Further tags

Ζαργκόν των γυμναστηρίων.

...Ελληνικότατη (από εποχής «πατριδογνωσίας» και βάλε) απόδοση των αγγλικών flex και point, δηλ. «σε ορθή γωνία» και «με τεντωμένα τα δάχτυλα» αντίστοιχα. Πρόκειται για την απαιτούμενη στάση των πελμάτων κατά τη διάρκεια ορισμένων ασκήσεων.

Στα γυμναστήρια ακούγονται και τα ελληνικά αυτά παραγγέλματα και τα αγγλικά. Τα τελευταία βολεύουν περισσότερο, καθότι στην εναλλαγή των στάσεων σε ρυθμό «εν-δυό» λες ευκολότερα «point-flex» απ' ό,τι «μύτη-τσαρούχι». Παρόλ' αυτά όμως το λένε εξίσου συχνά και στα ελληνικά.

  1. Ξαπλώστε και τεντώστε το σώμα σας. Σφίξτε τους γλουτούς και πιέστε τα πίσω μέρη των μηρών σας μεταξύ τους. Kάντε τα πέλματα «τσαρούχι» και τεντώστε τα χέρια πίσω από το κεφάλι. (από το διαδίκτυο, περιοδικό Vita).

  2. Τσαρούχι είπαμε, όχι μύτη! μη νομίζετε ότι δεν σας βλέπω! Να πονάει θέλω!

τσαρούχι (από ironick, 15/11/08)μύτη (από ironick, 15/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση προέρχεται από εργασιακό χώρο και είναι φυσικά αυτοαναιρετική: κάποιος σου ζητάει μια χάρη ή βοήθεια πάνω στη δουλειά (ημι-φιλικό χώσιμο). Εσύ προσποιείσαι αρχικά τον ικανότερο, συναδελφικότερο και σεμνότερο των υπαλλήλων, τον υπερανθρώπινο πόρο Γουίνστον Γουλφ, λέγοντάς του αυτό το δωρικά ανακουφιστικό και απέριττα μεγαλοπρεπές «Άσ' το!».

Μετά έρχεται η σκληρή αναίρεση-προσγείωση με το «κάν' το συ»... και τέλος! ολωνών έχει πήξελιάσει το μουνί. Άντε να 'ούμε, έχετε βρει το μαλάκα μου φαίνεται...

Περικλής: - Ρε Βαγγέλα, να σου πω ρε φίλε δυο λεπτά, πάμε στην κουζίνα...(Κουζίνα)... Λοιπόν, ρε συ, δε με φτάνανε όλα τα άλλα, μ' έβαλε να φτιάξω και το μπάτζετ για την Μποτάκης - Κορδόνη
Βαγγέλας: - Ε;
Π: - Ε, ναι ρε συ, ξέρεις ότι εγώ με τα μπάτζετ δεν το 'χω, όχι τίποτ' άλλο ρε φίλε, αλλά άμα δε φύγει το ρηπόρτ θα πάρουμε φράγκα όλοι στο αγελαδοκούρεμα... Εσύ τώρα είσαι πιο χαλαρός σ' άκουσα που τό 'λεγες ρε συ, και το 'χεις με τα οικονομικά... ξέρω γω να 'ούμε...;;;
Β: - ... Άστο...
Π: - ... Λες ρε φίλε... δηλαδή, τό' χεις;... τι άσ' το;
Β: - Άσ' το λέμε... κάν' το συ!
- ...
Π: - Έ, α γαμήσου ρε μαλάκα, εγώ φταίω που σου μιλάω, αφού όλη μέρα ρε τρόμπα στο σλάνγν τζηαρ είσαι, μαλάκα...
Β: - χμμμμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαστήρ –εκ του Συνδρόμου Π**ολλαπλής **Αυτομπαγαποντοδοτικής Στήριξης (Σ.Π.Α.Στηρ.)– αποκαλείται η νεοδιαγνωσθείσα μετάλλαξη του κλασσικού μπαγαποντοδοτισμού, με έντονα όμως στοιχεία σπασαρχιδισμού και σπαμαρχιδισμού.

Οι σπαστήρες συνήθως χαρακτηρίζονται από τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:

1. Εγγράφονται με δύο ή περισσότερους κωδικούς,

2. Οι πολλαπλές τους περσόνες πρωτοεμφανίζονται την ίδια μέρα και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα,

3. Ανταλλάσουν σπέκια, φιλοφρονήσεις και μπαγαποντοδοτούν υπέρ αλλήλων,

4. Συχνά αποκαλύπτονται, μέσα στον ενθουσιασμό τους, καθώς ταυτόχρονα βάζουν το ίδιο λήμμα με πανομοιότυπο σχεδόν ορισμό.

Η βιβλιογραφία αναφέρεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες σπαστήρων:

1. Οι Ψυχοσπαστήρες:
Αυτοί πάσχουν από παραλλαγή του συνδρόμου MPD (Multiple Pagapontic Disorder). Zούνε σ’ ένα όνειρο που τρίζει, είναι παντελώς για δέσιμο, αλλά συνήθως δεν είναι επικίνδυνοι παρά μόνο για τον εαυτό τους. Με την πάροδο του χρόνου συνήθως εκφυλίζονται σε τρολ και ωσεκτουτού αποχωρούν από το σάιτ μόλις νοιώσουν την παρατεταμένη περιφρόνηση των θαμώνων.

2. Οι Ξενεροσπαστήρες:
Οι σπαστήρες αυτοί δεν είναι ψυχασθενείς. Ενδέχεται μάλιστα να είναι γνωστοί, ακόμα και διακεκριμένοι λημματοδότες , οι οποίοι για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν υιοθετούν δύο περσόνες και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα τα οποία πολλές φορές είναι καλά έως και ευφυέστατα. Τα κίνητρα τους είναι λιγότερο αυτονόητα από εκείνα των ψυχοσπαστήρων. Μερικοί έχουν οι ίδιοι πέσει θύματα τραυματικής μπαγαπονοτοδοσίας στα παιδικά τους χρόνια, και βάζουν στοίχημα ότι φορώντας την μάσκα του εκδικητή μπορούν να ανέλθουν στο τοπ 10 της βαθμολογίας σε χρόνο dt, παραδίδοντας μάλιστα και μάθημα σε μερικούς μερικούς. Άλλοι πάλι απλούστατα το κάνουν για πλάκα. Στη τελευταία ανάλυση οι ξενεροσπαστήρες καταφέρνουν να ξενερώνουν τόσο τους ενάρετους θαμώνες του σάιτ, όσο και τον εαυτό τους.

Οι γνώμες των ειδικών διίστανται για την ταξινομία των κρουσμάτων που πρόσφατα (24/11/2008) εκδηλώθηκαν στο σλάνγκ ντοτ τζιάρ. Ωστόσο, όλες οι αποχρώσες ενδείξεις συνηγορούν ότι πρόκειται για ξενεροσπαστήρες.

Είπαν για τους σπαστήρες:

«...μια εν δυνάμει βόμβα στα θεμέλια του σάιτ. Ίσως, ίσως μια βόμβα στα ίδια τα θεμέλια του πολιτισμού μας όπως τον ξέρουμε. Τι απέγινε άραγε η Τιμή, η Ειλικρίνεια, τι απέγινε η Αγνότητα, τι απέγινε το πτώμα του Jimmy Hoffa;...»

«....πιστεύω πως (...) πίσω από δαύτους είναι ένας δικός μας...»

«μπορεί νά 'ναι κολλητάρια που παίζουνε μαζί στο σλάνγκ. Μπορεί... Άς το ψάξει ο ρουμάνος

«...τέτοιοι λογαριασμοί αργά ή γρήγορα έστω και ανεπίσημα, γίνονται αντιληπτοί! (...) Πάντως μου έβαλες ψύλλους στ' αφτιά!»

«...αυτός ο πραγματικά προικισμένος νέος θα ασυδοτεί δίχως αντίδραση από μένα τουλάχιστον, λόγω του ότι είναι προικισμένος λημματοδότης... αν όμως αποδειχθεί βραχύβια αυτή του η εποχή της ακμής και συνεχίσει τη λοβιτούρα, θα πέσει πέλεκυς!»

αποκαλύπτουμε! (από xalikoutis, 27/11/08)(από Vrastaman, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι γεγονός πως η λήξη ενός ποδοσφαιρικού ματς, δίνεται με το σχετικό σφύριγμα του διαιτητή του ματς.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση το ματς παρομοιάζεται με το εργασιακό ωράριο και η λήξη του με τη λήξη του εργασιακού ωραρίου. Διαιτητής δεν είναι άλλος από το ρολόι που θα σημάνει την αναμενόμενη ώρα λήξης της εργασίας.

Ο όρος εκφράζει την αναμονή των εργαζομένων για την πολυπόθητη αναμενόμενη ώρα λήξης του ωραρίου τους, ώρα που θα τερματιστεί η κούραση για την πληθώρα των ιδιωτικών υπαλλήλων και η δράση των σπαζαρχίδικων αφεντικών τους πάνω τους, παρά τη γραψαρχιδίνη που παίρνουν ορισμένοι εξ αυτών. Αυτή η ώρα δε, θα σημάνει τον τερματισμό της πλήξης που αισθάνεται η μάζα του δημοσίου τομέα απ' τον παρατεινόμενο σταρχιδισμό.

Συναφείς φράσεις: Σε πόση ώρα το σφυρίζει; Το σφύριξε;

Σημείωση:
Ο όρος δεν έχει τόσο νόημα στις περιπτώσεις που δεν μπορεί να εκτιμηθεί η ώρα λήξης ωραρίου (λόγω ανάγκης διεκπεραιώσεως ανειλημμένων ημερήσιων υποχρεώσεων). Αυτό μπορεί να συμβεί σε ιδιοκτήτες ατομικών επιχειρήσεων, σε προϊστάμενους - διευθυντές εταιρειών του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα καθώς και σε ειδικό προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με συγκεκριμένες ημερήσιες υποχρεώσεις.

Σε δημόσια υπηρεσία, λίγο πριν τη λήξη του ωραρίου, οι τσουγκράνες και οι κασμάδες έχουν πάρει φωτιά απ' το υπερβολικό ξύσιμο. Άλλοι ασχολούνται με τη δημιουργία λημμάτων στο slang (αλλά πού... έμπνευση;), άλλοι κοιτούν τα mail με τσόντες που μόλις παρέλαβαν, άλλοι σερφάρουν (αλλά το δίκτυο αργό), κάποιες υπάλληλοι κουβεντιάζουν για επείγουσα χοντοθεραπεία, κλπ. Η πλήξη και η βαριεμάρα στο ζενίθ. Τα γαμημένα λεπτά δεν περνάνε.

Κάποιος πελάτης πλησιάζει έναν υπάλληλο με τον οποίο έχει συχνές συναλλαγές και που η όψη του δείχνει, πως βαριέται τη ζωή του. Με το θάρρος που έχει απέναντι του, του λέει:

- Τι έγινε ρε Νώντα; Γιατί είσαι έτσι;
- Άστα. Περιμένω να το σφυρίξει, να σηκωθούμε να φύγουμε, αλλά η γαμημένη η ώρα δε λέει να περάσει με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν το φάσμα παρεχόμενης ποιότητας γνώσης στην Αγγλία είναι τεράστιο.Υπάρχουν πολύ δυνατά πανεπιστήμια,αλλά και άλλα που είναι για τα μπάζα.

Ο όρος προέρχεται από τη λέξη Πούτσος και την κατάληξη -στερ, κατάληξη που θυμίζει αγγλική πόλη (π.χ: Manchester, Lancaster, Doncaster κλπ). Επομένως ο όρος αναφέρεται σε ftp αγγλικό πανεπιστήμιο. Σε πανεπιστήμιο του πούτσου δηλαδή. Μιλάμε δηλαδή για ένα Αγγλικό Πανεπιστήμιο του Μίκι Μάους, που δίνει αμφιλεγόμενου κύρους πτυχία. Οι δε απόφοιτοι του θεωρώντας τους άλλους βλήτα προσπαθούν λέγοντας τη φράση
τελείωσα αγγλικό πανεπιστήμιο να δώσουν την εντύπωση πως έχουν high class μόρφωση, πως είναι γκουρού και μεγάλοι μαγίστροι.

Το κακό όμως είναι πως κάποια στιγμή ψάχνοντας για καριέρα επιπέδου, θα πέσουν σίγουρα σε εργοδότες που γνωρίζουν την κατάσταση και εκεί δε θα μπορούν να υποστηρίξουν το μύθο τους.

- Θυμάσαι που ο Γιάννης μας έλεγε πως έχει κάνει καραμπινάτες σπουδές στην Αγγλία; Θυμάσαι το ύφος του;
- Πως δε θυμάμαι; Ξεχνιέται αυτό;Καμάρωνε σα γύφτικο σκερπάνι, είχε ένα ύφος ν καρδιναλίων και νόμιζε πως είχε πιάσει τον Πάπα απ΄τα αρχίδια.
- Άστα. Μούφα η δουλειά. Απ' ότι μου 'πε ένας φίλος μου που τυγχάνει συνάδελφος του, είναι καραάσχετος
- Καλά... Αγγλικό Πανεπιστήμιο τελείωσε. Πώς γίνεται να είναι άσχετος;
- Το θέμα όμως δεν είναι αν τέλειωσε Αγγλικό πανεπιστήμιο, αλλά ποιό. Αυτός απ' ότι έμαθα δεν τέλειωσε κανένα σοβαρό. Το Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ τέλειωσε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν ο DJ (ντι-τζέι), ή ολογράφως ο disc jockey (ντίσκ τζόκεϊ), σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι αυτός που επιλέγει και βάζει δίσκους σε ντισκοτέκ, σε μουσικές εκπομπές κλπ.

Αντιστοίχως ο TJ (τι-τζέι), ή ολογράφως ο telephone jockey (τέλεφον τζόκεϊ) είναι αυτός που επιλέγει να απαντήσει εναλλακτικά σε εισερχόμενες κλήσεις, είτε στην ίδια συσκευή, είτε σε διαφορετικές συσκευές, είτε στην κονσόλα τηλεφωνικού κέντρου κλπ επί σχετικά μακρό χρονικό διάστημα.

Οι συσκευές μπορεί να είναι είτε κινητές, είτε σταθερές (ενσύρματες ή ασύρματες), είτε συσκευές VoIP κλπ.

- Άσε, χθες γιόρταζα και τις απογευματινές ώρες με πήραν μαζεμένα δεκάδες άτομα. Κι ανάμεσα τους άτομα που είχα να τα ακούσω από πέρσι τέτοια μέρα. Από Βέροια, από Χάλκη, απ' όλη τη χώρα. Κι ήμουνα συνέχεια σε ένα ατέλειωτο πήγαινε έλα κι έλα. Από το κινητό στο σταθερό... και τούμπαλιν. Και το μυαλο σέικερ. Να παίρνει σε dt άσχετα data από παντού. Στο τέλος της φάσης, δεν είχα μυαλό. Ρώσικη σαλάτα είχα.
- Εμ... τα 'χουν αυτά οι τι τζέι φίλε. Και πως συνήλθες μετά ρε εσύ;
- Με κρασοκατάνυξη μέχρι τελικής πτώσεως. Το...γιατρικό!!! Τώρα είμαι χάι κι όπου με πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μετροπόντικας είναι ο ειδικός εκσκαφέας που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σήραγγας στην κατασκευή του μετρό. Όπως λέει άλλωστε και το Σιδηρό Προσωνύμιο, η λέξη μετροπόντιικας προέρχεται από παράφραση της λέξης τυφλοπόντικας, αφού η υπόγεια κίνηση του παρομοιάζεται με την κίνηση του τυφλοπόντικα που σκαλίζει προκειμένου να κινηθεί. Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται η ιδιότητα κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό που είναι η φράση «χαμηλό επίπεδο».

Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η φράση του λήμματος, έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και εκφράζει το συμπέρασμα κάποιου σχετικά με το επίπεδο κάποιου άλλου (βλ. παραδείγματα 1,2), ή κάποιας ομάδας ατόμων (βλ. παράδειγμα 3) που, κατά τη γνώμη του, είναι χαμηλό. Προκειμένου δε, να δώσει έμφαση στην άποψη του, βρίσκει και καλά... το επίπεδο του θεωρούμενου ατόμου ή της θεωρούμενης ομάδας, χαμηλότερο από το υπόγειο επίπεδο εκσκαφής του μετροπόντικα.

Σημείωση
α) Ως επίπεδο μπορούμε ανάλογα με την περίπτωση να μιλάμε: για νοητικό επίπεδο παραπέμποντας σε άτομο με άι κιού ραδικιού (βλ. παράδειγμα 1), για επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας (βλ.παράδειγμα 2), για επίπεδο ευθύνης (βλ. παράδειγμα 3) κ.λπ.
β) Πολλές φορές, μετά τη λέξη «χαμηλότερο», ακολουθεί μικρή παύση για να προετοιμάσει τον άλλον για τη συνέχεια της φράσης (επίπεδο μετροπόντικα).
γ) Στο λήμμα η λέξη «χαμηλότερο» μπορεί να αντικατασταθεί και με τη λέξη «χειρότερο».
δ) πολλές φορές σε μια τέτοια συμπερασματική φράση μπορεί να γενικεύονται κρίσεις ατεκμηρίωτα (βλ.παράδειγμα 1)

  1. - Καλά ρε μαλάκα, πώς σφουγγαρίζεις έτσι; Αχρηστος είσαι. Σκατά! τα 'κανες. Κοίτα να μαθαίνεις (του δείχνει).
    - Α έτσι έπρεπε; Δεν ήξερα.
    - Καλά... Απ' ό,τι φαίνεται... έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Παραδέξου το.
    - Κάτσε ρε... Αυτό δεν το 'ξερα... Οκ. Μη γενικεύεις όμως.

  2. - Είσαι μαλάκας, είσαι μουνόπανο, είσαι αρχίδι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο είσαι.
    - Βρίσε, βρίσε, βρίσε. Όσο βρίζεις, τόσο θα ενισχύεις τη γνώμη μου για το επίπεδο σου.
    - Τι εννοείς;
    - Εννοώ πως έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αατα

  3. - Εκεί στη δημόσια υπηρεσία που δουλεύουμε, προκειμένου να 'χουμε λούφεν_ τούφεν, στέλνουμε που και που, δουλειά που μπορούμε να την κάνουμε, σε υποκατασκευάστριες εταιρείες. Δεν υπάρχει άλλος λόγος πέρα απ' τη λούφα μας. Κάτι οι επιδοτήσεις, κάτι οι κρατικές ενισχύσεις, τη βγάζουμε κοτσάνι.
    - Και μπορείτε;
    - E... Λες να μην έχουμε βρει τρόπους;Σαράντα χρόνια...
    Του εξηγεί: μπλα... μπλα... μπλα...
    - Ε, πάει και τελείωσε. Έχετε επίπεδο χαμηλότερο... κι από επίπεδο μετροπόντικα.Νισάφι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος -α δε λέει να παντρευτεί παρά το πέρασμα μίας πλειάδας Μαΐων από πάνω του / της, μπορεί να:

  • μην του / της έχει γίνει ακόμα το ανάλογο κλικ
  • έχει θέσει ψηλά τον πήχη για τις προδιαγραφές του / της συντρόφου
  • νιώθει πως εγκλωβίζεται σε ένα γάμο και να θέλει να ζει σαν ελεύθερο πουλί. Οπότε προκειμένου να προσφέρει στο σύντροφο του απλόχερα τις περικοκλάδες ως αποδημητικό πτηνό, προτιμά να μείνει ανύπαντρος
  • θεωρεί πως η καριέρα του περιορίζεται από ένα γάμο
  • μη θέλει να αναλάβει τέτοιες ευθύνες
  • μη νιώθει κατάλληλος για τέτοιο ρόλο
  • έχει συνηθίσει έτσι κλπ

Τότε μοιραία δέχεται πίεση από τους γονείς του προκειμένου να παντρευτεί και να μη μείνει στο ράφι. Η πίεση μπορεί να αυξηθεί όταν αυτός -ή ζει με τους γονείς του / της, όταν δεν έχει αδέρφια κι όσο οι γονείς μεγαλώνουν. Οι γονείς μπορεί να μηχανευτούν διάφορες μεθόδους για να τον / την παρακινήσουν, μεθόδους που προμοτάρουν τα καλά του γάμου και που μποϊκοτάρουν τα αρνητικά του μπάκουρου βίου.

Όταν όμως αυτός -ή τύχει και αντιληφθεί (σωστά ή λαθεμένα) πως πίσω από τα τεχνάσματα, το κύριο κίνητρο πίεσης έχει να κάνει με το γεγονός πως οι γονείς του ζηλεύουν που δεν έχουν ένα... δύο, χ εγγονάκια να ασχολούνται μαζί τους (όπως έχουν άλλοι κατά πολύ μικρότεροι τους), τότε αυτός αρχίζει να νομίζει (σωστά ή λαθεμένα), πως οι γονείς του / της, τον / την βλέπουν ως εγγονομηχανή (μηχανή που συμβάλλει στην παραγωγή εγγονών).

  1. - Άσε, πάλι χθες μου πρήξαν το κεφάλι για να παντρευτώ. Λένε πως είμαι τόσο χρονών γαϊδάρα και πως πρέπει επιτέλους να κάνω τη δική μου οικογένεια, να κάνω παιδιά κλπ κλπ...
    - Και τι τους είπες;
    - Τους είπα πως δε μ' απασχολεί προς το παρόν, πως έχω άλλες προτεραιότητες, πως δε γουστάρω σκλαβιά κλπ κλπ.
    - Ναι συνέχισαν το γνωστό τροπάρι, ε;
    - Ναι... Άστα, έχω αρχίσει να πιστεύω πως ο πραγματικός λόγος που με πρήζουν είναι... τα εγγονάκια. Με ρώτησαν όμως αν εγώ επιθυμώ να γίνω εγγονομηχανή;

  2. - Είσαι τόσο χρονών μαντράχαλος και είσαι ακόμα ανύπανδρος. Πότε θα παντρευτείς;
    - Ωχ....τα ίδια Παντελάκη τα ίδια Παντελή μου, άνοιξε το σλιπάκι μου και πιάσε το...
    - Τι λες ρες; Πώς μιλάς έτσι; Δε ντρέπεσαι;
    - Όχι.
    - Εγώ πάντως ντρέπομαι όταν μας ρωτάει η κάθε μια περμαθούλα αν παντρεύτηκες και δεν ξέρουμε τι να της απαντήσουμε. Μα να 'χουν όλοι οι γνωστοί μας εγγόνια και εμείς να μην έχουμε; Για πότε δηλαδή το βλέπεις πως θα μας χαρίσεις αυτή τη χαρά; Φύγαν τα χρόνια μας.
    - Τι να πω; Πάρτε παράταση. Η εγγονομηχανή μου πάντως έχει εγγύηση εφόρου ζωής.
    - Της δικής σου ζωής όμως. Όχι της δικής μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραδοσιακός όρος του Εκκλησιαστικού Κανονικού Δικαίου. Συνήθως λέγεται «αντικανονική εισπήδησις». Σημαίνει αντικανονική διεκδίκηση εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, λ.χ. μνημόνευση ή διοικητική παρέμβαση, σε επαρχία άλλου επισκόπου, συνήθως από Πατριάρχη ή Αρχιεπίσκοπο σε επίσκοπο μικρότερης επαρχίας.

Τον όρο επανέφερε στην δημοσιότητα ο Μητροπολίτης Ζακύνθου στον αγώνα του εναντίον του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Και χρησιμοποιήθηκε πολύ στην διαμάχη μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το αν η πρώτη δικαιούται να διεκδικήσει την δικαιοδοσία στις «Νέες Χώρες» (Μακεδονία, Θράκη, ανατολικό Αιγαίο, Ήπειρος), ή αν πρόκειται για «αντικανονικήν εισπήδησιν». Χάι-λάιτ της χρήσης του όρου από εκκλησιαστικούς άνδρες, ήταν η χρήση του από τον Οικουμενικό Πατριάρχη σε άπταιστη καθαρεύουσα και με επιτηδευμένη μακρόσυρτη φαναριώτικη εκφορά - απειλή: «Δεν θα ηθέλαμεν να υπενθυμίσωμεν τι έπαθεν ο τελευταίος που επεχείρησεν αντικανονικήν εισπήδησιν καθ' ημών....». Με πολλά αποσιωπητικά...

Γενικά, η «αντικανονική εισπήδησις» είναι η αγαπημένη συνήθεια πολλών μητροπολιτών και επισκόπων και αυτό που προσπαθεί να κάνει ο ένας στον άλλο. Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα και για: α) Υπονοούμενα που αιωρούνται απειλητικώς.
β) Ως λόγιο ισοδύναμο του χυδαιότερου «Τό 'χεις πηδήξει το θέμα!», ειδικά για άτομα που εισπηδούν απρόσκλητα (σ)την συζήτηση. γ) Για παραβιάσεις του εθιμικού δικαίου μέσα σε μια παρέα, λ.χ. αντικανονική διεκδίκηση κεράσματος σε εστιατόριο-μπαρ, πέσιμο σε λάθος γκόμενα, αντικανονική προσφορά προστασίας-βοήθειας σε γκόμενα, όταν δεν είσαι ο φυσικός βοηθός-προστάτης της κ.ο.κ.

- Άκουσες, Μήτσο μου, τι λένε, ότι θα γίνει αντικανονική εισπήδησις; - Δεν ξέρω τι λένε, Κούλα μου, αλλά καλού κακού κάνε κανά μπιντέ.

- Καλά στην Δεβόρα βρήκες να την πέσεις; Αυτή είναι η γκόμενα του Βάγγελα! Κοίτα μην κάνεις καμιά αντικανονική εισπήδησιν! Θα σε τουλουμιάσει!

- Όχι, ρε φίλε, δεν μπορείς να κεράσεις εσύ το ποτό της Μαριλούς, όσο είμαι εγώ στο τραπέζι. Είναι αντικανονική εισπήδησις.
- Εντάξει, πάω πάσο...

(από Khan, 18/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εγκυμονούσα. Αντίστοιχα το χαβιάρι είναι η εγκυμοσύνη.

- Τι γίνεται ρε φίλε; Έμαθα ότι η Σουζάνα είναι χαβιαρωμένη. - Ναι, την είδα με μια κοιλιά να! Μπράβο ο Βασιλάκης, την έκανε πάλι την δουλειά του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified