Further tags

Η κατάσταση απόλυτης μέθης.

- Πώς πήγε το ραντεβού χθες ρε;
- Άσε ρε, ήπια κάτι ληγμένες ρετσίνες πριν βγω και έγινα ντέφι πριν την ώρα μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τέλεια, τζάμι.

- Πώς ήτανε χθές; - Περνάγαμε τζιτζί, μεχρι που έσκασε ο μαλάκας ο Νίκος.

"Είναι τζιτζί το νινί", Νικήτας Κλιντ (από Khan, 15/07/14)(από Khan, 28/03/15)

Βλ. και τζιτζιλόνι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουλάω μούρη στα γαλλικά... Το ποζερίζειν.

-Κοίτα το μαλάκα. Όλο πουλ μουρ είναι, κι αν τον ρωτήσεις δεν ξέρει τίποτα...

Βλ. και πολ μουρ, πουλ μουρ, Paul Moore.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς ο λογαριασμός / το κόστος.

  1. (palavomares.blogspot.com)
    Και τότε σκάει η λυπητερή. Τα παγωτά κοστίζουν 400δρχ. έκαστο...

  2. (www.goalnet.gr)
    ...δεν ξέρουμε τι έκανε όταν άκουσε πριν από λίγο τη λυπητερή: Πρόστιμο 250.000 δολάρια για...

Δες και βασίλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκινούμαι βαθιά.

- Αχ Μπάμπη, θυμήθηκα χθες τον σκύλο που είχαμε στο χωριό και με πήραν τα σορόπια, μεγάλη γυναίκα...
- Πάλι μπάμιες;

βλ. και ζουμιά 1.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε φοράω τα κέρατα. Το να απατάς/κερατώνεις τον/την σύντροφό σου.

Καλά δεν τα 'μαθες; Που έμαθε ο Γρηγόρης πως τόσο καιρό η Τούλα του τα φόραγε με τον κολλητό του τον Παναγιώτη και τους πήρε και τους δυο στο κυνήγι με το κουζινομάχαιρο μέσα στην ταβέρνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω, την κάνω. Από το παίρνω τον πούλο.

Εγώ την πουλεύω, γιατί είχα πει στην Τόνια πως θα πάω να δω τους γονείς μου και αν με δει εδώ, θα γκρινιάζει μέχρι αύριο.

(από Khan, 12/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολυλογία.

Σταματήστε επιτέλους το μπλα μπλα να δούμε την ταινία σαν άνθρωποι!

Πρώτος και μιλάει και ασταμάτητα. (από Galadriel, 08/03/09)

Βλ. και μπίρι-μπίρι και ενδεχομένως μπούρου-μπούρου μαλακίες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ουσ. ουδ.): Σχέση που συνάπτεται με ιδιαιτέρως... συγκεκριμένο σκοπό.

Τι έρωτες κλπ μου λες τώρα. Εγώ ψάχνω για κάνα πηδύλλιο για να στρώσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Oυσ. ουδ.): Παλιρροϊκό κύμα που σε χτυπάει αν βρεθείς κατά λάθος σε παραλία gay γυμνιστών στη Μύκονο!

- Μπάμπη πάμε να φύγουμε από δω, θα μας σηκώσει το τσουτσουνάμι.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified