Στα νομικά πράγματα υπάρχει, ως γνωστόν (;) το Ενοχικό Δίκαιο. Κατά τη Βίκι, «ο όρος ενοχή χρησιμοποιείται στο Δίκαιο με τελείως διαφορετικό περιεχόμενο και μπορεί να σημαίνει

  • Ενοχή (Αστικό Δίκαιο): την υποχρέωση προς παροχή ή
  • Ενοχή (Ποινικό Δίκαιο): τον καταλογισμό μιας πράξης στον δράστη»

Εμείς όμως, που πάντα έχουμε τη φωλιά μας χεσμένη για κάτι, ενδέχεται να ανήκουμε στην κατηγορία των αυτομαστιγωνόμενων για τις αμαρτίες μας και να βουλιάζουμε από ενοχές για το παραμικρό αληθινό ή φανταστικό ατόπημά μας. Τότε είμαστε του ενοχικού, με την γιαλομική έννοια του πράγματος.

- Πάψε πια μωρέ! με ζάλισες, όλο «φταίω εγώ» και «φταίω εγώ»! κάνε κάτι αντί να κλαίγεσαι συνέχεια!
- Μη μου τα λες και συ από πάνω (σνιφ), αφού ξέρεις, τα ρίχνω όλα πάνω μου, τα παίρνω βαριά, και γω του ενοχικού είμαι...

Στράτος Λασκαρίδης, Δεν είμ\' ο ένοχος εγώ. (από patsis, 18/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δανείζει χρήματα με τόκο (κατ' εξοχήν επάγγελμα των Ζακυνθινών). Ο τοκιστής λέγεται και σουλατσαδόρος (κόβει σουλάτσα, αργόσχολος).

Όταν αναφερόμαστε και με τις δύο λέξεις εννοούμε, το άτομο που τα έχει βρει όλα έτοιμα χωρίς κόπο και το μόνο που κάνει είναι να χαζολογάει, σε αντίθεση με τους πολλούς που πρέπει να φτύνουν αίμα για τα προς το ζην, γιατί δεν είναι, ούτε αποδέκτες κληρονομιάς κάποιου πλούσιου μπάρμπα, ούτε λαμόγια του κερατά.

Από εφημερίδα Ελευθεροτυπία:
«Φαίνεται, όμως, ότι το πράγμα δεν έβγαινε έτσι. Με τις ανοησίες του (μαθητευόμενου μάγου) Αλογοσκούφη (απογραφές, φοροαπαλλαγές σε επιχειρήσεις κ.λπ.) ήρθε κι έφτασε η οικονομία στα πρόθυρα κατάρρευσης. Οι προϋπολογισμοί δεν έβγαιναν με τίποτα. Ετσι, αποφάσισαν -ύστερα από 4,5 χρόνια απραξίας- να στριμώξουν φορολογικά και κάποιους που δηλώνουν όσα έσοδα θέλουν - ή δεν δηλώνουν τίποτα. Μέχρι και απ' τους «τοκιστές και σουλατσαδόρους» ζήτησαν να πληρώνουν φόρους (άκουσον - άκουσον!), έστω και με πολύ τακτ...».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρελούτσικος, ο φευγάτος, αυτός που γυρνάει σα σβούρα, ο ανυπόμονος σε οτιδήποτε.

Κάτσε σε μια μεριά ρε τζιρανανά.

Ο Πρόεδρος της Μαδαγασκάρης Φιλιμπέρ Τσιρανανά. (από Khan, 22/03/11)Στο 1.11. (από Khan, 28/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Μικρός πάσσαλος (παλουκάκι) που καρφώνεται στο χώμα και δένονται σ' αυτόν τα σκοινιά των ζώων. Υπάρχουν τα ξυλότζενα (φτιαγμένα από ξύλο) και τα σιντερότζενα / σιδερότζενα (φτιαγμένα από σίδερο).

Εξού τα:

  • τζενώνω/τζενιώνω (καρφώνω στη γη το τζένιο, στο οποίο είναι ήδη δεμένο το σκοινί κάποιου ζώου που μεταφορικά σημαίνει και σκλαβώνω),
  • ξετζενώνω (βγάζω απ’ τη γη το τζένιο - ελευθερώνω) και
  • το τζένωμα (το μπήξιμο, το χώσιμο, το κάρφωμα του τζενιού).

    Όλ’ αυτά λέγονται στην Κρήτη. Αλλού χρησιμοποιείται όπως ακριβώς και το παλούκι.

2. Επίσης, σημαίνει εργαλείο, εξάρτημα (μ’ αυτήν την έννοια το διασώζει ο Πετρόπουλος). Ειδικά: ξύλινο πασαλάκι που καρφώνεται στη διάστρα υποβοηθώντας τη διάστρουσα.

Εξού:

3. Ο πούτσος και

4. (στον πληθυντικό) τα τζένια (ντζένια -Καρπαθιώτικο) που σημαίνουν

  • τ’ αχαμνά,
  • τις γυναικείες ιδιοτροπίες.

    5. Κυριολεκτικά σημαίνει το άτομο με μεγάλη διάνοια, τη μεγαλοφυΐα, τον ταλαντούχο, που το μυαλό του γεννά συνέχεια κι οι ιδέες του είναι πρωτότυπες, αυτόν που είναι σπίρτο/τσακμακόπετρα/γάτα/Αϊνστάιν.

Συχνότερα ακούγεται ειρωνικά. Σημαίνει αυτόν που

  • είναι μπάζο, αλλά θεωρείται ή (και) το παίζει τζένιο
  • οι μηχανισμοί των ΜΜΕ τον σερβίρουν σαν τζένιο –οπότε έχει κι ανάλογο υφάκι.

    (Από το λατινικό genius -δαιμόνιο σε ρόλο φύλακα αγγέλου- από όπου προέρχονται: το τζίνι -ίσως και του παραμυθιού-, το τζίνιους -από το αγγλικό genius- που έχουν την ίδια έννοια κι αναφέρονται κι αλλού στο σάη).

  1. Τη σκέψη μου μια 'ργατινή / στο τζένιο δα τη δέσω / να δω χωρίς τσι έγνοιες σου / ανέ μπορώ να θέσω (Κρητική μαντινάδα από μπλογκ)

1α - 3. «Το εργαλείο (1ο μήδι) αφιερώνεται εξαιρετικά σε όλους τους πολιτικούς μας που εναγωνίως ψάχνουν τρόπους να μας «τζενιώσουν» ενόψει των … εκλογών. …θα έλεγα να μας αφήσουν πλέον ήσυχους και να το βάλλουν εκεί που ξέρουν….» (από μπλογκ)

  1. «…Αδύνατα τα τζένια του, λίγες οι κουμπάνιες, μα δεν πειράζει, πολύ του το κουράγιο. Το περιλάβαν οι φουρτούνες και οι άνεμοι. Φυτίλια τα πανιά, κομμάτια το τιμόνι». (από διήγημα του Βασίλη Λούλη)

  2. «Πάντως το τζένιο του αρχίζει και πονάει. Άκου μείωση μισθών και συντάξεων». (από μπλογκ)

4α. – Ρε μαλάκα, φόρα κανά σπασουάρ. Κάθε που σουτάρεις φαίνονται τα ντζένια σ’.
– Άσ' τα ν’ αερίζονται. Κλεμμένα τα ‘χω;

4β. «Η πολιτική τον καύχον της, αν νιώση και αγαπάτην, / και ρέγεται και θέλει την, συχνοχαροκοπά την, / ευρίσκει την και κάθεται σαν κακοκαρδισμένη, / και κάμνει και τα τζένια της σαν είναι μαθημένη» (από ποιητή του 15ου αι.).

  1. «Η Φ..η αφού μας βρήκε γιατρούς και νοσοκομεία τώρα θα ξεχαρβαλώσει και τα σχολεία μαζί με το άλλο τζένιο, τη Δ..λου (εδώ το καλό ΙΒ!!!).» (από μπλογκ χωρίς ολόκληρα τα ονόματα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνικούρα χρησιμοποιείται για να δηλώσει την υπερβολική χρήση τεχνικής ορολογίας και επαγγελματικής-τεχνικής ιδιολέκτου αναφορικά με θέματα που ενώ θα μπορούσαν να εξηγηθούν ή να περιγραφούν με πιο απλό και κατανοητό απ' όλους τρόπο, εν τέλει απλά αφήνουν το κοινό με ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι τους. Επίσης, η τεχνικούρα χρησιμοποιείται αναφορικά με θέματα που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες και κατέχει ο εκάστοτε ειδικός του τομέα. Τέλος, παρατηρείται η χρήση του όρου ως επιθετικός προσδιορισμός αποκλειστικά αρσενικού γένους για ανθρώπους που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η τεχνικούρα είναι παρεμφερής και εν μέρει συνώνυμη της μπολικούρας, με μία όμως ειδοποιό διαφορά: Η τεχνικούρα είναι εξεζητημένη μεν, αλλά δεν ξεφεύγει ποτέ (ή μάλλον σχεδόν ποτέ) από το συγκείμενο, οπότε με αυτή την έννοια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανούσια. Αυτό όμως δεν κρύβει τα ενίοτε άκρως ελεεινά κίνητρα του τεχνικούρα, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την επίδειξη γνώσεων, την τεχνοκρατική του ποζεριά και εν τέλει το ατελείωτο ψώνιο του.

Βέβαια, υπάρχει και το σπάνιο είδος ανθρώπων οι οποίοι παρουσιάζουν μία εμφανή και ειλικρινή αδυναμία να εκφραστούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αυτούς τους άδολους τεχνικούρες η κοινωνία θα πρέπει να τους αγκαλιάσει με συμπόνια και κατανόηση... χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο θα γίνουν πιο δημοφιλείς.

Τελικά, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος Μπουκόφσκι, «μεγαλοφυΐα είναι να λες εξαιρετικά δύσκολα πράγματα με εξαιρετικά απλό τρόπο», δήλωση με την οποία θα συμφωνήσει ο κάθε μαθητής, φοιτητής, αναγνώστης, ερευνητής, και γενικά ο κάθε ένας από εμάς που αναγκάζεται να ζητήσει την βοήθεια ειδικών για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα που προέκυψε...

  1. Πάω που λες να πάρω ένα λάπτοπ και έρχεται ο πωλητής και μ' αρχίζει στις τεχνικούρες... Κάτι επεξεργαστής Intel Menlow Atom Z530 (1.6 GHz) με 512KB L2 cache στα 533 MHz οθόνη 13,4'' WXGA TFT LCD, Glare Type με LED backlight και ανάλυση 1366 x 768 μνήμη 2048MB (1 x 2048MB) DDR2 και σκληρό 250 GB SATA και τα' καψα όλα... Ευτυχώς που μία πελάτισσα τον διέκοψε να τον ρωτήσει κάτι και την έκανα μ' ελαφρά πηδηματάκια...

  2. Ρε συ, τι λέει πάλι εδώ; Δεν βγάζω άκρη με αυτές τις τεχνικούρες. Τ' είναι ο παλινδρομικός αναδευτήρας 4000/356 στα 500 rpm;
    — Εμ αφού πας και ψωνίζεις κινέζικα...

  3. — Πώς τον βλέπεις σαν κιθαρίστα;
    — Καλός είναι μωρέ, αλλά και μπολικούρας και τεχνικούρας. Χίλιες φορές John Lee. Παίζει μία νότα και σε στέλνει καρφί στο μπαρ για ένα ακόμη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος τρελάθηκε και θέλει ζουρλομανδύα. Ή όταν ένα μηχάνημα χαλάσει.

1 ) - Ααααα τον είδα ρε τον είδα σου λέω!
- Καλά, καλά, ηρέμησε, τι είδες;
- Τον Γκουζγκούνη να φοράει σκάφανδρο!
- Α καλααα ... αδελφή φέρε το σακάκι να φορέσουμε στον φίλο, τα έπαιξε εντελώς!

2) - Μάστρο-Πανοδύε, το μηχανάκι δεν δουλεύει καλά για άκου...
- Αχ παλουκαράκι μου τα έπαιξε το εργαλείο σου, πάει, πας για καινούργιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζούμε σε ενδιαφέρουσες εποχές: ακατανόμαστα καράβια βγήκαν στη στεριά και πιάσανε τα όρη σαν συνέπεια μιας αχαρτογράφητης ανωμαλίας στο συνεχές του χρονοχώρου.

Χάθηκε κάθε αρχιμήδειο παστό. Εξ ουστ και το ανά οθόνης λήμμαν που εκσφενδονίζουν μεταξύ τους αλλόκοτα μεταλλαγμένες (π)ορδές ορφανών με μισοάδεια τα τηγάνια.

- Τα «ορφανά» του ΠΑΣΟΚ βρήκαν στέγη στην Κουμουνδούρου. Παλιοί συνεργάτες του Ακη Τσοχατζόπουλου και πρώην πολιτικοί φίλοι του Γιώργου Παπανδρέου φέρεται να έχουν συμβάλει στην οργανωτική ανασύνταξη και την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ
(εδώ)

- Χρυσή αυγή τα ορφανά του χίτλερ, ο καλύτερος προστάτης της κατοχικής κυβέρνησης..... (εκεί)

- Υπέρ της ανθελληνικής προπαγάνδας τα ορφανά του Χότζα (ΔΗΜΑΡ) (παραπέρα)

- Δυόσμοι, παστό και τηγάν κινήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα γράφει όλα στα @@ του και δεν τον νοιάζει γενικά τι συμβαίνει... χαλαρουίτα και κλάιν μάιν!

-Πώς θα χαρακτήριζες τον εαυτό σου όσον αφορά πολιτική, θρησκεία κ.λπ.;
-Σταρχιδιστή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμίες της πιάτσας, περιγραφικές και αξιολογικές ανθρώπων, δύο αντίθετες μορφές της ίδιας διανοητικής σύλληψης.

Η [i]πρώτη[/i] σημαίνει: Προκομμένος άνθρωπος, εργατικός, ταλέντο στον τομέα της δουλειάς του, ατσίδας, τσακάλι και, κυρίως, ιδιαίτερα αποτελεσματικός. Αυτός που έχει την ικανότητα να αναλάβει ένα δύσκολο έργο, μια χαμένη υπόθεση και να ανατρέψει τα προγνωστικά.

Σίγουρη είναι η επιρροή από τον μύθο του Μίδα, του ανθρώπου που μετέτρεπε σε χρυσό ό,τι άγγιζε, διατυπωμένη με έναν λιγότερο λόγιο τρόπο.

Η [i]δεύτερη[/i], χωρίς να πλατειάζουμε, σημαίνει το αντίθετο: Αυτός που παίρνει μια ακμάζουσα κατάσταση (εταιρεία κλπ) και την οδηγεί στην οικονομική καταστροφή, στο φούντο.

  1. - Έπιασε η πιτσαρία ε;
    - Τι περίμενες; Το πήρε πάνω του ο Σπυράκος, καθάρισε η φάση.
    - Τόσο καλός επιχειρηματίας ο Σπύρος;
    - Και γαμώ. Ξέρεις ότι έχει ανοίξει τρία μαγαζιά σε δύο χρόνια και όλα πάνε καλά; Και ενώ τριγύρω υπάρχουν χίλιες-δυο ταβέρνες και πιτσαρίες. Όλοι του λέγανε «πρόσεχε», «θα μπεις μέσα» και τέτοια, αλλά αυτός εκεί, είναι μεγάλος παιχταράς, σκατά πιάνει, χρυσάφι γίνεται.

  2. - Δεν μπορώ να καταλάβω ρε πούστη μου πώς συνεχίζει και βρίσκει δουλειά αυτός ο καραγκιόζης! Τώρα είναι λέει M.I.S. manager σε τράπεζα. Σε μας του είχανε δώσει ένα πρότζεκτ και τά 'κανε μπουρδέλο, μετά ντεμέκ στέλεχος σε ναυτιλιακή τους τό 'κλεισε το μαγαζί...
    - Από μούρη όμως πρώτος ε; Τί να πεις, κανείς δε χάνεται.
    - Ναι, αλλά αυτός είναι περίπτωση. Χρυσάφι πιάνει, σκατά γίνεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified