Further tags

Στην παιδική επαρχιακή ποδοσφαιρική αργκό, η επανάληψη. Χρησιμοποιείται συνήθως για φάουλ, κόρνερ, πέναλτυ, τα οποία δεν έχουμε εκτελέσει καλά, και με κάποια τσατσιά προσπαθούμε να βρούμε τρόπο να τα ξαναεκτελέσουμε. Η «επαναλαβή» ...επαναλαμβάνεται πολλές φορές και από πολλά στόματα σε έντονο ύφος σε μία προσπάθεια σπασίματος νεύρων του αντιπάλου, ώστε να τσατιστεί και να μας δώσει αυτό που θέλουμε.

Η λέξη, επίτηδες εξόφθαλμα λανθασμένη, έχει σχεδιαστεί για να δίνει έμφαση και να εκνευρίζει περισσότερο τον αντίπαλο. Κλασική περίπτωση ψυχολογικού πολέμου της αλάνας.

- Ε, το τείχος ήτανε κοντά, δε στρέει, επαναλαβή, επαναλαβή!
- Άντε ρε κλαψομούνηδες παίξτε μπάλα!
- Άντε δώστους το μην κλαίνε πάλι...
- Δεν καταλαβαίνω πώς μας καταφέρνουν κάθε φορά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι συμπαθητικές ερασιτεχνικές ομαδούλες εναντίον των οποίων επιλέγουν να δίνουν φιλικά προετοιμασίας σχεδόν όλες οι ελληνικές ομάδες της Super League. Αυτές προέρχονται πάντα από την περιοχή στην οποία κάνει την θερινή της προετοιμασία η εκάστοτε ομαδάρα μας (λέμε τώρα).

- Έδωσε φιλίκο η ΑΕΚ χθες έμαθα;
- Ναι, 11-0 τους πήραμε.
- Σώπα ρε, ποιους;
- Μία Αουγκσμπάουερ 87 ή κάτι τέτοιο. Μία τοπική πιτσαρία.

To "λογότυπο" της Ιταλικής ομάδας Ρόμα, "κάποτε". Λέμε τώρα! (από GATZMAN, 17/07/10)Ρόμα (από GATZMAN, 17/07/10)Αν η Πίτσα, παντρευόταν τον Ρώμα, θα λεγόταν Πίτσα Ρώμα (από GATZMAN, 17/07/10)(από GATZMAN, 22/07/10)(από GATZMAN, 22/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ορολογία των αγώνων αυτοκινήτου, σανίδα ονομάζεται η μεγάλη ταχύτητα. Πολλοί συνοδηγοί στα ράλι περιλαμβάνουν τη λέξη στις σημειώσεις τους, για να δηλώσουν στον οδηγό ότι πρέπει να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα.

«Δεξιά παρατεταμένη και 100 για αριστερή σανίδα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Δον Λορένσο Σέρα Φερέρ. Ο πιο διάσημος Δον μετά τον Δον Ζουάν, προπονητής της ΑΕΚ από τη σεζόν 2006-2007 μέχρι την ήττα με 1-0 από τη Λάρισα τη σεζόν 2007-2008 και ο καλύτερος ξένος προπονητής που έχει περάσει από την Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια (λέμε τώρα). Το περίφημο rotation του έχει αφήσει εποχή.

- Τι εκανε ρε πάλι ο Δον; Έβαλε Παπασταθόπουλο δεξί μπακ και Μπλάνκο στα χαφ; Ληγμένα παίρνει ρε πούστη;
- Τι λες μωρέ μαλάκα; Εμείς απλά δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι εστί rotation. Ο άνθρωπος είναι επιστήμονας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο ηπειρώτικο ιδίωμα είναι το ιμιτασιόν αντικείμενο, το ψεύτικο, η μαϊμού, ενώ πάσλας μπορεί να έχει και γενικότερη σημασία ως ο άσχετος. Ενδιαφέροντα κττμγ τα λολοπαίγνια με την ονομασία Π.Α.Σ. (Πανηπειρωτικός Αθλητικός Σύλλογος) - Γιάννινα.

Πάσα Δ.Π.: craftsman

  1. Πάσλα κόσμημα της πασάρανε κι αυτή το πήρε για αληθινό.

2. Πας μη ΠΑΣ.... Πασλας!!!

3. pasla afrikane....den tha narths pote sta giannina wre xamor poustides kai palikaria ginatan mallia kouvaria

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικά η ομάδα της Α.Ε.Κ. (Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως) ή ο οπαδός της, προφανώς λόγω της κωνσταντινοπολιτικής καταγωγής της που για πολλούς παραπέμπει σε σεράγια, χαρέμια και ταλιμπάν, γενικά σε έναν οριενταλισμό. Βλ. και χανούμι.

Σχετική και η γηπεδική ρίμα «χανούμισσα χανούμισσα, ήρθες και στον ακούμπησα».

  1. την γλιτωσες την 100αρα χανουμισσα (Εδώ).

  2. φερανε διπλό μεσα στη χανουμισσα. (Εδώ).

(από Khan, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ότι είναι για την Ελλάδα ο Ελληνάρας (ή και e-λληναράς) είναι και για την ΑΕΚ ο ΑΕΚάρας. Γραφικοί τύποι και οι δύο, οι οποίοι μόνο απο τους ομοίους τους έχουν αποδοχή.

Για τον Ελληνάρα έχουμε χιλιομιλήσει. Τι είναι λοιπόν ο ΑΕΚάρας; Είναι:

  • Αυτός που δεν πληρώνει ποτέ εισιτήριο διαρκείας αλλά πάντα πάντα αναθεματίζει την εκάστοτε κιτρινόμαυρη διοίκηση για την διαχείριση που κάνει. (παρ.1)
  • Αυτός που στο γήπεδο θα πάει μόνο με καφενεία, για να είναι σίγουρος για τη νίκη, μην πάει τσάμπα. (παρ.2)
  • Αυτός που υποστηρίζει το ενδοΑΕΚτσίδικο δόγμα του (Ντεμικός, ΑντιΝτεμικός, Μπαγιεβιτσικός, ΑντιΜπαγιεβιτσικός, Μελισσανιδικός, ΑντιΜελισσανιδικός, Original, ΑντιOriginal)με τόσο σθένος που σχεδόν θεωρεί εχθρούς της ΑΕΚ τους φέροντες διαφορετική άποψη ΑΕΚτζήδες. (παρ.3)
  • Αυτός που όταν η ΑΕΚ αδικηθεί θα του φταίξουν απο την παράγκα μέχρι τους Ιλλουμινάτι (παρ.4)

    Γενικά, βέβαια, τέτοιοι γραφικοί οπαδοί υπάρχουν σε όλες τις ομάδες, αλλά στην ΑΕΚ είναι διαφορετική ιστορία, εξ αιτίας των πολλών εσωτερικών διαμαχών, και της διχόνοιας που κυλάει στο Μικρασιάτικο και κατ' επέκταση ΑΕΚτζήδικο DNA.

  1. - Γαμώ το κερατό μου, δώσαμε ενάμισι μύριο για αυτόν τον χαλβά γαμώ τα λεφτά που σας δίνω.
    - Ποια λεφτά ρε; Διαρκείας δεν έχεις, και έχεις να πατήσεις γήπεδο απο την εποχή του Τσανλάιτερ.
    - Που δίνουμε όλοι συνολικά, anyway.

  2. - Χάρη, έχει ΑΕΚ-Μπενφίκα την Πέμπτη, πάμε ΟΑΚΑ;
    - Θα φαμέ 4 μπαλάκια και θα χαρούμε, άσε θα πάω στον αγώνα με τον Πανθρακικό εγώ.
    - Ου, μωρή λινάτσα

  3. - Και εγώ σου λέω ότι ο Μπάγιεβιτς είναι πολύ αξιόλογος προπονητής
    - Ποιός ρε; Ο προδότης, ο ταλιροφονιάς, ο βάτραχος; Που μας άφησε για τα λεφτά του Κόκκαλη; Που σχεδιάζει κάθε μέρα πως θα καταστρέψει την ΑΕΚ; Που η ομάδα σέρνεται εξ αιτίας του; Το μουνί το Σέρβικο; Ο παλιάνθρωπος; Και εσύ μάλλον θα παίρνεις κανά χαρτζιλίκι για να τα λες αυτά ε;
    - Άει στο διάολο, ρε μπάμια...

  4. ΧΕΡΙΙΙΙΙΙ ΧΕΡΙΙΙΙΙΙΙ Ο ΜΕΛΜΠΕΡΓΚ ΕΚΑΝΕ ΧΕΡΙ ΓΑΜΩ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΣΑΣ. Αλλά έτσι είναι, άμα μπλέξεις με την εβραίικη κλίκα των γαύρων τι να περιμένεις. Ο παλιοσιωνιστής ο Κόκκαλης όλα τα ελέγχει, ο καριόλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της κερκίδας. Κριάρι είναι ο δυνατός και άτεχνος παίκτης. Γεροδεμένος και καλός στις κουτουλιές - συγνώμη, κεφαλιές - αλλά δυσκίνητος και απελπισία όταν η μπάλα είναι κάτω. Μηδέν τρίπλα, μηδεν πάσα, μηδέν αντίληψη - αλλά παληκάρι και συχνά σκληρός. Συνήθως σέντερ μπακ. Μια-δυο φορές σε κάθε ματς επιχειρεί κατεβασιά με τη μπάλα στα πόδια - πολύ γέλιο. Μπορεί να είναι και σέντερ φορ με ανάλογα χαρακτηριστικά - το λεγόμενο «φουνταριστό» σέντερ φορ που ρίχνει άγκυρα στη μικρή περιοχή των αντιπάλων και προσπαθεί να πάρει τις κεφαλιές.

Κριάρια, από το Rams, είναι και το παρατσούκλι της Αγγλικής Derby County. Δεν υπάρχει - απαραίτητα - σχέση.

ُΣχετικά λήμματα: άμπαλος, Ampalinho (Αμπαλίνιο), δεν τη βρίσκει με τίποτα, δεντηβρίσκοβιτς, δεν κόβει ούτε με βαλέ, δρεπανηφόρο άρμα

  1. O Aβραάμ μέχρι πρότινως ήταν ένα κριάρι. Ένα άμπαλο κριάρι, του οποίου το καλό όνομα ήταν δημιούργημα των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης (σχόλιο για τον κεντρικό αμυντικό του Ολυμπιακου Αβράαμ Παπαδόπουλο στο φόρουμ ΑΕΚΑΡΑ, www.rocking.gr)

  2. Οτι είναι άτεχνος και ατσούμπαλος συμφωνώ,αλλά δεν αμφισβητώ πως είναι δυνατός και γρήγορος..Εξάλλου ο ¨Αντζας ξέρει πολλή μπάλα για σέντερ μπακ,αλληλοσυμπληρώνονται..Όλες οι ομάδες έχουν έναν κουμανταδόρο και ένα κριάρι στην άμυνα για να κάνει τη βρώμικη δουλειά... (από το www.fmgreece.gr, πάλι για τον Αβράαμ)

Ο Αβράαμ - αν η μπάλα ήταν τόσο μεγάλη θα την είχε βρει (από poniroskylo, 24/02/09)Το σήμα των "Κριαριών" (από poniroskylo, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκίζουσα ένταξη στο ελληνικό κλιτικό σύστημα του αγγλικού hooligan, που σημαίνει κάποιον που έχει μια σειρά από παράνομες συμπεριφορές βίας, όπως βανδαλισμό (κυρίως), bullying και μπαχαλακισμό (βλ. στον σύνδεσμο για πιθανές ετυμολογίες). Ο χουλιγκανισμός, όμως, συνδέεται συνήθως με θερμόαιμους οπαδούς αθλητικών ομάδων οι οποίοι είναι συχνά σε ομάδες και ενίοτε οργανωμένοι. Μεταφέρεται και απλώς ως χούλιγκαν ή ως χουλιγκάνος που κττμγ είναι ένα κλικ λιγότερο σλανγκ απ' το χουλιγκάνι.

Έχω την εντύπωση, κι ελπίζω να συζητηθεί, ότι ένας τρόπος εκσλανγκισμού λέξεων είναι η μετατροπή τους σε ουδέτερα με κατάληξη σε γιώτα και τονισμό στην παραλήγουσα. Εκτός από το χουλιγκάνι, έχω υπ' όψη μου τα: μουσλίμι (<μουσουλμάνος), μαχίμι (<μάχιμος), καταδρόμι (<καταδρομέας), αλλά νομίζω ότι υπάρχουν και άλλα.

  1. Ψηλέ χουλιγκάνι είσαι μάναρος! (Κέντρο). (Από φεϊσμπουκικό "σε είδα").
  2. Το παιδί σου, και μακάρι να βγώ ψεύτης, έτσι όπως το μεγαλώνεις ή σκοπεύεις να το μεγαλώσεις, θα βγει εάν όχι ψυχανώμαλο, σίγουρα πρεζάκιας, και χουλιγκάνι. (Πχόρουμ).
  3. Μου μίλαγες για αντάρτικο, έψαχνες και γκάνι. Μα τώρα με το ΣΥΡΙΖΑ με είπες χουλιγκάνι! (Στιχώνει εδώ).
  4. Το ότι είναι ανεγκέφαλοι δεν αναιρεί ότι είναι χουλιγκάνια. Μάλλον πακέτο πάνε αυτά. (Η μπλογοτέχνης Niemands Rose εδώ).

Εϊτίλα με Σταμάτη Γαρδέλη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο χορταρέας, δηλαδή κατά τον προσφυή ορισμό του Γεωργίου Ζάκκου, "η περίπτωση ανδρός ο οποίος καταναλίσκει μεγάλες ποσότητες χόρτου, ήτοι χασίς, μπάφου, μαύρου, νταφού".

  1. den sas goustaroume re xortarakides ai kai gamithite mia zoi to hiphop piso to pate. (Πρεζόνια και μαστούρηδες).
  2. Γνωστός χορταράκιας ο λευκοκέφαλος αετός-σύμβολο των ΗΠΑ. (Από το Luben).
  3. Είμαι ευσεβής χορταράκιας, ήμουν, είμαι και θα είμαι και δεν υπάρχει τίποτα το λάθος μ'αυτό, εκτός απο το κόστος του χόρτου». (Εδώ).

Στο Ιντερνέτι το βρίσκω και σε μία περίπτωση που φαίνεται να συνδέεται με το έτερο γρασίδι, ήτοι το γκαζόν του ποδοσφαιρικού γηπέδου, οπότε φαίνεται να σημαίνει τον πωρωμένο - καμένο με το ποδόσφαιρο ή τον ποδοσφαιριστή. Είναι εξάλλου και παρωνύμιο παράγοντα ποδοσφαιρικής ομάδας όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον γούγλη.

ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΧΛΟΟΤΑΠΗΤΑ ΤΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified