Further tags

Αρχαιόκαυλη λέξη για το πέος, πιθανόν ίδιας ετυμολογίας με τον φαλλό.

Οι Τριβαλλοί έλαβαν την ονομασία τους επειδή είχαν τρεις φορές ένα βαλλίον;

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός για ευμέγεθες πέος. (Δες).

Μόλις πέταξε έξω τον βόα η κοπελίτσα τρόμαξε γιατί δεν τον περίμενε τόσο μεγάλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Η γιαντομπουτσότητα ή καθαρευουσιάνικα γιατομπουτσότης είναι φυσική έννοια που εκφράζει το πόσο για τον πούτσο είναι ένας άνθρωπος, ένα αντικείμενο, μία ενέργεια (=το παράγωγο αυτού που ενεργείται), ένα κτίριο, μια αφίσα, ένα αυτοκίνητο, ένα κομματικό σύνθημα, μια πεντάσχημη κοπέλα, το βίδεο που κάηκε και γενικώς κάθετί γύρω μας.

Η ανάγκη μέτρησης της γιαντομπουτσότητας έχει οδηγήσει μία χουτζουμιστική διαπανεπιστημιακή ομάδα -αποτελούμενη από επιστήμονες του ΑΠΘ και του ΠΠ- στην ανάπτυξη νέας μονάδας μέτρησης που πλέον έχει αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα. Η μονάδα ονομάζεται βαθμός γιαντομπουτσότητας - διεθνώς γιαντομπούτς (αγγλ.: yudobooch, τουρ.: yadobuç)- και συμβολίζεται με GDB κατ' αντιστοιχία με το διεθνώς αναγνωρισμένο GTP.

Η παραπάνω επιστημονική ομάδα, μετά από εξαντλητικές έρευνες που κόστισαν:

  • 35 λίτρα φραπέ
  • 21 λίτρα γάλα (για μέσα στον φραπέ)
  • 1 φυτεία ζάχαρης (επίσης για μέσα στον φραπέ)
  • 73€ για 11 μερίδες πατσά,

κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ιδανική μέτρηση της γιαντομπουτσότητας είναι σε κλίμακα GDB από 1 έως 7 (μέγιστη γιαντομπουτσότητα: GDB=7, ελάχιστη: GDB=1). Σημειώνεται, δε, ότι συνήθως αντικείμενα, συμπεριφορές και άτομα με GDB≤3, είναι ανάξια γιαντομπουτσικής αναφοράς.

1. Παράδειγμα προ της έρευνας (ντιμπέιτ υποψηφίων δημάρχων):
- Πώς σας φαίνεται, κ. Μπιχλιμπίδη, η πρόταση του αντιπάλου σας να μαζεύονται τα σκουπίδια από το κέντρο της πόλεως και από τα τουριστικά αξιοθέατα μέρα μεσημέρι ουτωσώστε να αποθαρρύνονται οι τουρίστες και να εκλείψουν τα παράπονα από τις γιαγιάδες που νιώθουν μειονεκτικά και ενοχλούνται όταν περίεργοι τουρίστες τις ρωτάν διάφορα σε γλώσσες που δεν κατανοούν; Αντιλαμβάνεστε τι συμπλέγματα κατωτερότητος δημιουργούνται...
- Κοιτάχτι, η προύτασ' έχει πουλλά θετ'κά σ'μεία και πρέπ' να τ'ν συζητήσ'μι αλλά πιστεύου ούτι ου βαθμούς γιαντομπουτσότητος -που λεν και οι προυτευουσιάν'- των τουριστών που επ'λέγουνι τα χουριά μας, δεν επιτρέπ' παρερμινείις και σπέκουλις επί του θέματους.

2. Παράδειγμα μετά την έρευνα (φοιτητές στο πολυτεχνείο):
- Ρε μαλάκα, είδες τον Διόδωρο πώς την πλευρίζει την Ευμορφία, μου φαίνεται σύντομα θα την τσιμπίσει την γκόμενα.
- Τι λε ρε, αυτήν την ξέρω, είναι γιαντομπούτς-εφτά (GDB=7) θα τον πιλατεύει ένα εξάμηνο και μετά μην την είδατε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καυλί είναι το πραγματικό. Επίσης, υπάρχει και το ερώτημα «καύλα ή κάβλα». Και τα δύο υπάρχουν, αλλά εννοούν άλλο πράγμα. «Καύλα» λέμε όταν κάποιος έχει την ανάγκη για σεξ. Αν και χρησιμοποιείται και για όταν έχουμε άλλες ανάγκες (π.χ. «τώρα σου 'ρθε η καύλα για βόλτα;»). «Κάβλα» είναι η πλήρης στύση στο πέος του άντρα. Για το τέλος υπάρχει και το «καυλωμένος ή καβλωμένος». Η απάντηση είναι ξεκάθαρη σύμφωνα με όσα είπα πριν.

- Κοίτα το καυλί μου πώς κάβλωσε. Γλείψ' το.
- Πω ρε... τώρα σου 'ρθε η καύλα για παιχνίδια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαιόκαυλη λέξη για τον φαλλό, το μεγάλο πέος. (Δες). Κυρίως σημαίνει: α) ουρά ζώου, β) χερούλι, γ) είδος βλαβερού εντόμου, δ) γλώσσα φωτιάς, ε) ράβδο, και μεταφορικώς τον φαλλό. Συνδέονται ετυμολογικώς οι λέξεις κερκίδα και Κερκόπορτα (=ουραία πίσω πόρτα).

κοῦ μοι τὸ δριμὺ σκῦτος, ἠ βοὸς κέρκος, ᾦ τοὺς πεδήτας κἀποτάκτους λωβεῦμαι; (Ηρώδας, Μιμίαμβοι).

Got a better definition? Add it!

Published

Αρχαιόκαυλη λέξη που δοκίμως σημαίνει: α) ρόπαλο σε σχήμα ατράκτου, β) γυμναστικό όργανο, που λέγεται και κορύνα. Συνδέεται ετυμολογικώς με τις λέξεις κόρυς και κόρυθος = περικεφαλαία. Μεταφορικώς σημαίνει το μεγάλο και σκληρό πέος σε στύση. (Δες).

Άρχισε να τη χτυπάει με την κορύνη του.

Got a better definition? Add it!

Published

Αντισημιτικός χαρακτηρισμός για τους Εβραίους ως περιτμημένους.

Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία δουλειά να αναμιγνύονται σαν ηλίθιοι μπράβοι των κοψοπουτσηδων στους πολέμους που τους έχει σύρει από το 2001 και μετεπειτα το κράτος των εκλεκτών. (Φβ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ετυμολογείται από το τουρκικό matrak = ρόπαλο < αραβικό مطرقة (matrakah = ξυλόσφυρο). Δοκίμως είναι είδος σφυριού με βάρος πάνω από ένα κιλό, σιδερένια παραλληλόγραμμη χοντρή κεφαλή και ξύλινη λαβή. Μεταφορικώς σημαίνει το πέος.

Άρχισε να τη βαράει με τον ματρακά του.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά για το πέος.

Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο των πουτσοσκάμπιλο, πουτσοχάστουκο, ψωλοχάστουκο, ψωλοσκάμπιλο, προς τιμήν του δημάρχου του Βόλου Αχιλλέα Μπέου που έδωσε χαστούκι σε ψηφοφόρο του.

Έρωτας απ' το πρώτο μπεοχάστουκο. (Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published