Κουρεμένο γίδι: λεγότανε παλιά που ήταν της μόδας τα μακρυά μαλλιά, για κάποιον που ήταν υπερβολικά κουρεμένος.
-Πώς κουρέυτηκες έτσι ρε! Σαν κουρεμένο γίδι είσαι!
Κουρεμένο γίδι: λεγότανε παλιά που ήταν της μόδας τα μακρυά μαλλιά, για κάποιον που ήταν υπερβολικά κουρεμένος.
-Πώς κουρέυτηκες έτσι ρε! Σαν κουρεμένο γίδι είσαι!
Got a better definition? Add it!
Η βρωμιά... Επίσης δηλώνεται και με την λέξη μάκα ή μπίχλα, απ' όπου προέρχονται και τα επίθετα μακατζούλης και μπιχλιάρης.
Καλά, μες στο μακατζούλι είσαι! Πάλι δεν έκανες μπάνιο; Τα μαλλιά σου έχουν πιάσει μάκα.
Got a better definition? Add it!
Ο τύπος που είναι πάνω απ' όλα, ο άρχοντας, αυτός που δεν καταλαβαίνει τίποτα... Από την άλλη χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για έναν πολύ περίεργο τύπο είτε εμφανισιακά είτε αναφορικά με τον χαρακτήρα του... Επίσης και για να δηλωθεί η έκπληξη που μας προκαλεί ένα γεγονός. Και για ένα αντικείμενο που προκαλεί εντύπωση.
Καλά, πολύ σκλαβιά... (κοροϊδευτικά για μια κατάσταση)
Πολύ σκλάβος αυτός... (για ένα άτομο)
Καλά, πολύ σκλαβιά ρε παιδί μου... Δεν νιώθει τίποτα αυτός...
Got a better definition? Add it!
Ο εναλλακτικός, ειδικά και ορισμένα.
(Ελαφρώς) πιο πλυμένος από ΚΝίτη, ο ανήρ εντεχνindie ξεχωρίζει για το 1 ράστο που συνήθως καλλιεργεί ή το μαλλί τύπου tribal (ολούθε ξυρισμένο και όπισθεν χαιτίδιον) και το μούσι 18 ημερών.
Το θήλυ εντεχνindie σπουδάζει αρχιτεκτονική ή καλές τέχνες, έχει επίσης ράστο και φοράει παπούτσια τύπου μπαρέτας. Συνήθως δεν έχει ύψος άνω του 1.65.
Ακούει συγκροτήματα τύπου Godspeed u black emperor αλλά παραδέχεται και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Αγαπημένο bar: Άνθρωπος
- Ρε Μάκη πάμε κανα Άνθρωπο σήμερα; Ακούω ωραίο είναι.
- Πού ρε μαλάκα; Εκεί είναι τίγκα στον ούγκανο και στον εντεχνindie. Δεν πάμε booze να δούμε καμιά λεσβία καλύτερα;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η πολύ άσχημη γυναίκα, το μπαζόκλειδο, το μπάζο, η μπαζόλα.
-Ρε συ, πώς βγαίνει ο Τάκης μ' αυτή την πατσούρα;
-Ξέρω 'γω... Πάντως πρέπει να 'ναι πολύ απελπισμένος.
Got a better definition? Add it!
Αξεσουάρ αυτοκινήτου / μοτοσυκλέτας.
Τύπος μαλλιού, καθώς ο όρος πιο συχνά συναντάται σαν μαλλί-λασπωτήρας ή χαίτη-λασπωτήρας. Είναι η κουπ που συνδυάζει φράντζα και χαίτη, όπως για παράδειγμα ο Πάνος Μιχαλόπουλος, την δεκαετία του '80.
Πιο πρόσφατα, άξιος εκπρόσωπος και φορέας του εν λόγω λουκ, ήταν ο Γιώργος Λεμπέσης (για κάποιους και ο Νίκος Κουρκούλης, αλλά πριν του μακρύνει τελείως το μαλλί).
- Ρε μαλάκα πώς είσαι έτσι; Άντε κοφ' την χαίτη - λασπωτήρα, εν έτει 2007!
- Ρε, είδες το γκολάκι που έβαλε ο Χ; - Ποιος απ'ολους ήταν αυτός; - Έλα ρε, το εξτρέμ, εκείνος ο ξανθός με το μαλλί - λασπωτήρα.... - Αααα....!
Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος
Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)
Got a better definition? Add it!
Κατηγορία γυναικών που είναι τουλάχιστον εμφανίσιμες και αν και δεν αξίζουν τέτοια τύχη χαρακτηρίζονται και ως νηστίσιμες.
Αυτές οι γυναίκες αν και φαινομενικά είναι μια χαρά γαμεύσιμες έχουν ένα μικρό προβληματάκι... Διαθέτουν ευαισθησία και συμπεριφορά ανάλογη του MR T και του Hulk Hogan. Επιπλέον, πολλές από αυτές ανιχνεύονται χωρίς να είναι καν στο οπτικό σου πεδίο γιατί όταν γελάν τρέμουν οι κάμποι και τα βουνά. Συναντιέται μια κατηγορία γυναικών με το τρομακτικό γέλιο (γνωστή και ως Βασίλη Μπορμπόκη) που κατά τ' άλλα είναι μια χαρά. Αλλά πάλι έχουμε ένα extra μικρό προβληματάκι: κανείς δεν επέζησε να μας πει πώς αντιδρούν στην περίπτωση του οργασμού τους.
- Πω μαλάκα πονάν τα μυαλά μου, ζαλίζομαι...
- Τι έγινε ρε πήγες γήπεδο;
- Όχι ρε μαλάκα ήμουν για καφέ και έσκασε ένας μπορμπόκης από δίπλα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο κοντοστούπης, ή αυτός που έχει μαλλί αφάνα σαν αράπης της δεκαετίας του '70.
Άντε κουρέψου ρε, σα χόμπιτ έγινες.
Σιγά μη βγω με αυτήν, το χόμπιτ... Με τακούνι φτάνει το ένα μέτρο.
Got a better definition? Add it!
Κατηγορία γυναικών που συγκεντρώνει μία χαρακτηριστικών φορ τύπου μπουκαδόρου και ασφαλώς δεν συμπεριλαμβανεται η φαλάκρα του Σαλπιγγίδη. Οι μπουκαδόροι είναι κοπελίτσες μέχρι 1.65 που κερδίζουν εύκολα την κερκίδα (καλές χρυσές γλυκές γουτσου γουτσου) που είναι γυμνασμένες σχετικά γιατί έκαναν από μικρές κάτι (μπαλέτο χορό τέννις)... Συνήθως το μπούστο τους με λίγο κλεραζίλ εξαφανίζεται εντελώς, αλλά μας αποζημιώνουν με τον κώλο τους που βρίσκεται πάντα σε άριστη κατάσταση. Σήμα κατατεθέν μια διακριτική στρογγυλάδα στη γάμπα που πρέπει να διαχωριστεί απ' την γυναικεία ποντιακή σχεδόν παλαιστή γάμπα.
-Τι ωραία κοπελίτσα ρε μαλάκα; Την άβυζη την τάπα;
-Μπορεί να μην έχει βυζιά, αλλά ο κώλος κατηγορία νανοσεκόντ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατηγορία ωραίων γυναικών (γιατί για τις άσχημες ποιος νοιάζεται) που έχουν μερικά απτά χαρακτηριστικά παραδοσιακών αγγλικών φορ. Η κατηγορία αυτή με άλλα λόγια αναφέρεται σε ψηλά δυνατά παιδιά ανίκητα στο ψηλό παιχνίδι. Ασφαλώς, μια κοπέλα για να χαρακτηριστεί αγγλικό φορ πρέπει να ξεπερνά το 1,73 και να 'ναι περήφανη σαν άτι, να πατά και να τρέμουν τα πεζοδρόμια ή κατι παρόμοιο.
- Αυτή είναι γυναίκα ρε Σάββα, αγγλικό φορ... Όχι σαν την πρώην σου τον Σουγκλάκο...
Συνώνυμο: άλογο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified