Πέραν του παραδοσιακού μάστορα που κατασκευάζει καλντερίμια στα Ορεινά Σέκλανα, υπάρχουν κι άλλες δυο μεγάλες κατηγορίες καλτεριμιτζήδωνε:

Α. Η αρσενική πόρνη

Βλ. καλντεριμιτζού, βεβαίως-βεβαίως.

- ΡΩΤΑΕΙ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΦΙΛΟΣ «ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ «ΜΕΤΑ ΤΙΣ 12μμ ΚΑΝΕΙ ΠΙΑΤΣΑ». ΟΠΟΤΕ ΞΑΝΑΡΩΤΑΕΙ Ο ΦΙΛΟΣ ΚΑΡΔIΤΣΙΩΤΗΣ «ΠΙΑΤΣΑ;ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑΞΙΤΖΗΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ "ΟΧΙ ΚΑΛΝΤΕΡΙΜΙΤΖΗΣ". (Φωνακλάς, εδώ)

Αρχαιόκαυλος τοιούτος

Β. Φυλή κλεφτρονίων

Σύμφωνα με τον Ηλία Πετρόπουλο, οι καλτεριμιτζήδες είναι συνήθως ομορφόπαιδα με προσεγμένο (πλην μη κραυγαλέο) λουκ και καλούς τρόπους που σουλατσάρει όλη μέρα σέ τράπεζες, κτίρια γραφείων, προθαλάμους ιατρείων κλπ. προσποιούμενος τον πολυάσχολο επαγγελματία. Για ξεκάρφωμα συχνά κρατάει κι ένα χαρτοφύλακα.

- Ο Καλτεριμιτζής ξέρει να περιμένει την ευκαιρία. Και μόλις φανεί ή ευκαιρία αρπάζει ό,τι είναι αφύλαχτο' αλλοτε εναν αναπτήρα, άλλοτε μιά τσάντα πού ακούμπησε μια κυρία πλάι στην θυρίδα κάποιου ταμείου, άλλοτε ένα μπιμπελό, άλλοτε μια τηλεφωνική συσκευή, ή, ενα πακέτο, ή, ενα λαχείο, ή, μιαν επιταγή, ή ένα τρανζίστορ.
(Ηλία Πετρόπουλου, "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη", Εκδ. Νεφέλη, 1979, σ. 37.)

Eν ώρα εργασίας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή τση βιζιτούς (άκα βίζιτας), τση προσφιλούς δηλαδής νίτσας που προσφέρει υπηρεσίες βίζιτας εν είδει ντελίβερι.

- δεν έχει βάλει στη άκρη τίποτα φράγκα η Τζενούλα από την εποχή που ήταν πιπατζού και βιζιτατζού? (δαμαί)

- Το λάϊφ στάϊλ της ψωροκώσταινας αντεπιτίθεται και προωθεί ώς πετυχημένη την κάθε πατσούρα- βιζιτατζού του ελληνικού τηλεμπουρδέλου και ως ισχυρό τον τελευταίο χλιμίτζουρα που πότε με λαμογιά πότε με τσιρίγματα επί της οθόνης, κατάφερε να ζεσταίνει με τον κώλο του ένα από τα βουλευτικά έδρανα. (τσαμαί)

Εκ του γαλατικού visiter και του τουρκογενούς γαμοσλανγκοεπαγγελματικού προσδιορισμού -τζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από το λειτούργημα της παροχής σεξουαλικών υπηρεσιώνε κατ΄οίκον, βίζιτα αποκαλείται και τάνα, ο ζιγκολάκιας).

- Πριν ήταν σκέτη βίζιτα τώρα είναι βίζιτα με διασυνδέσεις. Αυτό σημαίνει ότι είναι καλή στη δουλειά της και π@ύτσα π@ύτσα όλο και ανεβαίνει το κορίτσι. Έτσι κι αλλιώς καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή αρκεί να σου ταιριάζει. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αναπληρώτρια ταναπού που αντικαθιστά στο ντέλο την τακτική, όταν εκείνη ρεπάρει.

Η λέξη “ρεπατζού” (απο το ρεπό, γαλλικό repos) δηλώνει την πόρνη που δουλεύει εκτάκτως, στο μπορντελάκι τις μέρες της αδιαθεσίας της πόρνης- οικοδέσπινας, ώστε να μη κλείσει το μαγαζί. Η ρεπατζού καλύπτει τον εργάσιμο της χρόνο συνεργαζόμενη με πεντέξι συναδέρφισές της. Φυσικά η ρεπατζού δεν έχει δικό της στέκι. Η λέξη ρεπατζού προέρχεται απο την ειδική φτωχή αργκό των πορνών.
(Ηλίας Πετρόπουλος, “Το Μπουρδέλο” Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σελ 89)

- Για τν ακρίβεια μπουρείς να πεις ότι είμαστε καλντεριμτζού, χαμούρα, βιζιτού, τ’ δρόμου, φακλανιαζμέν’, καραπτανάρα, πτανομστουρεμέν’, δηλουμέν’, πρόστυχ’, πτανοθήκα, πομπεμέν’, κούρβα, δημόσια, φτωχοπτανί, ρεπατζού κι τα ρέστα γαζουζούδες. (εδώ)

Χρησιμοποιείται βεβαίως βεβαίως και ευρύτερα με κακεντρεχή διάθεση:

Την πολλή τεστοστερόνη την βαριέται κι ο Stallone

Εναλλακτικά, η αναπληρώτρια γκαρσόνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα πραγματευτούμε τρεις (από τις πάρα πολλές) χρήσεις κι εφαρμογές του πελατακίου.


Η πρώτη μας έρχεται από την μπουρδελοσλάνγκ: πρόκειται για τον τακτικό θαμώνα πόρνης, μπουρδέλου, φραπενέ, ή άλλου ευαγούς ιδρύματος.

- Παρασκευή βράδυ και ήμασταν μισή ντουζίνα πελατάκια. Τεμαχια? Δεν έχω λόγια να τα κακοχαρακτηρίσω. Εκεί να δεις δράμα, μια Τζούλια απί Ρομανία ψιλοέσωζε την κατάσταση από τον εμετό που κινδύνευε οιοσδήποτε έβλεπε μέχρι και 50άρα χοντροτζίλφ που επέμενε ότι είναι από Ισπανία(!), μια ξανθιά αλβανόμορφη ρουμούνα και κάνα 2 άλλες που δε γυρνάς να κοιτάξεις καν. (από μουρδελοσάη)

- Με καλημέρισε και χωρίς διακοπή ενημέρωσε για το πρόγραμμά της: «Τσιμπουκάκι, μουνάκι, πάνω-κάτω, πισωκολλητό, 10 έουρω!» Υπηρεσία ήταν καποτούλα-χωρίς: «Έλα μωρό μου να περάσεις, θα γίνεις πελατάκι, έλα μωρό μου!» Η οποία, αφού της έδωσα το ακριβές αντίτιμο, με πέρασε στα ενδότερα: «Έλα από δω γιαβρί μου, ένα από δω!» (από μουρδελοσάη)

Αγγικανιστί: trick, john.


Η δεύτερη μας έρχεται από τον χρηματιστηριακό κόσμο: πελατάκια αποκαλούν τα μπροκεράκια τους πιστούς αλογομούρηδες πελάτες τους, οι οποίοι ακόμα και στις αρκουδιάρες αυτές μέρες στην αυγή του Δραχμαγεδδώνα παράγουν τζίρο. Οι προμήθειες από ένα και μόνο καλό πελατάκι είναι ικανές να συντηρήσουν μιαν ολιγομελή οικογένεια.

- Οι brokers είναι πάντα κερδισμένοι αν αρκούνται στις προμήθειες τους (αρκει να συντηρούν τα πελατάκια τους) (εδώ)

- Τα καλύτερα πελατάκια (παγκοσμια) είναι τα ασφαλιστικά ταμεία με ρευστά διαθέσιμα εκατοντάδων εκατομυρίων, ασφαλιστικές εισφορές κάποιων κακομοίρηδων, εσένα, εμένα, κλπ. (εκεί)


Η τρίτη και μακρύτερη αφορά στις συμβιωτικές πελατειακές σχέσεις στην πολιτική (αλλαξοκώλι βολευτών - ψηφοφόρων) και στην πουτάνα μπάλα (ασχήμειες τση παράγκας παραγόντων - οπαδώνε):

- Στριπτίζ για τα πελατάκια: Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές εκείνοι που έσκιζαν τα ιμάτιά τους στο όνομα των μεταρρυθμίσεων και μιας νέας αντίληψης για το κράτος δικαίου και τη σχέση με τους πολίτες, αρχίζουν το στριπτίζ σε μια προσπάθεια να κλείσουν το μάτι στην πελατεία τους (εδώ)

- Τα κόκκινα πελατάκια γουστάρουν ξανά ΤΣΟ κ ΛΟ ΚΑΙ στην Ευρωλίγκα! Για ακόμη μια φορά...(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνθηματική μπουρδελοσλάνγκ για την εκσπερμάτωση, κυρίως όταν αυτή προκαλείται από φραπέ δια χειρόςποδός) επιδέξιας φραπεδιάρας σε φραπενείο, φραπενέ, ή άλλο ευαγές ίδρυμα που σερβίρει καφέ.

Εκ του αγγλικάνικου happy ending. Βλ. επίσης: τέρμα.

Σ.ς..: αναρτάται προς τιμήν της 6ης επετείου της Παγκόσμιας Ημέρας Frappernité και αφιερούται στους φραπελημματογράφους του σλανγκρρ με προεξέχοντα τον χαμένο σλανγκοδράκο Gatzman.

1.
- Δεν την εστειλα στο διαολο μηπως και είχαμε ευτυχή κατάληξη. Στο μισάωρο με γύρισε ανασκελα και συνεχισε το μασαζ απο μπροστά αποφευγοντας τα επιμαχα. Δεν ηθελα πολύ και αφου είχε γινει τουμπανο τη ρώτησα με οση ευγενεια και χιουμορ διεθετα αν θα υπηρχε happy end είτε στο πρόγραμμα είτε με επιπλεον χρέωση. Μετά από ένα γελάκι μου «άνοιξε την καρδιά της» και μου είπε πως αυτή ηταν η ιστορια της ζωης της και πως πολλοί πελάτες της προσέφεραν 200 και 300 ευρω για φραπέ, αλλά αυτή τα χεράκια της τα είχε ταγμένα μόνο στο μασαζ και στον πρίγκηπα που περιμένει. Προφανώς και δεν ήμουν τόσο καυ.... για να προτείνω 200αρι για ενα φραπε ούτε ήθελα να πουλήσω το σπίτι μου για να πείσω την αθηνά να μου ανοίξει τα πόδια της οπότε την χαιρέτησα και σκεφτηκα πόσο μλκ μπορεί να είμαστε ώστε να σκαμε μισο μισθό σε ένα αδιάφορο πιπίνι για μια μλκ και να τρωμε και πρότα....

2.
- Για να μην χαθεί τελείως η παρτίδα, επειδή καταλάβαινα ότι δεν θα είχαμε ευτυχή κατάληξη, της ζήτησα να με τελειώσει με στοματικό (με προφύλαξη), κάτι που δέχτηκε χωρίς να δυσανασχετήσει, για να έρθει τελικά το τέλος μετά κόπων και βασάνων.

3.
- Έτσι παραμένοντας ξαπλωμένος ανάσκελα, και της ζήτησα να αναλάβει πρωτοβουλίες και με στοματικό, hand job και φιλιά και χάδια στο σώμα μου, είχαμε την ευτυχή κατάληξη.

4.
... μονο μη μου τα δαγκωνεις, ζητησα συγγμωμην και αυτη κάνοντας μου φραπέ ..... σε ένα μπαρ, με την ευτυχή κατάληξη που μπορεί να έχει η όλη διαδικασία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμοι όροι: το κωλάδικο, το μπουρδέλο.

- Μαλάκα πήγα σε μια κωλαντερί χθες... όλα τα λεφτά δικέ μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οίκος ανοχής, το σπίτι. O Ηλίας Πετρόπουλος αφήνει να εννοηθεί ότι το σχετικά σπάνιο αυτό λήμμαν προσεγγίζει περισσότερο την έννοια του διαφθορείου παρά του μπουρδέλου. Και πράγματι, οι ελάχιστες καταγραφές στον γούγλη είναι μεταφορικές.

Αντί να αποτολμήσω εικασίες για το πώς κολλάει η έννοια «ρουφιάνος», σας παραπέμπω σε μια εξαιρετική ανάλυση εδώ προκειμένου να αποφασίσουμε μαζί.

Ασίστ: deinosavros.

- Για τον οίκο ανοχής, και γενικότερα, για την στέγη / στέγαση του αποκαλούμενου παράνομου έρωτος διαθέτουμε πολλά συνώνυμα: πουτανόσπιτο / ρουφιανόσπιτο / παλιόσπιτο / πορνόσπιτο / κερχανές ή κερχανάς / πουταναριό / τα δημόσια / τα καλά τα σπίτια ή και απλώς σπίτι. Οι δημοσιογράφοι ελάνσαραν την λέξη διαφθορείον που, για την ακρίβεια, σημαίνει: ρουφιανόσπιτο - και όχι μποντέλο.
(Ηλία Πετρόπουλου, «Το Μπουρδέλο», Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σ. 8-9)

- Ρουφιανοσπιτο των λαμόγιων (Βουλη) (εδώ)

- Η καταγγελία της φοροδιαφυγής είναι ρουφιανιά, η φοροδιαφυγή τότε τί είναι; Το γεγονός ότι η οικονομία στενάζει, οι μισθοί κόβονται, και θα κοπούν και άλλο, ότι του ΦΠΑ μένει στο 23%, με τον υδραυλικό να σου κλείνει το μάτι (με απόδειξη 80, χωρίς απόδειξη 60) τί είναι;;; Πάντως αυτό το σύστημα εφαρμόστηκε στη Γερμανία από το ’80 με ουσιαστικά αποτελέσματα. Με τη λογική του «καταγγελία για φοροδιαφυγή είναι ρουφιανιά» τότε και η αποκάλυψη για τα αυθαίρετα των υπουργών είανι ρουφιανιά και τα μπλόγκς που τα αποκαλύπτουν είναι ρουφιανόσπιτα.
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρδελοσλάνγκ χαιρετισμός αλληλεγγύης μεταξύ ανωμαλιάρηδων που ξημεροβραδιάζονται σε μπουρδέλα, φραπενέδες κ.ά. ευαγή ιδρύματα.

- Συναγωνιστες, ποσα χρηματα χαλαμε σε Μπουρδελα;

- Αννα απο Ρουμανια .. ουτε 22 χρονων το μικρο, ωραια φατσουλα κ γοητευτικη.. στο σαλονι χουφτωνει πουτσους και καθεται πανω σε καθιστους συναγωνιστες.. Μεσα μια χαρα ευδιαθετη, χειρομαλαξη του εργαλειου, πιπα καλουτσικη, ανεβηκε απο πανω, μετα ιεραποστολικο οπου αδειασα..

- Η πρώτη καταδρομική έγινε στο Διδύμου 16Α για να πάρουμε λίγο μπουρδελίλα.Μέσα γεμάτο το υπόγειο απο συναγωνιστές που είχαν ξεχυθεί για να δούνε γυναικείο κώλο να κουνιέται.Στη βάρδια ήταν η μιλφ Λίλιαν ξακουστή και τρανταχτή.

(από τρία διαφορετικά μπουρδελοσάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλώσσα των μπουρδελόβιων, ξεσκούφωτη πίπα ή σεχ εν γένει.

– Στανταρντ ελευθερο στοματικο με καταποση και πολλα αλλα ακραια (μεχρι ελευθερο κολπικη επαφη). Δυστυχως πολλοι την πατησαν και κολλησαν ...
(bourdela .com)

- ΣΟΚ Τι κάνουν για απολύμανση μετά το ελέυθερο στοματικό σεξ!
(κάποιο ρεπορτάζ του κώλου στο νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified