Υπερβολικός ορισμός του παλιού.
Το ξέρω ότι του αρέσουν οι «γριές», αλλα αυτή η τελευταία δεν παίζεται... είναι απο την εποχή που η Ακρόπολη ήταν οικόπεδο και ο «βασιλικός» (εθνικός) κήπος γλάστρα!
Υπερβολικός ορισμός του παλιού.
Το ξέρω ότι του αρέσουν οι «γριές», αλλα αυτή η τελευταία δεν παίζεται... είναι απο την εποχή που η Ακρόπολη ήταν οικόπεδο και ο «βασιλικός» (εθνικός) κήπος γλάστρα!
Βλ. και από τότε που βγήκαν οι λάσπες, από τότε που βγήκε το νερό και το χώμα, επί Πλειστοκαίνου, επί Αχιλλέως Παράσχου
Got a better definition? Add it!
Κάποιος που το παίζει σε στυλάκι Μπομπ Ντύλαν και είναι μονίμως ντίρλα.
How many beers has a man to drink, before they call him Bob Dyrlan; The answer my friend is blowing in the wind, the answer is blowing in the wind...
Got a better definition? Add it!
Χαμηλοτάτου επιπέδου, της εσχάτης υποστάθμης. Απαντάται στη φράση «λούμπεν προλεταριάτο».
Παράγωγο: λουμπεναριό.
Πάλι με το Βρασίδα και την Κούλα βγήκαμε και καταλήξαμε σε μια παρακμιακή ταβέρνα στις Κουκουβάουνες, που τραγούδαγε ένα σκυλί και η πελατεία ήτανε λες κι είχε βγει από τον Κορυδαλλό. Εντελώς λούμπεν κατάσταση μιλάμε.
Got a better definition? Add it!
Πέρα από την ενδελεχή ανάλυση του Κνάσου, σημαίνει και τον πάρα πολύ κακό, αυτόν που έχει μια οποιαδήποτε αρνητική ιδιότητα σε τόσο ακραίο βαθμό, ώστε να θέλουμε να τον / την / το βρίσουμε τόσο άγρια, που θα έπρεπε να κατεβούν πολλά καντήλια από τις χριστοπαναγίες και τα μπινελίκια. Έτσι τελικά λέμε μόνο «ο / η / το θεμουσχώρα με» (οπωσδήποτε με άρθρο και μονολεκτικώς), εννοώντας τις βρισιές που θα εκστομίζαμε και που αποτελούν άρρητα λήμματα. Χρησιμοποιείται και για καταστάσεις ακραίας ξεφτίλας.
Τι μαλακία έκανε πάλι ο θεμουσχώρα με...
Εντάξει, να πάμε με το δικό σου αυτοκίνητο, κι όχι με το δικό μου στην εκδρομή, αλλά είναι και λίγο θεμουσχώρα με!... Θα μας βγάλει μέχρι την Κόρινθο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως φαίνεται κι εδώ, ο Δαλάι Λάμα είναι ηγέτης του Λαμαϊσμού (Θιβετιανού Βουδισμού) και αντιπροσωπεύει τη ζωντανή ενσάρκωση μιας μορφής του Βούδα (της μορφής του ελέους).
Ο όρος για τον οποίο συζητάμε εδώ, προέρχεται από παράφραση του ονόματος του Δαλάϊ Λάμα. Ποιον θα μπορούσαμε να αποκαλούμε έτσι;
Θα μπορούσαμε να αποκαλούμε ειρωνικά κάποιον ψωλοπερήφανο, που την έχει δει... και καλά πεφωτισμένος γκουρού, Μέγας Μαγίστρος και Δαλάι λάμα του έρωτα.
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε έτσι σε κάποιον που έχει μεγάλη ιδέα για τις σεξουαλικές επιδόσεις του, που λέει πως τον έχει βουκεφάλα, που λέει πως έχει την... επαναληπτική καραμπίνα, που λέει πως έχει τον... πηδάριθμο, που λέει πως έχει ρίξει τις καλύτερες (γιατί έχει τη... μεθοδολογία), που λέει πως μπορεί να κάνει κάποιον χυλοπιτολήπτη, Δον Ζουάν, κλπ.
Για κάποιον που θεωρεί πως είναι και ο κρότος, ενώ μπορεί, να είναι ο... πρωταθλητής στη χυλόπιτα, κι όσα κι αν λέει να 'ναι ένα παιχνίδι φαντασίας και ματαιοδοξίας.
Πέτρος:
- Μου 'λεγε ο Κώστας για τις ερωτικές του κατακτήσεις. Φοβερός ε; Άπαιχτος, ε;
Βασίλης (με ειρωνική διάθεση):
- Ετς! Ο Γαμάι λάμα αυτοπροσώπως. Ρε εσύ, μην ακούς παπαρδέλες. Ψώνιο είναι το άτομο.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση προερχόμενη από το χώρο του αυτοκινήτου. Κυριολεκτικά σημαίνει πως έχω άνεση με τις γρήγορες εναλλαγές σχέσεων στο κιβώτιο όταν ξεκινώ από στάση και κινούμαι με χαμηλές ταχύτητες ώστε το εργαλείο να μη μου σβήνει ποτέ.
Σλανγκιστί, άνεση στις πρώτες-δεύτερες έχει ένας άνθρωπος σπίρτο, ένα τσακαλάκι που του κόβει, έχει γρήγορη σκέψη με επιταχύνσεις και σβέλτες αλλαγές, χωρίς να κωλώνει από σαρδάμ ή από κεραυνοβόλα αντεπιχειρήματα του συνομιλητή, είναι ετοιμόλογος και ετοιμόσλανγκος, τέσπα ένας ρήτορας με χρόνους dt.
Δευτερευόντως, ο γράφων άκουσε την έκφραση να χρησιμοποιείται για να εξάρει τις αφηγηματικές ικανότητες κάποιου, κάτι που δεν είναι ολωσδιόλου ξένο με την προηγούμενη ερμηνεία.
[παλιό ανέκδοτο]
- Λοιπόν μισό λεπτό να ρωτήσω το αφεντικό αν έχουμε το μισό κρεβάτι που θέλετε... ΑΦΕΝΤΙΚΟ! Χρειάζομαι μισό κρεβάτι για πελάτη! Έχουμεεε;
- [Ρουμάνος, από το βάθος, αγνοώντας ότι ο πελάτης είναι παρών] Πες του μαλάκα με τις πίπες του να μην πατήσει στο μαγαζί. Ακούς εκεί!
Ο πελάτης προσβάλλεται και πάει να αγριέψει. Ο πωλητής ψύχραιμος, φωνάζει ξανά και ταυτόχρονα επεξηγεί:
- Όχι αυτός! Εδώ έχω έναν άλλο κύριο που θέλει να αγοράσει το άλλο μισό!...
Ο αφεντικός πλησιάζει ανήσυχος και, αφού το ντηλ λήγει με επιτυχία, επαινεί τον πωλητή του:
- Μπράβο ρε μεγάλε! Έχεις άνεση στις πρώτες-δεύτερες! Λοιπόν, επειδή είμαι φοβερά ευχαριστημένος με την πάρτη σου, σου κάνω δώρο για την άδειά σου ταξιδάκι στη Βραζιλία!
- Νά ’σαι καλά! Αλλά στη Βραζιλία; Μόνο πουτάνες και ποδοσφαιριστές έχει...
- Για στάσου ρε συ, η γυναίκα μου είναι από τη Βραζιλία!
- Αλήθεια; Σε ποια ομάδα παίζει;
[άλλο παλιό ανέκδοτο]
- Και που λέτε παιδιά, πέφτω πάνω σε μια αντιλόπη τρία μέτρα ύψος. Μπάμ! Πάρ’ την κάτω!
- Και τι έκανες;
- Πού να την κουβαλήσω μόνος μου... Κόβω ένα πόδι για μεζέ και το βάζω στον ώμο μου.
- Μετά;
- Δεν κάνω δυο βήματα, βλέπω δεύτερη, ακόμα πιο μεγάλη! Μπαμ! Τέζα κι αυτή!
- Και;
- Ε τι και; Πόδι στον άλλον ώμο και συνεχίζω..
[Εκείνη τη στιγμή τον διακόπτει το κινητό του, τον απορροφά για λίγα λεπτά η συνομιλία κι έπειτα γυρνά αφηρημένος στην ομήγυρη που κρέμεται από τα χείλη του]
- Πού ήμουνα;
- Είχες τα δυο πόδια στους ώμους.
- Ε, και της ρίχνω ένα γαμήσι...
- Χαχαχα, παραμύθια μεν, άνεση στις πρώτες-δεύτερες δε... Ζαγοραίος!
Got a better definition? Add it!
Μια ατάκα που ξεπήδησε από τον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο, δια στόματος Κώστα Χατζηχρήστου (στο ρόλο του Ζήκου) προς τον Νίκο Ρίζο (στο ρόλο του Κιτσάρα). Μιλάμε για την ιστορική ταινία «Της κακομοίρας»
Η πλήρης ατάκα ήταν: «Για κοιτάτε ρε έναν Κιτσάρα, τρία πατώματα στο υπόγειο». Το ωραίο της υπόθεσης είναι πως ο Χατζηχρήστος, ήταν ελάχιστα ψηλότερος από τον Ρίζο (ο Ρίζος είχε τον επίσημο τίτλο του κοντού στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο).
Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε απαξιωτικά και με έμφαση, σε κάποιον κοντοπίθαρο, σε κάποιον που έχει μπει στο πλύσιμο, σε κάποιον ένα και τίποτα, σε κάποιον τάπερμαν βρε αδερφέ, που λεονταρίζοντας, θα πει μια ατάκα στο στυλ της άλλης ιστορικής ατάκας του Ζήκου προς το αφεντικό του: «άντε μην ξεδιπλωθώ και γίνω ένα κι ενενήντα».
Η έκφραση κρύβει έντονη απαξίωση για τον συνομιλητή μας, αφού τη λέμε συσχετίζοντας το μπόι του με τη βαρύτητα που έχει σαν άτομο (κατά την άποψη μας). Δεν αρκούμαστε να μιλήσουμε για υπόγειο κι έτσι αναφέρουμε τρία πατώματα στο υπόγειο (πολύ κάτω από την επιφάνεια), θεωρώντας τον ανύπαρκτο, σκουλήκι, χαμένο, τελειωμένο.
Σα να λέμε, δηλαδή, σε έναν κοντό πως έχει επίπεδο χαμηλότερο από επίπεδο μετροπόντικα.
Κάποιος κοντός κάνει τον καμπόσο σε κάποιον, οπότε ο άλλος σκανάρονταςτον σε κλάσμα του dt, με έντονο απαξιωτικό ύφος του λέει:
- Μιλάνε όλοι, μιλάνε και τα τρία πατώματα στο υπόγειο. Δε χάνω άλλο τα λόγια μου μαζί σου. Άντε... Άντε μη φτύσω και πνιγείς.
Got a better definition? Add it!
Όλος-ο-χρόνος-κλασική έκφραση που υποδεικνύει αυτόν που δεν έχει ειρμό στην κουβέντα του ή στις πράξεις του, παρουσιάζει ανεξήγητη συμπεριφορά ή πετάγεται από το ένα θέμα στο άλλο, επειδή έτσι του ήρθε, επειδή εκείνη τη στιγμή το θυμήθηκε και χάρηκε με την τρομερή σκέψη του.
Got a better definition? Add it!
Ο τελευταίος Ινδιάνος αρχηγός των Τριχάτσι, που μαζί με τον αδερφό του, τον Κουλό Κουρέα, δώσαν την ηρωική άλλα άνιση μάχη της Τριχόπτωσης απέναντι στις στρατιές του Χεντ και του Σόλντερς και, μη μπορώντας να κάνουν την τρίχα τριχιά, ηττήθηκαν κατά κράτος.
Εμβληματική μορφή του last stand, ο αρχηγός με το πεντακάθαρο μέτωπο και την παροιμιώδη χωρίστρα, γράφτηκε στις χρυσές σελίδες του Καραφλού Γένους, πέφτοντας μαχόμενος χωρίς ζελέ και με τη χτένα παρθένα.
Προδομένος από τις Μοίρες, που στη γέννα του αντι να κλώθουν, κρατούσαν ψιλή, άφησε σε όλους εμάς τους επιγόνους του βαριά την παρακαταθήκη της λεβεντιάς και της ασκητικής αποχής από το ζελέ, καθώς και την αίσθηση της τραγικής ειρωνίας μιας φύσης που σου δίνει έξτρα τεστοστερόνη για να πηδάς περισσότερο, αλλά φροντίζει αυτή να σου ρίχνει τα μαλλιά για να μη βρίσκεις γκόμενα.
Είρων ως το τέλος, στην εκτέλεσή του, αντί για παπά ζήτησε κουρέα και έβαλε να γράψουν στον τάφο του: «Αν οι τρίχες είχαν αξία, δε θα φυτρώναν και στον κώλο».
Εγώ.
Got a better definition? Add it!
Εμπνευσμένο από το κλασικό παραμύθι του Άντερσεν: μαγικός καθρέφτης σπάει και μπαίνει στο μάτι του πρωταγωνιστή, ο οποίος δεν την παλεύει και πέφτει στα νύχια της Βασίλισσας του Χιονιού...
Σλανγκιστί, χρησιμοποιείται για να καταδείξει μια πολύ όμορφη αλλά χωρίς αισθήματα, απρόσιτη και επικίνδυνη γυναίκα.
Συνώνυμο, αλλά μερικές κλάσεις πιο κάτω: το παγόμουνο.
- Πωω, ρε φίλε, τι γυναικάρα αυτό το Χριστινάκι...
- Πρόσεχε ρε, μη μπλέξεις με την ice queen, γιατί θα 'χεις κακά ξεμπερδέματα...
Got a better definition? Add it!