Selected tags

Further tags

Χαρακτηρισμός προσώπου. Κάποιος που φανταζόμαστε ότι φοράει γραβάτα με σφιχτό κόμπο, οπότε είναι ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:

- Φλώρος που δεν είναι ψημένος στην ζωή, τρυφερόκωλος. Γιατί με την γραβάτα σφιχτά δεμένη δεν είσαι μαχίμι, είσαι άκαπνος, για να είσαι μαχίμι απαιτείται άλλου είδους ένδυση, όπως και για να κάνεις ρεπορτάζ.

- Κάποιος που πάει by the book, που δεν είναι παιδί της πιάτσας, δεν είναι στο κουρμπέτι, οπότε τον πιάνουν κότσο.

- Ο ατσαλάκωτος, αυτός που δεν εκτίθεται, που δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμος, που κρύβεται πίσω από μια άψογη επίσημη εμφάνιση.

- Εκπρόσωπος της κρατικής γραφειοκρατίας που κρατάει από τον καιρό των ψαλιδοκώληδων ταλανίζοντας τους λοιπούς Έλληνες, ή ειδικά κάποιο στέλεχος κώματος, που ζει στην κοσμάρα του εκφραζόμενη με ξύλινη γλώσσα και ωσεκτουτού δεν μπορεί να αφουγκραστεί τα προβλήματα του λαού και της κενωνίας. Ή κάποιος τηλεντελάλης χατζηγραβάτας του συστήματος που διαπρέπει στα παραθύρια όντας μάχιμος μόνο σε παραθυρομαχίες. Σε όλες τις περιπτώσεις λαμόγιο που έχει καβατζωθεί εις βάρος του συνόλου.

Και ταλιμπάν.

1. Και σου βγαίνει ο γραβατάκιας από το ΥΠΕΚΑ και σου λέει, κύριοι μην καίτε τα τζάκια και τις ξυλόσομπες αν δεν είναι ανάγκη. Ρε μπαγλαμά, δεν το κάνουν από γούστο. Δεν είναι στο σαλέ τους, γυμνοί στη φλοκάτη με ένα μπουκάλι κρασί. Τουρτουρίζουν μέσα στο σπίτι και πρέπει να ζεστάνουν τα παιδιά τους.

2. Γιατί ένας γραβατάκιας του Γραφείου Τύπου, κοιμάται όλη μέρα. Αυτός είναι ο κύριος «Τίποτα»......

3. Ντροπή! Έπρεπε να γίνεις γραβατάκιας, να μπεις στο δημόσιο, να εξασφαλιστείς με παχυλούς μισθούς και εφάπαξ. Να εξασφαλιστείς.

4. Υπ'οψιν για να μην παρεξηγουμαι παιδια,δεν ειμαι ο γραβατακιας που παει το αμαξι στο εξουσιοδοτημενο σερβις και τον γδερνουν,ειμαι απο μικρο παιδι επανω στα αυτοκινητα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάπας, ο μαλθακός, ο άνοστος, αυτός που είναι σαν μουλιασμένο παξιμάδι.

Ρε είδες τον γκόμενο της Κικής; Τι μουλιάπας είναι αυτός...!!!

"Άνθρωπος μουλιάπας, χαρά Θεού, στίχος παιδιού, στίχος τρελού, το Μητσοτάκ" (από Khan, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας κάπως πιο χαριτωμένος τρόπος να πεις κάποιον/α τσόκαρο, δηλαδή χαζομούνα χαζογκόμενα που σε κάνει λ.χ. ρεζίλι αν βγεις μαζί της, ή φρόκαλο, σούργελο που είναι τελείως ξεφτιλισμένο ακόμη κι αν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Γενικά άνθρωπος χαμηλής κοινωνικής και μορφωτικής προέλευσης, ο οποίος δεν έχει συναίσθηση του γεγονότος αυτού με αποτέλεσμα να γίνεται γελοίος.

Σχετική έκφραση νέας κοπής: Ψωνίστηκαν τα τσόκαρα και μας την είδαν γόβες.

Πάσα (Δ.Π.): perketis.

1. Σημασία έχει ότι από τσοκαρέτο (μα πόσα νούμερα κυκλοφορούν εκεί έξω;) μέχρι ψαγμένος (δήθεν) ποιητής (ανφάν γκατέ), όλοι πιάνονται.

2. Έπαιζε πολύ τσοκαρέτο στο πάρτι: «Μωροοό μου, αγάπη μου! Σμουτς! Σμουτς!» και μόλις γυρίσεις την πλάτη σου «Τι πουτάνα και αυτή! Είδες, στο έλεγα ότι καπνίζει!» και άλλα τέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο: κοντοπούτανο.

- Αυτό το κοντοπούτανο η Αλεξάνδρα είναι σαν την μάνα της την Μάμαλη.
- Δηλαδή;
- Λόγω ύψους παίρνει πίπες όρθια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χοντραίνω, μεγαλώνω το πλάτος μου.

Του έτυχε γκαντεμιά. Μια χαρά ήταν η Μαρίνα όταν την παντρεύτηκε και τώρα έχει πλατιάσει τόσο που είναι σαν βόδι.

(από xalikoutis, 27/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για μαζοχιστική πράξη αυτοτραυματισμού που φοριέται ολοένα και συχνότερα, κυρίως από αγχωμένα θήλεα νέας κοπής (*).

Υπάρχουν τρεις μεγάλες (συχνά αλληλοκαλυπτόμενες) συνομοταξίες ανθρώπων που χαρακώνονται:

1.
Οι γονείς μου δεν ήξεραν κάτι μέχρι σήμερα που με βρήκε ο μπαμπάς μου να χαρακώνομαι στο μπάνιο,δεν μπόρεσα να δικαιολογηθώ γιατί έτρεχε ήδη αίμα από τα πόδια μου και ετοιμαζόμουνα να το κάνω στα χέρια μου...

2.
Μετρώ 17 (και παραπάνω) σημάδια από κοψίματα. Κάτι με νευριάζει, βγάζω τον εαυτό μου άχρηστο κι ας μη φταίω εγώ. Τα παίρνω στο κρανίο, θέλω να τα σπάσω όλα. Αντί γι' αυτό ή δαγκώνομαι βαθιά ή χαρακώνομαι ή χτυπάω το κεφάλι μου. Δεν καταλαβαίνω γιατί όταν η αυτοεκτίμησή μου πέφτει ή όταν όλα σκοτεινιάζουν, θέλω να μου ανοίξω πληγές.

3.
POS NA MN TA PAREIS ME OLOUS TOUS ####### POU XARAKONONTAI GIA POZARIO;; K OTAN TOUS ROTHSEIS GIATI SOU APANTANE SAN NA HTAN TO PIO FYSIOLOGIKO PRAGMA TOU KOSMOU « KOITA, DN M' ARESEI, ALLA EINAI MODA ».

4.
Με βίασε ο άντρας της κολλητής της μαμάς μου όταν ήμουν 13. θυμάμαι κάθε λεπτό,κάθε στιγμή,κάθε κίνηση. Ακόμα και τώρα κάνω εμετο όταν το θυμάμαι. Είχα πονέσει απίστευτα πολύ. Δεν θα το ξεπεράσω ποτέ και με τίποτα συνέχεια το σκέφτομαι, κάθε μέρα, κάθε βράδυ. Μπορώ να εκτονώνομαι στον εαυτό μου, από όταν έγινε, θυμάμαι, άρχισα να χαρακώνομαι για να χαλαρώσω λίγο. Τώρα συνεχίζω να χαρακώνομαι, τελευταία (σε αυτό «βοηθάει» που μένω μόνη μου και δεν παρατηρεί κάποιος κάτι) έχω αρχίσει να νιώθω μεγαλύτερη ανακούφιση με το να καίγομαι στα μάτια της κουζίνας (μην φανταστείτε τραγικά πράγματα,μόνο στα χέρια μου λίγο).

5.
Δημοσιογράφος: Χαρακώνεσαι;
Εμο: Ναι
Δημοσιογράφος: Γιατι;
Εμο: Γιατι νιώθω πιο ώριμος...

  1. Stan:
    ♪♫ Sometimes I even cut myself
    To see how much it bleeds;
    It's like adrenaline
    The pain is such a sudden rush for me ♪♫
    Eminem:
    ♪♫ And what's this shit you said about
    You like to cut your wrist too;
    I say that shit just clownin' dawg
    C'mon, how fucked up is you; ♪♫
    (Emimen, Stan)

(από σφυρίζων, 05/02/14)Το πάχος και η ασχήμεια είναι τα μικρότερα από τα προβλήματά της... (από σφυρίζων, 05/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Και τα θηλυκά αντιστοίχως στρογγυλοκώλα, στρογγυλόκωλη. Έχουν κυρίως τις παρακάτω δυο-τρεις αλληλεπικαλυπτόμενες σημασίες:

  1. Κάπως πιο κυριολεκτικά, ο έχων ή έχουσα στρογγυλόν κώλον. Βλ. τουρλοκώλα, τουρλοκωλίαση, μπουζουκόκωλος κ.τ.ό. Γενικά μπορεί να θεωρείται καυλό και σέξι, αν πρόκειται για αναγεννησιακὀ/ή μπουζουκόκωλο/α ή για προκλητικό/ή τουρλοκώλη/α που τουρλοκωλιάζεται επιδεικτικά. Μπορεί, όμως, η στρογγυλοκωλίαση να οφείλεται απλώς σε υπερβολικό πάχος που έχει αποθηκευτεί στην περιφέρεια, οπότε πα τελμάν γκαυλουάζ εκτός κι αν χρειαζόμαστε love-handles.

  2. Αυτός που γίνεται στρογγυλόκωλος από το πολύ καθισιό, οπότε μπορεί να είναι καναπεδάτος, καναπεδάκιας, ή, αν «εργάζεται» καθήμενος, τρυφερόκωλος γραβατάκιας.

Όπως φαίνεται στα παραδείγματα, μπορούμε να το βρούμε και για αυτοκίνητα ή άλλα οχήματα με μεγάλα άγαρμπα οπίσθια, ή για τις ειδικές πολυθρόνες που είναι φτιαγμένες ειδικά για στρογγυλόκωλους.

1. Συγκρινεται η γερμανικη στρογγυλοκωλα γκεσταπιτισσα με μια ιταλιδα top model; Δεν προχωρω σε καμιια συγκριση,τεχνικων και λοιπααλλα ρε παιδια απο την εμφανιση και μονο κρινω!Το ενα σου φτιαχνει τη μερα με το που το βλεπεις!! :) Εγω με τα ελαχιστα που ξερω για αμαξια πιστευω οτι τα αυτοκινητα καθρεφτιζουν σε μεγαλο βαθμο και το λαο που τα φτιαχνει... Βλεπεις τωρα πχ Ιταλια στο Μουντιαλ,και ολες οι γκομενες καυλωνουν με τζιλαρντινο,μπουφον,τονι κλπ και οχι αδικα αφου ειναι και ωραια παιδια...ε αυτοι οι ανθρωποι κατασκευαζουν και αμαξια-μοντελα...ferrari,lambo,maserati,alfa romeo.... Και απο την αλλη εχουμε τους απογονους του Αδολφου που και μονο τις φατσες τους να δεις,δεν σου σηκωνεται για 40 χρονια!ξενερωτοι,οπως και τα αυτοκινητα τους....α!τι σημαινει στα γερμανικα ''σβαινσταιγκερ'',οπως λεγεται ενας ποδοσφαιριστης τους; Γουρουνογαμης!!!!

  1. Προτιμώ το γιό σου, ειναι πολυ πιο καθαρός, και στρογγυλόκωλος. Αααααχ μαναρι μου… (Από βρισ-οφ εδώ)

3. ΔΗΜΑΡΧΟΣ....και ΟΧΙ σαν ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΚΩΛΗΣ σε μια δερματινη πολυθρονα σε ενα γραφειο στο δημοτικο μεγαρο που υπαγεται υπευθυνος!

4.Και εδω βρισκεται το κολπο χαμπουγκερατε υπερεπαναστατη της στρογγυλοκωλης πολυθρονας σου.

(από Khan, 10/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί απλά να χρησιμοποιηθεί εκ περιτροπής με το γαμόπουστας.

Η περιγραφική του μαγεία ωστόσο αναδεικνύεται όταν το εν λόγω άτομο έχει φαντεζί και συνάμα μάγκικο ντύσιμο, δε στη δίνει κατ' ευθείαν στα νεύρα και έχεις το χρόνο να το περιεργαστείς σχεδόν ψύχραιμα, αυτός είναι ο γαμόσταυρος.

-Κοίτα το αγόρι· σχισμένο τζινάκι, πουκάμισο, αμάνικο μπουφάν και αλυσίδα...
-Ευτυχώς φόρεσε σαγιονάρα και το 'σωσε λίγο.
-Γαμόσταυρος νέος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοντόχοντρος, από αρβανίτικα.

Τέτοια κοπέλα σαν τα κρύα νερά να παντρευτεί αυτόν τον μπακούκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:

Πάσα από Δ.Π. - Kilerakias.

Κατηγορία α'

- Είναι και ναζιάρα κορδελιάρα, ε δεν θέλει και πολύ Mr. Green

- Και εσυ εισαι ψευτοκαλλιτεχης, μηχανοραφτης σπουδαρχιδης φαυλος κορδελιαρης.

Κατηγορία β'

- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΠΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦ Την τύχη μου την κορδελιάρα.........

Κατηγορία γ'

- Το είχα ακούσει στο ΟΑΚΑ από αεκτζή ως προσβολή σε βάρος του διαιτητή. Λίγα χτυπήματα στον γκούγκλη
(πάσα από Δ.Π. - Kilerakias)

- Γαμα το παιχνιδι σημερα, αλλα τον Νινη τον εχεις κανει σαν τα μουτρα σου Καραγκουνη ακους;;; Να πηγαινει για το φαουλ και για την τριπλιτσα και την κορδελιαρα μπαλια στο κεντρο σε καποιον πουναι αντε 10μ διπλα του. Καραγκουνη ΕΣΥ φταις

Κατηγορία δ'

- κορδελιασμένη ή χωρίς ;
- κορδελιάρα κορδελιάρα :msn-wink:

Got a better definition? Add it!

Published