Further tags

Η άκρως ενοχλητική μυρωδιά σπόρου που σκάει κατά τη διάρκεια καπνίσματος μπάφου και παραπέμπει σε μυρωδιά φρεσκοψημένης μπριζόλας. Συχνά έχει ως αποτέλεσμα την έντονη αποδοκιμασία του εκάστοτε στρίφτη για την έλλειψη προνοητικότητας που τον διέκρινε καθώς δεν μπήκε στον κόπο να ξεσπορίσει το stuff.

-Πω ρε φίλε πάλι μπριζολίλα... Ποιός άμπαλος έστριψε; Τρίτο που σκάει κι ακόμη στα μισά του γάρου είμαστε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ανατριχίλα που σου έρχεται με το που μυρίσεις μέσα στο τρένο Πακιστανό/Κούρδο/Μουσουλμάνο γενικά που πλύθηκε τελευταία φορά στο περσινό ραμαζάνι, πότη που τα τσούζει από το πρωί ή κυριούλη/κυριούλα που έχει τσακωθεί με το σαπούνι ή πιστεύει ότι σαπούνι είναι περιοχή στην Αφρική. Η τρενιχίλα είναι πολύ έντονη τις πρωινές και μεσημβρινές ώρες του καλοκαιριού... Υπομονή θα κατέβετε.

- Μπήκα που λές στη Βικτώρια και μου ήρθε μια τρενιχίλα άνευ προηγουμένου. Ήταν μέσα 2 διμοιρίες Κούρδοι εργάτες και ένας μπεκρούλιακας. Έφριξα μέχρι να κατέβω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απόλυτη ανία, βαρεμάρα, έλλειψη κινήτρου και όρεξης για οποιαδήποτε κίνηση ή μετακίνηση. Πιθανώς προέρχεται από τον σπάρο, κατά τα λεγόμενα, το πιο βαρεμένο ψάρι της θάλασσας.

Πρωινή/κυριακάτικη σπαρίλα, μ' έχει πιάσει σπαρίλα, τον έφαγε η σπαρίλα κτλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στασιμότητα, βαρεμάρα, παρακμή.

- Τι νέα ρε;
- Σαπίλααααα... τα ίδια και τα ίδια, δουλειά, σπίτι και WoW.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση σκληρή. Ελληνική βερσιόν της αγγλικής λέξης hard-core. Χρησιμοποιείται για άτομα, ταινίες, μουσική.

  1. Έλα μωρή χαρκορίλα...

  2. Καλά, είδα μια τσόντα χτες, και πολύ χαρκορίλα!!!

(από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κάψιμο, κάτι που προκαλεί κάψιμο, ή έγινε από καμένους.

-Πήγα μια βόλτα στη Στουρνάρη και μάντεψε τί είδα σε μια βιτρίνα: Εγκυκλοπαίδεια του Warcraft, 100 σελίδες, με κάτι εικόνες απίστευτες!!!
-Πωπω, μεγάλη καμμενίλα!!

(από PUNKELISD, 03/08/12)Το άξιο nestea. (από Galadriel, 25/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το hardcore (σκληροπηρυνικό). Έκφραση για δύσκολες καταστάσεις και σκληρούς προγραμματιστές με μεγάλα @@. Κυκλοφορεί ως έκφραση στην ελληνική demoscene community.

Πώπω ο τύπος έγραψε ολόκληρο τον κώδικα 100% σε assembly. Μιλάμε για πολύ κορίλα!!!

(από GATZMAN, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επική διάθεση που σε κάνει να θέλεις να φορέσεις την πανοπλία σου, να πάρεις το σπαθί σου, να καβαλήσεις το άλογό σου και να αρχίσεις να θερίζεις εχθρούς (ή κάτι ανάλογο).

Η επικίλα προκαλείται από διάφορα ερεθίσματα: από επική μουσική (π.χ. κλασσική ή epic metal), από επικά έργα, από επικές ομιλίες (π.χ. την ηρωική ομιλία του Churchill το 1942, στον Β' Παγκόσμιο) κτλ. Μια μεγάλη επική στιγμή της σύγχρονης Ελλάδας είναι η τελευταία εκπομπή του Καναλιού 67 (15-9-1993), με τον Βασίλη Λεβέντη να τα δίνει όλα.

  1. - Τι ψωνάρες που είναι αυτοί οι Manowar...
    - Ψωνάρες ξεψωνάρες, τα πρώτα τους άλμπουμ βγάζουν τέτοια επικίλα που θες να πάρεις το σπαθί σου και ν' αρχίσεις να θερίζεις κεφάλια!

  2. - Πώς ήταν η ταινία;
    - Καλά, έβγαζε πολύ επικίλα μιλάμε!

  3. - Ρε τον αλήτη, είδες πώς μας παράτησε για να πάει σε άλλο συγκρότημα;
    - Άσε, έχω τρελά νεύρα... Βάλε Λεβέντη να ακούσω επικίλα μπας και ξεδώσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος δεν πεινά κι έτσι αργεί να τελειώσει το φαγητό του.

- Κοίτα τον πόση ώρα ανακατεύει τα ρεβύθια...
- Ναι, ναι χορτασίλα του μυρίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνεισμα της αγγλικής λέξης pure (αγνό). Χαρακτηρισμός ο οποίος αποδίδεται σε καταστάσεις, σε πρόσωπα, σε τόπους και αντικείμενα που είναι καθολικά αγνά.

-Πςς... Πήτερ Τος! Καλά, το κομμάτι αυτό είναι τρελή πιουρίλα.

-Η παραλία που πηγαίνω κάθε χρόνο έχει απίστευτη ομορφιά. Σκέτη πιουρίλα.

Βλ. και επικίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified