Το ρήμα πήζω εκτός από το παραδοσιακό του νόημα, δηλαδή τον καταναγκασμό σε υπερβολική δουλειά από ανωτέρους στις Ε.Δ. (Ένοπλες Δυνάμεις), έχει και μια άλλη σημασία στο ίδιο περιβάλλον: σημαίνει αγχώνομαι, πανικοβάλλομαι κυρίως λόγω εργασιών που εκτελούνται ή πρόκειται να εκτελεστούν, π.χ. αγγαρείες.

Ενδιαφέρον έχει και η χρήση του ως μεταβατικό ρήμα, όπου πήζω κάποιον σημαίνει ότι τον αγχώνω χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ενίοτε και ακούσια.

- Τι λέει; Τι κάνουμε σήμερα;

- Σήμερα είναι Κυριακή ρε συ, αλλά αύριο το πρωί έχουμε ΣΠΕΝ, παρέλαση, κρύο φαγητό, δε με πήρε και η γκόμενά μου τηλέφωνο και σκέφτομαι την αυτοκτονία σοβαρά.

- Ρε μην πήζεις ρε συ, χαλάρωσε!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Επιδίδομαι σε λούφα, τεμπελιάζω εν ώρα εργασίας φροντίζοντας να μη δίνω στόχο, εξαφανίζομαι την κατάλληλη στιγμή και αφήνω τους συναδέλφους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Αρμόζει ιδιαίτερα στις στρατιωτικές και στις δημόσιες υπηρεσίες.

  2. (μτβ.) Κλέβω, με ιδιαίτερη έμφαση στο λαθραίο της ενέργειας, υφαρπάσσω.

  3. Αποφεύγω την πληρωμή μιας οφειλής ή την εκπλήρωση μιας υποχρέωσης.

  4. Περνάω, μεταφέρω, διεκπεραιώνω λαθραία.

  1. Εχω το προβλημα μου και εχω τους αναλγητους απο την υπηρεσια να με τρεχουν λες παω να λουφαρω με ψευτικο προβλημα
    εδώ

  2. μπήκα άοπλος
    στα πράσινα ντυμένος
    στο να λουφάρω άριστα εκπαιδευμένος
    πρωί πρωί
    και αγουροξυπνημένος
    να με τρέχει ένας καριόλης
    μόνιμα πορωμένος
    ένα-δύο
    ένα-δύο
    ένα-δυο.
    εδώ

  3. Ωραίο τασάκι, από το σταθμό το λούφαρες;

  4. ...free pass και σημερα στην Εγνατια....αν και η εταιρια ανακοινωσε για σημερα 18/10, γκραντ οπενινγκ με διφραγκο το περασμα,δεν υπηρχε θεμα...ανοιχτα....
    ..οσο ειναι ανοιχτα εγω, λουφαρω 8 ευρω την εβδομαδα,426 ευρω τον χρονο...παντα για προορισμο Κομοτηνη - Θεσ/νικη,ελα - πανε.....δεν θα πω μην σωσουνε να τα ανοιξουνε,γιατι θελουμε τον αυτοκινητοδρομο παντα ανοιχτο και καλυτερο.........και βεβαια να τα σκανε και ολοι οι διπλανοι μας,που στηριζουνε το εμποριο τους και στην Εγνατια....................
    εδώ

  5. Στο στρατοπεδο που με στειλανε (εβρο) δυστυχως δεν μπορεσα να γλιτωσω τον πρωτο μηνα στην εκπαιδευση του οπλιτη με τιποτα, απλως κοιτουσα να λουφαρω το κρανος. Μετα απο αυτο εκανα μια σκηνη οτι εχουν παθει τα νευρα μου επειδη χανω μαλλια και ζητησα να δω δερματολογο που ηξερα πως δεν ειχε η μοναδα. Με εστειλαν σε κεντρικο νοσοκομειο οπου μοστραρα παλι ολα τα χαρτια και ο τυπος (ταγματαρχης νομιζω, ιατρος φυσικα) μου δινει ελευθερο για 1 μηνα.
    εδώ

  6. Οι τράπεζες της Ευρώπης… λουφάρουν αποταμιεύοντας
    εδώ

  7. Έλεγα να λουφάρω κι εγώ την περιουσία μου στο εξωτερικό, αλλά οι ελβετικές τράπεζες δε δέχονται καταθέσεις σε μεγαλοφυΐα και ψυχικό πλούτο.
    εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει, μεταξύ άλλων:

  • Σκουραίνω την επιφάνεια αντικειμένου λόγω διάβρωσης π.χ. υγρασία, θερμότητα, καπνός, ουσίες κλπ.
  • Αποκτώ μπρονζέ επιδερμίδα κάνοντας ηλιοθεραπεία ή εκτελώντας χειρωνακτική εργασία στην ύπαιθρο.
  • Ψηφίζω αρνητικά / θάβω κάποιον υποψήφιο. Προέρχεται από τις προ αιώνος εκλογές με μολυβένια σφαιρίδια στην γκαζον τενεκεδένια κάλπη, που ήταν μισή μαύρη «ΟΧΙ» και μισή άσπρη «ΝΑΙ» εξ ου και το «μαύρο δαγκωτό» ως δεδηλωμένη αρνητική ψήφος.
  • Στεναχωριέμαι / πήζω.
  • Πέφτει η στρατιωτική μονάδα σε δυσμένεια κατόπιν άνωθεν διαταγής λόγω παράβασης π.χ. κλοπής πολεμικού υλικού / αυτοκτονίας κληρωτού κλπ.
  • Αλλάζει status η στρατιωτική μονάδα κι από βυσματική γίνεται τσατσοπαγίδα (για τους μη εγκαίρως πληροφορημένους) είτε λόγω δυσμένειας όπως ανωτέρω, είτε λόγω έλλειψης εργατικών χεριών π.χ. αποφασίζεται η επόμενη ΕΣΣΟ να πάρει λιγότερους κληρωτούς είτε λόγω αλλαγής διοικητή π.χ. έρχεται κάνας στρατοκαβλάντης.
  • Πλακώνω στο ξύλο και χρωματίζω τον αντίπαλο στην απόλυτη εκδήλωση του μπλε-μαραίν.
  1. - Είδες πως έχει καταντήσει ο Τάκης; Έχουν μαυρίσει τα δόντια του απ’ τη ζου.

  2. - Πού μαύρισες έτσι χειμωνιάτικα; Για σκι ήσουνα;
    - Ναι, είπα να κάνω διακοπές.
    - Αράχοβα;
    - Όχι, Μεγάλο Πεύκο...

  3. - Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη και τις πυρκαγιές του καλοκαιριού, ο κοσμάκης είδε κι απόειδε, τη μαύρισε την κυβέρνηση στις εκλογές κι ο πρωθυπουργός έφυγε νύχτα.

  4. - Έχει μπει η άνοιξη, όλος ο κόσμος διασκεδάζει έξω κι εγώ τη βγάζω στο γραφείο από σκοτάδι σε σκοτάδι. Έχω μαυρίσει ρε πούστη μου!

  5. - Τα’ μαθες; Ανακαλούνται όλες οι άδειες!
    - Γιατί ρε γαμώτο;
    - Έπεσε μαζική δηλητηρίαση στην ταξιαρχία, ακούστηκε απ’ τα Μ.Μ.Ε., έφτασε στ’ αυτιά του Α/ΓΕΣ, πλακώσανε Ε.Δ.Ε. και τα τέτοια, γάμησέ τα!
    - Καλά κι εμείς τί φταίμε;
    - Ε, δεν καταλαβαίνεις; Ο δίκας έχει χεστεί γιατί τρίζει η καρέκλα του, θα’ ρθουν και τίποτα κλάραμπελ (Σ.Σ. γαλονάδες με διπλά φύλλα δρυός στο κεραμίδι του πηλικίου, «κλάρες») για επιθεωρήσεις, άντε ξανά-μανά βαψίματα και καθαρισμοί, είναι άρρωστοι κι οι μισοί φαντάροι, ετοιμάσου για πούτσα με λέπι φίλο!
    - Πανάθεμα το μάγειρα που μας μαύρισε τη μονάδα καλοκαιριάτικο!

  6. - Πού θα δηλώσεις μετάθεση;
    - Δέλτα-δέλτα Σαλαμύκονος (Διεύθυνση Διοικήσεως), αφού είναι μισή ώρα απ’ το σπίτι μου στο Περιστέρι, άσε που σημαίνει «Δεν Δουλεύω» απ’ οτι μου’ πανε...
    - Δεν τα ξέρεις καλά! Το καλό που σου θέλω βάλε γρήγορα βύσμα για πλας Σούδα να σε παίζει 15-10 οφφ, γιατί στη Μπακαουκία πάνε όλα τα μαμούθ! Το μεγάλο βύσμα τρώει το μικρό κι εσένα σε βλέπω να λιώνεις στα καζάνια! 100 υπηρετούν στη δέλτα-δέλτα, 10 εμφανίζονται στην πρωινή κλήση και 3 μένουν για αγγαρείες, χώρια που σε ξαποστέλνουν σε άλλες υπηρεσίες για θελήματα. Έχει μαυρίσει η δέλτα-δέλτα! Ξέρεις πώς τη λένε τώρα; «Δανείζουμε Δούλους»...

  7. - Έκανε να σηκωθεί ο Μητσάρας, να πει την κουβέντα του στην απέναντι παρέα λόγω παρεξήγησης και πριν τελειώσει, πλακώνουνε κάτι μπεχλιβάνηδες και τον κάνουνε τόπι! Μιλάμε, τον μαυρίσανε για τα καλά! Εμ, βλέπεις ήθελε να κάνει φιγούρα στη γκόμενα ότι δε μασάω κι έβαλε και στα μπατζάκια του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την κυριολεκτική και την μεταφορική έννοια της λέξης, το προβλέπεται λειτουργεί ενίοτε περιπαιχτικά για να δηλώσει την καλύτερη ή χειρότερη αντιμετώπιση που δήθεν δικαιούται κάποιος σε σχέση με κάποιον άλλο. Λέγεται και στην ανεπτυγμένη του μορφή: προβλέπεται για την ΕΣΣΟ μου/σου, παραπέμποντας ευθέως στα καψόνια της παλαιότερης σειράς επί της νεότερης.

  1. - Πάλι εγώ θα πάω για μπύρες;
    - Προβλέπεται για την ΕΣΣΟ σου φίλε!
    - Πουσταράδες...

  2. - Πρώτο τραπέζι πίστα ρε αθεόφοβε;
    - Προβλέπεται, φίλε! Κοτζαμάν εφοπλιστής είμαι, σκατά στα μούτρα μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της φράσης τον πούλο ή μπουλελέ ή πουλελέ (δηλαδή παίρνουμε τον πούλο). Η λέξη αντιστρέφεται εσκεμμένα ώστε να μην γίνει εύκολα αντιληπτή από τους παρευρισκόμενους, ιδίως όταν είναι του αντίθετου φύλου.

  1. - Πώς τα βλέπεις ρε Μήτσο; Να κάτσουμε λίγο ακόμα ή έχεις δουλειά;
    - Βασικά... λελεπού.

  2. - Ωχ, έρχεται ο διοικητής. Έχεις στρώσει το κρεβάτι;
    - Όχι, λελεπού απ' το παράθυρο.

(από HardcoreGR, 21/08/11)(από HardcoreGR, 21/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαραίτητη προϋπόθεση για χρήση της παραπάνω έκφρασης είναι η προηγούμενη διατύπωση ορισμένου αιτήματος ή άποψης από το συνομιλητή και η ύπαρξη κάποιας μορφής του ρήματος «μπορώ» μέσα σε αυτή.

Η έκφραση μπορέλι καταδεικνύει την αδυναμία εκπλήρωσης του προαναφερθέντος αιτήματος εκ μέρους του ομιλητή ή τη διαφωνία του ως προς τις απόψεις του συνομιλητή.

Προέρχεται από τη ρίζα του ρήματος «μπορώ», ενώ ο αγαπημένος πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού μπορεί να αντικατασταθεί και με άλλα (πάντα σχετικά με μπάλα) ονόματα.

Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνεται στην ηχητική ομοιότητα του επιλεγμένου όρου με τη μορφή του ρήματος «μπορώ» που έχει προηγηθεί, ενώ, για έμφαση ή ειρωνεία, προτιμάται η «ξερή» χρήση (βλ. παραδείγματα).

  1. (Χρήση μέσα σε πρόταση, φιλικά - εδώ στο τηλέφωνο)
    - Έλα ρε Γιάνναρε... Απεργούνε οι ταρίφες και μόλις κατέβηκα απ'το ΚΤΕΛ. Μπορείς να έρθεις να με πετάξεις μία σπίτι να μη γαμηθώ στα λεωφορεία;
    - Καλώς μας ήρθες φίλε αλλά δυστυχώς μπορέλι, το αμάξι είναι συνεργείο εδώ και δυο βδομάδες, έχω χτίσει πολυκατοικίες στην κίτρινη φάρα...

  2. (Μονολεκτική πρόταση για ειρωνική διάθεση)
    - Αν η ΑΕΚ κάνει 1-2 καλές μεταγραφές τον Ιανουάριο μπορεί να χτυπήσει πρωτάθλημα.
    - Μπορμπόκης.

  3. (Έμφαση στην ηχητική ομοιότητα}
    - Τι έγινε τελικά με το γκομενίδι που φάσωνες χτες;
    - Αν δεν ήμουν κομμάτια θα μπορούσα να την είχα πάρει σπίτι αλλά μετά από τόσα σφηνάκια μπορούσια...

Δες και και μπορέλι, χοσέ μπορέλι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρίσκομαι σε άδεια πάσας φύσης, είτε επαγγελματική, είτε στρατιωτική, είτε για λόγους υγείας, σπουδών, διακοπών κλπ, ασχέτως με το αν η άδεια αυτή λαμβάνεται νομίμως, ή απλά παίρνεται απ' τη σημαία.

Το ρήμα ξεκίνησε να χρησιμοποιείται στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, αλλά η χρήση του επεκτάθηκε στον ευρύτερο πολιτικό βίο.

  1. Τους τελευταίους 2 μήνες έχω ξεκωλιαστεί στα ρεπό.
    Και δηλώνω επίσης ότι αδειεύομαι (ζήτησα από τη σημαία) από 18 Δεκ μέχρι 8 Ιαν. (Εδώ)

  2. Eγώ αδειεύομαι μέχρι τις 9 του μήνα, αλλά καλύτερα να δούλευα.
    Κοντεύω να σηκώσω όλη την Ερμού με τα ψώνια που έκανα σήμερα.
    Κι ακόμα έχουμε τόσες μέρες με τα μαγαζιά ανοικτά. Βαστάτε με. (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified