Λιάδα, από το αλιάδα (σκορδαλιά, αλοιφή δηλαδή).
Γίναμε λιάρδα.
Λιάδα, από το αλιάδα (σκορδαλιά, αλοιφή δηλαδή).
Γίναμε λιάρδα.
Got a better definition? Add it!
Published
Ελληνική λέξη που αρχίζει απο Ζ και τελειώνει σε Μ. Ηπειρώτικης προέλευσης ...!!!
ζμπούτσαμ
Got a better definition? Add it!
Published
Η απρόσμενη χαρά όταν κάποιος σου σερβίρει το αγαπημένο σου κομμάτι από το κοτόπουλο. Στα νεότερα χρόνια χρησιμοποιείται για να εκφράσει την απρόσμενη χαρά γενικότερα, τη στιγμή που η μοίρα κοιτάει κάτω και αποφασίζει να σου φερθεί καλά.
- Βρήκα ένα ξεχασμένο 20ευρω στην τσέπη μου το πρωί.
- Κοτοχαρά.
Got a better definition? Add it!
dt, τo απειροελάχιστο διάστημα χρόνου, πολύ γρήγορα (προφέρεται: «ντε-τε»).
Εξαφανίστηκε σε ντε-τε. Δεν πρόλαβα να τον ρωτήσω πού θα πάει.
Βλ. και καρφί, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σούμπιτος / σούμπιντος, ο, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή του ανφάν γκατέ. Χαρακτηρίζει την τοπική κοσμική ιντελιγκέντσια, γνωστούς και ως μαϊντανούς, που συνωστίζονται σε όλα τα πάρτυ και τις κοσμικές εκδηλώσεις κυρίως εξαιτίας του δωρεάν μπουφέ.
- Ωραία πάει ρε Μάκη το πάρτυ της παρουσίασης του βιβλίου σου, πολύ κέφι.
- Τι ωραία ρε λακαμά; Που χει μαζευτεί όλο το ναφάν γκατέ, γαμώ την απλυσιά τους... Μισό ρε Μηνά...Ρεεε Ζουράρι... Ναι εσένα λέω... Άσε κάτω το μπούτι κοτοπούλου, 7 έφαγες... Πού τα βάζει ο πούστης...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μου κόπηκε το αίμα: φοβήθηκα.
- Αμάν βρε παιδί μου, πώς μπήκες έτσι αθόρυβα. Μού 'κοψες το αίμα!
Got a better definition? Add it!
Η απόλυτη ανία, βαρεμάρα, έλλειψη κινήτρου και όρεξης για οποιαδήποτε κίνηση ή μετακίνηση. Πιθανώς προέρχεται από τον σπάρο, κατά τα λεγόμενα, το πιο βαρεμένο ψάρι της θάλασσας.
Πρωινή/κυριακάτικη σπαρίλα, μ' έχει πιάσει σπαρίλα, τον έφαγε η σπαρίλα κτλ.
Got a better definition? Add it!
Δείχνει το άτομο που είναι μόνο του, που το έχουν εγκαταλείψει και δεν έχει κανέναν κοντά του.
Την βλέπω την γιαγιά που μένει μόνη της απέναντι και τη λυπάμαι. Τα παιδιά της έφυγαν πριν απο 20 χρόνια για την Αμερική και έμεινε σαν την καλαμιά στον κάμπο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δείχνει τον άνθρωπο που τον έχουν παρατήσει αβοήθητο, χωρίς καμία βοήθεια ή στήριξη.
Τον χώρισε η γυναίκα του και του πήρε το σπίτι, τα παιδιά, το αμάξι και τώρα είναι μόνος του σαν το σκυλί στ' αμπέλι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ρίχνω βίαια κάποιον στο έδαφος. Συναντάται σαν όρος κυρίως όταν αφορά σε παιχνίδια ποδοσφαίρου.
Είδες χάλια η διαιτησία; Τον γκρέμισε τον επιθετικό ο τερματοφύλακας και δεν έδωσε πέναλτι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified