Further tags

Εσώρουχο τύπου μινέρβα.

- Της βγάζω τα ρούχα και φορούσε αλεξίπτωτο λες και ήταν λοκατζής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μπότες με μύτη μπροστά.

- Πάλι αυτά τα κατσαριδοκτόνα φοράς; Ποιος είσαι ρε, ο γιος του αροξόλ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι αξίζει τα λεφτά του. Όταν κάποιος είναι ξηγημένος. Γενικότερα χαρακτηρισμός θετικός (μεταφορικά).

1 - Πω πω φίλε, ο τυπάς κάνει τρελά πάρτι με πολλά γκομενάκια...
- Σου τό' πα... Τίμιος!

  1. - Ευτυχώς με βοήθησε ο Γιώργος και πέρασα το μάθημα. - Τίμιος Μπακαλιός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνδυασμός των λέξεων ψωλή και χιονάνθρωπος. Είναι ο χιονάνθρωπος που έχει και ψωλή.

Συνδυάζει το παιδικό παιχνίδι με την άρνηση της συμβατικής ηθικής (εξ ου και η ψωλή) και ωσεκτουτού η συνήθης κατάληξή του είναι η ίδια με των αρχαίων αγαλμάτων από τους χριστιανούς: ο ακρωτηριασμός του επίμαχου σημείου ή/και η πλήρης καταστροφή του από κάποιον ηθικό πολίτη...

- Φτιάξαμε εδώ πιο κάτω έναν ψωλάνθρωπο γαμάτο, σαν άγαλμα!
- Έλα ρε! Πού είναι να τον δω;
- Ατύχησες φίλε! Λίγο αφότου φύγαμε, μια κακογαμημένηπήγε και τον έκανε χίλια κομμάτια... Θα την πείραξε η μεγάλη ψωλή φαίνεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι εντελώς απίστευτο, κουφό, άκυρο, καμένο.

  1. Χάχαχα!! Ρε μαλάκα, δεν υπάρχει αυτό το ανέκδοτο που είπες!!

  2. Τι καμένη ταινία! Δεν υπάρχει, μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H βασιλόπιτα, λέγεται υπό τύπο αινίγματος (από Θεσσαλονικείς χαριτολογώντας μεταξύ τους ή από άλλους προς Θεσσαλονικείς), κατ' αναλογία της ονομασίας στη Θεσσαλονίκη της τυρόπιτας με φύλλο κρούστα ως μπουγάτσα με τυρί.

- Πώς λένε στη Θεσσαλονίκη τη βασιλόπιτα;
- Μπουγάτσα με φλουρί!
- Τι με λες τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προφυλακτικό, λέγεται υπό τύπο αινίγματος (από Θεσσαλονικείς χαριτολογώντας μεταξύ τους ή από άλλους προς Θεσσαλονικείς), κατ' αναλογία της ονομασίας στη Θεσσαλονίκη της τυρόπιτας με φύλλο κρούστα ως μπουγάτσα με τυρί.

- Πώς λένε οι βόρειοι το προφυλακτικό;
- Μπουγάτσα με πουλί μήπως;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπνόσακος, λέγεται υπό τύπο αινίγματος (από Θεσσαλονικείς χαριτολογώντας μεταξύ τους ή από άλλους προς Θεσσαλονικείς), κατ' αναλογία της ονομασίας στη Θεσσαλονίκη της τυρόπιτας με φύλλο κρούστα ως μπουγάτσα με τυρί.

- Μπουγάτσα με τουρίστα τι είναι;
- Το σλίπινγκ μπαγκ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το αποπάτημα, το σκατό, η κουράδα.

  2. Στα κρητικά το κοπάδι προβάτων.

βλέπε και:
-ξεκουραδώνω: κλέβω από κάποιον το κουράδι του, το κοπάδι με τα πρόβατά του.
-μεγαλοκουραδάρης: ο τσέλιγκας, αυτός που έχει πολλά πρόβατα.

Πολλές παρεξηγήσεις έχουν γίνει -κατά το παρεθόν κυρίως- εξαιτίας αυτής της σύγχισης. Χαρακτηριστικό περιστατικό περιγράφεται στο θεατρικό έργο του Δ. Βυζάντιου Βαβυλωνία, όπου ένας στερεοελλαδίτης πυροβολεί έναν Κρητικό επειδή ο τελευταίος τον κατηγόρησε ότι κατά την τελευταία επανάσταση οι συντοπίτες τού πρώτου κατέβηκαν στην Κρήτη και του έφαγαν τα κουράδια του (=τα πρόβατά του).

- Στον γάμο μου θα φάμε το κουράδι μου!
- Τώρα ποιο από τα δύο, για να δω αν θα έρθω ή όχι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε κάτι το οποίο είναι γνήσιο και δεν έχει υποστεί μεταγενέστερες μεταβολές. Χρησιμοποιείται κυρίως σε μηχανολογικές συζητήσεις.

  1. Το αυτοκίνητο το έχω μαμά ακόμα, αλλά σκοπεύω να το αγριέψω.

  2. Πωλούνται εξατμίσεις μαμίσιες.

Δες και σετ α λα μαμά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified