Further tags

Έκφραση που σημαίνει: Εξ υπαρχής, χωρίς περιθώριο αντίδρασης, ακαριαία, πρωθύστερα, κατ’ ευθείαν, αιφνιδιαστικά.

Συνώνυμο του γκολ απ' τα αποδυτήρια, αφού προέρχεται απο την ποδοσφαιρική αργκό, δηλαδή στην πλήρη μορφή της, η έκφραση έχει ως γκόλ απ’ τα μπετά, το’ βαλε απ’ τα μπετά κλπ, δηλαδή αιφνίδια επίθεση απο τις τσιμεντένιες βάσεις-κολώνες-κερκίδες του σταδίου, πριν καν αρχίσει το ματς.

Σημείωση: Μπετά=εξελληνισμένος πληθυντικός του γαλλικού μπετόν (όπως το μαγιώ-τα μαγιά, το ζαμπόν-τα ζαμπά, το καρμπόν-τα καρμπά, το ταμπόν-τα ταμπά, το ταμπλώ-τα ταμπλά, το βιτρώ-τα βιτρά κ.ο.κ.). Αντίστροφα δεν πολυσυνηθίζεται εκτός ολίγων περιπτώσεων π.χ. τα μπανιερά-το μπανιερό, τα μήντια/μύδια-το μήντι/μύδι, ενώ τα κρασιά Καμπά παραμένουν ως έχουν στον ενικό.

Αφιερωμένο στον (παροδικώς ελπίζω) αποχωρούντα Μπούμπη και στον Μπετατζή λόγω συναφείας...

- Πότε δίνεις για δίπλωμα οδήγησης;
- Λέω σε κανα-δυο μήνες.
- Έχεις ταΐσει τους εξεταστές;
- Μπααα... Αφού οδηγώ απ’ τα δεκάξι μου, τί τώρα;
- Καλά αγόρι μου, αν δε λαδώσεις σε κόβουνε απ’ τα μπετά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στους Η/Υ σημαίνει τα άλλ' αντ' άλλων αποτελέσματα που οφείλονται, συνήθως, σε λανθασμένο λογισμικό (βλ. software). Χρησιμοποιείται ενίοτε και ο συγγενής όρος «αρκούδες», που όμως σημαίνει κυριολεκτικά τα τερατώδη ψέμματα, τις ανακρίβειες.

  1. Ρε Μήτσο, έκανα τις ρυθμίσεις τού KDE όπως μου είπες και μου βγάζει αρκούδια. Δε γαμιέται, παλιά μου τέχνη κόσκινο, ξαναγυρνάω σε Gnome.

  2. Μετά την αλλαγή που έκανες στα εκτυπωτικά, η μισθοδοσία βγάζει αρκούδες.

  3. Το σλανγκρ μου έβγαζε αρκούδια χθες, αλλά ήταν το character set. Το γύρισα σε UTF-8 και συνήλθε.

Αρκούδια (από panos1962, 09/11/09)Μετά τις τελευταίες ρυθμίσεις στο Adobe Photoshop (από panos1962, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά την συγκομιδή των καπνών ακολουθεί μια ειδική επεξεργασία τους που ονομάζεται παστάλιασμα. Τα φύλλα του καπνού, ένα προς ένα ξεχωρίζονται και τοποθετούνται πάνω σε ντάνες, συνήθως αφού τρυπηθούν από μια βέργα. Η λέξη χρησιμοποιείται για τους ανθρώπους που μαζεύουν μετά μανίας φράγκα, χωρίς να τα ξοδεύουν, με άλλα λόγια είναι τσιγκούνηδες

- Πόσα λεφτά βγάζει αυτός ρε;
- Πάρα πολλά, αλλά ζει σαν καρμίρης, δεν ξοδεύει τίποτα. Μόνο να τα πασταλιάζει ξέρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταφερσιμότητα (portability) προγραμμάτων στους Η/Υ. Ο όρος προέρχεται από γαλλοποίηση και συνακόλουθη παραφθορά της λέξης portability -> πορταμπιλιτέ -> πορταμπιντέ. Η χρήση του όρου κρίνεται απαραίτητη, καθώς ο αγγλικός όρος, αλλά και ο ελληνικός είναι γλωσσοσπάστες.

  1. - Ρε μεγάλε, το 'χεις ρίξει στη Java. Γιατί έτσι;
    - Γιατί έχει και γαμώ τα πορταμπιντέ· κάνω πρόγραμμα και μου τρέχει από Cray μέχρι κινητό τηλέφωνο!

  2. - Πήραμε το καινούριο Compiz. Είναι κατσεκαλάν!
    - Κατσεκαλάν μπορεί να είναι. Δες όμως και το πορταμπιντέ μην πάθεις καμιά κασκαρίκα.

  3. Πολύ καλό το καινούριο GUI. Έχει και πορταμπιντέ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος έλκει την καταγωγή από την αργκό των Η/Υ. Πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο του γκουρού που σημαίνει ειδήμων, βαθύς γνώστης θεμάτων των Η/Υ και της Hi Texh γενικότερα. Το λέμε συνήθως για άσχετους που το παίζουν επαΐοντες. Στην κυριολεξία, κουρού είναι είδος τυροπιτακίου χωρίς σφολιάτα (βλέπε σχετικό μήδι).

  1. -Άκουσα ότι αυτός ο καινούριος είναι γκουρού.
    -Κουρού είναι! Χθες μου γάμησε το registry και δεν μπορώ να το συνεφέρω.

  2. Ήρθε απ' την εταιρεία ένας κουρού και τα έκανε κουλουβάχατα. Όλοι οι servers αλλάξαν IP. Τι να σου πω, χαμός. Μπλέχτηκαν τα σώβρακα με τις φανέλεςμ!

Τυροπιτάκια κουρού (από panos1962, 06/11/09)Εργασίες αποκατάστασης μετά από παρέμβαση κουρού (από panos1962, 06/11/09)Richard Stallman (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον αρχηγό, το συντονιστή μιας ομάδας ή ενός project. Κυριολεκτικά σημαίνει τον προπονητή αθλητικής ομάδας. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτός που έχει το γενικό πρόσταγμα και αυτός ο οποίος θα ακούσει τα μπινελίκια σε περίπτωση αποτυχίας ή ακόμη και ατυχίας.

Στην αργκό μπορεί να συναντήσετε και τα πιο σοφιστικέ «κότσης» και «κότσας», που έχουν και μια δόση «κότσια» (guts, αρχίδια). Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με το «κώτσος», που έχει τελείως διαφορετική σημασία. Γενικά ο όρος θεωρείται επαινετικός και φανερώνει την αποδοχή του υποκειμένου από την ομάδα.

  1. Γεια σου ρε κόουτς!

  2. Κόουτς, έχουμε πρόβλημα! Οι πολυπλέκτες τα 'παιξαν. Μόνο εσύ μπορείς να σώσεις την κατάσταση. Θα 'ρθεις λίγο;

  3. - Το κάνω με τον παλιό τρόπο και δε γαμιέται, βαρέθηκα!
    - Αν σε πιάσει ο κόουτς θα σε σκίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάφλας λέγεται ο τσίγκος, ένα μεγάλο κομμάτι από τσίγκο που καλύπτει διάφορα μέρη από κατασκευές, μπαλώματα στα παλιά σπίτια, διότι φθηνό και βολικό.

— Έχεις κανένα κομμάτι πάφλα να καλύψω το γκαράζ γιατί γέμισε νερά;
— Φίλε ό,τι θες, μόνο κάρφωσέ το καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος έρχεται από την αθλητική ορολογία (συναντάται σε μπάσκετ, ποδόσφαιρο, κλπ). Που αναφερόμαστε;

Μιλάμε για έναν προπονητή που ξέρει πως έχει καβάτζα από άξια και αρκετά άτομα στον πάγκο των αναπληρωματικών, για όλους τους απαιτούμενους ρόλους (π.χ. επιθετικούς, αμυντικούς, κλπ) και συνεπώς έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις προκύπτουσες συγκυρίες κατά τη διάρκεια ενός ματς (π.χ. ένας παίκτης χτύπησε, ή δεν αποδίδει όπως θα αναμενόταν, κουράστηκε, κλπ. Θα μπορούσε ακόμη ο προπονητής να θέλει να αλλάξει μορφή στο παιχνίδι, ή να θέλει να ανταποκριθεί επιτυχώς στην αλλαγή της μορφής του παιχνιδιού που επέφερε ο αντίπαλος, κλπ). Στόχος του είναι να διατηρεί συνεχώς σε υψηλά στάνταρ την απόδοση της ομάδας του κατά τη διάρκεια ενός ματς ώστε να μπορέσει η ομάδα του να αναδειχθεί νικήτρια (βλ. παρ. 1).

Διευρύνοντας την παραπάνω έννοια, μιλάμε για την αξιοποίηση του στελεχιακού δυναμικού του κατάλληλου πάγκου (επάρκεια καταρτισμένων και έμπειρων στελεχών) για όλους τους τομείς δράσης ενός οργανωμένου συνόλου (π.χ. κράτους, εκκλησίας, εργοστασίου, τράπεζας, κλπ) από κάποιον που έχει την ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία του συνόλου αυτού.

Αυτός θα πρέπει στο κατάλληλο timing να μπορεί να χειριστεί επάξια τις προκύπτουσες αντιξοότητες και τις προκύπτουσες ευκαιρίες ώστε το αναφερόμενο οργανωμένο σύνολο να καταφέρει να επιτύχει τους στόχους του κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο.

Αν βέβαια ο τύπος αποδειχτεί κατώτερος των περιστάσεων (κακός σχεδιασμός δράσης, κακή οργάνωση, πυροσβεστική ή ανεπίκαιρη προσπάθεια για αντιμετώπιση μιας δυσμενούς κατάστασης, κλπ.) τότε ότι πάγκο κι αν έχει το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο βλ. παρ.2).

  1. Μα κυρίως φταίει κι ο τρομερός πάγκος! Δεν είναι δυνατόν να βγάζεις με την ίδια ενδεκάδα όλο το πρωτάθλημα... Κι αυτό γιατί δεν έχεις πάγκο! Δες

  2. Ψηφίστε μας είμαστε άχρηστοι. Ποιος το λέει; Οι νεοδημοκράτες βεβαίως. Δηλαδή δεν το λένε ακριβώς έτσι αλλά όποιον νεοδημοκράτη ρωτήσεις γιατί τα σκάτωσε ο Καραμανλής θα σου απαντήσει, ότι ο ίδιος είναι καλός, αλλά δεν είχε πάγκο. Δεν έχω πάγκο σημαίνει δεν βρίσκω άξιους να ρίξω στο παιγνίδι. Είναι δηλαδή όλοι άχρηστοι στον πάγκο. Και αυτό το δηλώνουν υπερήφανα οι ψηφοφόροι του κουρασμένου. Δες

(από GATZMAN, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάσο τύμπανο στα ντραμς. Όπως λέει η Βίκυ, «παίζεται μέσω ενός πεντάλ το οποίο είναι τοποθετημένο στο μπροστινό μέρος, όπου κάθεται ο ντράμερ (...) Στη ροκ και ποπ μουσική, συνήθως ο ήχος της μπότας μετρά το 1ο και 3ο μέρος ενός μέτρου σε ρυθμό τεσσάρων τετάρτων (4/4)».

Νομίζω ότι είναι αυτό που στα αγγλικά λέγεται «foot drum» ή «kick drum», που το κλωτσάς δηλαδή. Προφ επειδή η ροκιά απαιτεί μπότα (άρα το κλωτσάς με δαύτην) πήρε και την ονομασία αυτή στα ελληνικά...

Η μπότα βαράει καλά, βαράει ξερά, βαθιά και αλύπητα και έχει πολύ χαρακτηριστικό ήχο.

- Γαμώ τα κομμάτια αυτό ε;
- Τι γαμώ τα κομμάτια ρε μαλάκα, μας έχει ξεσκίσει στη μπότα...

Got a better definition? Add it!

Published

Η έκφραση έλκει την καταγωγή της από τη μοδιστρική και το πλέξιμο. Είναι γνωστό ότι μια μπλούζα έχει ως κύρια συστατικά τμήματα το εμπρός τμήμα («μπροστινή»), το πίσω τμήμα («πισινή») και τα μανίκια. Υπάρχουν βέβαια και άλλα σημαντικά τμήματα όπως ο λαιμός, τα λάστιχα κλπ, ο κορμός όμως είναι «μπροστινές, πισινές και μανίκια».

Στα σλάγκικα η έκφραση χρησιμοποιείται χλευαστικά για έργα που παρουσιάζονται ως ολοκληρωμένα, αλλά επί της ουσίας λείπουν σημαντικά κομμάτια που καθιστούν το προϊόν άχρηστο και ατελέσφορο. Η κατάσταση αυτή είναι πολύ συνηθισμένη κυρίως στα δημόσια έργα, π.χ. συμφοράι, κτηματολόγιο, TAXIS κλπ.

  1. - Τέλειωσα, αλλά θέλει σύνδεση με GUI, serial interface και δυο τρία μερεμέτια.
    - Κατάλαβα, θέλει μπροστινές, πισινές και μανίκια...

  2. Μας παρέδωσαν το νέο πρόγραμμα, αλλά, από το λίγο που το είδα, λείπουν μπροστινές πισινές και μανίκια.

  3. Ρε συ αυτό δεν τρέχει τίποτα, όλο «Λυπούμαστε, αλλά αυτή η λειτουργία δεν υποστηρίζεται ακόμη» μου βγάζει. Θέλει μπροστινές, πισινές και μανίκια!

μπροστινές, πισινές, μανίκια (από panos1962, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified