"στις εξωσυζυγικές σχέσεις...ευτυχία είναι αυτό ι προσπάθεια αυτοεπιβεβαίωσης και τόνωσης εγωισμού?
    Καλύτερα δεν είναι να παίρνει διαζύγιο κανεις και να'χει σχέσεις χύμα στο κύμα αφού αυτό θεωρεί πως τον κάνει ευτυχισμένο? (Από το sxeseis.gr)

(από poniroskylo, 13/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το γνωστό διαφημιστικό σποτ, όπου οι εργάτες της ουισκοβιομηχανίας παίζουν με τις τάπες περιμένοντας να ωριμάσει το ουίσκι.

O τύπος τζάκ ντάνιελ διακρίνεται για την απεριόριστη υπομονή του. Δεν αγχώνεται, ωστόσο αγχώνει αυτούς που δεν είναι σαν κι αυτόν. Τα γράφει όλα ... κανονικά. Ο χαρακτηριστικός τύπος του δημοσίου υπαλλήλου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτσι. Υπάρχουν διαβαθμίσεις τζάκ ντάνιελ αντίστοιχα με τους βαθμούς του γνωστού ουίσκι.

Καλά πώς την έχουν δει στις δημοσιες υπηρεσίες; Μέχρι να κουνήσουν το ένα πόδι βρωμάει το άλλο. Μιλάμε για πολύ τζακ ντάνιελ κατάσταση.

(από GATZMAN, 27/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί επιφωνήματος, χαρακτηρίζει πρόσωπα ή καταστάσεις που είναι τόσο ηλίθιες, ξεκάρφωτες, κουλές ή απλά παράλογες που κανείς δε μπορεί να σχολιάσει και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αναφωνήσει: «Ό,τι νά 'ναι!».

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν επίθετο.

- Ρε... καλά δε παίρνει γραμμή αυτός ο Γιάννης! Τού 'χουν βάλει κεφαλάκια από σπίρτα μέσα στα τσιγάρα, ανάβει, και το τσιγάρο γίνεται πυρανάλωμα, και αυτός όχι μόνο δεν το καταλαβαίνει αλλά γυρνάει και λέει ωΧμμ... Έχουν ένα παράξενο άρωμα αυτά τα τσιγάρα!»
- Αχαχαχά! Σοβαρά;;; Πώωω... ό,τι νά 'ναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι το οποίο έχει καταντήσει τόσο συνηθισμένο, που έχει ή κοντεύει να εξευτελιστεί, το κλισέ. Συνήθως στο ρηματικό τύπο γίνομαι σούπα.

  1. (από διαδικτυακό φόρουμ)
    Υπάρχουν τουλάχιστον άλλα 2 thread με το ίδιο ακριβώς κείμενο (που έχει γίνει σούπα πλέον).

  2. (Περί «Κωνσταντίνου και Ελένης» ο λόγος:)
    Αίσχος δε την αντέχω άλλο αυτή τη σειρά έχει γίνει σούπα 2-3 χρόνια παίζει ασταμάτητα 40-50 επεισόδια. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  3. (από διαδικτυακό φόρουμ)
    [...] δεν υπάρχει μεγαλύτερο ξενέρωμα την στιγμή που παίζεις και έχεις μπει στο παιχνίδι (βράδυ με μουσική υπόκρουση στο τέρμα με τα ακουστικά εννοώ) να βλέπεις την Lara να χάνει το ένα της πόδι μέσα στον τοίχο ή όταν πατάς το num 0, να βλέπεις στιγμιαία μέσα στο κεφάλι της, και όλα αυτά εν έτει 2003 όπου το 3d έχει γίνει σούπα...

  4. (από διαδικτυακό φόρουμ, για τη Μερσεντές Ε200)
    Το συγκεκριμένο αμάξι κατά την γνώμη μου, εκτός απ' το ότι έχει γίνει σούπα, έχει και μια απίστευτη έλλειψη χαρακτήρα. Εξωτερικά είναι ένα ωραίο(;) σύνολο που δεν έχει τίποτα ξεχωριστό, τίποτα που θα σε κάνει να σταθείς να το χαζέψεις λίγο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται αντί επιφωνήματος προς έγκριση πράξεως ανδρείας. Συνοδεύεται από γκριμάτσα σκληρού τύπου, βλέπε εξώφυλλα μπλακ μέταλ δίσκων, και το αντίστοιχο νεύμα -ελαφρά και κοφτή κίνηση της κεφαλής προς τα κάτω.

Στο ουδέτερο, πάλι εν είδει επιφωνήματος, με προφορά ένρινη και παρατεταμένο το -ο-, εξαπολύεται όταν ανακοινώνεται γεγονός το οποίο δεν έχει, και θα θέλαμε να έχει, σχέση με εμάς, παρ' όλ' αυτά έχουμε το θράσος να αντιδρούμε χαιρέκακα καθώς «μακριά απ'τον κώλο μας, κι όπου θέλει ας είναι».

  1. - Θα πάρω κι άλλη μπύρα.
    - Σκληρός.

  2. - Άσε ρε φίλε. Στην εξεταστική που θέλω να πάρω το γαμήδι το πτυχίο, μου σκάνε τρία μαθήματα την ίδια μέρα.
    - Σκληρόοοο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθημα που παράγει επίθετο από όνομα, -ειδής, -ίστικος. Χρησιμοποιείται τυπικά (α) όταν δέν υπάρχει δόκιμος τύπος επίθετου (συνήθως για να σχηματίσει επίθετα από ξένα ονόματα), (β) υποτιμητικά (όπου μπορεί χάριν ρίμας να συνοδεύεται και από το ειρωνικό ολέ).

  1. Ίσα-ίσα, τα μούλτιπλεξ εκ φύσεως αντέχουν οικονομικά πολύ περισσότερο να προσφέρουν ταινίες «κουλτουρέ», «σινεφίλ» και μή «πιασάρικες», ταινίες δηλαδή που η προβολή τους είναι σίγουρα ζημιογόνα. Γιατί έχοντας πολλές αίθουσες και τη δυνατότητα να προβάλλουν ταυτόχρονα (κάθε βδομάδα) π.χ. τουλάχιστο μια ντουζίνα ταινίες, έχουν αρκετά μπλοκμπάστερ ώστε να κερδοφορούν από εκεί, και να αντισταθμίζουν τη χασούρα από τις κουλτουρέ ταινίες. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  2. Παλιομοδίτικα σώβρακα παππουδέ. (από ιστολόγιο)

  3. Ξέρει κανένας αν και πού μπορώ να κατεβάσω το Bridge To Heaven, αυτο το «οπερέ στάιλ»; (από διαδικτυακό φόρουμ)

  4. Ε όχι και να μας τη βγεις μετά τη χωριατέ-ολέ συμπεριφορά σου ρε κολλητέ. Πάρ' το αλλιώς και έλα να τα πούμε όπως πρέπει, όχι σα θείτσες ή μυξιάρικα. (από διαδικτυακό φόρουμ)

Δες και γαμοσλανγκοτέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που βασικά δεν σημαίνει τίποτε και ωσεκτουτού μπορεί να σημαίνει τα πάντα. Παντός καιρού.

Η κλασική χρήση του τσιριμπίμ τσιριμπόμ απαντάται στην ταινία του 1968 «Μια Ιταλίδα στην Κυψέλη», σε σενάριο - φυσικά - Τσιφόρου-Βασιλειάδη. Σε μια από τις καταπληκτικές σκηνές του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου, ο Αθηνόδωρος Προύσαλης, σε ρόλο μάγκα ανθρώπου της νύχτας, χαρακτηρίζει τσιριμπίμ τσιριμπόμ πρώτα την Μάρω Κοντού και μετά την Κατερίνα Γιουλάκη. Δεν εξηγεί τι σημαίνει ακριβώς, αλλά είναι επιδοκιμασία και από τα συμφραζόμενα συνάγουμε ότι πρόκειται για κυρίες καθως πρέπει, αλλά συγχρόνως και ξηγημένες, με κυριλέ τρόπους αλλά και μαγκίτισσες. Ίσως υπάρχει μια αμυδρή σχέση με τις τσιριμόνιες, με το σεις και με το σας, αλλά το τσιριμπίμ κάνει αντίστιξη με το τσιριμπόμ και η αναφορά αυτοαναιρείται.

Σε τρέχουσα χρήση, η έκφραση έχει πολλές και ποικίλες σημασίες, συχνά αντιφατικές. Το οποίο είναι ΟΚ γιατί νομίζω ότι και ο Τσιφόρος το ήθελε να χαρακτηρίζει αντιφατικά πράγματα. Έτσι, το τσιριμπίμ τσιριμπόμ μπορεί να σημαίνει:

  • μόρτικο, βαρύ - δες παράδειγμα 2.
  • χαζοχαρούμενο, ελαφρύ - δες παράδειγμα 3.
  • άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε, ασυναρτησίες, παλαβομάρες - δες παράδειγμα 4.
  • λελέδικο, φλωρίστικο, τσιριχτό - δες παράδειγμα 5. Ίσως με αυτή τη σημασία να χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάτι αδερφίστικο.
  • υποκρισία, συναλλαγή, ψευτοκυριλέ - δες παράδειγμα 6 όπου και η σαφέστερη αναφορά στις τσιριμόνιες.
  • παράνομος δεσμός, ερωμένη, το πονηρόν - δες παράδειγμα 7. Η χροιά αυτή υπάρχει και όταν ο Προύσαλης χαρακτηρίζει την Κοντού τσιριμπίμ τσιριμπόμ.

    Βγάλε άκρη.

  1. Μια Ιταλίδα στην Κυψέλη, απόσπασμα από τον κλασικό διάλογο.

Αθηνόδωρος Προύσαλης: Δεν βλέπω το πρόσωπο!
Κατερίνα Γιουλάκη: Ναι, αλλά ποιον θέλετε;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Ψηλός, όμορφος, βουτυράτος...
Κατερίνα Γιουλάκη: Βουτυράτος;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Με μια αψηλή, τσιριμπίμ, τσιριμπόμ...
Γιώργος Γαβριηλίδης: Τσιριμπίμ, τσιριμπόμ; Excuse me, μήπως είσαστε από τη Νότια Αφρική;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Όχι, από τη Νέα Σμύρνη! Κατάστημα «Το παλουκάκι».

  1. Ομιλώ περί του περικαλλούς άσματος το οποίο ηκούεται άμα τη ενάρξη της ιστοσελίδας: http://eniayton.blogspot.com/ aka λαλυμένον ύδωρ. Το άσμα αυτό είναι βαρύ σεκλέτικο, μόρτικο, ξηγημένο, καραμπαμπάμ, ντιριντραντράν, τσιριμπίμ τσιριμπόμ και πολύ μάγκικο άμα λάχ' να ούμ...(Από http://funel.blogspot.com)

  2. Για να καταλάβω, εσύ νομίζεις ότι διαθέτεις τον ίσκιο τον βαρύ; Βρε τσαρλατάνε, δεν κάθεσαι καθόλου μα καθόλου ήσυχα; Γιατί μας δουλεύεις όλους ψιλό γαζί με τα «τσιριμπίμ τσιριμπόμ» διηγηματάκια σου; (Από http://askardamikti.blogspot.com)

  3. Ναι,άμα δεν έχουμε τι να πούμε το ρίχνουμε στο τσιριμπίμ - τσιριμπόμ. Παλιό το κόλπο. Δεν πιάνει όμως. (Από forum)

  4. Περνάμε στον ΣΠΑΣΤΙΚΑ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΟ κίτρινο λεκέ που ονομάζεται Τουίτυ... Πόσο πολύ αγαπάω τον γατούλη Συλβέστερ! Και πόσο μου ανάβουν τα λαμπάκια όταν ακούω την τσιριμπίμ-τσιριμπόμ χαζοφωνούλα του καναρινιού να λέει ψευδά: «I tink I saw a putty-cat» ΝΑΙ, ΣΙΧΑΜΕΝΟ ΠΛΑΣΜΑ!!! Γάτα είδες! (Από http://peslac.pblogs.gr)

  5. Ο αρχηγός των τσιγγάνων πέθανε και τη θέση του πήρε ένας άλλος νεότερος που είχε βαρεθεί τα τσιριμπίμ τσιριμπόμ με τους καλούς κυρίους και ένιωθε σεβασμό προς τους ομοεθνείς του και ήθελε το δίκιο της φυλής του να λάμψει, βρε αδερφέ, επιτέλους! (Από http://rodiat5.blogspot.com)

  6. Καταρχήν, ακόμα και η Μόνικα Μπελούτσι να υποκύψει στις σεξουαλικές σου ορέξεις δεν πρέπει να το μάθει κανείς (ούτε ο καλύτερός σου φίλος, όση εμπιστοσύνη και να του έχεις). Ok, κάποιος θα το μάθει, κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, εσύ θα το καταλάβεις ότι κάποιος ξέρει για τα τσιριμπίμ τσιριμπόμ σου, αλλά δεν θα ξέρεις ούτε ποιος, ούτε πως. Τι να κάνουμε, αυτά έχει η ζωή. (Από http://www.myworld.gr)

(από MXΣ, 03/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναλόγως της περιπτώσεως:
1. Ο τύπος ο οποίος ζει και αναπνέει για να φτιάξει το «τέλειο κορμί». Όπου τέλειο κορμί εννοεί το τίγκα στο μούσκουλο (συνήθως με τη συνδρομή «βοηθημάτων» από τη Σου-Λι), ποσοστά λίπους στα χαμηλά μονοψήφια και μια φανατική ενασχόληση με μεθόδους αποτρίχωσης, solarium, λάδια και τάνγκα σε φωσφορίζοντα χρώματα. Απαντάται και σε θηλυκές (ο Θεός να τις κάνει), εκδόσεις. Όπως είναι εύκολα αντιληπτό, θα τον βρείτε κυρίως σε «ενημερωμένα» γυμναστήρια που προσφέρουν όλα τα προαναφερθέντα (υπόγειο «φαρμακείο», επιθυμητό αλλά όχι υποχρεωτικό!)

  1. Ο έχων καταναλώσει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ (βλ. επίσης γίνομαι κροκόδειλος) ή ουσιών (βλ. επίσης κόκκαλο) με συνέπεια να διπλώνει στα δύο (κόβεται) προσπαθώντας να διατηρήσει την ισορροπία του.
  1. Στο γυμναστήριο: Ρε συ καινούργιος είναι ο κομμένος που σηκώνει 200 κιλά στον πάγκο;

  2. Πήγαμε με τον Γιώργο προχτές σ' αυτό το καινούργιο μπαρ και μετά από τρία μπουκάλια ήτανε κομμένος. Πάλι καλά που δεν είχε σκαλιά στην έξοδο.

thodorabo, trob master (από jesus, 13/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified