Ο προδότης, αυτός που το άγγιγμά του καίει.
- Τι κάνεις Γιώργο φίλε μου; (συνοδεύεται με φιλικό σκούντημα στην πλάτη).
- Άντε γαμήσου φλεγόμενη μπάλα...
Ο προδότης, αυτός που το άγγιγμά του καίει.
- Τι κάνεις Γιώργο φίλε μου; (συνοδεύεται με φιλικό σκούντημα στην πλάτη).
- Άντε γαμήσου φλεγόμενη μπάλα...
Got a better definition? Add it!
Υποτιμητικός χαρακτηρισμός.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο ως μουνί της λάσπης.
βλ. και χριστιανοσλάνγκ
Got a better definition? Add it!
Κατάσταση σταρχιδισμού, προέρχεται απο το γαλλικό je m'en fous που σημαίνει «δεν με νοιάζει».
- Κάθε μέρα έξω και βόλτες μου είσαι, και κάνα βιβλίο δεν ανοίγεις. Όλο ζαμανφού μου είσαι!!
- Ρε, η γκόμενα θα γίνει έξαλλη αν γυρίσεις αργά σπίτι.
- Ζαμανφού ρε!
βλ. και ζαμάν φου, ζεμανφουτίδης, ζαμανφουτίστας
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν δουλεύει γιατί βαριέται και κάθεται χωρίς να κάνει απολύτως.
- Πού δουλεύει;
- Δεν δουλεύει, παραιτήθηκε και είναι επαγγελματίας ξύστης.
Got a better definition? Add it!
Προφέρεται ΓουΤουΠου. Ακρωνύμια των λέξεων Για Τον Πούτσο. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αθλιότητα διαφόρων συμπεριφορών και χαρακτήρων.
- Κοίτα πως οδηγεί ρε!
- Τελείως Γ.Τ.Π
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από γαλλικό enfant gateaux = παιδί-γλυκό, βουτυρόπαιδο. Το λέμε όταν, συνήθως σε συγκεντρώσεις, μαζεύεται κόσμος δήθεν, σνομπ και γλοιώδης.
Χτες στο πάρτυ της νομικής ήταν μαζεμένο όλο το αφάν γκατέ και έφυγα 1 ώρα αρχύτερα...
αποφασίσαμε να παραμείνει ο ορισμός αν και λάθος, επειδή έχει ενδιαφέρον το πώς προσλαμβάνεται η έκφραση από κάποιον που δεν ξέρει καλά την προέλευσή της. Πιθανόν επίσης ο Ikaros να κάνει λογοπαίγνιο.
Ο σωστός ορισμός αναφέρεται παρακάτω, στα σχόλια, από τους ironick, Sarant και Ο ΑΛΛΟΣ.
Got a better definition? Add it!
Η φράση ψωλή του κόκκορα χρησιμοποιείται επίσης υποτιμητικά/υβριστικά για κάποιον, λόγω του μικρού μεγέθους του πέους του κόκκορα (τουλάχιστον σε σύγκριση με το ανθρώπινο).
Όπως είπε και ο θρυλικός Σοφοκλής, ο Πιτσαδόρος από τα Μέγαρα που πρωταγωνιστεί σε ουκ ολίγες τηλεφωνικές φάρσες, σε έναν φαρσέρ:
«Μουνόπανο, ψωλή του κόκκορα, ξέρεις πόσους κώλους έχω γαμήσει εγώ σαν κι εσένα;!»
Got a better definition? Add it!
Aυτός ή αυτή που κατά συρροή μπλέκει με τα λάθος άτομα.
Πού να σταυρώσω γκόμενο, αφού έχω τον μαλακομαγνήτη! Ο τελευταίος μού' σκασε ξαφνικά το παραμύθι πως ο γκουρού του τού είπε πως η σχέση μας βλάπτει την αύρα του!!
Got a better definition? Add it!
(Εννοείται είμαι στον κόσμο μου) Είμαι αφηρημένος, έχω προβλήματα επικοινωνίας και εκτίμησης, έχω ψευδείς ή αφελείς (κοινωνικές ή άλλες) αντιλήψεις.
Επιτατικά: στην (καρα)κοσμάρα μου. Συνώνυμα: (είμαι) αλλού, δέν επικοινωνώ.
Από τότε που μπήκαμε τον έχει φάει με τα μάτια της κι αυτός στον κόσμο του.
Σε δύο μήνες δίνει πανελλήνιες και τώρα τού 'ρθε να ξεκινήσει μαθήματα πιάνου. Στον κόσμο του, κανονικά.
Καλά, πού ζεις; Νομίζεις ότι με το που τέλειωσες τη σχολή και βρήκες δουλειά θα βγάζεις αρκετά να πιάσεις σπίτι μόνος; Στο κόσμο σου είσαι μου φαίνεται.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται σε καταστάσεις όπου απουσιάζει ο συντονισμός, ο σχεδιασμός, η οργάνωση, η συνεκτικότητα. Για άτομα, δηλώνει και αναξιοπιστία. Χρησιμοποιείται και χαϊδευτικά, σε καταστάσεις παρεΐστικης ευεξίας.
— Σκέτο κωλοχανείο ήταν το γραφείο, ευτυχώς που την έκανα.
— Τόσο χάλια;
— Ό,τι νά 'ναι ρε σύ. Το αφεντικό αναλάμβανε ότι του καθόταν χωρίς να το σκεφτεί κάν, η γραμματέας καλή μόνο για πίπες, και έπρεπε εγώ να βγάζω το φίδι απ' την τρύπα συνέχεια.
— Στον Φίφη το ανέθεσες;... Σωθήκαμε.
— Γιατί ρε;
— Ο τύπος είναι ό,τι νά 'ναι ρε σύ. Άλλα του λες, άλλα καταλαβαίνει. Στον κόσμο του.
— Λέει άλλη μία γύρα;
— Ρε μαλάκα, είμαστε ήδη λιάρδα να πούμε.
— Έλα, μη μασάς, το πρότελευταίο...
— Καλά ε, ό,τι νά 'ναι...
Δες ακόμη: λόγια της καραβάνας, οτινάνας, ράντομ.
Got a better definition? Add it!