Το πρόβλημα, το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πακέτο. Συνήθως την τρώμε ή την παθαίνουμε.
Έφαγα νίλα το πρωί. Είχα αργήσει για την δουλειά και δεν έπαιρνε μπροστά το αυτοκίνητο και έχουν απεργία και τα λεωφορεία. Ευτυχώς άργησε και το αφεντικό.
Το πρόβλημα, το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πακέτο. Συνήθως την τρώμε ή την παθαίνουμε.
Έφαγα νίλα το πρωί. Είχα αργήσει για την δουλειά και δεν έπαιρνε μπροστά το αυτοκίνητο και έχουν απεργία και τα λεωφορεία. Ευτυχώς άργησε και το αφεντικό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πρόβλημα. Συνήθως το «τρώμε», αλλά πολλές φορές απλά εννοείται. Όσο πιο τραβηγμένο είναι το «ε» και το «ο», τόσο πιο μεγάλο είναι το πακέτο.
- Πού χάθηκε ο Δημήτρης;
- Έχει πέσει πολύ δουλεία στην εταιρεία που δουλεύει και αναγκάζεται να κάθεται στο γραφείο μέχρι αργά το βράδυ. Έχει φάει μεγάλο πακέτο.
- Πω ρε φίλε, 4 πήγε η ώρα!
- Σοβαρά;; Εγώ δουλεύω στις 9 το πρωί!
- Πακεεεετοοοοο!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το αγγλικό ban (απαγορεύω).
Σημαίνει δεν εγκρίνω, ρίχνω πόρτα, πετάω έξω κ.τ.λ.
- Με κάλεσε η Σούλα στο σπίτι των δικών της στην Εκάλη.
- Εκάλη; Και πώς θα πας; Με τις κάλτσες με τα ξεχειλωμένα λάστιχα που έχεις και το παπί; Θα σε μπανάρει ο πατέρας της!
Got a better definition? Add it!
Απαγόρευση εισόδου. Τρώγεται ή ρίχνεται. Προκύπτει απ' το τελευταίο πράγμα που βλέπει (ή τρώει στη μάπα) κανείς πριν τον πετάξουν έξω από κάπου.
Μερικά πράγματα δεν τα καταλαβαίνω ρε φίλε. Πήγα στην «Έκθεση Δίκαννου 2006» κι άρχισα να δοκιμάζω καραμπίνες με δικά μου φυσίγγια που έφερα απ' το σπίτι, και μου ρίξανε πόρτα ρε! Μα αν δεν το δοκιμάσω ρε άνθρωπε, πώς θα το πάρω;!
Got a better definition? Add it!
Τρώω πακέτο, δηλαδή έχω πρόβλημα, ζορίζομαι, ταλαιπωρούμαι.
- Πακετώθηκε ο Στάθης, έχασε όλα του τα λεφτά, του κατέσχεσαν το σπίτι, τον άφησε η γυναίκα του, χάθηκε και ο σκύλος του, του κάηκε και το βίντεο!
Got a better definition? Add it!
Η επανάληψη των λεγόμενων, το να λες συνέχεια το ίδιο πράγμα και να επιμένεις σε αυτό χωρίς ούτε να μπορείς να το αιτιολογήσεις αλλά ούτε και να ακούς την αντίθετη άποψη.
(τηλεόραση:)
- Θα γίνουν προσλήψεις, θα ρίξουμε την ανεργία στο 1%, θα κάνουμε αυξήσεις, θα πέσουν οι φόροι!
- Καλά καλά παλιομαλάκες, λες και δεν σας έχουμε μάθει πια με αυτή την καραμέλα! Κάθε 4 χρόνια πλούσιους μας κάνετε παλιοξεφτίλες! Δεν σας ξαναψηφίζω ρε που να μου κοπεί το χέρι!
Δες και βάζω την κασέτα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υπερηφανεύομαι. Από την υπερηφάνεια που έχει ο κόκορας ανάμεσα στις κότες.
-Έλα Μιχάλη, τόσο καιρό μας κοκορεύεσαι για τα μπράτσα που έχεις κάνει στο γυμναστήριο. Ε, καιρός είναι να πιάσουν τόπο. Έλα να βοηθήσεις να ανεβάσουμε τον καναπέ στον 5ο γιατί στο ασανσέρ δεν χωράει με τίποτα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το πρησμένο.
- Είχα τα νεύρα μου και έριξα μια μπουνιά στην πόρτα! Η πόρτα όμως αποδείχτηκε πιο μάγκας και δεν έπαθε τίποτα. Αντιθέτως το χέρι μου έγινε τούμπανο. Διπλό σου λέω έγινε και πονάω κιόλας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ομαδική καρπαζιά. Συνηθιζόταν να το τρώει κάποιος στο σχολείο όταν ερχόταν φρεσκοκουρεμένος, ή όταν έλεγε / έκανε μεγάλη μαλακία.
-Φατούρο στον Τάκη!
-Μα τι είπα ρε παιδιά...;
-Δεν είπες, θα πεις! Καρπαζοεισπράκτορα!
ΦΛΑΠ! ΚΑΠΑΟΥ! ΠΟΟΥ! ΦΛΑΠ!
Βλέπε και σύννεφο.
Got a better definition? Add it!