Further tags

Ο πολύ δυνατός άνθρωπος. Πρόκειται για κινηματογραφικό, μυθολογικό πρόσωπο από την ταινία «Cabiria» του Παστρόνε (1914). Ο όρος χρησιμοποιούνταν συχνά μέχρι τη δεκαετία του 1960, αλλά τώρα τείνει να εκλείψει.

Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για πλανόδιους που βγάζουν το ψωμί τους επιδεικνύοντας τη δύναμή τους. Οι παλιότεροι έχουν ακουστά τους μασίστες Παναή Κουταλιανό και Τζιμ Λόντο. Από τους τελευταίους μασίστες ο Σαμψών.

  1. Καλά, μόνος θα τη σηκώσεις τη ντουλάπα; Ο μασίστας είσαι;

  2. Φωνάζει πέντε έξι μασίστες απ' το γυμναστήριο και το γυρίσαν το φορτηγό ανάποδα! Έπαθα πλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεντρωτικά, ορισμένες από τις σλανγκ σημασίες του συμπαθούς γλυκού:

  1. Ο πούστης που αγαπά να τον παίρνει από τον κώλο, κατά λογοπαίγνιο με τις αγγλικές λέξεις back love ass, βλ. και condom in ass (Κοντομηνάς), bus in ass (Μπασινάς). (Vrastaman).

  2. Οι γραμμωμένοι κοιλιακοί (Johnny Black).

  3. To καπιτονέ μπουφάν (Electron).

  4. Το πλεχτό των διχτυών σε ποδόσφαιρο, μπάσκετ και άλλα αθλήματα (Electron).

  5. Και βέβαια ο ορισμός που δίνει ο Χότζας για την ρυμοτομία πόλης, με εντελώς ομοιόμορφα σχεδιασμένους παραλλήλους και καθέτους δρόμους.

Όταν έβγαλε τον μπακλαβά, διαπίστωσα ότι είχε έναν πολύ σέξι μπακλαβά, που με έβαλε σε πειρασμό μήπως πρέπει να το γυρίσω κι εγώ σε μπακλαβά. Άλλωστε με έχει κουράσει η μονοτονία του μπακλαβά και σκέφτομαι να δοκιμάσω την οθωμανική δόμηση, μήπως κόψω κι εγώ τον μπακλαβά στο πρωτάθλημα της σεξουαλικής ηδονjής.

Μπουφάν μπακλαβάς. (από Khan, 16/11/09)Κοιλιακοί μπακλαβάς (από Khan, 16/11/09)Δίχτυ μπακλαβάς (από Khan, 16/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Συγκεκριμένη συνομοταξία ευγαμήσιμων γκομενακίων 18-30 ετών, φοιτητριών ή αποφοίτων της πρώην γυμναστικής ακαδημίας, νυν ΤΕΦΑΑ, που όμως το ιδρώνουν το κορμάκι.

Διακρίνονται από τα εξής χαρακτηριστικά:

  1. Υπό συνθήκες καθημερινών μετακινήσεων, φορούν πάντοτε φόρμα ή κολάν.
  2. Είναι, κατά κύριο λόγο, άβυζες ή μικρόβυζες, με κοιλιά και κορμοστασιά αλφάδι.
  3. Είναι, πλην εξαιρέσεων, μάπα στη μάπα, συχνά και με γκαυλόσπυρα, από τις αναβόλες, κάτι που τους προκαλεί βέβαια υπέρμετρες καύλες ιδίως όταν είναι σε κύκλο.
  4. Είναι εντελώς ηλίθιες, μασούν τσίχλα, αλλά δεν έχουν το στυλ και το βάδισμα της κλασσικής bimbo.

Πως επαληθεύουμε ότι μόλις εντοπίσαμε ένα πραγματικό τεφαρίκι;

  1. Το είδαμε να επιβιβάζεται ή να αποβιβάζεται στο σταθμό της Δάφνης ή του Αγ. Ιωάννη.
  2. Ήταν παρέα και με άλλους/άλλες που δεν φορούσαν τζην ή ισόπατο παπούτσι.
  3. Η φαντασίωση που μας έρχεται αυτομάτως στο μυαλό περιλαμβάνει στάσεις όπου έχουμε στο οπτικό μας πεδίο μονο την πίσω της όψη.

- Πω πω τι μπήκε στο τρένο!!!
- Τι ρε;;
- Καλά ρε δεν τα βλέπεις τα δύο κολάν;;
- Πω φίλε έχεις δίκιο, αλλά μη χαίρεσαι, δεν προλαβαίνουμε να πάμε για πέσιμο, τεφατζούδες θα είναι, στην επόμενη στάση θα κατεβαίνουνε.
- Αυτές δεν είναι τεφατζούδες, είναι τεφαρίκια!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στο βραζιλιάνικο μπικίνι, το λεγόμενο και 2/3, ή 3/4 (Θα σας γελάσω, γιατί με τα κλάσματα δεν τα πάω καλά από το δημοτικό).

Το συγκεκριμένο καβλωτίκ κυλοτάκι αποτελεί έναν από τους τρεις λόγους λατρείας στο λατινοαμερικάνικο αυτό κράτος! Οι υπόλοιποι δύο, είναι η τέχνη της στρογγυλής Θεάς, και το περήφανο (από άποψη στάσης) όπισθεν περιεχόμενο του εν λόγω αξεσουάρ.

- Βάλε eurosport ρε μπουχεσίδη, που έχεις και βλέπουμε τις national geographic!
- Τι έχει;
- Τελικό ευρωπαικού μπιτς-βόλεϋ γυναικών. Βάλε να δούμε τα βραζιλιάνικα...
- Τι δουλειά έχουν οι Βραζιλιάνες σε ευρωπαϊκό τελικό. ρε κατεστραμμένε;
- Αϊντε άϊντε.... Όλες, βρε βλάκα, φοράνε βραζιλιάνικα κυλοτάκια στο μπιτς. - Ε, τότε αξίζει.... Θα ενημερωθώ για τα του πλανήτη κάποια άλλη φορά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά γραμμωμένος τυπάς. Λέγεται και για μεμονωμένους μύες, π.χ. σφαγμένοι δικέφαλοι, σφαγμένα τετρακέφαλα κ.ο.κ.

Συνώνυμα που έχουν καταχωρηθεί:

  • φέτες. Παράγωγα: φετόνι, φέτας, φετιασμένος, φέτα Δωδώνης, φέτες καλοριφέρ
  • άγριος, αγριεμένος
  • στεγνός
  • ερπετό
  • τούμπανο (που συνήθως εκτός από γράμμωση έχει και σεβαστό όγκο).
  • χαρτί, κατά τον ορισμό του χρήστη anemelos. Αν και γενικότερης σημασίας, ο όρος ενδείκνυται σε μποντιμπιλντεράδικο context, καθότι παραπέμπει στο πολύ λεπτό τσιγαρόχαρτο με το οποίο μοιάζει το δέρμα των σφαγμένων.

    Συνώνυμα που δεν έχουν ακόμη καταχωρηθεί:

  • κομμάτιας (υπάρχει αλλά όχι με αυτή τη σημασία)

  • κομματιασμένος
  • γραμμένος (συντομευμένος τύπος του γραμμωμένος, παραπέμπει και στο γνωστό έγραψες!)
  • γράμματα / γράμματας (ομόηχο με το γάμα τα)

    Γιατί σφαγμένος; Μα, διότι ο πολύ γραμμωμένος άνθρωπας, που δεν έχει μείνει σταλιά λίπους επάνω του και όλοι του οι μύες διαγράφονται με ακρίβεια, είναι και καλά σαν να τον έχεις σφάξει και κατόπιν να τον έγδαρες. Να αφαίρεσες δλδ όλη την πέτσα και να έχεις πλέον μπροστά σου, φάτσα-φόρα, το θαύμα που λέγεται ανθρώπινο μυικό σύστημα. Κυριολεκτικά, ένα μάθημα ανατομίας.

Οι μπίλντερς χρησιμοποιούν τον όρο σφαγμένος και με μιά άλλη σημασία, διακριτή από την προκείμενη: σφαγμένος είναι και ο εγχειρισμένος, ο χειρουργημένος. Πολύ συχνά βέβαια συμβαίνει, ένας σφαγμένος-χειρουργημένος να είναι ταυτόχρονα και σφαγμένος-γραμμωμένος! Ένα σφαξιματάκι (λιποαναρρόφηση, αφαίρεση από το μαστό όγκων από γυναικομαστία κλπ) μπορεί να βοηθήσει πολύ στην απόκτηση της επίζηλης γράμμωσης.

Info: Tα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ της μοδός οι εκθέσεις «γλυπτικής» με υλικά πτωμάτων. Ανθρώπινοι και μη ιστοί (κυρίως μύες, αλλά και σπλάγχνα, κόκαλα, μάτια κλπ), καταλλήλως διατηρημένα, συνδυάζονται σε παράδοξες φρανκενσταϊνικού τύπου συνθέσεις. Η όλη φάση ξεκίνησε ως αμφιλεγόμενη καλλιτεχνία κι έτσι, πολύ σύντομα όμως εξελίχθηκε σε περιοδεύοντα shows, που αποφέρουν χρυσάφι. Λέγεται πως τα πτώματα παρέχονται από εκτελεσμένους καταδίκους που εμπορεύεται η κινεζική κυβέρνηση. Όποιος θέλει να δει μερικούς ορίγκιναλ τέτοιους σφαγμένους, μπορεί να ρίξει ένα βλέφαρο εδώ.

  1. - Μαλάκα μου που λες, ξεκίνησα γυμναστηριάκι φουλ. Παίρνω και πρωτεΐνες! Ως το καλοκαίρι θα είμαι σαν τον Αλέκο!
    - Welcome to the real world αγορίνα μου! Ο άνθρωπας γυμνάζεται απ' τα 13 του, έχεις δει πόσο σφαγμένος είναι; Εσύ τώρα βγήκες απ' τ' αυγό σου και θες να μας γαμήσεις κιόλας;

  2. - Και για λέγε καλή μου, πώς τα πάτε με το καινούργιο γκομενάκι σου το σφίχτη; Φαντάζομαι θα σ' έχει ζαλίσει να μιλάει για κρεατίνες και αμινοξέα και άλλα τέτοια κουλά.
    - Όχι ρε συ, είναι κουλ. Μόνο καμιά φορά όταν με γαμάει, μου λέει πόσο σφαγμένη κοιλιά έχω και πόσο τον καυλώνει. Είναι καλό τώρα αυτό;
    - Ε ναι βρε ζώον, αφού έκανες τόσα χρόνια ενόργανη. Ας μου το 'λεγε και μένα κανας άντρας αυτό και τι στον κόσμο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων γυμνασμένο κορμί και ιδιαίτερα κοιλιακούς μύες σαν φέτες καλοριφέρ. Συνώνυμo: φέτες.

- Ρε συ φιλαράκι, καλοριφέρ έγινες! Παίρνεις τίποτα;
- Διατροφή ρε συ και λίγο γυμναστήριο.
- Καλός παπάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τερατώδης ψευτιά. Απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό: φίδια. Πρόκειται συνήθως για ψευτιά που λέει κάποιος όταν θέλει να παινευτεί, να κομπάσει, να το παίξει ιστορία. Υπερθετικός: ανακόντα.

Αν φίδι είναι το ίδιο το ψέμα, η πράξη του ψευδολογείν είναι ακριβέστερα η φιδιά (η λέξη υπάρχει με άλλη σημασία εδώ). Στην πράξη οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά αδιακρίτως.

Συνώνυμα:

- δράκος / δρακιά
- αρκούδες / αρκουδιές (μόνο πληθ.)
- μούσι (συνήθως πληθ., μούσια)

Αυτός που αμολάει φίδια είναι ο φιδέμπορας ή φιδίας.

  1. Το πέος και ειδικότερα το μεγάλο πέος. Οι λόγοι της παρομοίωσης πολλοί.

α. Το επίμηκες σχήμα και των δύο (ο πλέον προφανής λόγος)

β. Το φιδοκέφαλο είναι πλατύτερο και παχύτερο από το σώμα του φιδιού, όπως ακριβώς και ο πουτσοκέφαλος σε σχέση με το υπόλοιπο πουλί.

γ. Το δέρμα στην περιοχή του πέους και του οσχέου είναι εκπληκτικά λεπτό, σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν υπάρχει λίπος ούτε για δείγμα, εξού και τα πολλά φλεβίδια που διαγράφονται επί του πέοντα. Το ίδιο λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο είναι και το δέρμα του φιδιού, το «κουστουμάκι» του όπως λέγεται, που, ανά τακτά διαστήματα, το πετάει και βγάζει καινούριο.

δ. Η μεταξένια αίσθηση που αφήνει στο χέρι το φίδι όταν το χαϊδεύεις και η εξίσου μεταξένια αίσθηση που αφήνει - σύμφωνα με μαρτυρίες - στο στόμα ο πούτσος όταν τον γλείφεις.

ε. Το φίδι τυλίγεται, κουλουριάζεται. Όπως ακριβώς γίνεται με το μεγάλο πέος, και καλά. Οι προσοντούχοι αρέσκονται σε τέτοιου είδους κωμικές υπερβολές, π.χ. «την έχω τόσο μακριά που αναγκάζομαι να την τυλίγω για να βγω έξω» ή «την χρησιμοποιώ και για ζωνάρι άμα λάχει». Οι ίδιες υπερβολές χρησιμοποιούνται και προς χλευασμό των μονίμως κομπορρημονούντων προσοντούχων: «άμα την έχεις τόσο μακριά όσο λες, για δες αν φτάνει και στον κώλο σου!»

στ. Το φίδι, όπως και ο πέοντας, είναι ευλύγιστο και χώνεται σε τρύπες.

  1. Ως μπιλντεράδικη έκφραση, φίδι είναι ο φοβερά γραμμωμένος, ο σφαγμένος ή φέτας, ο οποίος όμως διαθέτει και έναν αξιοπρεπή όγκο (μυική μάζα). Κοινώς, τούμπανο, χάρμα οφθαλμών. Oι λόγοι της παρομοίωσης δύο:

α. Οι σωστοί σφίχτηδες έχουν καταφέρει να λεπτύνουν υπερβολικά τη μέση τους και να ογκώσουν το άνω μέρος του κορμού (στήθος, πλάτη, χέρια). Δες μήδι #1. Στα δε φίδια, ιδίως τις κόμπρες, εκπτύσσεται με εντυπωσιακό όσο και κομψό τρόπο το άνω άκρο του κορμού, που καταλήγει στο κεφάλι. Δες μήδι #2.

β. Στους γραμμωμένους / φετιασμένους τύπους, τα τετραγωνάκια που σχηματίζουν οι κοιλιακοί (πρωτίστως) αλλά και οι υπόλοιποι μύες, θυμίζουν έντονα το φολιδωτό δέρμα του φιδιού. Τα φίδια μοιάζουν να έχουν εξαπάκετο και βάλε... Δες μήδι #3.

1α. - Μαλάκα τι φίδι πέταξε πάλι ο γκιόζης ο Λάμπρος! Είπε πως είχε τη Δήμητρα σπίτι του και της έπαιζε κιθάρα, αυτή καύλωσε και μετά τη γάμησε. Έλεορ!

1β. - Τι αμετανόητος φιδέμπορας είν' αυτός ο Λάμπρος! Χτες καθόταν και μου έλεγε πως έχει πάει με περίπου 300 γυναίκες στη ζωή του. Και να μου περιγράφει και σκηνικά απ' τα γαμήσια. Αυτά πλέον δεν είναι φίδια, είναι ανακόντες αγόρι μου του είπα.

1γ. - Έπρεπε να ήσουν χτες βράδυ που προσπαθούσε ο Λάμπρος να ψήσει τη Χρυσούλα. Την άρχισε πάλι στις γνωστές φιδιές για τον πατέρα του που έχει εκατομμύρια σε καταθέσεις στην Ελβετία...

  1. - Μωρό μου ουάου! Τι φίδι είν' αυτό που έχεις; Και θα μπει μέσα μου τώρα όλο αυτό;

2β. - Πρόσεχε μη λες μαλακίες γιατί θα βγάλω έξω το φίδι και θα σε πουτσίσω...

  1. - Όσο και να κωλοχτυπιέσαι αγορίνα μου στα δικέφαλα και στα κοιλιακά, έτσι φίδι σαν τον Αλεξάκη δε γίνεσαι. Αυτός τραβιέται με τα σίδερα από 15 χρονώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάβουρας ή καβούρι δεν είναι μόνον άλλο ένα συνώνυμο για τον κάγκουρα, η σλανγκική βιβλιογραφία του οποίου εκτείνεται σε 8 (!) ομώνυμα λήμματα.

Κάβουρας λέγεται κι ο μποντιμπίλντερ. Παρεπιδημεί σε γυμναστήρια (σιδεράδικα ή μη) και άλλους συναφείς χώρους άθλησης, όντας μανιακός με τα βάρη. Ένας αξιοπρεπής κάβουρας, έχει επιφέρει δια της εκγύμνασης αλλαγές στο σωματότυπό του, κατά τρόπο που να παραπέμπει στο γνωστό οστρακόδερμο. Περισσότερα σχετικά ακολουθούν λίγο παρακάτω.

ΣΥΝΩΝΥΜΑ.

- μπιλντεράς
- μπιλντέρι - μπίλντερ - σφίχτης
- σφίχτερμαν
- μποντέος / μπονταίος
- σβάρτσος
- τίγκας
- τέζας (βλ. και σχόλιο εδώ)
- φουσκωτός
- φούσκας
- πρησμένος
- πρήστης / πρηστάκης
- χεσμένος
- χτιστός / χτιστάκης
- τούμπανο(ς) / τουμπανιάρης / τουμπανέιρο / τουμπανιαζόλ
- ντούκι
- σώμας
- κορμάδι
- φίδι (σημασία νο. 3)

ΓΙΑΤΙ Ο (ΣΩΣΤΟΣ) ΜΠΙΛΝΤΕΡ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΕΜΦΑΝΙΣΙΑΚΑ ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟ.

- Ο ρήαλ κάβουρας είναι αν μη τι άλλο αρματωμένος (οστρακόδερμον γαρ, όπως κι ο αστακός). Ο μπίλντερ, προσθέτοντας στο σώμα του μυική μάζα, «αρματώνεται» κι αυτός, «εξοπλίζεται», γίνεται πιο μάχιμος, πιο σκληρός, πιο άγριος.

- Ειδικότερα, ο ρήαλ κάβουρας διαθέτει δυο τεράστιες και αιχμηρές δαγκάνες, στις οποίες αντιστοιχούν προφάνουσλυ τα πρησμένα και φλεβιασμένα άνω άκρα του μπίλντερ.

- Ο ρήαλ κάβουρας θεωρείται πως κινείται αδέξια και κωμικά. Στο «περπάτημά» του δεν υπάρχει χιασμός και χάρη των κινήσεων αλλά πηγαίνει κάπως μονόπαντα. Παρομοίως κι ο μπίλντερ: τα ογκώδη χέρια του είναι κατά την κίνηση σχεδόν κολλημένα στο σώμα. Πέφτουν άχαρα και «βαριά» προς τα κάτω. Πώς λέμε χορευτής; Ε, καμία μα καμία σχέση. Μόνο μια συμπαγής μονολιθική μάζα, χωρίς ίχνος κομψότητας και ραδινότητας. Είναι το λεγόμενο «περπάτημα με την πλάτη». Υπάρχει επίσης και το περπάτημα «με το στήθος», όταν ο σφίχτης προχωρά αγέρωχος, με το στέρνο προτεταμένο και τα χέρια ομοίως άκαμπτα.

- Τα κάτω άκρα του καρκίνου είναι πολύ μικρά, σχεδόν ατροφικά, αν συγκριθούν με τις επίφοβες τανάλιες του. Παρομοίως και αρκετοί μπίλντερς: τα πόδια τους είναι υπερβολικά λεπτά σε σχέση με τον τουμπανιασμένο τους κορμό, κάτι για το οποίο γίνονται συχνά αντικείμενο χλευασμού, ακόμη κι από άμπαλους με το bodybuilding. Η εξήγηση για την ασυμμετρία αυτή είναι απλή: η προπόνηση ποδιών είναι γενικά η περισσότερο επίπονη, ενώ για αρκετούς θεωρείται και πολύ βαρετή. Το αποτέλεσμα είναι η παραμέλησή της και η μη ομοιόμορφη ανάπτυξη άνω και κάτω σώματος.

ΚΑΒΟΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΑΓΚΟΥΡΕΣ.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο το να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, οι ιδιότητες του κάβουρα-κάγκουρα και του κάβουρα-μπίλντερ. Η επιδειξιμανία και η προσκόλληση σε φαλλοκρατικά στερεότυπα, είναι - κατά κανόνα - κοινός παρονομαστής και για τις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων. Εννοείται βέβαια πως υπάρχουν και κυριλέ σφίχτες, μορφωμένοι, με διδακτορικά, με καλές δουλειές κλπ. Επίσης, το να μοντιφάρει κανείς το σώμα του ώστε να φέρνει σε καβούρι, απαιτεί γνώση, αφοσίωση, μεθοδικότητα. Πράγματα που συνήθως λείπουν από τον κλασικό καφρούλιακα. Από την άλλη, το να ασχολείται κανείς τόσο πολύ με το σώμα του και την εμφάνισή του, είναι κατά κάποιο τρόπο καγκουριά, ενώ ο ίδιος καθίσταται ένα είδος φρικιού...

Μια χτυπητή ομοιότητα μεταξύ του κάγκουρα και του μπίλντερ (στην αρχετυπική τους μορφή πάντα), είναι το περπάτημα. Μαγκιόρικο, με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια προτεταμένα σαν να κρατάνε καρπούζια. Είναι εκπληκτικό το πόσο αξεδιάλυτα συγχέονται στη συνείδηση ενός άσχετου περί τα μπιλντέρικα, ο κάβουρας-μπιλντεράς και ο κάγκουρας. Ο τελευταίος, ακόμη κι αν αντικειμενικά από πλευράς σωματικής διάπλασης ανήκει στον αδιάφορο μέσο όρο, μπορεί, με την κατάλληλη αλήτικη περπατησιά, υφάκι, κινησιολογία, λεξιλόγιο, κολλητά ρούχα κλπ, να δώσει την εντύπωση του τούμπανου και του γυμνασμένου...

  1. - Η Μαιρούλα τα έφτιαξε με κάποιον απ' το γυμναστήριό της.
    - Πάντα της άρεσαν οι κάβουρες...

  2. - Πω ρε πούστη, τι καβούρι είν' αυτός; Σαν να κουβαλάει το σπίτι του στην πλάτη του...
    - Μη μου πεις οτι θα σε χάλαγε να ήσουν έτσι.

  3. - Ο Πάνος έχει χτυπήσει κάτι πρωτεΐνες τελευταία κι έχει καβουροποιηθεί.

  4. - Μωρό μου σταμάτα να χτυπιέσαι τόσο στο γυμναστήριο. Τα καβούρια είναι ντεκαβλέ την σήμερον...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χοντρός, ο υπέρβαρος, o παχύσαρκος. Αυτός που θυμίζει παλαιστή του σούμο. Οι οποίοι παλαιστές (για να παρηγορηθούν όσοι χλαπακιάζουν αβέρτα αλλά έχουνε και τύψεις), θεωρούνται στην πατρίδα τους όχι μόνο γαμώ τους γκόμενους, αλλά σχεδόν μυθικά άτομα (αν και εδώ τα μωρά φαίνεται να μην έχουν την ίδια γνώμη...)

Η μόνη μου απορία είναι πώς μπορεί κανείς να παχύνει τόσο τρώγοντας ιαπωνέζικο φαγητό, όσο ρύζι και να βάλει μέσα.

  1. Ρε συ, τον είδες τον Τέλη πώς έχει γίνει; Το άτομο είναι σούμο, χωρίς πλάκα...

  2. Αυξάνονται τα μωρά-«σούμο»
    Την αύξηση κατά 20% από το 2003 μέχρι σήμερα του αριθμού των μωρών που έχουν βάρος κατά τη γέννηση πάνω από 4,5 κιλά, αλλά και την αύξηση των μεγάλων μωρών (των επονομαζόμενων μωρών-σούμο) καταγράφουν οι στατιστικές στη Μεγάλη Βρετανία...
    από εδώ

(από ironick, 02/04/10)(από ironick, 02/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των γυμναστηρίων και του bodybuilding. Δηλώνει τον πολύ γραμμωμένο άντρα (ή και γυναίκα), με λεπτομέρεια μυών που θυμίζει χάρτη (γεωγραφικό προφανώς, βλ. όμως και παρακάτω). Χρησιμοποιείται κυρίως για την πλάτη, και λιγότερο για τα χέρια, τον κορμό και τα πόδια.

Υπάρχει η εκδοχή το λήμμα να προέρχεται από τον ανατομικό χάρτη, εννοώντας ότι οι μυς διακρίνονται τόσο καθαρά σαν σε ιατρικό σύγγραμμα.

  1. - Πώς πάει η φάση κοψίματος ρε Σάκη;
    - Πολύ καλά ρε μάγκα. Έχω περιορίσει τους άνθρακες, κάνω αεροβική δύο φορές τη μέρα, και το λίπος μου έιναι στο 3% χωρίς να έχω χάσει πολύ όγκο. Πρέπει να δεις την πλάτη μου, χάρτης κανονικός.

  2. - Τι έγινε χτες ρε; Έβαλες;
    - Ρε φίλε, όλα πήγαιναν καλά μέχρι που η γκόμενα έβγαλε τα ρούχα της. ΟΚ, είχα καταλάβει ότι είναι γυμνασμένη, αλλά δεν περίμενα τέτοιο πράμα. Ήταν τελείως στεγνή, χάρτης λέμε. Πιασίματα μηδέν, ούτε βυζάκι ούτε κωλαράκι. Ξενέρωσα.
    - Πωωω, τι λες τώρα ρε. Καλά είμαι εγώ λοιπόν με τη χοντρή μου...

(από agou, 04/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified