Selected tags

Further tags

Συντομογραφία της πρότασης «που ρουφάνε».

Κοινώς ο... ποιητής θέλει ένα καλαμάκι για το καφέ-χυμό ή άλλο ποτό που θέλει να απολαύσει και δεν γίνεται χωρίς αυτό.

(Δείχνοντας τον καφέ-φραπέ:)

- Θα μου φέρεις ένα πουρουφάν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός του βλάκα στη Ρόδο, στην τοπική διάλεκτο.

Ρε συ ο Τσαμπίκος πολύ χλωρός, όλο βλακείες κάνει...

%

Βλ. και Τσαμπικία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος ξύνει απεριόριστα και ακατάπαυστα ενώ έχει να κάνει καμιά 500 δουλειές τότε λέμε ότι λούζει, άρα το λούσιμο είναι το υπέρτατο ξύσιμο. Με καλή θέληση ο καθένας μπορεί να γίνει λούστης αρκεί να το προσπαθήσει.

Συχνές φράσεις:

  • Λούσε δικέ μου
  • Άσε, σήμερα πάλι έλουσα
  • Μη λούζεις και κάνε καμια δουλειά
  • Είσαι λούστης
  • Τα ωραία μαλλιά, όμορφα λούζονται

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άγνωστο από που προήλθε. Σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.

- Τι έγινε Ιγνάτιε, τελείωσες την υπόθεση;
- Χέσ' τα κι άσ' τα, μεγάλο μπέρδεμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του «Τι να πεις...» από κάποιον που βαριέται αφόρητα αυτό που ακούει.

...μετά από 17' ασταμάτητου σχολιασμού, ο συνομιλητής Α καταλήγει:
-Έτσι που λες η Φρόσω, ρε γαμώτο... Ακόμα και ο Κωστάκης την έκανε πέρα...
Συνομιλητής Β, κοιτάζοντας πέρα μακριά την τηλεόραση:
-Τι να πιεις και τι να μην πιεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως στην προστακτική. Εξακολουθώ να λέω ή να πράττω κάτι, παρά την αντίθεση κάποιου ή παρά την κοινή λογική.

-Σε λεω ρε μαλάκα η Κρήνη έχει τα καλύτερα μωρά.
-Καλά τραγούδα, δεν έχεις κυκλοφορήσει Χαριλάου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πήρε κουράγιο, αναθάρρησε.

- Τι χαρούλες είναι αυτές; Ξέχασες που είχες πυρετό πριν; Εμ βέβαια, πήρε η ψείρα σου ζουμί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που μας συνέβη ήρθε στην πιο ακατάλληλη στιγμή.

Τι; Χάλασε το πλυντήριο; Μάλιστα! Θαύμα! Τα βρήκαμε τα λεφτά μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρήκαμε τον μπελά μας, μας πήρανε χαμπάρι και εκτεθήκαμε.

Δεν μπορούσες να κρυφτείς να μη σε δει; Τη βάψαμε τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω πολλή δουλειά. Συνώνυμο του τρέχω και δεν φτάνω.

- Έχω πολλές δουλειές, μη με απασχολείς. Δεν βλέπεις; Πήρε φωτιά ο κώλος μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified