Selected tags

Further tags

Οποιοδήποτε κονέ παίζει με γκόμενα. Το αναφέρουμε κυρίως τις ημέρες που γίνεται το ψηστήρι και μέχρι ένα δευτερόλεπτο πριν δέσει το γλυκό και πέσει το πρώτο γλωσσόφιλο.

- Ρε μαλάκες σαν πολύ δε μιλάει ο Γρηγόρης με την αδερφή μου απόψε;
- Ε και; Καλά δεν έχεις πάρει πρέφα ότι ψήνεται κατάσταση εδώ και μέρες;

(από HardcoreGR, 25/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει δύο ερμηνείες.

  1. Ξεμουνιάζω μια γκόμενα όσο περισσότερο μπορώ μέσα σε ένα βράδυ και μετά πούλο.

  2. Ξεζουμίζω μια πρώην μου σε φάση να την βαρεθώ τελείως και να μην έχω απωθημένα, οπότε μετά πάλι πούλο.

Γενικά μετά το «έφαγα καλά» η γκόμενα έχει ήδη πάρει πούλο.

  1. (Για μία βραδιά)
    - Ξεκωλάκι τρελό η Σοφία. Έριξες λούτσο στην πενταήμερη και τώρα κάνει ότι δεν σε ξέρει, ε;
    - Ναι αλλά τουλάχιστον έφαγα καλά. Τέσσερις μέρες σερί το μουνί στο χέρι της έδινα. Δεν προλάβαινε να πάρει ανάσα.

  2. (Διαρκείας)
    - Έλα ρε, χωρίσατε πάνω που θα κλείνατε χρόνο;
    - Στα παπάρια μου ρε. Έφαγα καλά. Πήρα παρθενιά, κώλο, έσκισα φυσικό ξανθό νέτο με τρελό πάτο, ε και τώρα πάω για άλλα.

(από HardcoreGR, 25/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συν ένας πόντος στο κοντέρ κάθε άντρα για κάθε γκόμενα που πηδάει.

- Θα μου πεις τι έγινε όταν φύγαμε από το πάρτι; Είδα χαμουρευόσασταν για πολύ ώρα.
- Την πήγα στο δωμάτιό μου και όπως κατάλαβες έγραψε +1. Και με αυτό μόλις χτύπησα διψήφιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αυστραλέζικο φιλί είναι το γαλλικό φιλί down under, κοινώς γλειφομούνι.

Μωρό μου πάμε για ένα αυστραλέζικο φιλί και συμφωνία με κλαρίνα.

(από σφυρίζων, 26/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ελληνικό φιλί (Greek kiss) είναι έκφραση που χρησιμοποιούν κυρίως στο εξωτερικό για την πρωκτολειχία ή γλειφοκώλι.

Ο δικός μου με τρέλανε με ένα ελληνικό φιλί χθές βράδυ!

(από σφυρίζων, 26/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παίρνω στην κράνα με μαλακία που έχει κάνει άλλος. Ο όρος προέρχεται από ελληνικό σατιρικό κόμικ.

- Ρε συ, ο Μπάμπης βάζει λόγια για σένα στη Νίκη!
- Α το σκουλήκι! Τώρα μπουτζαγκλαντίστηκα για τα καλά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει υπερβολή ή και διαστρέβλωση των γεγονότων, με σκοπό τον αποπροσανατολισμό του συνομιλητή. Πήρε αυτόν τον τίτλο λόγω του ότι ο συγκεκριμένος πρόλογος «πωλείται», δλδ χρησιμοποιείται, κυρίως από κατοίκους της Ξάνθης.

- Σήμερα λέω να την πέσω μέσα, χαλαρά.
- Άσ' τον ξανθιώτικο τον πρόλογο τον μούφα ρε, αφού έμαθα ότι κανόνισες τσίπουρα με κάτι αρχιτεκτόνισσες!
- Καμιά σχέση πασάμ, εγώ τέρμα χαλαρός είμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κρεμάντσεστερ γιουνάιτιντ (ή κρε-manchester United) ορίζεται το ομαδικό -από 2 άτομα και πάνω- κρέμασμα (5ος ορισμός) .

Η συγκεκριμένη φράση δεν συναντιέται πλέον συχνά, πέρα μόνο από κάτι κολλημένους στα παλιά τυπάδες. Αξίζει όμως να αναφερθεί πως στα early 00's ήταν στο καθημερινό λεξιλόγιο των νέων.

  1. - Έκανες τίποτα στο κάουντερ χθες ρε νουμπά;
    - Αρχίδια καπαμά, αφού δεν πάτησε κανείς στο λανάδικο. μόνος ήμουν.
    - Κρεμάντσεστερ γιουνάιτεντ όλοι ε;
    - Γάμα τα..

  2. - Τι έγινε με τα γκομενέτα μωρή λινάτσες χθες; Τα γαμώσατε;
    - Άσε φίλε, έπαιξε κρε-manchester United και ξεμείναμε στο χοροπηδάδικο με την ψωλή στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταστρέφω κάτι ολοσχερώς. Το ξεπατώνω. Χρησιμοποιείται κυρίως για να δείξει:
- Φυσική βία
- Καταστροφή από πολεμική σύρραξη
- Εικονική βία (ταινίες, video games κτλ).

Και σκάει μύτη που λες ο μπάρμαν με το που μαθαίνει ότι η δικιά του φασώθηκε με τον Άκη και του κάνει το μαγαζί οικόπεδο. Γύρισε τα τραπέζια ανάποδα, έσπασε τα τζάμια, πουτάνα όλα ρε σου λέω. Σκέψου να την πήδαγε κιόλας.

(από HardcoreGR, 01/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άσ' το, μην ασχολείσαι.

- Και θα δεχτούμε 400 βασικό μισθό;
- Όχι ρε, γάμα το. Πάμε Αμερική στον θείο μου, να βγάλουμε κάνα φράγκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified