Selected tags

Further tags

Ο γερμανός τουρίστας.
Επεκτείνεται και περιλαμβάνει και σκανδιναβούς και άλλους βορειοευρωπαίους.
Απ' τό γνωστό γερμανικό όνομα Fritz.
Συνήθως φοράει σανδάλια με άσπρες κάλτσες μες στο καλοκαίρι.

- Βλέπω τους φρίτσουλες να βολτάρουν με τα σανδάλια και τις άσπρες κάλτσες και θέλω σακούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, χρησιμοποιούμενη πάντα σε πληθυντικό αριθμό την καλοκαιρινή περίοδο, η οποία και επισήμως ξεκινά από τότε που το Star Channel αρχιζει να δειχνει ρεπορταζ για κώλους. Χαρακτηρίζει γυναίκες, ξαπλωμένες μπρούμυτα οι οποίες αφού αλείψουν με δυο μπουκάλια Carotten τους ποπούς τους λιάζονται στο πιο κεντρικό σημείο της παραλίας. Αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής είναι να προκαλούνται μικροατυχήματα μεταξύ των θαμώνων της ακτής: άλλοι τραυματίζονται από μπαλάκι ρακετίστα που έχασε την αυτοσυγκέντρωσή του, άλλοι δέχονται επιθέσεις από πετρούλες των οποίων αρχικός προορισμός είναι τα λαδόκωλα, ενώ μέρικοι παθαίνουν μικροεγκαύματα από την καυτή αμμο λόγω της πολύλεπτης παραμονής τους χωρίς παντόφλες, σε κοντινή απόσταση από τον «στόχο», κάτω από τον ήλιο. Πληροφορίες αναφέρουν πως τα λαδόκωλα αποτελούν μέτρο του υπουργείου τουρισμού ώστε να απασχολούνται οι ναυαγοσώστες που κατά τα άλλα δεν κανουν τίποτα και να γεμίζουν οι ιδιωτικές πλάζ. Οι ίδιες πληροφορίες επιβεβαιώνουν πως το μέτρο αυτό δεν προτάθηκε από παρατηρητές της ηλιοθεραπείας της πρώην υπουργού τουρισμού, κ.κ. Φάνης-Πάλης Πετραλιάς.

- Ρε Μπάμπη φέρε και σε μένα να διαβάσω τη μέτροσπορτ, θέλω και εγώ να μάθω για τον Μπαλχιλα Αμαντιντσισβίλι, το μαραντόνα του Ουζμπεκιστάν που θα φέρει ο πρόεδρος.
- Ρε δε κοιτας τα λαδόκωλα καλύτερα, έχω ακόμα να ρίξω μια ματιά στο ρεπορτάζ του Ανδρούτσου Γραβιάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που διατηρεί δωμάτια προς ενοικίαση ή αλλιώς rooms-to-let σε ακτίνα 10 χλμ από οποιαδήποτε παραλία.

- Φίλε σε έφτιαξα φέτος, θα πάμε διακοπές Καλλιθέα σε έναν γνωστό που έχει δωμάτια. Θα μας κάνει καλή τιμή.
- Τι λες ρε που θα πάμε στον θείο σου τον γδάρτη πάλι! Σιγά μη δουλεύω 3 μήνες για να μου τα φάει ο ρουμλετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε απέλπιδα και συχνά επίπονη προσπάθεια συγκάλυψης, εντός παραλιακής άμμου, εξ' αίφνης στύσης του γεννητικού μορίου ανδρός λουομένου, χαρακτηρίζεται δε από την πρηνηδόν στάση του ατυχούς φέροντος το εν λόγω όργανο καθώς και από την χαρακτηριστική λακουβίτσα (ή λακούβα, ανάλογα με το μέγεθος του μορίου) που δύναται να παρατηρηθεί μετά το πέρας της στύσης.

- Τι μωρό είναι αυτό ρε φίλε;
- Ωωπ... αμμόχωστος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική έκφραση της παπανδρεϊκής εποχής, η οποία ορίζει την περίοδο διακοπών του μέσου Νεοέλληνα. Αν θυμάμαι καλά υιοθετήθηκε γύρω στα μέσα της δεκαετίας του'80 και καλύπτει το διάστημα Ιουλίου - Αυγούστου, με άλλα λόγια τη θερινή ραστώνη.

«Δεν θα χαλάσουμε τα μπάνια του λαού» (απάντηση του Ανδρέα σε εισήγηση συνεργατών του να διεξάγει πρόωρες εκλογές το καλοκαίρι του 1987).

(από krepsinis, 14/09/08)Τα χρόνια της αθωότητας.. (από Vrastaman, 15/09/08)(από electron, 21/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λοξή στάση που παίρνουν οι γκόμενες στην παραλία όταν θέλουν να δείξουν κορμάρα. Προσπαθούν επί ματαίω να τεντώσουν το σώμα (μπούτια, κοιλιά, δίπλες γενικώς) αλλά να δείχνουν, συνάμα, χαλαρές και φυσικές.

Η λέξη έχει αρχίσει να μπαίνει στην αργκό των γυμναστηρίων.

... και μη μου κάθεστε τώρα όλες σε στάση παραλίας, σηκωθείτε όρθιες, μέσα η κοιλιά, σφιχτοί οι γλουτοί, έξω το στήθος, τα πόδια καλά να πατάνε στο έδαφος, κάτω οι ώμοι!

(από ironick, 17/09/08)(από ironick, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αλβανικό βε είναι είδος ανομοιόμορφου μαυρίσματος που συνήθως δεν αποκτάται σε ινστιτούτα αισθητικής.

Υπάρχουν τρεις γενικές κατηγορίες αλβανικού βε :

  1. Το ηλιοκαμένο look (κυρίως στο λαιμό και τον σβέρκο) που αποκτάται με κόπο και ιδρώτα σε οικοδομές και χωράφια. Πρόκειται για σήμα κατατεθέν υπαιθρίων επαγγελματιών κάθε είδους -- και όχι απαραιτήτως οικονομικών μεταναστών. Αγγλιστί, redneck.

  2. Το μαύρισμα που αποκτούν ορισμένοι κοτσονάτοι συνταξιούχοι και οι γιαγιούμπες τους καθώς απολαμβάνουν το λυκόφως της νιότης τους βολτάροντας ή αράζοντας σε ανοιχτούς χώρους.

  3. Η χαρακτηριστική τριγωνική ασπρίλα που εμφανίζεται καλοκαιριάτικα στην βουβωνική περιοχή πολλών λουόμενων μόλις ξεβρακωθούν.

Μπαίνουν δύο φίλοι σε ένα μπουρδέλο στην Αλάσκα και ρωτάνε τον μπάρμαν: - Ρε φίλε, άσπρες γυναίκες έχετε εδώ; - Φυσικά και έχουμε. - Μαύρες γυναίκες έχετε; - Και με Αλβανικό βε έχετε; - Αλβανικό βε; Όχι, με Αλβανικό βε δεν έχουμε! Γυρνάει αυτός που ρώτησε και λέει στον φίλο του: - Στο είπα, ρε μαλάκα, πιγκουίνο γαμήσαμε χτες το βράδυ…

Αλβανικό βε (από Vrastaman, 14/10/08)Albania Uber Alles! (από Vrastaman, 14/10/08)UCK ! (από Vrastaman, 14/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παραλία μετά μπιτς-μπαρ.

Αρχικά ο όρος είχε θετική αύρα αλλά με τον καιρό, θες γιατί παράγιναν τα μπιτς μπαρ, θες γιατί γερνάμε, τώρα νοείται η παραλία που σου σπανε τα κροκάδια με τα ντάπα-ντούπα.

- Πάμε Φούρκα;
- Να πάτε, εγώ μπαραλία δεν γουστάρω, θα την κάνω για Δεύτερο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπόλειμμα της στυλιστικής και κυρίως ενδυματολογικής λαίλαπας των 80'ς, ένα εν τω μέσω μυριάδων που στοιχειώνουν τη συλλογική μνήμη και αμαυρώνουν την όποια θετική εικόνα του παρόντος, είναι η άσπρη κάλτσα, ενίοτε δε και μπουρνουζέ με την ένδειξη Tennis Club.

Ο εκτελών το εγκληματικό αυτό faux pas, χαρακτηρίζεται ως «ασπροκάλτσας» αφού η συγκεκριμένη ιδιότητα είναι προφανώς σημαντικότερη από οποιαδήποτε άλλη τυγχάνει να κατέχει ο εν λόγω δυστυχής και στην τελική ας πρόσεχε.

Η άσπρη κάλτσα έχει μεν μία ενδυματολογική αποστολή αλλά πραξικοπηματικά την έχει ξεπεράσει προ πολλού και σε μεγάλο βαθμό. Η απλή λευκή κάλτσα μπορεί να φορεθεί ΜΟΝΟ αν κάποιος πρέπει να ντυθεί στ' άσπρα (σσ: αν δεν είναι παγωτατζής, δεν ξέρω γιατί να πρέπει να το κάνει, ας το ψάξει ο ΚΧ στις Πύλες). Η άσπρη κάλτσα ΔΕΝ φοριέται με μαύρο παπούτσι λουστρίνι και ΔΕΝ φοριέται με πέδιλο (όπως και καμία κάλτσα άλλωστε). Η δε άσπρη μπουρνουζέ κάλτσα φοριέται ΜΟΝΟ κατά τη διάρκεια άθλησης με αντίστοιχο παπούτσι.

Στην εύλογη ερώτηση του ανυποψίαστου αναγνώστη «και καλά ρε μάστορα, τι σε κόφτει αφού τα ρημάδια τα 80'ς μας τελείωσαν», χαμογελώ στοργικά μπροστά στην ευλογημένη άγνοια, την παιδική αφέλεια και εν τέλει την θανάσιμη για τον ίδιο και τους προστατευόμενούς του απροσεξία και εξηγώ: Η ΑΣΠΡΗ ΚΑΛΤΣΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΕΔΩ. Ευδοκιμεί παραδόξως και παρά τις άοκνες προσπάθειες του διεθνούς lifestyle-set σε βορειότερα κλίματα (κεντρική και βόρεια Ευρώπη, βόρεια Αμερική) και παρουσιάζεται στη χώρα μας το καλοκαίρι μεταμφιεσμένη σε άκακο τουρίστα. Ορδές ασπροκαλτσάδων ξεχύνονται στην στυλιστικά avant-garde πατρίδα μας απειλώντας ό,τι πολυτιμότερο έχουμε πετύχει ως έθνος τα τελευταία χρόνια, ξυπνώντας μνήμες, διεγείροντας το υποσυνείδητο. Άσ' τα να παν...

1
- Ρε Χάρη, θα σε πω κάτι ρε μαλάκα, αλλά μην το πάρεις στραβά. Από αγάπη θα σ' το πω.
- Τι 'ναι ρε Μήτσο, λέγε άφοβα.
- Δε θα σταυρώσεις μουνί έτσι ρε Χάρη και τη χαλάς και για μας τους υπόλοιπους.
- Πώς έτσι δηλαδή ρε δερβίση, για να καταλάβω κιόλας...
- Σκας μύτη ρε μαλάκα στην καφετέρια ασπροκάλτσας κι έτσι και τα γκομενάκια γίνονται μπουχός. Άσπρη μπουρνουζέ ρε μαλάκα; Απ' το γυμνάσιο την έχεις;

2
Αγαπητή μου σκέψη,

Δεν έχω απάντηση, προς το παρόν, στο ερώτημα που σε βασανίζει. Φαίνεται πολλοί παράγοντες να υπεισέρχονται σε αυτό κι άλλοι τόσοι να βρίσκονται πέρα από κάθε υποψία. Μένω, λοιπόν, με τη διαπίστωση: Όσο πιο βόρεια πας, τόσες πιο πολλές άσπρες κάλτσες θα συναντήσεις.

Τι το διαχρονικό υπάρχει στην άσπρη κάλτσα και τόσα χρόνια, παρά τις αδιάκοπες οργανωμένες επιθέσεις - Vogue, Elle, Marie Claire, fashionistas, εστέτ και τόσοι άλλοι που λυσσαλέα την καταδιώκουν - παραμένει τοπ στις προτιμήσεις; Τι προσφέρει μια άσπρη κάλτσα και τόσοι συνάνθρωποι γύρω μας δεν την προδίδουν; Να 'ναι το «αυτήν ξέρετε, αυτήν επιλέγετε»; Να 'ναι η ασφάλεια της «πρώτης σας αγάπης και παντοτινής»;

Ό,τι και να'ναι, φαίνεται να συσχετίζεται με κάποιον ύπουλο τρόπο με το γεωγραφικό πλάτος και μήκος. Αρχίζεις και σκαρφαλώνεις τον κόσμο. Πηδάς απέναντι, όλα καλά. Ανηφορίζεις λίγο, κάτι παίρνει το μάτι σου, αλλά ακόμα δε σου'ρχεται, αυθόρμητα, να το βγάλεις. Συνεχίζεις την πορεία σου, αρχίζεις και νιώθεις ότι ξεχωρίζεις, κοιτάς τα πόδια σου με συστολή και περπατάς γρήγορα, μπορεί να καταλάβουν ότι δεν είσαι από 'δω. Όταν, πλέον, ξαναβλέπεις θάλασσα, διαισθάνεσαι τα μιλιούνια απέναντι να σε περιμένουν αγριεμένα. Σκέψου το πριν περάσεις - εδώ είναι η έδρα τους και παίζουν σκληρά. Μέσα από μοκασίνια, loafers, γόβες, σταράκια, peeptoe, μπαλαρίνες, ιστιοπλοϊκά, πέδιλα, σαγιονάρες, η Άσπρη Κάλτσα είναι εδώ και σε κοιτά ειρωνικά.

Κάτι κλονίζεται μέσα σου. Αυτό που νόμιζες ελεύθερη επιλογή, το ροκανίζει σιγά σιγά μια σκέψη: μωρέ, λες να 'ναι θέμα κουλτούρας;

Κι αρχίζεις τους συλλογισμούς: τι κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικο-ιστορικοί παράγοντες μπορεί να συνετέλεσαν στο πέρασμα των αιώνων στη διατήρηση αυτής της, ας το πω, πρακτικής; τι είδος εξέλιξης και φυσικής επιλογής να υπεισέρχεται στην επιβίωση αυτής της, ας το πω, συνήθειας; τι υπόγειες κοινωνικές δομές μπορεί να συντηρεί ένα κομμάτι ύφασμα; τι - υπερφυσική - δύναμη, τέλος πάντων, έχει μια άσπρη κάλτσα;

- Τίποτα, λες και ξαναλές. Τί-πο-τα! Κάποιος πρέπει να 'χει τα πρωτεία στην κακογουστιά.

- Έλα τώρα, που θα βγάλεις την κακογουστιά κοινωνικό φαινόμενο. Τι απέγιναν η προσωπική αισθητική, η καλλιέργεια, η εκλέπτυνση, η φινέτσα, αυτή η έρμη η παγκοσμιοποίηση που έφερε τις επιλογές σε κάθε ψαροχώρι της Ευρώπης;

- Τις πήρε παραμάζωμα η βολή, η συνήθεια κι αυτή η άθλια, οκνηρή, τεμπέλα, ράθυμη πρόταση: «είναι πρακτικό».

Κι εδώ με αποστομώνεις. Ποιο είναι το πρακτικό ο-ε-ο;

Αγαπητή μου σκέψη,

Έχεις έρθει κι άλλες φορές στο μυαλό μου και πάντα κατάφερνα να σε διώξω. Τώρα καταλαβαίνω, απλώς σε κοίμιζα. Κι έχεις ξυπνήσει από τη χειμερία νάρκη και πεινάς για απαντήσεις.

Συνιστώ υπομονή. Καλοκαίρι έρχεται, πού θα πάει, θα τις βγάλουν, το ματάκι σου λίγο θα στανιάρει, οι ερωτήσεις θα αποκοιμηθούν στην παραλία, οι σκέψεις θα ζαλιστούν από τον ήλιο, θα πιεις κανένα τσίπουρο, ίσως και να ξεχάσεις το όλο θέμα αν είσαι τυχερή και δεν πετύχεις τουρίστα στη Γαύδο.

Από Χειμώνα με το καλό, τα ξαναλέμε.

(από το διαδίκτυο - μεγάλο, το ξέρω, αλλά τέτοιος πόνος, τέτοια εσωτερική πάλη νομίζω ότι έπρεπε να βρει διέξοδο και στην παρούσα ιστΙοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση στην οποία εισέρχεται κάποιος μετά από τουλάστιχον 3 ημέρες ελεύθερου κάμπινγκ, άνευ ντουζιέρας και τρεχούμενου νερού γενικότερα. Δεν υπάρχει χρονικό όριο, καθώς η κατάσταση αυτή μπορεί να παραταθεί επ' αορίστω.

Η παρουσία της αλμύρας διευκολύνει κι επιταχύνει τη δημιουργία τυριού, αλλά και τις πουτσοτριχότζιβες.

- Πωπω μαλάκα, κοίτα ένα μουνί! Έφυγες για καμάκι.
- Τι λε ρε μαλάκα, είμαστε σ' αυτή ντη μπαραλία 2 βδομάδες! Είμαι φουλ αλμυρόπουτσα!
- Στ' αρχίδια σου ρε μαλάκα. Μασάς;
- Καλά λες, άμα πάρει τζούρα την τυρίλα, θα πέσει από μόνη της!

Σχετικά: τυρί, το, τυρί (ένας ορισμός), ούρδα, η, μυτζήθρα, φετέισον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified