Σεξουαλικό παιχνίδισμα κατά το οποίο η παρτενέρ ταλαντεύει με δύναμη τα στήθη της στο πρόσωπο του ανήμπορου να αντιδράσει αρσενικού. Ικανή και αναγκαία συνθήκη για να λάβει χώρα ένα βυζοσκάμπιλο είναι τα στήθη να είναι αρκούντως μεγάλα (εξού και η ανικανότητα του αρσενικού να αντιδράσει αφού έχει μείνει κάγκελο από το μέγεθος).

- Ρε Μήτσο, πώς είσαι έτσι ρε μαλάκα. Σε πλακώσανε στο ξύλο πάλι;
- Άσε ρε μαλάκα... Γνώρισα μια 40άρα εχθές το βράδυ και με τάραξε στα βυζοσκάμπιλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρήμα. Χρησιμοποιείται μόνο κατά την έλλειψή του με την έκφραση «δεν υπάρχει σάλιο».

-Θα τσοντάρεις τίποτα για την βενζίνη ή πάλι εγώ ο μαλάκας θα πληρώσω; -Τι να τσοντάρω ρε φίλε, αφού το ξέρεις πως δεν υπάρχει σάλιο. Από τότε που κατάλαβε ο πατέρας πως δεν έχω περάσει ούτε ένα μάθημα, κόπηκε η επιχορήγηση!

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Υπαρξιακή σχολή, η οποία βασίζεται στο ρεύμα της ηλιθιότητας που αναπτύσσεται και ακμάζει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες.

Κάνει τη μια μαλακία πίσω απ' την άλλη. Τέτοιος κατελισμός ούτε ο ίδιος ο ηγέτης...

Σχετικό: Κατέλης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψέμα.

Χθες κάτσαμε με τον Νίκο τον σαλιάρη, πω τον πούστη, μας έπνιξε στο σάλιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σακάτης. Αυτός που κουτσαίνει.

-Τι του βρήκε και τον παντρεύτηκε ήθελα να 'ξερα. Αυτός είναι κούτσαυλος.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γυμνός από τη μέση και πάνω.

- Λαλάκη μου... μη γυρνάς ξεμπλέτσωτος γιατί θα μου κρυώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλίθιος.

- Σκάσε ρε μόγγο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που εκφράζει τα συναισθήματά της έντονα, φωνάζοντας ουρλιάζοντας και τονίζοντας επιδεικτικά κάθε της κίνηση ... όπως ακριβώς κάνει η χήρα στο κρεβάτι.

Πώς κάνει έτσι αυτή Λίτσα μωρέ παιδί μου, λες και δεν έχει ξαναδεί τσαπού στην τηλεόραση, σαν τη χήρα στο κρεβάτι κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέος. Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δοθεί έμφαση στο στοιχείο του ανδρισμού εν μέσω απαξιωτικού διαλόγου.

Δεν πα να βρήκε άλλους δέκα... στο κλαρί μου. Δε δίνω μία για την πατσαβούρα.

Βλ. και κλάρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατεψυγμένο στρατιωτικό κρέας.

- Τι φαγητό έχει σήμερα Δεκανέα;
- Άστα να πάνε!
- Ψάρι;
- Ακόμα χειρότερα, γκοτζίλα κοκκινιστό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified