Further tags

(Yβριστικό): ο πολύ άσχημος άντρας.

- Τι κοιτάς ρε ψωλομούρη;!

dick face (από MXΣ, 14/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιαίτερα άκομψος χαρακτηρισμός για γυναίκα, που υποδηλώνει:

  • Παρηκμασμένη πόρνη του ξεσχίστου είδους, ή/και
  • Κακάσχημη, μπάζο, ή/και
  • Στριμμένη, μέγαιρα.

    Η εν λόγω φιλοφρόνηση συνήθως αποδίδεται ως «άντε μωρή ψαροκασέλα».

  1. «Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία φορά για πολύ καιρό, που είδα την πεθερά μου. Έκτοτε, χεστήκαμε δυο-τρεις φορές στο τηλέφωνο που έπαιρνε και ζητούσε το γιο της, σε στυλ 'δως μου τον Κώστα' -ούτε γεια ούτε μαγιά- και της έλεγα 'λάθος κάνετε', ή 'πέθανε' και της το ‘κλεινα, ώσπου μια μέρα τόλμησε να μου την πει και την αρχίζω τα μπινελίκια 'μωρή κλινάμαξα άμα θέλεις το γιόκα σου να τον παίρνεις στο κινητό, παλιομαούνα με το κεφάλι πάπιας στο μπαστούνι, που κρίμα στην πάπια κρίμα και στο μπαστούνι, ψαροκασέλα ξεμεντεσωμένη, αν ξανατηλεφωνήσεις εδώ, θα σου κάνω βουντού να γίνεις κομοδίνο!'»
    (από βλόγιο)

  2. «(η Τζούλια Αλεξανδράτου) είναι πολυ ωραια κοπελα αλλα μεχρι εκει ο χαρακτηρας της την κανει να μοιαζει σαν ψαροκασελα» (από βλόγιο)

  3. Μια παλιά ψαροκασέλα
    με γοβάκια και ομπρέλα
    τα σκαλάκια στην πλατεία
    τ`ανεβαίνει τρία τρία.

(Η μπαλάντα των σκουπιδιών, Στίχοι: Σταμάτης Δαγδελένης, Μουσική: Νίκος Κυπουργός, Πρώτη εκτέλεση: Έλλη Πασπαλά)

  1. «Κοίτα που τείνει να καταστεί άνευ αντικειμένου και μάλλον ρομαντικό απομεινάρι μιας άλλης εποχής η διόλου κατά τα άλλα κομψή ύβρις «άντε μωρή ψαροκασέλα». Διαβάζω ότι οι γραφικές και παραδοσιακές ξύλινες ψαροκασέλες αντικαθίστανται από του χρόνου με τις πλέον ευπαρουσίαστες πλαστικές» (Καθημερινή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ξέψωλη γιαουρτομούνα λουλού της συνομοταξίας lugretia recumbens. Άκρως προσβλητικός σεξισμός.

Βλ. και στα μπούτια τα γιαούρτια.

- Τζους μωρή λεχρόλα χυσολουλού!
- Νέκρα και κασίδα, σαβουρομπινέ!

Got a better definition? Add it!

Published

Κακοσούλουπος, αδύνατος, κιτρινιάρης.

Χτικιό = η φυματίωση.

Σ' έψαχνε ένας ψηλός, αδύνατος, χτικιάρης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O πάρα πολύ αδύνατος καI σκεβρωμένος, αυτός που είναι σαν χτικιάρης. Το λήμμα βγαίνει από τον Κίκι Αλόνσο.

Επίσης, ο κρυωμένος που βήχοντας βγάζει κάτι φλέματα σαν τάλιρα.

  1. -Γκουχ-γκουχ
    -Σκασε ρε Χτίκι Αλονσο και μας έβγαλες τ' άντερα!

  2. Κοίτα τον πως έγινε ρε, ο Παυλάκης. Είπαμε ν' αδυνατίσει αλλά το παράκανε. Χτίκι Αλόνσο έγινε.

(από perkins, 18/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλικιωμένος, ο γέρος, ο μπάρμπας, αυτός με το ένα πόδι στον τάφο και το άλλο στο σαπούνι, ο υπερήλικας, γενικά όποιος είναι σε πολύ άσχημη φυσική κατάσταση.

- Κοίτα το χούφταλο με το πιπίνι. Αυτός ρε φίλε είναι με το ένα πόδι στον τάφο...
- Έτσι είναι φίλε μου, βλέπεις τι κάνει το χρήμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκληρό μπινελίκι για εύχονδρα λαμόγια και πάσης φύσεως τσογλαναράδες. Εδώ το συνδετικό -πούτανος δεν παραπέμπει σε σεξουαλικά ελαττώματα, αλλά σε ηθικά τοιαῦτα.

Βλ. επίσης: χοντρομπαλάκας, χοντρομαλάκας, μπουχέσας, κλασομπανιέρα. Σχετικές γειώσεις: Χοντρός; τον τρως, πώς γράφεται; / σ' έχει γαμήσει ποτέ χοντρός;

1. Τι γκαριζει ο αλλος ο χοντροπουτανος να πουμε αφου

2. Ο χοντροπούτανος condom in ass, που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα σάπιζε στη φυλακή, μαζεύει όλους τους εκβιαστές δημοσιογράφους και θα κάνει τον alpha κωλοχανίο

3. ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΟ ΓΙΑ ΚΑΜΜΙΑ ΩΡΑ ΜΟΝΟ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΟΝΤΡΟΠΟΥΤΑΝΟ ΚΑΙ ΘΑ ΤΟΥ ΠΩ ΕΓΩ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ SIMENS ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΑΦΗΣΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΑΕΙ……ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΜΑΝΑ ΣΟΥ ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΙΕ…ΕΣΥ ΚΑΙ ΟΛΟ ΣΟΥ ΤΟ ΣΥΝΑΦΙ….

Got a better definition? Add it!

Published

Ο εύχοντρος χοντρομαλάκας.

Πάσα: Vrastaboy.

- Γύρω από την υποψηφιότητά μου συσπειρώνεται όλη η δημοκρατική προοδευτική παράταξη...
- Μπαμπά δεν βαρέθηκες να βλέπεις αυτόν τον χοντρομπαλάκα, βάλε λίγο Nickelodeon...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γελοίος και μπινεδιάρης δείνα, ο φούφουτος, ο χλιμίτζουρας, η σκατόφατσα, ο σκορδομπούτσογλου. Κυρίως όταν αυτός παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά.

Πιθανώς να ετυμολογείται εκ της χλεμπόνας.

  1. Μα για ρίξε μια ματιά στο σκουπιδαριό σε όλα τα περιγιάλια μας. Και στους λερούς ασήμαντους δρόμους με τα λαμπρά μεγάλα ονόματα τους, που έκλαιγε ο Καρυωτάκης. Εκείνα τα σκυθοβαρβαρικά «Εμένα θα μου ειπείς τώρα, καημένε!» και «Ξέρεις ποιος είμαι 'γώ, ρε;» Ουά, οι γυψοκεφαλές και οι χλιμπίκουλες!
    (Δ. Λιαντίνης, Γκέμμα)

2. Το χειρότερο είναι πως όλοι οι παρουσιαστές (και όλες οι παρουσιάστριες) παίρνουν το σοβαρότερο ύφος τους, φοράνε τις καλύτερες γραβάτες και τα πιο σινιέ Ντόνα Φου-Καράν τους και - υποτίθεται πως - παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή τον υποψήφιο κύριο Χλιμπίκουλα που «θα μας μιλήσει για την κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση».

3. Μάγκες μήν αρπάζεστε έδώ στα θέματα αγορών για να βοηθάμε ο ενας τον άλλον είμαστε να γλιτώνουμε κάνα ευρώπουλο και άν οι συναλλαγές είναι οκ εγώ οχι απο τον δελαπέσκα αλλά και απο τον μήτσο τον χλιμπίκουλα με e-shop και έδρα στην γή του πυρός αγόραζα αλλά να κάνουμε και το καλαμπούρι μας και λίγο και μήν αρπάζεστε με την μια ρε παίδιά εγώ ας πούμε με τον φίλο (προικισμένο απο την φύση) εξαρχίδη αρπάχτηκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθαρά για λόγους γραφικής λημματικής ευσυνειδησίας παραθέτω τούτο το απαρχαιωμένο λήμμα. Ο χλέμπουρας, η γλίτσα.

- Τον είδες το γκόμενο της Βούλας;
- Άντε ρε το χλίμπη...
- Τι είπες τώρα ρε μαν, είσαι δεινόσαυρος, τρισπέκτ... και σοκερντέ;
- Όπου πάω αγαπάω Καθέναααα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified