Βρώσιμα βλαστάρια που έχουν χάσει την αρχική τους ζουμερή υφή, έχουν αναπτύξει ίνες ή παραφυάδες. Κυρίως για σπαράγγια και Οβριές.
Μην το μαζεύεις, είναι γεροκοτσανιασμένο.
βρήκα κάτι γεροκοτσανιασμένα.
Βρώσιμα βλαστάρια που έχουν χάσει την αρχική τους ζουμερή υφή, έχουν αναπτύξει ίνες ή παραφυάδες. Κυρίως για σπαράγγια και Οβριές.
Μην το μαζεύεις, είναι γεροκοτσανιασμένο.
βρήκα κάτι γεροκοτσανιασμένα.
Got a better definition? Add it!
Το Amanita Muscaria ή ο Αμανίτης ο μυγοκτόνος είναι το κλασικό κόκκινο μανιτάρι των παραμυθιών με τις άσπρες βούλες. Παραισθησιογόνο και δηλητηριώδες ανάλογα με την ποσότητα, μπορεί να προκαλέσει και τον θάνατο σε μεγάλη ποσότητα.
Δεν υπάρχει ούτε μουρλό.
Βρήκαμε μουρλομανίτες σαν να τις είχαν σπαρμένες.
Got a better definition? Add it!
Μανιτάρια
Πάμε για μανίτες στο βουνό;
μάζευε χόρτο που θα βρεις και μανίτα που γνωρίζεις
Got a better definition? Add it!
Ο γνωστός και ως ηλίθιος - χαζός.
-Δεν έπρεπε να το βάλω έτσι -Αφού είσαι φέσκας
Got a better definition? Add it!
Είναι όρος του πόκερ και υποδηλώνει την ψυχολογική κατάσταση στην οποία έχει εισαχθεί ένας παίκτης εξ' αιτίας προηγούμενου χαμένου πονταρίσματος. Η κατάσταση υποδηλώνει την προσωρινή μανία του παίκτη να ανακτήσει το χαμένο έδαφος άμεσα. Για όσο διάστημα διαρκεί το τιλτάρισμα (ή τιλτ) ο παίκτης δεν μπορεί να εκτιμήσει σωστά την αξία των φύλλων του, αλλά και των αντιπάλων του, επομένως και όλα τα πονταρίσματα που θα κάνει όσο διαρκεί το τιλτάρισμα. Συνήθως το τιλτάρισμα προέρχεται από ένα σωστό και δουλεμένο ποντάρισμα το οποίο πέταξε έξω τον παίκτη σε κάποια προηγούμενη παρτίδα (πχ ο αντίπαλος κυνηγούσε ένα φύλλο στο τελευταίο άνοιγμα και του ήρθε με αποτέλεσμα να εκμηδενιστούν οι πολλές πιθανότητες του παίκτη που χάνει και τιλτάρεται - η λέξη γίνεται ρήμα, μετοχή, απ' όλα γενικά).
Το τιλτάρισμα είναι ο κύριος λόγος για να χάσει ένας επιθετικός παίκτης ή ένας ερασιτέχνης την κάβα του. Όσο πιο έμπειρος είναι ένας παίκτης παίκτης τόσο πιο δύσκολα τιλτάρεται και τόσο πιο εύκολα τιλτάρει τους αντιπάλους του. Ο όρος δεν χρησιμοποιείται μόνο στο πόκερ, αλλά και σε κανονικές καθημερινές καταστάσεις όπου υπάρχει ένα προσωρινό χάσιμο σε ομάδες ανθρώπων.
" Ο αντίπαλος κυνηγούσε την κέντα στον άσσο με Κ και J, ενώ είχαν ανοίξει κάτω 10 και Q. O παίκτης μας είχε δύο δεκάρια στο χέρι κι ένιωθε άχαστος. Ο άσσος όμως στο τέλος τον έκανε να χάσει ένα καλό ποντάρισμα με αποτέλεσμα να τιλταριστει και να χάσει όλη του την κάβα.
Η Ίντερ με νίκη επί της Μίλαν την προσπερνούσε στη μάχη για την έξοδο στην Ευρώπη. Ενώ το σκορ είναι 2-0 στο 85, η Μίλαν με δύο γκολ (το δεύτερο στο 90+8), καταφέρνει και κλέβει το βαθμό της ισοπαλίας και διατηρεί τη θέση της. Η Ίντερ είναι τιλταρισμένη και κινδυνεύει να τιλταριστεί στους προσεχείς αγώνες.
Got a better definition? Add it!
Published
θα πάμε πέριξ με τον τέντα να πιούμε κάνα τσιγάρο
Λεγεται συνήθως τό παλικάρι πού τα φρύδια τού είναι ενωμενα και μοιάζει μέ πρεζακια
Got a better definition? Add it!
Published
Συναντάται κατά τις βραδυνές εξόδους ως το μόνο αρσενικό ανάμεσα σε μια γυναικοπαρέα. Συνηθισμένη εικόνα ενός κακομοίρη που κυκλοφορεί δύο ή και περισσότερες κοπέλες για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς, ο ίδιος γουστάρει μία από αυτές αλλά ποτέ δεν έχει κάνει κίνηση και ούτε πρόκειται γιατί είναι φλώρος . Η αξιολύπητη παρουσία του και μόνο αποτελεί εμπόδιο στο να κάνει άλλος κίνηση.
Στην περίπτωση που κάποιος κάνει κίνηση σε παρέα με ξάδερφο:
Ένας ξάδερφος δεν είναι διατεθειμένος να αφήσει άλλο αρσενικό να κάνει κάτι, παρόλο που γνωρίζει ότι θα πάει χαράμι η γκόμενα με την πάρτη του, επιστρατεύοντας κάθε σιχαμένο μέσο προκειμένου να κάνει χαλάστρα. Σε ακραία περίπτωση είναι ικανός να το παίξει μέχρι και γκόμενος της κοπέλας, κάνοντας σκηνές ζηλοτυπίας προκειμένου να απωθήσει έναν ενδεχόμενο μνηστήρα !
Ο ξάδερφος στην καθημερινή του ζωή χαρακτηρίζεται συνήθως από έννοιες όπως φλώρος , καληνυχτάκιας , λούζερ και σπανιότερα ως αλεπούστης .
- Τι έγινε ρε με το ξανθό ,τι λέγατε ;
- Άστα ρε , χώνονταν ο ξάδερφος κάθε λίγο και δεν μας άφησε να σταυρώσουμε κουβέντα.
- Σκέφτομαι να χωθώ στην τύπισσα απέναντι .. της μιλάει όμως εκείνος ο φλώρος.
- Μη μασάς ρε , ξάδερφος θα 'ναι. Κόψε φάτσα .
Got a better definition? Add it!
Αρνητικός χαρακτηρισμός για τους φοιτητές του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής (Λο.Χρη.) της ΑΣΟΕΕ, παρήχηση του λεχρίτης. Χρησιμοποιείται από άλλους φοιτητές με σκοπό τη μείωσή τους και την ανάδειξη αρνητικών γνωρισμάτων τους, όπως ο καριερισμός, ο ψωνισμός, η μισανθρωπιά και η καγκουριά.
1) Ρε φίλε βαρέθηκα να κάνω παρέα με λοχρίτες, όλη την ώρα για τα πτυχία τους μιλάνε
2) Σπούδασα Λο.Χρη. αλλά ευτυχώς έκανα καλές παρέες και δεν έγινα λοχρίτης
3) Αυτός ο πατέρας μου έχει βαλθεί να κάνει τον αδερφό μου λοχρίτη, κάθε μέρα του μιλάει για τα καλά της ελέυθερης αγοράς
Got a better definition? Add it!
Published
Χαρακτηρισμός για τους δεξιούς στο ελληνικό γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας. Μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα (τουλάχιστον) το άκουγες από στόματα αριστερών και πασοκατζίδων για τους νεοδημοκράτες, νωρίτερα για τους ερετζίδες και λοιπούς δεξιούς της εποχής.
Ετυμολογείται από το σλαβομακεδόνικο/βουλγάρικο Охрана που σημαίνει "προστασία".
Στο Β'ΠΠ στη Βόρεια Ελλάδα έλεγαν επισήμως Οχράνα τα ένοπλα τμήματα δεξιών σλαβόφωνων Ελλήνων που τάχτηκαν υπέρ της Βουλγαρίας. Επειδή όμως η ελληνική δεξιά τα είχε συνήθως καλά με τους καταχτητές και είχε τη τάση συνεργασίας με αυτούς, αλλά και με τους Βούλγαρους και Έλληνες σλαβόφωνους φασίστες στην κατοχή, οι βορειοελλαδίτες έβγαλαν τους Έλληνες δεξιούς οχράνες. Δεν συσχετίζεται με τη ρωσσική Οχράνα των Τσάρων. Δεν γνωρίζω αν πλέον χαρακτηρίζουν έτσι και τα ναζίδια.
-Κουπούκι, οχράνα, δραμινέ θα σι πιτάξω τη τσάσκα στο κιφάλι άμα ξαναπείς τέτοια για τον Αντρέα (σ.σ. Αντρέα Παπανδρέου), άιντε από 'δω παλιοκουπούκι ακάθαρμα...
:S
Got a better definition? Add it!
Ο έχων γυρισμένο ρεβέρ παντελονιού προς τέρψιν του κοινού επιδεικνύοντας την περιοχή του αστραγάλου , χειμώνα καλοκαίρι. Πάντα σε συνδυασμό με σκαρπίνι ή στην ελαχίστη με μοκασίνι .Ο εν λόγο αστραγαλέτος κατ’ εξαίρεση ορισμένες φορές φέρει κάλτσες ποικίλων χρωματισμών και σχεδίων. Ηλικιακό γκρουπ 30 με 45 έτη και εβρισκόμενος κατά κύριο λόγο στο δεύτερο ή τρίτο μεταπτυχιακό κοροϊδεύει εκτός από την μάνα του και τον εαυτό του κουβαλώντας ολημερίς και ολονυχτίς δερμάτινο χαρτοφύλακα ,αν συνδυαστεί με μούσι η αμφίεση απογειώνεται .Η σπορ εκδοχή της ανωθεν κατηγορίας αστικού όντος, απαντάται στα καφέ τριγύρω από γυμναστήρια με λαστιχωτή φόρμα Bdtk ή βράκα και φωσφορούχο πατούμενο. Η αντίστοιχη θηλυκή εκδοχή δεν αναφέρεται λόγο αδυναμίας αντίστασης στις τάσεις της μόδας.
Ο τύπος με ένα ταξίδι στο Μιλάνο μου έγινε αστραγαλέτος .
Got a better definition? Add it!