Φτιάχνει ο καιρός και ήδη ο προσοντούχος κλαρινογαμπρός αναρωτιέται, «μήπως να πάμετε κλαρινοπαραλίες;»
Στο πεδίο βολής, άμα τη προσεγγίσει γίνεται αμέσως κλαρινοπαραλίας.

. - Τι έγινε.. θα πάτε στις κλαρινοπαραλίες το ΣΚ να το παίξετε μόντελοι;
- Δεν γίνεται ρε συ, δεν έχουμε τατουάζ και δεν είμαστε σολαριομαυρισμένοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται για να δοθεί έμφαση όταν συμβαίνει κάτι εξωπραγματικά ωραίο ή κάτι πολύ ακραίο γενικά.

  1. - Κοίτα ρε πού έχει ανέβει ο άλλος! - Καλά... δεν υπάρχει...

  2. Αυτός ο κώλος.. δεν υπάρχει...

Δες και δεν υπάρχει ούτε στο γκουγκλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού «cheat»: εξαπατώ, απατώ, παραβαίνω τους κανόνες παιχνιδιού, απατεώνας.

Ανάλογα με την περίσταση λοιπόν, μπορεί να σημαίνει:

  • Πως κάτι (ή κάποιος) τα σπάει, είναι σούπερ γουάου!!, γαμάτο, και γαμώ, άπαιχτο, αμαρτία σκέτη.

  • Το κλου μιας ιστορίας, το χάιλαϊτ ενός θεάματος.

  • (Στο σύμπαν των γκέιμερ) Το σπαστήρι, το κρακ, το προγραμματάκι που χρησιμοποιεί κάποιος για να πάρει λέβελ ή να νικήσει τους αντίπαλους ιντερνετικούς συμπαίχτες ξεγελώντας το παιχνίδι με το να αποκτήσει κάποιο πλεονέκτημα που θα κάνει τη διαφορά (περισσότερα εφόδια, όπλα, ζωές κλπ). Συντάσσεται συχνά με τα «κάνω», «μπαίνει», «βάζω».
    Σ’ αυτό το σύμπαν, χρησιμοποιείται και σαν πρώτο συνθετικό σε σχεδόν οτιδήποτε μπορεί να εκτελέσει την απατεωνιά.

  • Σε διαλέκτους (π.χ. Ποντιακά, Πλωμαριανά), χρησιμοποιείται με την ίδια ακριβώς έννοια με το καταγεγραμμένο «τσίτι»: το βαμβακερό ύφασμα με τυπωμένα εμπριμέ σχέδια (αυτό εκ του τούρκικου «çit» με περσική καταγωγή) σαν μέρος συνήθως της γυναικείας φορεσιάς.

  • Τα τσιτ-μιλ / τσιτ-μηλ (εκ του αγγλικού «cheat meal»), παίζουν πολύ μεταξύ όσων κάνουν δίαιτα ή, όπως π.χ. στα μποντιμπλιντεράδικα σινάφια, διατροφή.
    Σημαίνουν το προβλεπόμενο εκείνο γεύμα, που λαμβάνει χώρα μια στις τόσες και όπου ο εν διαίτη την καταστρατηγεί προκειμένου να μην κρασάρει ψυχολογικά και την εγκαταλείψει, τρώγοντας ό,τι απαγορευμένο ποθεί κολασμένα, σε ελεγχόμενη ποσότητα βεβαίως-βεβαίως.

  1. Kι εγώ στο save μου το 2015 είμαι, αλλά ρε φίλε ο Κυριάκος Παπαδόπουλος πολύ ΤΣΙΤ!!

  2. - Γιατί ρεε;;;; Εμένα o fierro με έχει κάνει πολύ δουλειά.
    - Κι εμένα ο Sanogo!!!!!!! Σεντερφοράρα!!!!!!!!
    - Εννοείται για αυτό έγραψα ότι είναι τσιτ.

  3. …Tο λεγόμενο τσιτοσούτ, που να δεις τα knuckle εν κινήσει που είναι επίσημα δεν είναι τσιτ, τις ακυρωμένες ντρίπλες που και αυτό θέλει να είσαι γρήγορος και να έχεις βάλει αυτόματη άμυνα, αλλά και το απίστευτο το τσιτοφουλ που η μπάλα λόγω glitch είχε προωθηθεί (στο online δεν γίνεται και στο offline θέλει άπειρη προσπάθεια) ...ρε σου λέω ξέρω τι παίζω γι αυτό είχα ξενερώσει το καλοκαίρι με το προ και το έβριζα, απλά δεν μπορώ να μου βρίζουν το προ και να λέμε το φίφα ότι δεν έχει προβλήματα ...εκεί σπάζομαι φέτος το φίφα πέρα από τα αρνητικά που γράφω (κυρίως για να τα προσέξετε οι fan) εμένα μου άρεσε αρκετά δλδ αν δεν ήταν τόσο φτιαγμένο το προ, φίφα θα έπαιρνα χαλαρά.
    …..
    ΥΓ3. Το τσιτοσούτ το 'ξέραν όλοι οι έλληνες. Οι ξένοι επειδή έπαιζα online μένανε βλάκες.

  4. Οι πλούσιοι και οι άρχοντες φορούσαν ακόμα ποτούρ από σαγιάκι (αμπάν) και τσόχα από το ίδιο ύφασμα, σκέπαζαν δε το κεφάλι τους με κουκούλα από δέρμα αρνιού και αργότερα φέσι, που το περιτύλιγαν με μαύρο τσίτι.
    Πολύ απλή ήταν και η φορεσιά των γυναικών αποτελείτο από ζουπούναν, τσόχαν , σπαλέρ και τσιτ.

  5. - Κατερίνα έχουν πει οι κοπέλες πως η σφολιάτα ανεξαρτήτως υλικών έχει 1 μονάδα τα 3 κομμάτια.
    - Με ποια λογική; Δεν κοιτάμε τα συστατικά για να μετρήσουμε μονάδες; Εγώ αυτές τις συνταγές με σφολιάτα τις βρίσκω κοροϊδία. Καλυτέρα φάε ένα κανονικό γλυκό και πες ότι έκανες ένα τσιτ μιλ, όχι να θεωρείς ότι είναι σωστό κομμάτι υγιεινής διατροφής. Γνώμη μου.

στο 14:12\' (από sstteffannoss, 19/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα σε μορφές τέχνης που κλέβουν από την αισθητική των «πρωτόγονων» φυλών τση Αφρικής, τση Ασίας, τση Ν. Αμερική τση και τση Ωκεανίας. Το έθνικ ζου-λουκ παρείσφρησε στην δυτική αισθητική μέσω σχολών μοντερνισμού τ. εξπρεσιονιστέ, κυβιστέ, τιραμισουρεαλιστέ και στην μουσική μέσω τση επιρροής μελαψών αγγλοσαξόνωνε που μάς έδωσαν τα μπλουζ, την γαμοτζάζ και την ροκ.

Ο όρος αναφέρεται κυρίως σε εντεχνindie τατουάζ με «φυλετικά» σύμβολα-ντεμεκιές που φοριούνται πολύ από εθνίκια (και μη) σε ξεκωλόσημα, μανίκια, ταπετσαρίες, και ταλιμπάν. Πέον να σημειωθεί ότι υπάρχουν και τα άλλα εθνίκια, που επικελούνται το όρο ως φερετζέ για τη σβάστικα που έχουν χτυπήσειΜΟΙΝ ΜΕ ΠΑΡΕΞΥΓΗΤΑΙ ΚΗΡΙΕ ΥΣΑΓΚΕΛΕΦ, ΙΝΕ ΠΑΝΑΡΧΕΩ ΖΟΡΡΟΑΣΤΡΙΚΟ ΣΗΜΒΩΛΟ»).

Σπανιότερα, η τραϊμπαλιά περιγράφει είδη μουσικής με έθνικ ρυθμούς: ξέφρενα μπόνκγος, άναρθρες κραυγές, αφρικάνικοι κώλοι που τουερκάρουν, κιέτσ'. Βλ. πιχί την εισαγωγή του Sympathy for teh Devil των Stones.

Εκ του λάτιν tribus (φυλή) και του γαμοσλανγκοτέτοιο -ιά.

1. Η τραϊμπαλιά πάνω απ΄ την κωλοχωρίστρα σου δεν είναι ο νέος Παρθενώνας. Είναι μια διαρκής υπενθύμιση πως κάποιος έβλεπε τον κώλο σου για κάνα δίωρο.

2.
Nαι, η τραϊμπαλιά στη μέση ΓΙΑ ΜΕΝΑ είναι βλαχιά. Τι να κάνω τώρα;

3.
Αυτό που μας απασχολεί είναι ότι μερικές από τις πιο σέξι Ελληνίδες έχουν επιλέξει να βάλουν μελάνι στο δερματάκι τους. Χρύσα Δρακάκη Δεν ξέρω ποια το έκανε πρώτη αλλά Σάσα, Εύα και Χρύσα έχουν τατού στο ίδιο μέρος. Ντεμέκτραϊμπαλιά θα το χαρακτήριζα το συγκεκριμένο, αλλά ποιος είμαι εγώ ο φτωχός για να δώσω χαρακτηρισμό.

4.
Μεγάλος ντράμερ ο Ίγκορ, πολύ μεγάλος, πιστεύω ότι ήταν ο πιο «μουσικός» παίχτης στους σεπουλτουρα από την αρχή, κι ας ήταν ο μικρότερος ηλικιακά. Τρελό γκρουβ όπως ειπώθηκε, η τραϊμπαλιά κυλάει στο αίμα του και μορφάρα πάνω στη σκηνή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καφετέρια ή μπαρ-ρεστωράν, συνήθως εντός πολυκαταστήματος, όπου υφίσταται θόλος από γυαλί, ώστε οι θαμώνες να μην χάνουν (λέει) την επαφή με τα καιρικά φαινόμενα (π.χ. ήλιος, βροχή κλπ) εν είδει atrium (αίθριο).

Συνήθως απρόσωπο αν και πολυάνθρωπο, πολύβουο και κλειστοφοβικό αν και ευμεγέθες, βοηθά το μαγαζάτορα ν' αβγαταίνει τα κέρδη του, ενώ οι πελάτες αναπτύσσουν χλωροφύλλη.

Αν δεν τους ποτίσουν κάτι φίλοι...

-Πάμε στο Μώλλ για καφέ;
-Πού ρε, άσε με τα θερμοκήπια να πούμε! Μια φορά πήγα για ψώνια κι έφυγα με πονοκέφαλο...

για όλα τα φύλα και ηλικίες! (από BuBis, 08/09/09)(από anchelito, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το post-it.
Μέσα στην φιλολογία για post-rock, post-punk, post-jazz και γενικά post-οτιδήποτε, υπάρχουν και ορολογίες, όπως μετα-μοντέρνο, που έχουν αποδοθεί και στα ελληνικά. Στα πλαίσια της λογικής ότι πλέον οποιοδήποτε ρεύμα προσδιορίζεται είτε από αυτό που αντικαθιστά, είτε με το σημείο τομής που σηματοδοτεί τη νέα εποχή στην εν λόγω τέχνη, έχει προταθεί και ο διαχωρισμός της λογοτεχνίας φαντασίας σε δύο περιόδους. Η πρώτη προηγείται του The It του Stephen King και αποκαλείται λογοτεχνία φαντασίας, και η δεύτερη έπεται αυτού και ονομάζεται post-it. Ο ανώνυμος γλωσσοπλάστης, ειρωνευόμενος τον συρφετό των μετα-ό,τινάναι, χρησιμοποιεί την ελληνική απόδοση του ανεγνωρισμένου αυτού φιλολογικού όρου για να αποδώσει την εμπορική ονομασία ενός ευτελούς, πλην χρήσιμου, προϊόντος από την βαρβαρικήν εις την ελληνικήν.

Κόλλα ένα μετα-αυτό στο ψυγείο γιατί θα το ξεχάσω, και δεν αντέχω την κρεβατομουρμούρα μετά.

βλ. και στίχλες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ίχνη τροχοπέδησης – πλάγιας ολίσθησης στο εσώβρακο απο αδέξια μανούβρα του κώλου (διότι ο φέρων δεν είχε διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, ώστε να εκτελεί τους απαραίτητους χειρισμούς κάθε στιγμή κλπ-κλπ που λέει κι ο ΚΟΚ).

Αγγλιστί: Skid mark.

- Θα βάλω πλυντήριο με άσπρα, έχεις τίποτα για πλύσιμο;
- Κοίτα στο καλάθι...
- Α, καλά! Αυτό το σώβρακό σου με το κωλοφρενάρισμα στη μέση, θα το βάλω με τα σκούρα. Κοίτα ’δώ, Monza το’ κανε το σώβρακο, να σε χαίρεται η μανούλα σου, λεβέντη μου!
- Δε γαμείς...

κωλο-μπαντιλίκια... (από MXΣ, 21/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προχώ έκδοση της λέξης προχωρημένος.

- Ψάχνω για ένα προχώ παράδειγμα για το λήμμα προχώ, αλλά δε μου βγαίνει ρε πστ μου...
- ...

Δες ακόμη: παρώ, κομμέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified