Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

  1. Πείθομαι πολύ εύκολα, σαν το ψάρι που τσιμπάει το δόλωμα, μασάω, ψαρώνω.

  2. Τρώω ελαφρά.

  3. Κολλάω μια αρρώστια (πχ γρίπη, αφροδίσιο, κλπ).

  4. Τσιμπάω ένα αρχίδι ή δυο αυγά μελάτα.

  5. Την προστακτική, τσίμπα! = πάρε, τσάκω.

  1. - Ρε συ, λέει αλήθεια ο Χαρδαβέλας ότι το τέλος του κόσμου θα έρθει το 2012;;;
    - Τι τσιμπάς ρε πστ κάθε μαλακία που ακούς στην τηλεόραση, θα την πετάξω!

  2. Τι λες, να τσιμπήσουμε κάτι σπίτι ή να βγούμε;

  3. - Πώς είσαι έτσι;!
    - Γάμησέ τα, κάτι τσίμπησα μου φαίνεται, νιώθω χάλια. ααααααΑΨΟΥ!!!!!!
    - Στα μούτρα σου, μαλάκα, φύγε μη με κολλήσεις και μένα!

  4. Την κατέβασα την ταινία, τσίμπα την.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που είναι πολύ σύντομο ή πολύ κοντά.

Ο όρος προέρχεται από το καζίνο φυσικά, όπου λέγεται από τα τζάνκυς του τζόγου που παρακαλάνε για μια μπιλιά ακόμα.

- Πάμε κανα Αμερικάνικο για μια μπύρα;
- Βαριέμαι ρε γαμώτο...
- Έλα ρε μαλάκα, δίπλα είναι, μια σπινιά... ξεκαβάλα, πάμε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που λέγεται κυρίως μόνη της, αλλά και με δεύτερο μέρος σε πολλές παραλλαγές, οι οποίες διατηρούν συνήθως το ίδιο μέτρο:

Νά 'χαμε να λέγαμε...

  • βαρκούλες αρμενίζανε
  • και να ξεγελιόμαστε
  • κι αμπέλια να κλαδεύαμε/κουρεύαμε
  • και μπάφους/φούντες/γόπες/κούτες να φουμέρναμε
  • και τρίγωνο καρτέρι
  • και νά 'χουμε να πούμε

Ο ρόλος της έκφρασης είναι μειωτικός της σοβαρότητας μιας κατάστασης, κάποιου πράγματος ή και ενός ανθρώπου. Επιμέρους σημασίες:

1. Κουβέντα να γίνεται:

Ναι καλέ, πεζό, ποίημα, κάνα τραγουδάκι, τέτοια. Ή μήπως ζωγραφίζεις; Καμία ερώτηση απ' αυτές που απαντάμε στις ερωτήσεις στα προφίλ μας κάνω δηλαδή, έτσι για να 'χαμε να λέγαμε και να' χουμε να πούμε. (από εδώ)

2. Για τα μάτια, κατ' επίφαση, ανειλικρινώς:

«Εύχομαι, με ειλικρίνεια κι όχι να 'χαμε να λέγαμε, να μακροημερεύσει to tvnea και να μην παρασυρθεί ποτέ, μα ΠΟΤΕ από τις ύπουλες σειρήνες τού σιναφιού. [...]» (από εδώ)

3. Λόγια στην θέση των έργων (ως μη έδει):

Για την πολιτική ηγεσία του Αθλητισμού δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση. Κάτι Μπιτσαξήδες και κάτι Νικητιάδηδες είναι για γέλια. Κάποιοι περαστικοί, που θεωρούν πολιτική το «να 'χαμε να λέγαμε». (από εδώ)

4. Εκ του πονηρού, υστερόβουλα:

Τελικά πέφτουν θύματα της ίδιας πολιτικής ορθότητας που μόνοι τους επέβαλαν ως ατζέντα μέσω της τηλεόρασης. Ποιο ελεγκτικό συνέδριο και να ‘χαμε να λέγαμε. Στον κόσμο περνάει ότι πήγε να χαρίσει χρέη ο Παπακωνσταντίνου και τον σταμάτησαν “τελευταία στιγμή”. (από εδώ)

5. Λέμε τώρα:

Πραγματικά,δεν πιστεύω ότι πεινάμε καλή μου,αλλά γιατί να τα δώσω αλλού διπλά ή να μην γλυτώσω κάποια;Τους τα χρωστάω;Μόνο και μόνο από τις ανάγκες της κόρης μου,γλύτωσα τα μαλλιοκέφαλά μου!΄Οχι ότι έχω πολύ μαλλί,αλλά να 'χαμε να λέγαμε! (από εδώ)

6. Ανίκανος, ανάξιος, απατηλός, ο θεός να το κάνει, μούφα, δήθεν, ντεμέκ, αρχίδια:

Πώς αυτοί οι να χαμε να λέγαμε επιστήμονες, δέχτηκαν να εξετάσουν το παιδί μου, και όλα αυτά τα παλικάρια, χωρίς να εφαρμόζουν μεθόδους επιστημονικές;* (από εδώ)

7. Και λοιπές μαλακίες/παπαριές, και τα ρέστα παγωτά:

Σε φρενάρισμα πανικού το πίσω μέρος ήταν απαράδεκτα ασταθές (κατι σφαλιάρες ναααααα με το συμπάθειο) και φυσικά κατέληξε σε συγκρουση. Με εντυπωσιάζει το ότι συνεχίζουν στο ίδιο παράπτωμα σε μια εταιρία που και καλά ειναι οδηγοκεντρική και να χαμε να λεγαμε... (από εδώ)

Λήμμα από το δημόσιο πρόχειρο (Khan). Συμβολή από jesus, εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση στην οποία κάποιος πρήζει τον άλλο.

- Με κάλεσε πάλι στο γραφείο του το αφεντικό.
- Και τι σου είπε;
- Ε ξέρεις τώρα μωρέ... μπάλες. Γκρινιάζει επειδή κάθε μέρα δεν έρχομαι στην ώρα μου.

(από Kotsolis, 29/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παχυλό χρηματικό ποσόν. Σε πιο χειροπιαστή μορφή χαρακτηρίζει μια χοντρή δεσμίδα χαρτονομισμάτων, η οποία δεν ξοδεύεται αλλά ακουμπιέται.

- Φιλαράκι, δεν παίζει να πάρει το πισί σου το βιντεογκέιμ. Ο επεξεργαστής είναι για τον πέο.
- Όχι ρε πούστη, σοβαρολογείς; Και ακούμπησα χοντρό μπακοτσέτουλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση με την οποία υποτιμούμε την σοβαρότητα των λόγων ή των πράξεων ενός ανθρώπου, αλλά και αυτού του ίδιου συνολικά.

Έχει ένα υποβόσκον πατρονάρισμα· το «καλά» ως συμφωνία χρησιμοποιείται ειρωνικά/συγκαταβατικά (με την κακή έννοια). Την μισή δουλειά την κάνει η εκφορά, γι’ αυτό στον γραπτό λόγο συνήθως ακολουθείται από αποσιωπητικά - επιφυλάσσομαι για ανάρτηση ηχητικού.

Συγγενεύει με το ό,τι νά 'ναι, το φέξε μου και γλίστρησα, τα πιάσαμε τα λεφτά μας κλπ. Λέγεται και «άι καλά».

  1. Από εδώ:

Α,ΚΑΛΑ ΣΚΑΝΕ ΟΙ ΒΟΜΒΕΣ Η ΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗ.ΚΑΛΑ ΤΙ ΣΟΙ ΖΕΥΓΑΡΙ ΕΙΝΑΙ.ΤΑ ΕΧΟΥΝ 7 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΕΝΟΥΝΕ ΜΑΖΙ.ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΟ ΑΚΟΥΩ.

  1. Από εδώ:

Αυτό είναι το σκηνικό δράσης του νέου, 12ου συνολικά, δίσκου τους. Αν όμως έχετε ήδη αρχίσει τα «α, καλά, κατάλαβα», τότε έχετε κάνει το ολέθριο λάθος να υποτιμήσετε την κλάση των Metallica.

  1. Από εδώ:

αϊ καλά, το iphone που λεςτο μπέρδεψα με το iphoto

Got a better definition? Add it!

Published

Πιάνω κάποιον από τον γιακά με άγριες διαθέσεις, τσακώνω, αρπάζω κάποιον, ξεκινάω τσαμπουκά. Συλλαμβάνω και εξουδετερώνω κάποιον που παρανομεί, ιδίως επ' αυτοφόρω ή πριν διαφύγει.

  1. Από εδώ:
    Κάποτε, έπεσε κροτίδα και ΜΕΣΑ στο κτίριο, δέκα μέτρα από το χώρο που εργαζόμουν. Πραγματικά τρόμαξα (τι βάζουν μέσα σ'αυτές τις κροτίδες;; Βγήκα έξω, αλλόφρων, να «γιακαδιάσω» όποιον βρω.

  2. Από εδώ:
    Το θέμα Αντώνη μου είναι οτι προσφερθήκαμε ένα κάρο άτομα να καταθέσουμε ΕΠΩΝΥΜΑ,και πολύ στα τέτοια μου κιόλας..Εδώ τον γιακάδιασα και μας κοιτούσε όλη η Αναγνωσταρά,λες να τον φοβόμουν να του κάνω την καταγγελία,ειδικά όταν προτίθενται κι άλλοι πολλοί;

  3. Από εδώ:
    Σε ποια άραγε εξωθεσμική σκοπιμότητα οφείλεται η δραστήρια παρουσία ενός σκοτεινού ιππότη σε μια μεγαλούπολη, όπου το σύστημα φαίνεται να λειτουργεί ομαλά, καταφέρνοντας αργά ή γρήγορα να «γιακαδιάσει» τους παρανόμους;

  4. Από εδώ:
    [...] από την άλλη βρέθηκε να χρωστάει εκατομμύρια και οι πληροφορίες μου λένε οτι σκέπτεται να αποδράσει απο τη χώρα(πηγαίνοντας στη Νότια Αφρική να δουλέψει στα ορυχεία διαμαντιών). Θα τον παρακαλούσα να μη μας αναγκάσει να τον γιακαδιάσουμε στο αεροδρόμιο [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι γενετικοί αδένες του άντρα. Όταν χρησιμοποιείται σε μία φράση φανερώνει απαξίωση.

Όταν σου έλεγα να διαβάσεις, εσύ έξυνες τα μπλιμπλίκια σου. Γράφε τώρα πάλι τον Σεπτέμβριο.

(από allivegp, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Κάθε πηγή προϊόντος (π.χ. εμπορικό κατάστημα) ή υπηρεσιών (π.χ. συνεργείο αυτοκινήτων) που έχει πολύ ακριβές τιμές λόγω αποκλειστικότητας ή απλώς μούρης.

– Τράκαρα το σιβικάκι μου και το άφησα στον Χριστόπουλο.
– Πας καλά; Αυτός είναι φαρμακείο. Θα σε στείλω σε ένα ξαδερφάκι μου να σ'το φτιάξει με τα μισά λεφτά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το β' συστατικό -ιδι ενώ κατά κανόνα σημαίνει το υποκοριστικό, ενίοτε χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια πληθώρα από ενέργειες, ίσως μικρές σε χρονική διάρκεια, αλλά πάντως πολλές. Λ.χ. κλωτσίδι, κλωτσομπουνίδι, κλανίδι (πορδοκλανίδι, μουνοκλανίδι) κ.ά. Έτσι και εδώ, το μπουνίδι είναι η πληθώρα από πολλές γροθιές που πέφτουν αβέρτα, συχνά με διασκεδαστικό τρόπο.

Το μπουνίδι μπορεί επίσης να είναι μία γροθιά, αλλά γερή. Και εδώ έχει ενδιαφέρον ότι το -ίδι, ενώ κατά κανόνα δηλώνει υποκορισμό, συχνά σημαίνει τελικά επίταση του α΄συστατικού.

Στο Δ.Π. υπό ironick.

  1. Το μπουνίδι της αγανάκτησις που γάμισε την μάπα του Χατζηδάκη. (Εδώ).

  2. Μπουνίδι στο Αλβανικό Κοινοβούλιο. Η ένταση στην βουλή της Αλβανίας είναι κάτι συνηθισμένο, το βρίσημο - που περιλαμβάνει όλες τις γυναίκες συγγενείς πρώτο βαθμού των βουλευτών (μάνα, γυναίκα, κόρη, αδερφή κλπ) - επίσης, μπουνίδι όμως δεν έχουμε τι χαρά να βλέπουμε συχνά. Αυτή τη φορά τη φορά τη σειρά την είχε ο βουλευτής του ΔΚ Edi Paloka που δέχτηκε καρατίστικη μπουνιά του «σοσιαλιστή» Armando Prenga. (Εδώ).

  3. Χορταστικό και θεαματικό μπουνίδι στα Ιεροσόλυμα. Μιλάμε για πολύ χορταστικό ξύλο μεταξύ ελληνορθόδοξων και Αρμένιων κληρικών στα Ιεροσόλυμα. Ειδικά ο Αρμένιος με τα κόκκινα που ρίχνει τη σφαλιάρα στο μαυροντυμένο Έλληνα καλόγερο και μετά βουτάει και προσγειώνεται πάνω στα κεφάλια των Ισραηλινών σεκιουριτάδων βάζει υποψηφιότητα για κατσέρ. Στον Τάφο του Ινδού θα έκοβε όλα τα εισιτήρια! (Εδώ).

(από Khan, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified