Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Τα ψητά (στα κάρβουνα) κρεατικά, τα σχάρας. Μιλάμε μόνο για κόκκινο κρέας, συνήθως παϊδάκια. Προφ λέγονται έτσι γιατί πρόσκειται για μικρά κομμάτια κρέατος, εύκολα στο ψήσιμο. Δεν μιλάμε, δηλαδή, για μπριζόλες ή Τ-bone steak.

- Πα να φάμε κανα βρώμικο;
- Μπε... Προτιμώ κανα κοψίδι ναουμ'.

Got a better definition? Add it!

Published

Λήμμα-ομπρέλα, όλος ο χρόνος κλασικό (sic), στο οποίο κάθε εποχή προσθέτει και το κατιτίς της σε σημασία.

  1. Κανονικά:
    α. Παίρνω κόλλα για να συναρμολογήσω κάτι που, λχ, έσπασε. Ως εκ τούτου...
    β. Κολλάω επειδή έπιασα την κόλλα και γέμισα τα χέρια μου, τα ρούχα μου, τα πάντα.

  2. Γίνομαι τσιμπούρι σε κάποιον, του / της κολλάω (εξού και το Κολλητήρι του Καραγκιόζη)

  3. Την κολλάω σε κάποιον: του φέρνω έντονη αντίδραση, του πάω πολύ κόντρα. Εδώ κολλάει* κάπως και η σχετική έκφραση: «τον κολλάω στον τοίχο», δηλαδή τον αποστομώνω για τα καλά.

  4. «δένω», ταιριάζω. Το λέμε για τα πάντα («κολλάει παντού», δηλαδή, που έλεγε και η παλιά διαφήμιση...)

  5. Συμφωνώ με ενθουσιασμό με κάποιον και κολλάμε τα χέρια λέγοντας «κόλλα το!»

  6. Είμαι πολύ ιδρωμένος, μούσκεμα ένα πράμα.

  7. Είμαι τραγούδι, εύπεπτη μελωδιούλα, και κολλάω στο μυαλό κάποιου και από τη στιγμή αυτή κι έπειτα δεν μπορεί να με ξεφορτωθεί και το τραγουδάει όλη μέρα.

  8. Αποκτώ εμμονή με κάτι, τρώω κόλλημα, σκαλώνω. Αυτό μπορεί να είναι μελωδία, γεύση, κατάσταση, άνθρωπος, ζώο, φυτό, τόπος, μυρουδιά, ατάκα, τα πάντα. Και μου συμβαίνει είτε γιατί είμαι ψυχαναγκαστικό ατομάκι, ή γιατί έχω καπνίσει κανα καλό.

  9. (πεπαλαιωμένο): Είμαι η βελόνα του πικάπ και ο δίσκος έχει χαρακιά και παίζω στο ίδιο σημείο ξανά και ξανά και κάποιος τρέχει να με πάει παρακάτω λέγοντας «Ωπ! κόλλησε η βελόνα!»

  10. Είμαι τσαπατσούλης και ό,τι νά 'ναι και τα κάνω όλα στο αρπαχτό -εδώ κολλάει το άρπα-κόλλα.

Γκραν γκρινιόλ μονόπρακτο σε 10 σκηνές:

1.α.
- Αχ! ΠΡΟΣΕΧΕ ΡΕ ΓΑΜΩΤΟ!!! τό 'σπασες! Ήταν της μαμάς μου! - Δεν πειράζει μωρό μου, μη μου σκας, θα το κολλήσω εγώ, να, τώρα.

1.β. (πάνω που έχει κολλήσει το μισό)
- Πού έχουμε την βενζίνη; Κολλάν τα χέρια μου από την κόλλα...
- Ρε μωρό, γιατί δεν μπορείς να κάνεις μια δουλειά σωστά;

  1. (είναι σκυμένη από πάνω του και κοιτάει να δει πώς το κάνει)
    - Έλα μωρέ, μη μου κολλάς τώρα, πήγαινε μέσα κι άσε με να το κάνω μόνος μου και όταν τελειώσω θα σε φωνάξω, έτσι;

  2. (θυμώνει και του τη λέει)
    - ΑΑΑΑΑΑΑΑΑ! Μη μου κολλάς εμένα! Δε φτάνει που μου κάνεις το σπίτι μπουρδέλο και δεν λέω τίποτα, τώρα μου το γέμισες και με κόλλες, πού ξέρω τι ζημιά ακόμα θα κάνεις...

  3. ... Άσε που λέρωσες και το καλό σου το παντελόνι. Σου 'χω πει χιλιάδες φορές να μην κάνεις μαστορέματα καλοντυμένος. Τώρα τι θα φορέσεις απόψε; Το άλλο σου παντελόνι δεν κολλάει με το πουκάμισο που σου σιδέρωσα!

  4. (δεν κολλάει εδώ παράδειγμα...)

  5. (μετά από σαράντα λεπτά)
    - Ουφ, το τελείωσα. ΑΓΑΠΗ ΕΛΑ, ΕΤΟΙΜΟ! (έρχεται)
    - Α τι ωραίο που έγινεεεε Ούτε που φαίνεται ότι είχε σπάσει! - Είδες; Εμ τι λέμε τώρα... Μπρίκια κολλάμε; Χα!
    (πάει να τον αγκαλιάσει)
    - Μη μη μη! Κολλάω ολόκληρος! Πάω να κάνω μπάνιο!

  6. (τραγουδάει στο μπάνιο):
    «Ο Παπουτσάνης έχει βγάλει
    για όλη σάς τη φαμελιά
    ένα τεράστι-ο μπουκάλι
    λουσιμό για τα μαλλιά»

  7. (αυτή, απ' έξω):
    - Ώχου ρε μωρό, πάλι κόλλησες με αυτή τη διαφήμιση, δεν αντέχω να το ακούω πάλι!

  8. (όμως τον ξανακούει να το τραγουδάει):
    - Κατάλαβα... κόλλησε ο βελόνα...

  9. (πάει μέσα, βάζει μουσική, κάτι άλλο για να μην τον ακούει, ανάβει τσιγάρο και πα να δει το σπασμένο αντικείμενο που ξανακόλλησε. Μουρμουράει:)
    - Τώρα που το βλέπω καλύτερα, τι του λες, πάντα βιαστικός, πάντα άρπα-κόλλα, σαν τα μούτρα του τό 'κανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παλιά σλανγκιστική συνήθεια του κουτσουρέματος των λέξεων (βλέπε εφτά νομά σ' ένα δωμά, ή και πιο πρόσφατα προχώ, πλερώ, μαλά) περνάει σε κουτσούρεμα πρότασης. Διότι ο προφορικός λόγος είναι πρακτικός και βιαστικός, οπότε για να μην επαναλαμβανόμαστε, λέμε το «αλλα δεν», και εννοούμε την αρνητική έκβαση των γεγονότων.

Επίσης η συγκεκριμένη διατύπωση βρίσκεται μια σκάλα μετά το ξερό «όχι» (λίγο αγενές), στην κλίμακα του «δεν γουστάρω να δώσω λεπτομέρειες. Απαντάμε στην ουσία, αλλά χωρίς μπούρου μπούρου. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.

  1. - Τι έγινε χθες; Σκόραρες;
    - Κοίταξε, το πάλευα από 'δω, το πάλευα από 'κει, αλλά δεν!

  2. - Πάμε διακοπές Πάρο όλη η παλιοπαρέα;
    - Οχι ότι δεν θέλω, αλλά δεν!
    - Κάποια γκομενοδουλειά είναι στη μέση, πες το ρε, κι εμείς το προσκυνήσαμε κάποια στιγμή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φίλε έγινε φίλος. Και προσφάτως, κανά δυο χρόνια, έγινε φίλο. Συνήθως ακούγεται στη καγκουροσλάνγκ.

-Τι έγινε φίλο;
-Ας τα να πάνε, σκατά...

-Εεεεεεε, φίλο, που χάθηκες;
-Εγώ ή εσύ ρε φίλο; Κάτσε να τα πούμε.
-Εχω δουλειά ρε φίλο. Αλλη ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Πήγαινε μια θέση πιο δίπλα ή κάνε λίγο χώρο, στριμώξου, μετακινήσου λίγο.

Για να γίνει αυτό, πρέπει να μετακινηθεί ο καθήμενος κατά έναν κώλο (ανεπίσημη μονάδα μέτρησης που ισούται με 50 εκατοστά κατά Μ/Ο, όσο δηλαδή ένα κάθισμα).

Με την έκφραση αυτή αναφερόμαστε στην μέθοδο και όχι στο αποτέλεσμα. Το λέμε κυρίως όταν ο καθήμενος είναι εξαιρετικά απρόθυμος να βοηθήσει την κατάσταση και κάνει τον γερμανό.

- Σαν πολλοί δεν μαζευτήκαμε; Πού θα κάτσουν οι γονείς σου τώρα;
- Ε κάνε έναν κώλο πιο πέρα και θα χωρέσουμε όλοι, άντε.

(από nick, 09/09/09)Σεσινεπά-50-εκατοστά! (από Vrastaman, 10/09/09)

βλ. και κώλος μέσα κώλος έξω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πειράζει, συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, αλλά πρέπει να είσαι και λιγάκι μαλάκας.

Φιλοφρόνηση προς μίζερο νεοέλληνα, που έχει περιπέσει σε σφάλμα, για να του δείξουμε ότι έχει περιθώρια βελτίωσης. Σε αυτή τη χώρα με τους τελειομανείς πολίτες, που όλα δουλεύουν ρολόϊ, είναι πράγματι δύσκολο να βρίσκεσαι στην δυσάρεστη θέση να παραδεχθείς τη λάθος συμπεριφορά. Οπότε όλο και κάποιος βρίσκεται να σου θυμίσει ότι τα λάθη είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη φύση. Αυτά όσον αφορά την ορθή χρήση της παρόλας.

Στη σλανγκ χρήση της, η έκφρασή υπονοεί την πλήρη διαφωνία μας, μέσω της ειρωνείας. Δηλαδή λέμε τη φράση, εννοώντας ότι διαφωνούμε πλήρως με αυτά που λέει και υποστηρίζει με πάθος ο συνομιλητής μας, χαρακτηρίζοντας κάποια πράξη του σαν κουσούρι και ατέλεια. Η, την λέμε για τον εαυτό μας, όταν μας καταλογίζουν κάτι που εμείς δεν το θεωρούμε πολύ σοβαρό και άξιο λόγου.

1.- Εγώ νομίζω ότι ο Γιωργάκης θα γίνει καλός πρωθυπουργός.
- Για τι ορίζοντα μιλάμε δηλαδή; Σε τριάντα χρόνια για παράδειγμα;
- Αρχισες τις μαλακίες...
- Κανείς δεν είναι τέλειος!

  1. - Κοίταξε να δεις, νομίζω ότι το αφεντικό έχει λάθος να με βρίζει.
    - Καλά το πάς σύντροφε.
    - Επειδή άργησα δύο φορές. Κάτσε ρε φίλε! Είκοσι χρονών είμαι, δεν θα αλητέψω και λίγο;
    - Εχεις κι εσύ τα δίκια σου...
    - Πόσες φορές άργησα; Στα τρία χρόνια που είμαι εδώ, άντε να ναι καμιά δεκαριά φορές. Ελεος, σκλάβοι είμαστε;
    - Μην ακούς τίποτα. Κανείς δεν είναι τέλειος. Προτείνω να το καθιερώσουμε όλοι, να 'ρχόμαστε ένα μισαωράκι πιο αργά για συμπαράσταση....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την λεξικογραφημένη σημασία της, πέρα από την υπάρχουσα καταχώρησή της στο slang.gr, και γιατί όχι, και πέρα από την Αφρική, η λέξη χρησιμοποιείται και μεταφορικά, ελαφρώς μη δόκιμα: προσδιορίζοντας τον μήνα, τον χρόνο ή άλλη παρόμοια έννοια, δηλώνει ότι αυτή η χρονική περίοδος δεν πρέπει να λογίζεται ολόκληρη αλλά ελαττωμένη κατά κάτι, λειψή.

Συνήθως αναφέρεται στο παρελθόν, επιτρέποντας στον ομιλούντα να οριοθετήσει κάποιο ήδη διανυθέν χρονικό διάστημα.

Η διαφορά της παρούσας με την πιο καθιερωμένη σημασία έγκειται στο ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ελλείπουσα ποσότητα, και μάλιστα άυλου μεγέθους (του χρόνου) και όχι ποιότητα.

  1. «Αντί για 11,90 ευρώ τελική τιμή συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 19% για τον Ιούνιο και κάτι λιγότερα για τον Μάιο (που είναι σκάρτος μήνας και όχι ολόκληρος), με χρεώνουν 20,5 € ανά μήνα! Δηλαδή 72% πάνω από [...]»
    (Από εδώ)

  2. «Αν θέλετε μπορείτε να μην το πιστέψετε. Το πιο αξέχαστο (όχι το καλύτερο) το έκανα σε ένα οίκο ανοχής στην Πάτρα. Και λέω αλήθεια. Πάει σκάρτος χρόνος. Είχα πάει κάνα δυο φορές και είχα γνωριστεί λίγο με την κοπέλα. Απλά είχαμε ξεπεράσει τα πολύ τυπικά. Όμως εκείνη την νύχτα [...]»
    (Η συνέχεια εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το λήμμα το χρησιμοποιούμε για να εκφράσουμε την κάθετη άρνησή μας να εκτελέσουμε μία εντολή, αγγαρεία, πρόταση κάποιου, είτε γιατί βαριόμαστε, είτε γιατί δεν θέλουμε, ή δεν συμφωνούμε και, λέγοντας την ώρα, θέλουμε να εξηγήσουμε πως ειρωνικά δεν βλέπουμε την ώρα να την εκτελέσουμε...

  2. Επίσης χρησιμεύει και για την άποψή μας για κάτι, στην περίπτωση πάντα που δεν συμφωνούμε.

(Μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά και κάποια μάρκα ρολογιού: πχ. SEIKO).

  1. - Ρε συ θα έρθεις να πάμε για ψώνια το πρωί;

- Την ώρα... Βλάκας είσαι; Νομίζεις ότι θα ξυπνήσω;;;

- Ρε Αντώνη θα έρθεις να με πάρεις από τον σταθμό με το αμάξι;;;
- Ναι ρε, SEIKO.

  1. - Πωπω, την βλέπεις αυτή ρε; Τούμπανο είναι !
    - Πφφφ.... την ώρα ρε... δεν βλέπεις πως είναι; Σαν χαβούζα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση στην τυπική ερώτηση «τι κάνεις ;;;», με σκοπό να ξαφνιάσει τον ερωτώντα που αρέσκεται στις τυπικούρες, με μία απάντηση που ξεφεύγει από τα τετριμμένα.

Άλλες απαντήσεις αυτού του είδους, είναι οι εξής:

  • Εδώ,
  • Υπομονή (παντρεμένος με παιδιά),
  • Εντύπωση (λίγο φλωρίγκος),
  • σκατά και τα δαγκάνεις (κλασσικό).

- Tι κάνεις;
- Μ΄ ένα χιλιάρικο, τα πάντα. Τι να κάνω ρε μαλάκα, δεν βλέπεις ότι πνίγομαι;
(από χώρο εργασίας)

(από Vrastaman, 03/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γνωστά σε όλους μας γιουβαρλάκια στα ελληνικά.

Σχετικές λέξεις: κρεατοσφαιρίδια.

- Γιαγιά: Έλα Γιωργάκη μου να φας, έχω κρεατοσφαιρίδια εν πλω.
- Εγγονός: Ευχαριστώ γιαγιά αλλά είμαι καλεσμένος σε τραπέζι…

Γιοβάρλακος (από Stravon, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified