Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Φράση που θα μπορούσε να ειπωθεί ενόψει προγραμματισμένης απεργίας των εργαζομένων στα ΜΜΕ και αφορά τα κρατικά κανάλια που βρίθουν από νταλαρικά και λοιπά κουλτουριάρικα άσματα -που αν μύτη άλλο μια νύστα την προκαλούν- σε συνδυασμό με την «παγωμένη» εικόνα που συνοδεύεται από το σχετικό κατεβατό.

Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ταιριάζει γάντι η φράση «Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα και εσείς οι υπόλοιποι;»

Αφού υπάρχει όμως ελευθερία επιλογών, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να το υποστούμε όλο αυτό στην τελική.

- Τα 'μαθες; Πάλι απεργία θα 'χουν αύριο οι «κουρασμένοι», τους έχει φάει η πολλή δουλειά.
- Α κατάάάλαβα, δε θα σταματά ο Νταλάρας στη ΝΕΤ, θα καούν τα κάρβουνα.

(από FARSOKOMODIA, 19/12/09)(από FARSOKOMODIA, 19/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τις γυναίκες που ασχολούνται με τα επουσιώδη και παραμελούν τα πρωτεύοντα ή, τελοσπάντων, παίζει και λίγο το ματάκι τους για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους.

Κοπέλι = υπηρέτης.

Ένα σπίτι είχε κοπέλι και μια γειτόνισσα είδε τη νοικοκυρά να παίζει μαζί του και της είπε κάποια παρατήρηση. Τότε η νοικοκυρά της απαντά «ουουου ξέχασα πως είχα άντρα κι έπαιζα με το κοπέλι για να ξελασπώσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφει γενικώς άνθρωπο που γίνεται υπερβολικά γελοίος και συνάμα ενοχλητικός προκειμένου να κερδίσει την εύνοια κάποιου και να πετύχει τον σκοπό του.

- Ρε συ τι είναι τούτος; Με έχει πρήξει να πούμε, όλο κομπλιμέντα και πίπες μου αραδιάζει από το πρωί.
- Είδες τι γλιτσιάρης που είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλην του ήδη κατεχωρισμένου, παίζει και με την έννοια του ντου, είτε αυτό γίνεται σε κτήριο, σε μπάτσους, πεηπολικά ή ό,τι άλλο. Συναντάται και στη ρηματική μορφή, πουχού την έπεσαν στο τμήμα στα εξάρχεια πάλι, απ' όπου προήλθε και το ουσιαστικό περιγράφον την πράξη.

Βάλε το μαντήλι, άκουσα ετοιμάζεται πέσιμο και θα μας γαμήσουν πάλι στα χημικά. Μααλόξ έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση έχει δύο χρήσεις, από τις οποίες πιο συνήθης η δεύτερη:

  1. Κυριολεκτική: Ως προστακτική ενεστώτα του ρήματος μπαίνω, άλλος τύπος των «μπες!», «έμπα!»

  2. Μεταφορική: Χρησιμοποιείται από τον ομιλητή για να παρακινήσει κάποιον σε κάτι καλό που έχει ξεκινήσει να κάνει, συνώνυμο των «Προχώρα!», «Καλά το πας!».

  1. Έμπαινε στο αμάξι ρε, κι έχουμε αργήσει! Θα μας χέσει πάλι ο άλλος!

  2. - Μ' αρέσει πολύ η Δανάη, η καινούρια... Και μου έχει δείξει κι αυτή δείγματα ότι ενδιαφέρεται!
    - Έμπαινε, μεγάλε!! Και για πες λεπτομέρειες... Το κινητό της το έχεις;;

Έμπαινε, Γιούτσοοοο (από allivegp, 12/12/09)

Κλασική πλέον η φράση έμπαινε Γιούτσο!, δες και γιούτσος.

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανεγκέφαλη έκφραση - πλεονασμός, που υποδηλώνει απαξίωση ή/και (αυτο)σαρκασμό. Με άλλα λόγια, είμαστε επιεικώς απαράδεκτοι, για τα πανηγύρια ή απλά δε βλεπόμαστε, είμαστε ένα μάτσο χάλια.

Χρησιμοποιείται σε όλα τα πρόσωπα, ανάλογα με την περίσταση.

- Έλα ρε... Δε σ' ακούω καλά... Γήπεδο είσαι; Πόσο είναι;
- Άσε φίλε, είμαστε για να 'μαστε. Σέρνονται τα παλτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλεπταποδόχος, αυτός που μεταφράζει ένα κλεψιμαίο σε αντικείμενο νόμιμης αγοράς.

Πηγή: Ένα ψιχίο της πλούσιας σλανγκικής τραπέζης του Χότζα.

Σε κάποια γωνία του Μοναστηράκι, υπάρχουν ακόμα ακουμπιτζήδες (=ενεχυροδανειστές), σαράφηδες, τοκογλύφοι και μεταφραστές (=κλεπταποδόχοι), που ξεπλένουν τα κλεψιμέικα και τα επαναφέρουν στην έντιμη αγορά! Ούτω πως, όταν κάποιος βλάκας δήμαρχος (νομίζοντας πως ξέρει την Αθήνα) προσπάθησε πριν χρόνια να λαϊκίσει βολτάροντας δήθεν ανέμελα με την κλάκα του στο Μοναστηράκι, τα σαΐνια του φάγανε το πράσο πριν να πει «κύμινο»...

Βλ. γιουσουρούμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως λέγεται είτε από γυναίκες ή από πουστάρες και αναφέρεται σε ωραίους άντρες. Οι (στρέιτ) άντρες χρησιμοποιούν συνήθως άλλες εκφράσεις για να εκφράσουν το θαυμασμό τους προς ελκυστικά θηλυκά, όπως γκομενάρα, μουνάρα, καυλιάρα, θεά κ.τ.λ.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τις λέξη μανάρι / μαναράκι.

Ένας άντρας κατά πάσα πιθανότητα δεν θα έλεγε κάτι σαν:
-Τι μανουλομάνουλο είναι αυτή εκεί που κάθεται απέναντι.

Θα έλεγε μάλλον κάτι σαν:
-Τι μουνάρα είναι αυτή εκεί που κάθεται απέναντι!

βλ. παρομοίως και μανουρομάναρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Tρίχες!»: Επιφώνημα που χρησιμοποιείται για να δώσει την απάντηση «πολύ λίγο» σε ερώτηση που αφορά ποσά (π.χ. χρηματικά).

- Πόση είναι η επιδότηση ανέργου που πήρες;
- Τρίχες! Με αυτά τα λεφτά, ούτε μια βδομάδα δεν τα βγάζω πέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν συναντάς σημαντικές δυσκολίες, ενώ βρίσκεσαι μόλις στο ξεκίνημα μίας προσπάθειας. Παρεμφερές είναι το τρώω γκολ απ' τα αποδυτήρια.

Προέλευση της φράσης: Ψαροταβέρνα σε ρομαντικό νησί, δίπλα στη θάλασσα, το κύμα φλιτς φλιτς, τα πουλάκια τσίου τσίου, η Σκλεναρίκοβα με κοιτάει λάγνα πίνοντας ρετσίνα κουρτάκη, εγώ είμαι έτοιμος να τσακίσω την τσιπούρα στα κάρβουνα που παρήγγειλα, στην Ανδριάνα είχα πάρει μόνο μία σαλάτα (χωρίς κρομμύδι), μην της δίνω και θάρρος από την πρώτη μέρα και μου παχύνει κιόλας. Λέω, μωράκι μου, θα φάω γρήγορα, να πάμε μετά στη σκηνούλα να κάνουμε Ανάσταση.

Με την πρώτη μπουκιά όμως από το ψάρι, μου στέκεται η τσίτα στο λαιμό, βήχω, πετάγονται τα μάτια μου έξω, δεν μπορώ ν΄ αναπνεύσω και με τρέχουνε στο νοσοκομείο της Χώρας με ελικόπτερο που κάλεσε ο ταβερνιάρης. Η Ανδριάνα, τρομαγμένη από την γκαντεμιά που με δέρνει, παίρνει το επόμενο γκαζάδικο, αεροπλάνα και τρένα και γυρνάει στο Παρίσι για να γίνει μοντέλο και να παντρευτεί τον σαβουρογάμη τον Καρεμπέ. Από τότε καθιερώθηκε η φράση.

(Πρωί...) - Θα πας στην πολεοδομία να κάνεις την αίτηση, μετά με τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης θα πας στην Τράπεζα, θα τους τον δώσεις και μετά θα σου δώσουν αυτοί ένα άλλο χαρτί που θα είναι η εντολή για να πας να βρεις τον μηχανικό να τον παρακαλέσεις να σου κάνει γρήγορα την εκτίμηση για να σου δώσουνε το δάνειο ν΄ αγοράσεις το σπίτι.

(Απόγευμα...) - Τι έγινε ;;; Πότε θα σου κάνει ο μηχανικός την εκτίμηση;;;
- Παπάρια, στην πολεοδομία μου είπανε ότι το σπίτι έχει πρόβλημα με την άδεια και δεν μπορούνε να μου δώσουνε βεβαίωση. Ούτε καν την αίτηση δεν δεχτήκανε.
- Όχι ρε πούστη, πρώτη μπουκιά και κόκαλο.

Φωτογραφία- ντοκουμέντο από το ψάρι που κάθησε στο λαιμό του μπετατζή. Γιατί εδώ στο σλανγκρρ κάνουμε ρεπορτάζ! (από Khan, 05/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified